Further tags

Είναι μια σουηδική βότκα. Αλλά το λέμε και όταν κάποιος είναι ο number one, ο τελειοτερότερος, πολύ καλός ή πολύ κουκλί, γκόμενος ή γκόμενα (εξαρτάται απ' το φύλο).

Και υπάρχει και το επίρρημα αμπζοφακινλούτλυ, που θα πει σίγουρα, οπωσδήποτε, δε σηκώνω αντιρήσεις φίλε! Το 'πε ο Παπακαλιάτης σε μια σειρά και μετά έμεινε.

  1. - Είδες το νέο γκόμενο της Μαρίας*;
    - Ναι.
    - Μιλάμε είχαμε πάει για μπάνιο, και έχει τον άμπζολουτ κώλο!!!!
    - Έχει όμως και ωραία γκριζογαλάζια μάτια.
    - Αλλά κυρίως άμπζολουτ κώλο!!
    - Λολ φιλενάδα.....
  • φανταστικό όνομα.
  1. - Θα έρθεις το βράδυ στο Άνιμαλ**;
    - Αμπζοφακινλούτλυ!!!!!
    - Έτσι μπράβο!

** Η συζήτηση ήταν τον Σεπτέμβριο.

(από Mr. Cadmus, 22/01/12)Αψολούτ φιάλη (από Vrastaman, 22/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το χαμηλ. μπαταρ., δηλαδή χαμηλή μπαταρία, ε, κι επειδή μοιάζει με αράβικο, όποιον μένει συνεχώς από μπαταρία τον φωνάζουν Άραβα.

  1. -Εκεί που μιλούσαμε ξαφνικά τίποτα! Λες να μου το 'κλεισε στα μούτρα;
    -Άντε ρε τον Άραβα, πάλι θα του 'πεσε! (η μπαταρία, μην πάει ο νους σας στο κακό!)

  2. -Πολύ Άραβας το άτομο! Δεν σταυρώνει μέρα χωρίς να φορτίσει το κινητό... Εξαρτημένος παιδί μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολύ γηραιός πολιτικός που εξακολουθεί να δεσπόζει στο πολιτικό προσκήνιο.

Ο όρος ήταν πολύ της μοδός στα πρώιμα '90ς, που κυριαρχούσαν οι τρεις υπερεβδομηκοντούτεις Καραμανλής, Παπανδρέου, Μητσοτάκης, με τον τελευταίο να τους θάβει όλους τους (μας).

Σήμερα, κυριαρχούν ανιψιός, γιος και κόρη. Δεν ξέρεις τι είναι χειρότερο!

Είναι καιρός να αποσυρθούν οι δεινόσαυροι και να έρθουν στην εξουσία οι σαραντάρηδες.

(από GATZMAN, 20/09/09)(από Khan, 15/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ερωτικός, ο προκλητικός ερωτικά με τη θετική έννοια, αυτός που προβαίνει σε πρωτόβουλο ερωτικό κάλεσμα, σε αντίθεση με τον χλιμίτζουρα, τον χλεχλέ, τον ξενέρωτο.
Το επίθετο προέρχεται από δημιουργική παράφραση του επιφωνήματος "ζαμπουζάμπου ζαμπουζά", το οποίο χρησιμοποιήθηκε από την Ελένη Βλαχάκη στο επεισόδιο 37 της γνωστής σειράς "Κωνσταντίνου και Ελένης". Είναι μία ακόμα λέξη από αυτές με τις πλούτισε το λεξιλόγιό μας η εν λόγω σειρά.

Ενίοτε χρησιμοποιείται και το επίθετο "ζαμπουζιάρικος" που αναφέρεται σε αντικείμενα/καταστάσεις.

1)Πώς περιμένεις ρε να ρίξεις γκόμενα με αυτή τη φάτσα. Γίνε λίγο ζαμπουζιάρης!
Βαρέθηκα ρε φίλε τη ξινίλα της Μαρίας. Πάμε να βρούμε καμιά ζαμπουζιάρα γκόμενα να κάνουμε παιχνίδι.
2)Καλά η γκόμενα φόρεσε χθες ζαμπουζιάρικα εσώρουχα και με έστειλε!
Τρέλα αυτό το ζαμπουζιάρικο περπάτημα!

η φάση είναι στο 13:37

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ατημελήτως ξυρισμένη ή παντελώς αξύριστη θήλεια γάμπα, ως σλανγκιστί εκαλείτο κατά την των 90αζ δεκατίαν, ήτις καθίσταται εμφανής υπό του αδυνάτου ίνα κρύψει τις λεπτομέρειες καλσόνιου, ιδίως δε του λευκού.

(2 φίλοι στο Άλσος σχολιάζουν τον 3ο φίλο για το νέο του αμόρε)

1ος: Ωραίο το μικρό του Τόλη... Λίγο το δοντάκι το πεταχτό, λίγο το μαλλάκι αφανέ, αλλά θα το στρώσει, αυτός. Θα το σουλουπώσει...
2ος: Δεν είδες χαμηλά τι παίζει, φίλε, όμως! Δεν είδες τον καραπιάλη, να σε σκιάξει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη, περιπαικτική, που περιγράφει καλές κοπέλες από κακές οικογένειες, ή κακές κοπέλες από καλές οικογένειες, ή τέλος πάντων οποιουδήποτε συνδυασμού, οι οποίες, όπως αφήνει να εννοηθεί το λήμμα, απλά είτε κερατώνουν τον σύντροφο τους, είτε γενικά την πλέκουν την κάλτσα του φαντάρου.

Παράφραση του ονόματος της ηρωίδος του γνωστού μυθιστορήματος της Λιλής Ζωγράφου, «Η αγάπη άργησε μια μέρα», που διασκευάστηκε σε σήριαλ για την ελληνική τηλεόραση το 1997 (δηλαδή Ερατώ την λέγανε αν δεν είναι obvious).

Χρησιμοποιείται και για άλλα πρόσωπα με άλλα ονόματα φυσικά, εκτός της Ερατούς.

Δεν ξέρω γιατί μου θύμισε και την φράση «πολύ καλό κορίτσι» που λέγαμε παλιά, βάζοντας ταυτόχρονα την γλώσσα μας στο μέσα μέρος του μάγουλου μας, μιμούμενοι ξέρετε τι. Δοκιμάστε το…

- Καλό κορίτσι η Αφροξυλάνθη, ε; Τυχερός, ο φίλος μας ο Γιαννάκης ο Μυλωνάς.
- Kαλά δεν λες τίποτε, και η Κερατώ τον άνδρα της με τους πραματευτάδες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ακατάδεκτη. H Diva. Φράση προερχόμενη από την θρυλική Λατινοαμερικανική σειρά «Carrusel», ηρωίδα της οποίας ήτο ανάμεσα σε άλλα παιδάκια και πλούσια ξανθογάλανη κορασίδα περί τα 10, ονόματι Maria Joaquina Villaseñor, η οποία απέρριπτε μετά βδελυγμίας τον ερωτευμένο συμμαθητή της Cirrilo, κυρίως διότι ο τελευταίος ήτο φτωχός και μαύρος.

- Τι λεει Μάκη; Το βαλες χέρι το Χριστινάκι ψε;
- Άσε με ρε μαλάκα.. Στα καλύτερα την πήγα και σημασία δεν με έδινε.. Με το 'παιζε Μαρία Χοακίνα...

(από jesus, 06/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που τσέκαρα ότι λεγόταν στα νάιντηζ τουλάστιχον σε διάφορα Βόρεια Προάστεια της Αθήνας. Η λογική είναι περίπου η εξής:

Ο Ποπάι τρώει σπανάκι.

Η ελληνική βερσιόν του τρώει σπανακόρυζο που είναι πιο ελληνικό, περμαθουλώδες και ξενερουά.

Ergo, ο μισή μπουκιά σπανακόρυζο είναι ο κοντός και μικρὸς τὸ δέμας (καθώς κάμποσοι ομηρικοί ήρωες) τυπάς, που προσπαθεί να υπεραναπληρώσει την φυσική του μειονεξία με το να μετατραπεί σε μπιλντέρι σφίχτερμαν. Πλην δεν πείθει κανέναν, και οι άλλοι εξακολουθούν να τον θεωρούν ως άνθρωπο-μισή μερίδα-μισή χαψιά, σπανακορύζου εν προκειμένω.

Τι να κλάσει μωρ' ο μηδέν βαθμοί, ο μισή μπουκιά σπανακόρυζο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο body-builder, το μπιλντέρι, ο γυμνασμένος, ο χτισμένος.

Να αποφεύγεις τα σκληρά, να μην κολλάς στους μπιλντεράδες να διοργανώνεις ρεσιτάλ για μετανάστες και φυγάδες. (Η θεά, 1999, στίχοι: Ισαάκ Σούσης, τραγούδι: Λαυρέντης Μαχαιρίτσας).

Got a better definition? Add it!

Published

Έχει έννοια αντίθετη από αυτήν που δηλώνει, δηλαδή ο καλύτερος, ο γαμώ τα παιδιά, ξηγημένος τύπος, τρελός, έχει πολλές σημασίες.

Το χρησιμοποιούσαμε στον Πειραιά από τα μέσα του '90, μπορεί και πιο παλιά! Προσωπικά δεν το έχω ακούσει πουθενά εκτός απ' τον Πειραιά!!

  1. Τι έκανε ρε φιλε ο τύπος;; Ο χειρότερος να πούμε!!

  2. Πςςς ωραίο μαλλί ρε φίλε, είσαι ο χειρότερος μιλάμε!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified