Το μέρος όπου γίνεται νταραβέρι και διακινούνται ναρκωτικά από ανθρώπους.

  1. ΤΗΝ ΩΡΑ ΠΟΥ Η ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΚΑΝΕΙ ΔΗΘΕΝ ΕΛΕΓΧΟΥΣ ΣΕ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ ΣΤΟ ΜΕΤΡΟ ΣΤΗΝ ΟΜΟΝΟΙΑ...ΟΙ ΠΡΕΖΕΜΠΟΡΟΙ ΣΤΟΥΣ ΓΥΡΩ ΔΡΟΜΟΥΣ ΚΑΝΟΥΝ ΑΝΕΝΟΧΛΗΤΟΙ ΤΗΝ ΔΟΥΛΕΙΑ ΤΟΥΣ. ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ,ΕΙΚΟΝΙΖΕΤΑΙ Η ΠΡΕΖΟΠΙΑΤΣΑ ΣΤΑ ΠΡΟΠΥΛΑΙΑ...ΤΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΔΙΚΑ ΣΑΣ... ΠΡΕΖΑ TV (Εδώ).
  2. Κοσμος επιτέθηκε στην πρεζόπιατσα στη Στουρνάρη επειδή οι μπάτσοι τη σπρώχνουν προς την πλατεία. Οι συγκρούσεις κράτησαν λίγη ώρα καθώς τα ΜΑΤ ανέβηκαν αρκετά ψηλά και τα πρεζόνια ζητωκραύγαζαν τους μπάτσους όταν πέταξαν 2-3 κρότου λάμψης. Πολλοί είπαν πως εμφανίστηκαν "καλοθρεμένοι πρεζέμποροι πάνω σε μηχανές" που συνομιλούσαν με τους μπάτσους και τα πρεζόνια. Αλλοι ντιλεράδες προσέγγισαν τους μπάτσους από πίσω και είχαν ψιλοκουβέντες. Ο κόσμος αντιστάθηκε καλά και οι μπάτσοι μετέφεραν την πρεζόπιατσα στην Τοσίτσα. Μπήκαν φωτιές σε 2-3 κάδους και μου μετέφεραν για ένα καμενο ΙΧ. Για την ώρα είναι ήσυχα κάτω. (Από indymedia).
  3. και νταξ το οτι την πρεζα την σπρωχνουν μπατσοι ειναι γνωστο και οτι οι εμποροι εχουν αφεντικα τους μπατσους. αλλιως πολυ απλα δεν θα υπηρχε πρεζεμποριο ασε που οι μισοι στην αστυνομια ειναι η χρηστες η διακινιτες οι ιδιοι. στα εξαρχεια τορα οι πρεζεμποροι εχουν μια ομαδα δικων τους για καταστασεις που χρειαζονται μια συμμορια ηλιθιων τσιρακιων που οποτε γινονται σκηνικα με πεσιματα ερχονται για προστασια στην πρεζοπιατσα. (Από το hiphop.gr).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Χαρακτηρισμός Ρουμελιωτών, όπως οι Αγρινιώτες ή οι κάτοικοι της Σπερχειάδας με έφεση στην παρασκευή και κατανάλωση κοκορετσιού. (Δες).
    1. Οι κοκανοϊμανείς, επειδή η κόκα σλανγκίζεται ως κοκορέτσι.
    2. Αυτοί που έχουν πάθος με το ποδοσφαιράκι που λέγεται και κοκορέτσι και κυρίως οι άσχετοι παίκτες που δεν επικεντρώνουν στην μπάλα, αλλά γυρίζουν μηχανικά τους "σουβλισμένους" παίκτες σαν σούβλα.
  1. Οι κοκορετσάδες! Από την εποχή της Τουρκοκρατίας το προσωνύμιο (παρατσούκλι) των κατοίκων της Σπερχειάδας, είναι «κοκορετσάδες»! Ως γνήσιοι Ρουμελιώτες, οι Σπερχειαδίτες δεν έπαψαν ούτε στιγμή να τιμούν το παρατσούκλι τους! Μάλιστα, την εποχή των «Τρελών Αγελάδων» όταν η Κομισιόν εξέδωσε οδηγία για μη κατανάλωση εντοσθίων, οι Σπερχειαδίτες γελούσαν, συνεχίζοντας βέβαια να απολαμβάνουν τον ξεχωριστό – λαχταριστό μεζέ τους! (Lamia Now).
  2. Οι κοκορετσάδες που το παιζουν εφοπλιστες (δυο βραχάκια για 5 μοετ να πουλησουμε μουρη μπας και μας κατσει κανενα ανερχομενο μοντελακι..),οι τοκολυφοι και βασικοι οι γιοι τους, το μαυρο χρημα και κοιτωντας δεξια αριστερα μην σκάσει καμια σφαίρα ή καμία σύλληψη δημοσια.... Τα παιδάκια που το παιζουν μπράβακια από την ντόπα στα GYM και ψάχνουν φορτωμένη 40αρα για ζιγκολικι και καμια @@μητη πιτσιρίκα που θα πει "ουάου" και που κλεινουν τραπέζια ανά δεκάδα με 20 ευρω το ατομο(ενα μπουκάλι μίνιμουμ φρι) αλλά αισθάνονται κατι μεταξύ Ανιέλι και Νιάρχου και οποια τσιμπησει.... Αμαξι από την εκθεση αυτοκινήτου ή του μπαμπα αν δεν το πήραν σε ντου της δίωξης ή του ΣΔΟΕ και κοριτσάκια που αναζητουν τον χρυσό χορηγό για γάμο και σχέση ή έστω για το μήνα και την βραδινή έξοδο ελπίζοντας να μην είναι πιεστικός και θέλει κρεβάτι...Οποια έχει μάθει στα κοκορέτσια αναγκαστικά κάθεται βέβαια.... (Red Hoops).
  3. Παίξε μπάλα ρε κοκορετσά που μόνο να γυρίζεις τη σούβλα ξέρεις.

Got a better definition? Add it!

Published

Φαυλιστικό για τον Πύργο Ηλείας και γενικότερα την Ηλεία ως τόπο μαφιόζων. Εναλλακτικά Άγιοι Τόποι επειδή κάνεις τον σταυρό σου.

Μην περάσουμε από Κολομβία, να πάμε από Τρίπολη.

Got a better definition? Add it!

Published

(Προφέρεται «βέρια»)

Προέλευση: σύμπτυξη 2 λέξεων, βέρι (=νταραβέρι) + area (αγγλ. = χώρος).

Είναι ο χώρος που είναι γνωστός λόγω του ότι γίνονται νταραβέρια (κυρίως με ναρκωτικά), παράνομες συναναστροφές μεταξύ περίεργων. Βarea είναι συνήθως πάρκα, εκκλησίες και πλατείες (στην Αθήνα η πιο γνωστή είναι η Ομόνοια).

*Το λήμμα δεν σχετίζεται με την πόλη Βέροια (εκτός αν κάποιος ξέρει κάτι καλό εκεί).

- Ρε φίλε, που θα βρούμε εδώ πέρα κάποιον να γίνουμε;
- Άραξε, έχω ακούσει ότι είναι μια πλατεία εδώ κοντά, κλασσική βarea!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η βελόνα, αρχικά, της σύριγγας της ινσουλίνης η οποία χρησιμοποιείται για τη χρήση ηρωίνης, μετέπειτα η ίδια η σύριγγα, κι αυτό γιατί:
1: η βελόνα της είναι τόσο λεπτή σχεδόν όσο μία πευκοβελόνα
2: ακόμα πριν η Ομόνοια γίνει τόσο ...πολυσύχναστη, η πλειοψηφία των χρηστών έκανε χρήση σε πάρκα, τα οποία ως γνωστόν, ΑΠΟΚΛΕΙΕΤΑΙ να μην έχουν πεύκα, καθώς το πεύκο είναι ανθεκτικό δέντρο στην ξηρασία και στον αέρα, ό,τι πρέπει για το ελληνικό κλίμα. Οι πευκοβελόνες (των πεύκων) ήταν συνήθως εκείνες που κάλυπταν σχεδόν όλο το πάρκο, το όποιο πάρκο, διότι πέφτουν και είναι ...πολλές. Το καλυμμένο από πευκοβελόνες πάρκο ήταν το αγαπημένο των παιδιών και των μαμάδων (μιλάμε για πολύυ παλιά) καθώς οι πευκοβελόνες προσφέρουν ένα απαλό κάθισμα στα παιδιά και προστατεύουν από την υγρασία και το χώμα. Οι πευκοβελόνες επίσης είναι οι αγαπημένες των αστέγων, για τον ίδιο λόγο. Όταν τα πάρκα γέμισαν με χρήστες, οι πεσμένες σύριγγες πολλαπλασιάστηκαν, και καθώς βρίσκονται πάνω και ανάμεσα στις κανονικές πευκοβελόνες, οι ίδιες οι σύριγγες είναι πια εκείνες που προστατεύουν τους αστέγους από την υγρασία τα βράδια (τα παιδιά; ποια παιδιά;). Και η γαμημένη η βελόνα είναι τόσο λεπτή... Όσο μια πευκοβελόνα...

«περνούν εικόνες βροχή πάνω απ' τα μάτια μου, πάνω στα χείλη μου πέφτουν σταγόνες, χημείες, πάνε χειμώνες, παγωμένοι χειμώνες, που με βρήκανε τη νύχτα κάτω απ' τις πευκοβελόνες»
εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη ναρκοσλάνγκ, ο τύπος ή το μέρος που μπορείς να βρεις ή/και να προμηθευτείς ό,τι βάλει ο νους σου (θεωρητικά) από τα είδη ναρκωτικών που κυκλοφορούν. Συνήθως αυτός ή εκεί που υπάρχει κάποια ποικιλία γιατί σπάνια έως ποτέ δεν τα έχει κάποιος όλα.

-Λέω να φύγω για κάνα μήνα κάμπινγκ στη Ίφκινθο και πρέπει να ψωνίσω τίποτα, έχεις καμιά καλή άκρη;
-Tράβα στο Τζίμακα, αυτος είναι φαρμακείο. Ό,τι γουστάρεις τό 'χει.
-Και οι ξήγες του, λένε;
-Όπως σε κόψει...

«Με περνάει μια βόλτα από τό Σύνδεσμο... μαλάκα φαρμακείο εκεί μέσα... χόρτα, σκόνες, χάπια... Τα πάντα όλα! Τρόμαξα να βγω...»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χημείο / χυμείο:

  1. Περιγράφει μια κατάσταση όπου συναναστρέφεται πολύς κόσμος με διαφορετικές νοοτροπίες και κουλτούρες.

  2. Ο χώρος όπου φυλάει κάποιος τα ναρκωτικά του.

1.- Τι λέει η νέα δουλειά;
- Άστα... εντελώς χημείο η φάση. Τουλάχιστον τα γκομενάκια είναι καλά.

  1. - Ρε μαλάκα μάζεψε το χημείο, θα μπει η μάνα σου και θα πάει ταμπλάς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αφοπλιστικό επιχείρημα.

Παλαιότερα και ο γεωργικός ελκυστήρας (απαρχαιωμένο).

- Αυτό που ζητάς δε γίνεται ρε παιδί μου!
- Θες να σου παραθέσω 200 τρακτέρ;
- Νταξναούμ ρε μαγκίτη! Τσάκω 500 μύρια!

(από pavleas, 28/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δρόμος, συνήθως του κέντρου της Αθήνας, με μεγάλη πιθανότητα και συχνότητα εμφάνισης ναρκομανών (κατά προτίμηση σε οριζοντιωμένη στάση).

-Ρε Μήτσο πάμε μια μέχρι Εξάρχεια για κανα μπυρόνι;
-Πωπω ρε φίλε, όποτε βγαίνω μαζί σου όλο σε πρεζοδρόμια κάνουμε βόλτα.

Got a better definition? Add it!

Published

Στην Βόρεια Ελλάδα (Νομός Πέλλας σίγουρα) είναι το τσίπουρο χωρίς γλυκάνισο. Στην υπόλοιπη χώρα η λέξη χρησιμοποιείται μόνο για το ιταλικό ποτό που συγγενεύει με το τσίπουρο, την grappa.

Σε αντίθεση με την λέξη «τσίπουρο», όπου συνήθως πρέπει να διευκρινίσεις αν θέλεις με γλυκάνισο ή χωρίς, με την γράπα η συνεννόηση είναι γκαραντί. Και το ποτό έρχεται, συνεπώς, γρηγορότερα.

- Μάστορα! Βάλε δυο τσίπουρα και δυο-τρεις μεζέδες!
- Με γλυκάνισο το τσίπουρο;
- Όχι, φέρε γράπα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified