Further tags

Ρήμα αμτβ. ενεργ., κυρίως απαντώμενο σε στιγμιαίους χρόνους και δη παρελθοντικούς. Αναφέρεται σε κοπέλα και σημαίνει αποκτώ, μάλλον αιφνιδιαστικώς, σέξυ γυναικεία χαρακτηριστικά, εξελίσσεται η εμφάνισή μου, από αδιάφορη ή έστω απλά γαμήσιμη, σε παστάκι ή και μουνάρα.

- Είδες την Μαίρη τώρα τελευταία;
- Όχι, γιατί;
- Πώς μούνεψε έτσι ρε παιδάκι μου. Καμία σχέση με το Λύκειο που την ξέραμε. Κουκλάρα σου λέω!
- Θα χώρισε με τον μαλάκα και πρόσεξε λίγο τον εαυτό της η κοπέλα...

I agree with Snape. (από Galadriel, 07/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πλήρης έκφραση είναι «αυτή δε τη γαμάει ούτε φυλακισμένος» (με τις προβλεπόμενες επουσιώδεις παραλλαγές, όπως «δεν την παίρνει ούτε φυλακισμένος»). Πρόκειται πολύ απλά για το υπέρτατο μπάζο, αυτή που δε την παίρνει ούτε ο Χάρος.

Είναι μάλλον ότι πιο χοντρό μπορεί κανείς να πει για την εμφάνιση μιας γκόμενας, η Μητέρα πάσης προσβόλας. Αν της το πετάξεις στη μάπα, είναι σα να της έκοψες τα ποδάρια (και να περπατάει με τα γόνατα). Δέον λοιπόν όπως λέγεται αποκλειστικώς στα πλαίσια χαλαρής κουβεντούλας με φίλους.

Εναλλακτικά παίζει και η έκφραση «αυτή δε τη γαμούσα ούτε μετά απο δέκα χρόνια φυλακή» (ή δεκαπέντε ή είκοσι, όπως αγαπά κανείς). Δίδεται ως αποστομωτική απάντηση σε κλασικές αντρικές ερωτήσεις του τύπου «τη γαμούσες αυτή;», «της πάταγες ένα αυτηνής;», «της τον σφύριζες άμα λάχει ναούμε;» κ.ο.κ.

Και όλοι φανταζόμαστε μέσες άκρες τι πήξιμο και τι αγαμία πέφτει εντός των τειχών, σε φάση που οι φυλακόβιοι κάνουν αλλαξοκωλιές μεταξύ τους (βλ. και Midnight Express).

Σεταρισμένο το λημματάκι, don't you think;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η άσχημη γκόμενα.

- Τι έγινε ρε μαλάκα με την γκόμενα που γνώρισες από το internet;
- Άσε ρε συ, την έψησα να βγούμε και όταν την είδα δεν βλεπότανε... Μιλάμε έφαγα ένα παλτό!!! Πολύ μπάζο η γκόμενα. Γάμησέ τα!!!

Το τραγούδι του σαβουρογάμη (από Hank, 15/05/09)Το τραγούδι του σαβουρογάμη σουίνγκερ. (από Hank, 15/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απαξιωτική περιγραφή για κάποιον που την έχει δει και καλά και θέλει να μας πουλήσει υφάκι («πού πας ορέ Καραμήτρο») ενώ στην ουσία πρόκειται για έναν παρακατιανέουρα μπαδεαμέα του γλυκού νερού που όσο και να φτιαχτεί θα μείνει κάγκουρας. Συνώνυμο του «Μαγκιά, κλανιά κι εξάτμιση», δηλώνει ότι κατέχουμε το εν λόγω θρασύ ατομάκι σαν κάλπικη δεκάρα, και όσο και να κουνηθεί, δε φτουράει σε τα μας.

Καλά, μιλάμε, το θυμάσαι το χθεσινό τσουτσέκι για ΑΜίτη που μας τα έκανε τσουρέκια στην Πύλη μέχρι να μας αφήσει να βγούμε; Τον είδα στο κλάμπι εξοδούχο, γυαλί μαλλί και παντελόνι Lee, αλλά τί να λέει - χόρευε κάτι σαν μεταξύ προσοχής και ημιανάπαυσης και δε σταύρωσε όλο το βράδυ ούτε θηλυκή αγελάδα. Κηδεία σκέτη.

Δες και το μαλλί, γυαλί και παντελόνι Lee

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολύ κοντός άνθρωπος. Το λέμε κυρίως για γκόμενα: Γκόμενα- μπρελόκ.

- Γκόμενα-μπρελόκ, ναι, αλλά πουτσομεζές!

Σχετικά: απολειφάδι, τάπα, πινέζα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με την έννοια του «πολύ ωραία γκόμενα» (και ουχί την παιδόφιλη τοιαύτη).

Η έκφραση χρησιμοποιείται τόσο για λιμπιντιάρικα παστάκια όσο και για πουτσανάφτρες μιλφέιγ.

- Andriana Lima ……Πολύ παιδί μιλάμε… (Από εδώ)

Πολύ παιδί μιλάμε! (από Vrastaman, 16/05/09)Μα πάρα πολύ όμως. (από Jonas, 18/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο σκουρόχρωμος φίλος μας... Κοινώς, ο μαυριδερός.

- Ρε Νίκο, πολυ μαύρισες ...
- Σκέτος νύχτας έγινα, γάμησε τα ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατ' αναλογίαν με το άγγιγμα του Μίδα, του μυθικού βασιλιά που ό,τι έπιανε γινόταν χρυσός, όποιος έχει το άγγιγμα του Θερμίδα, ό,τι αγγίζει μετατρέπεται σε πάχος.

- Δες το λίπος, ρε συ. Άραγε όταν περνάει στο επόμενο τονάζ, το δηλώνει και στο Υπουργείο Μεταφορών;
- Μη χλευάζεις, ρε συ. Τί φταίει αυτή που έχει το άγγιγμα του Θερμίδα επειδή όταν γεννήθηκε οι πλανήτες της έπαιζαν μαλακία;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η όμορφη αλλά πολύ μελαψή γυναίκα εκ του αθάνατου σήριαλ με Γκλέτσο και Παπαχαραλάμπους του μέγιστου δημιουργού Μανούσου Μανουσάκη. Αν προκαλέσει κερατοβόλο έρωτα μπορεί να μετονομαστεί και σε Κερατώ.

Πρβλ. σκουριά

Πηγή: Κνάσος.

Είμαι ερωτευμένος με μια Ερατώ, σκέτη ηθοποιό του Ψώλλυγουντ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified