Further tags

Ο παμπόνηρος άνθρωπος, ο πιο πονηρός και από γάτα.

Δεν χαρακτηρίζει τον έξυπνο, αλλά και δεν φέρει μειωτική χροιά. Είναι ο καλών προθέσεων πονηρός, που δεν είναι απατεώνας.

Ακόμα χρησιμοποιείται και για χαϊδευτικό μεταξύ ερωτευμένων, ή από γονείς προς παιδιά (ενίοτε με καμάρι).

Σύνθετη λέξη, παιδί του μπαμπά «πονηρός» και της μαμάς «κατσούλα (γάτα)». Η δε μαμά προέρχεται από το μεσαιωνικό «κάτα» = γάτα, και «κατ(σ)ίον» = γατάκι, από τα οποία έγινε η κατσούλα που ακόμα χρησιμοποιείται σε όλη σχεδόν την Πελοπόννησο και ιδιαίτερα στη νότια.

Χαρακτηριστική η διήγηση για τον πρωτευουσιάνο δάσκαλο που μάθαινε ανάγνωση τα πρωτάκια σε χωριό της Πελοποννήσου.

Δάσκαλος: - Εσύ Κωστάκη, Γ+Α;
Κωστάκης: - ΓΑ, κύριε.
Δάσκαλος: - Μπράβο, Τ+Α;
Κωστάκης: - ΤΑ, κύριε.
Δάσκαλος: - Μπράβο, και όλο μαζί;
Κωστάκης: - Κατσούλα κύριε.

Η κατσούλα = γάτα, δεν έχει την ίδια καταγωγή με την κατσούλα = σκούφια. Η τελευταία προέρχεται από την Ρουμάνικη λέξη για την τριγωνική σκούφια του κεφαλιού.

  1. - Πώς σου φάνηκε ο Τάκης;
    - Συμπαθής, είναι και πονηροκατσούλα.

  2. - Μπαμπά, ήμουν καλό παιδί, θα μου πάρεις παγωτό;
    - Θα σου πάρω, αλλά είσαι μια πονηροκατσούλα εσύ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοκοβιός λέγεται κυρίως ο φλώρος ή φλούφλης ο οποίος είναι ολίγον τι και χαζός ή αγαθιάρης. Χρησιμοποιείται περισσότερο όταν η εμφάνιση συνάδει και με την ιδιοσυγκρασία αυτού που αποκαλείται κοκοβιός.

Το επίθετο κοκοβιός προέρχεται από το ψάρι κοκωβιός (λατ. gobius, αλλά και στα Ελληνικά πολλές φορές γωβιός). Κατατάσσεται μάλλον στα «χαζόψαρα»... πιάνεται εύκολα και δεν μεγαλώνει πολύ.

Το κοκοβιός προέκυψε και ως παρατσούκλι στον ηθοποιό Πέτρο Γιαννακό, από το ρόλο του «Κοκοβιού» σε μια ταινία του Τζαβέλα. Ο Πολύκαρπος Πολυκάρπου περιγράφει το συγκεκριμένο ρόλο ως εξής: «...Ο τύπος ήταν κάτι ανάμεσα σε καραγκιόζη, φασουλή, αρλεκίνο και κλόουν. Ήταν ο υπερφυσικός μπεμπές, το παιδί που δε μεγάλωσε, χαζοέξυπνος και βλακοϊδιοφυής...».

  1. Κοίτα ρε έναν κοκοβιό με γλειφιτζούρι, τί γκομενάκι που συνοδεύει... Χου ρε!

  2. Καλά ρε πώς σε κουρέψανε έτσι; Πώς θα βγεις έξω σαν κοκοβιός;

(από Malinowsky, 17/03/09)(από Malinowsky, 17/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το iguana σε μικρή ηλικία. Συνήθως λέγεται ειρωνικά προς τον κάτοχο του συγκεκριμένου ζώου.

Στην κυριολεξία είναι είδος ερπετού, μικρή σαύρα.

- Έλα ρε Ράφα! Που χάθηκες;
- Ε, μαθήματα, δουλειές, ξέρεις ...
- Το σαμιαμίδι, τι λέει; Χαχαχα ...
- Ε, ρε μαλάκα, μην το λες έτσι! Iguana λέγεται ...

Iguana (από poniroskylo, 14/03/09)Σαμιαμίδι (από poniroskylo, 14/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που κρατάει ερμητικά κλειστό το στόμα του. Που δεν αποκαλύπτει τίποτα.

Επίσης, ο τσιγκούνης, ο σκρούντζ. Αυτός που δεν ανοίγει σχεδόν ποτέ το πορτοφόλι του.

  1. Δεν μπόρεσα να του πάρω κουβέντα. Είναι μύδι ο τύπος.

  2. Μιλάμε για μεγάλο τσίπη. Μύδι διασταυρωμένο με καβούρι.

Αν σου πιάσει κανά χέρι αυτό, κλάψτο (το χέρι) (από Marco De Sade, 19/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο της σαύρας.

Προσωπικά άκουσα τη λέξη στην Πελοπόννησο, αλλά χρησιμοποιείται σε πολλά μέρη της Ελλάδος. Η ετυμολογία μού είναι άγνωστη, σημειώνω πάντως ότι η ίδια λέξη υπάρχει και στα Σέρβικα [σερβ. гуштер - guster] και μεταφορικά χρησιμοποιείται στο στρατό για να περιγράψει τον γνωστό σ' εμάς «ψαρά», βλ. λήμμα ψαράς.

Συχνάκις ακούγεται και στο υποκοριστικό, γουστερίτσα.

  1. Σχόλιο ιστολογίου: Γουστερίτσα που λιάζεται. Πρώτα πρώτα το σαμιαμίδι ή μολυντήρι που λες, είναι ξασπρισμενο, ροζουλιασμενο, σαν κάτι που δεν το βλεπει ο ήλιος,ανατριχιαστικό, με τα αγγεία του να φαινονται, μπλιααααααααχ. Και ζει πάντα στο σκοτάδι ,ή στη σκιά. Αυτο ειναι γουστερίτσα του θεού, χρωματιστή και κοτσονάτη. Η μαντάμ κάνει ηλιοθεραπεία.

  2. Επιστημονικό κατάλογος από το διαδίκτυο:

Podarcis muralis: Γουστέρα Κοινή
Podarcis taurica: Γουστέρα του Ταύρου
Podarcis milensis: Γουστέρα της Μήλου
Podarcis peloponnesiaca: Γουστέρα της Πελοποννήσου

Γουστέρα εξ Ελλάδος (από krepsinis, 10/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο λύκος (Canis lupus) είναι θηλαστικό της τάξης των Σαρκοφάγων (Carnivora).

Σε ειδικές περιπτώσεις ο λύκος αποτελεί συνθηματικό κοινωνικοποίησης για ειδικές ομάδες του πληθυσμού της χώρας μας.

Εντάξει, δεν είναι ακριβώς slang, φοβάμαι όμως μήπως, με την αναπόφευκτο βιολογική φθορά των αυτόπτων μαρτύρων, χαθεί για πάντα μια επική στιγμή της ελληνικής τηλεόρασης και μια απροσδόκητη νίκη της περιφέρειας απέναντι στον ολοκληρωτισμό των αθηνέζικων.

Το πλαίσιο ήτο το τηλεπαιχνίδι Ρουκ Ζουκ με παρουσιάστρια την Μαίρη Μηλιαρέση (τι να γίνεται άραγε; μάνα έγινε;). Στο πλατώ είναι ομάδα από την Κοζάνη και παίζειμε την λέξη λύκος. Η συνέχεια στο παράδειγμα...

Έκτοτε χρησιμοποιείται από τους μυημένους σαν εξήγηση πακέτο για κάθε δυσνόητο λογισμό.

Αρχικό:
ΜΜ: Λοιπόν παίζουμε με την λέξη λύκος, πάμε
1ος παίκτης: Ντου!
2ος παίκτης: Λύκος!
....
2ος παίκτης: Νασφάει!
3ος παίκτης: Λύκος!
....
3ος παίκτης: Τς Ιβγένως!
4ος παίκτης: Λύκος!
Ντζζζζζζζζζζζζζζζζζζ! Η ομάδα έχει «τελείωσει» σε 4' και η ΜΜ προσπαθεί να καταλάβει τι έγινε.

Σύγχρονο:
- .... και έτσι με τα put options ξαναρχόμαστε στα λεφτά μας, κατάλαβες;
- Λύκος!
- Ωραία, συνεχίζουμε...

Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νέοι. Εγώ λοιπόν έμαθα. (από Galadriel, 01/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην Αγία Παρασκευή Λέσβου «χαμπαρολόγος» λέγεται ένα κοκκινωπό έντομο, αβλαβές. Θεωρείται καλός οιωνός. Πιστεύεται ότι αν το δεις στο σπίτι σου θα έχεις (καλές κατά κανόνα) ειδήσεις από ξενιτεμένο μέλος της οικογένειας.

Δες τον χαμπαρολόγο που κάθεται στο παράθυρο!!!! Θα τηλεφωνήσει ο αδερφός σου.

Hub (από GATZMAN, 02/03/09)χαμπαρολόγος ή δαμαλάκι (λέγεται και στη Χίο) (από dryhammer, 22/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αργκό της κερκίδας. Κριάρι είναι ο δυνατός και άτεχνος παίκτης. Γεροδεμένος και καλός στις κουτουλιές - συγνώμη, κεφαλιές - αλλά δυσκίνητος και απελπισία όταν η μπάλα είναι κάτω. Μηδέν τρίπλα, μηδεν πάσα, μηδέν αντίληψη - αλλά παληκάρι και συχνά σκληρός. Συνήθως σέντερ μπακ. Μια-δυο φορές σε κάθε ματς επιχειρεί κατεβασιά με τη μπάλα στα πόδια - πολύ γέλιο. Μπορεί να είναι και σέντερ φορ με ανάλογα χαρακτηριστικά - το λεγόμενο «φουνταριστό» σέντερ φορ που ρίχνει άγκυρα στη μικρή περιοχή των αντιπάλων και προσπαθεί να πάρει τις κεφαλιές.

Κριάρια, από το Rams, είναι και το παρατσούκλι της Αγγλικής Derby County. Δεν υπάρχει - απαραίτητα - σχέση.

ُΣχετικά λήμματα: άμπαλος, Ampalinho (Αμπαλίνιο), δεν τη βρίσκει με τίποτα, δεντηβρίσκοβιτς, δεν κόβει ούτε με βαλέ, δρεπανηφόρο άρμα

  1. O Aβραάμ μέχρι πρότινως ήταν ένα κριάρι. Ένα άμπαλο κριάρι, του οποίου το καλό όνομα ήταν δημιούργημα των δημοσιογράφων της Θεσσαλονίκης (σχόλιο για τον κεντρικό αμυντικό του Ολυμπιακου Αβράαμ Παπαδόπουλο στο φόρουμ ΑΕΚΑΡΑ, www.rocking.gr)

  2. Οτι είναι άτεχνος και ατσούμπαλος συμφωνώ,αλλά δεν αμφισβητώ πως είναι δυνατός και γρήγορος..Εξάλλου ο ¨Αντζας ξέρει πολλή μπάλα για σέντερ μπακ,αλληλοσυμπληρώνονται..Όλες οι ομάδες έχουν έναν κουμανταδόρο και ένα κριάρι στην άμυνα για να κάνει τη βρώμικη δουλειά... (από το www.fmgreece.gr, πάλι για τον Αβράαμ)

Ο Αβράαμ - αν η μπάλα ήταν τόσο μεγάλη θα την είχε βρει (από poniroskylo, 24/02/09)Το σήμα των "Κριαριών" (από poniroskylo, 24/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για ελεύθερο αυτοσχεβιασμό πάνω στη λέξη «προβοκάτσια».

Ως τέτοιος, ανήκει θα λέγαμε στην πολιτική πτέρυγα των «προσδιδόντων γελοιότητα στο λόγο» (κανά δυο ακόμα στο λήμμα τουλάστιχον, επίσης τα αφεδύο, σωστόστ)...

Ή μάλλον, για να είμαστε πιο σωστοί και για να είναι πιο ακριβής η αναλογία, θα λέγαμε ότι ανήκει στην στρατιωτική πτέρυγα, αν θεωρήσουμε ότι... άστο, αρχίδει και κουράδει.

Eτυμολογίες και ψευδοtrivia:

Προβοκάτσια [ρωσ. provokatsija (με βάση το λατ. provocatio=πρόκληση)].

Προβατοκάτσικα: σημαίνει αμνοερίφια και με την ευκαιρία, μια διασκευή που πάντα μου άρεσε είναι η εξής (δεν είναι δική μου):

Αγάπη μου επικίνδυνη
φοβάμαι και τη σκιά σου
ερίφιο με κατάντησες
με τον άπιστο τον έρωτά σου

- Η 11η Σεπτεμβρίου είναι προβοκάτσια των Αμερικανών...
- Προβατοκάτσικα....
- Δε βαρέθηκες να τη λες αυτή τη μαλακία..;
- Όχι... Και η ανθρωπότητα είναι μια προβοκάτσια των δεινοσαύρων για να στραφεί ο υπόλοιπος πλανήτης εναντίον των θηλαστικών....
- ...
- Νομίζω;
- Είσαι απλά μαλάκας.

Μια απλούστερη παραλλαγή του λήμματος στο 0:33. (από patsis, 08/11/09)(από jesus, 06/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified