νοματαίος, νοματαία

Το παλιό, βουκολικό (θυμίζει θυμάρι ντε), "νοματαίοι", επεκτείνεται πλέον σε ... άλλα μέρη, άλλους αριθμούς, άλλα γένη, άλλες έννοιες.
Κανονικά σημαίνει άνθρωποι, άτομα, πχ: Στο κτήμα του δουλεύουν πάνω από δέκα ~. Έχει να ταΐσει πέντε νοματαίους. (ΛΚΝ)
Όπως λέει και το λεξικό, χρησιμοποιείται στον πληθυντικό και στο αρσενικό, για "τα ανώνυμα, χωρίς ταυτότητα πρόσωπα: τα πρόσωπα που δύσκολα ξεχωρίζουν ή αποσπώνται από το πλήθος, παραμένοντας πάντα ένα με την κίνηση και τη φωνή του".

Μ' αυτόν τον παλιακό τρόπο κυκλοφορεί ακόμη, απρόσκοπτα και ευρύτατα: Από χείλη χιπχοπικά,

♪♫ Καθόλου φαντασία κι ουσία μες στους στίχους σας,
30 νοματαίοι η δύναμη του πλήθους σας,
Η διαφορά του στήθου σας γεμάτη σιλικόνη,
Την ώρα που εκκρίνουμε αγνή τεστοστερόνη
♪♫
(Goin'Through)

μέχρι και τριπχοπικά (εδώ), αλλά και σε κάπιταλ κοντρολ έκδοση:

Πέντε νοματαίοι και δεν μπορούμε να αποφασίσουμε όλο το μεσημέρι σε ποιο ΑΤΜ θα βγούμε το βράδυ. Α γαμηθείτε θα κάτσω σπίτι σας βαρέθηκα (εδώ)

Οι άλλες έννοιες τώρα:

Ι. Συνηθισμένη χρήση, αλλά στον ενικό αριθμό και για θηλυκό γένος (δες και παραδειγμ. ΙΙ, 4-5):

  1. Υπάρχει κάνας νοματαιος να μας φιλοξενήσει στην Μπρυζ? (εδώ)

  2. ρε Βαγγέλη τι την θες τη θωρακισμένη bmw των 750.000€? ενας νοματαίος έμεινες όλος κι όλος στο ΠΑΣΟΚ... πάρε κανένα μετρό ή λεωφορείο (εδώ)

  3. Ποιός είναι ο #spaliaras ρε παιδιά που έχει πάρει 4.000 νοματαίες;

ΙΙ. Με την έννοια του "έγινε καμπόσος, έγινε κάποιος".
Σχεδόν πάντα πάει μαζί με το ρ. κάνω (κάποιον) ή το ρ. γίνομαι:

  1. "Θα σας κάνω νοματαίους με 8.000 ευρώ το μήνα!*" (εδώ)
  2. Ο αντίπαλος κάνει τον αδύναμο διεκδικητή, νοματαίο... λένε στο χωριό μου (εδώ)
  3. -το ότι έχετε συμβάλει και σεις για να γίνει νοματαίος ο τηλε-πλασιέ σου έχει περάσει από το μυαλό; -ΕΚΑΝΑ ΤΗΝ ΑΥΤΟΚΡΙΤΙΚΗ ΜΟΥ (εδώ)
  4. Και πές μου τώρα, κάνουν ή δε κάνουν οι υπόλοιποι τα αδύνατα-δυνατά να γίνει νοματαία η Χ.Α;;; (εδώ)
  5. Επειδή η γκόμενα-κολαούζος ανδρών εξουσίας έχεσε το πληκτρολόγιο δε σημαίνει ότι θα την κάνω κ εγώ νοματαία. Αφάνεια..στην αφάνεια ρίχτε την (εδώ)

ΙΙΙ. Με θαυμαστική χροιά του στυλ, "τι κάνει ο τύπος/ το άτομο/ ο μαλάκας" (κέντησε εδώ ο vikar):

τι παιζει ρε ο νοματαιος??? στραμπουληξα τα δαχτυλα μου!!! Steve Vai http://www.youtube.com/watch?v=Y2CXA-DPYXk … (εδώ)
τι παιζει ρε ο νοματαιος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το τουρκικό καρα (=μαύρος) και το σλανγκοτέτοιο τέτοιος.
Το αρσενικό Καρατέτοιος (με κεφαλαίο Κ) χρησιμοποιείται για να υποκαταστήσει επίθετο ονόματος με πρώτο συνθετικό το καρα· Πχ Καραμανλής, Καρατζαφέρης, Καραπιάλης. Η υποκατάσταση συχνά έχει ειρωνική και αποδοκιμαστική χροιά:

  1. ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΤΟΥ ΚΑΡΑΤΕΤΟΙΟΥ ο καρατετοιος, πηγη φωτος και αληθειας, κυβερνουσε τον υπεροχο αυτο λαο επι πολλα χρονια. κυβερνουσε αταλαντευτα, με στιβαρο χερι, σεμνα και ταπεινα, με μηδενικη ανοχη στη διαφθορα. ηταν ασπιλος, αμολυντος, ατρομητος, περισπουδαστος, σοβαρος, μεγαλειωδης, δεν φοβοταν κανεναν, ουτε τους νταβατετοιους τους οποιους κατατροπωσε.
    ΣΕ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ καρατετοιε!
    κομανταντε (εδώ)

  2. […] Αγαπάει όμως ο θεός τον κλέφτη, αγαπάει και τον νοικοκύρη. «Στρατηγέ τι γύρευες στη Λάρισα Συ, ένας Υδραίος;». Ο Καρατέτοιος πάνω στον οίστρο του, ξέθαψε και τον «αρχολίπαρο», λέξη που τη χρησιμοποίησε τελευταίος στην πολιτική σκηνή ο καλλιεργημένος πολιτικός και αγωνιστής κατά της Χούντας Γιάννης Ζίγδης σε βάρος των Θανασοκανελλοπουλαίων αποστατών της ΕΔΗΚ [Οι μακαρονισμοί του κ.Καρα Τζαφέρη (=Μαυρογάϊδαρου) (Ροΐδη Εμμονές)
    οι ... κατατέτοιοι

  3. Α ρε βάζελοι ένας Καρατέτοιος έλειπε και μας τα πρήξατε στις αθλητικες εκπομπές! Άν παίζατε με τις δικές μας απουσίες θα σας ψάχναμε στην βαθμολογία να σας βρούμε! Άντε τώρα του χρόνου πάλι ξαναετοιμαστείτε να έρθετε στο ναό και να το ξαναπαλέψετε λαγοί! (εδώ)

ενδεικτική 'καρατέτοια'
Νά' ρθουμε στην "καρατέτοια" τώρα. Σχεδόν πάντα χρησιμεύει για να σε βγάλει απ΄την άβολη θέση να θέλεις να αποκαλέσεις κάποια, καραγούδα, καρακαηδόνα, καραμπαζάρα, καραμπιτσαριό και πάντως σάνβουαρ καρατσεκαρισμένη καραπουτάνα, αλλά να κωλύεσαι. Λες λοιπόν ένα "καρατέτοια" και καθάρισες, με τα ευκόλως εννοούμενα να παραλείπονται.

  1. Καρατέτοια πόσο ξεπουλημένη κόττα μπορείς να γίνεις; (εδώ)

  2. -ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΑΙΩΜΑ της να γραφει οτι ναναι η καθε καρατετοια για την Αμφιπολη. και δεν μας νοιαζει αν παιρνει μια ή 100 αμοιβες για να πει τα ασυστολα σκοπιανα ψευδη της. ΚΑΠΟΙΟΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΗΝ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙ δια της νομικης οδου ΔΙΟΤΙ ΨΕΥΔΕΤΑΙ ΜΕ ΔΟΛΙΟ ΣΚΟΠΟ ΠΑΡΑΠΛΗΡΟΦΟΡΙΣΗΣ και αποπροσανατολισμου (εδώ)

  3. - Agaphto Idrytiko melos na sou ypenthimisw oti p... ths Elladas den mporei na einai mia omada pou ta teleytaia 5 xronia exei parei ena double kai exei xasei 2-3 prwtathlimata ston ponto ;)
    -Ίσα ίσα καρατέτοιες της Ελλάδας είναι σε μια χώρα όπου παλεύουν 2-3 ομάδες για το πρωτάθλημα και βγαίνεις μονίμος 2ος. (εδώ)

  4. Η Τριπολιτσά έπεσε. Το Χάνι της Γραβιάς είναι παρελθόν. Μην ονειρεύεται κι ο Άδωνις την Περσεφόνη. Είναι μια καρατέτοια που ούτε λεφτά, ούτε πελατεία. Ας πουλήσει τίποτα ββλ με το κιλό πια. Για ανακύκλωση κατ’ ευθείαν, σα το τηλ. Κατάλογο του ΠΟΤΕ. (εδώ)

  5. Θυμιζουμε πως η Σπηλια δεν επεσε στην μλκ και την εμπαθεια που επεδειξαν ορισμένα Μπλογκς της .. αριστεράς, ο Θεός να την κανει, που εξαρχής εμφανιστηκαν βεβαιοι οτι ο ΣΤΡΟΣ ΛΑ ΚΑΝΤ ηταν .. ενοχος διοτι ηταν -ΛΕΕΙ- απληστος και κακός και 120 μερες των Σοδομων και αλλες απιστευτες μλι και φαντασιωσεις των εντελώς καρατετοιων και ΑΣΧΕΤΩΝ . Για ολους αυτους τους ΚΟΜΠΛΕΞΙΚΟΥΣ ΛΕΩ ΕΝΑ ΜΠΡΑΒΟ (εδώ)

Και για να κοελιοραμφιλοσοφήσουμε λιγάκι, τι είναι τελικά ο ανθρώπας, τι 'ν' κι η ανθρωπίλα του· απ' το να καραγουστάρεις την καραγκαγκάν καραμποντού, μέχρι να ελεεινολογείς περί τα καραπουτσαριά,
έ ν α
τ σ ι γ ά ρ ο
δ ρ ό μ ο ς
!

Καρα-lol!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτό που όταν θες να περιγράψεις ή να ορίσεις ένα φαινόμενο με χιπστερισμό και χαριτωμενιά, ξεκινάς την πρότασή σου με «αυτό που».

  1. Ντεκαφεϊνέ: Αυτό που προσπαθείς να αποπλανηθείτε με φίλη για να γίνει κάτι μέσω μεθυσιού, μέχρι που φτάνει ένα σημείο όπου από καθ' υπερβολήν ζήλο η μεν φίλη είναι έτοιμη προς αποπλάνησιν, εσένα δε σου έχει καταστεί φυσικώς αδύνατο να την αποπλανήσεις λόγω αλκόολ.

  2. Καλοκαιρινό ντεκαφεϊνέ: Αυτό που παίρνεις σκάφος για να πας στις καθαρές παρθένες παραλίες όπου δεν υπάρχει πρόσβαση και δεν τις βρωμίζει κανείς, με αποτέλεσμα να τις βρωμίζεις εσύ με τα απόβλητα από το σκάφος που τα μεταφέρεις παντού μαζί σου.

  3. Αυτό που βλέπεις μια ωραία σέντρα στο μουντιάλ και σκέφτεσαι τι καλός ευρωβουλευτής θα μπορούσε να γίνει αυτός που την έκανε. Αυτό.

  4. Καλοκαιρινό double-bind: Αυτό που άμα δεν βρεις δέντρο να βάλεις το αμάξι από κάτω μετά το βρίσκεις να καίνε μέταλλα και καθίσματα στους 60 βαθμούς, ενώ άμα βρεις δέντρο το βρίσκεις μες στις κουτσουλιές και το ρετσίνι.

(στάτους όλα βγαλμένα από το φατσομπούκι)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ό,τι και τα αποτέτοιος και απαυτούλης, δηλαδή κάποιος που δεν θέλουμε να κατονομάσουμε από περιφρόνηση, ή ένα από τα αποκατινά, περισσότερο ο κώλος.

Σχηματίζεται από την πρόθεση από και την αντωνυμία δαύτος, βλ. λήμμα αποτέτοιος.

- Μας πήγε σε ένα δηθενάδικο και μας πιάσανε τον αποδαύτο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σχηματίζεται όπως το απαυτούλης (πρβλ. και απαυτούλα και απαυτώνω).

Δηλαδή: επειδή δεν θέλουμε να κατονομάσουμε ένα πρόσωπο ή πράγμα, χρησιμοποιούμε μια δεικτική αντωνυμία, λ.χ. αυτός ή τέτοιος. Στη συνέχεια κοτσάρουμε και την πρόθεση από, που λειτουργεί όπως η Γενική Διαιρετική στα αρχαία. Δηλαδή εννοούμε ότι ο τέτοιος είναι ένας από ένα χαοτικό πλήθος ομοειδών τέτοιων. Οπότε αν εξαρχής είχαμε περιφρόνηση για τον τέτοιο, τώρα έχουμε ακόμη μεγαλύτερη, καθώς τον εντάσσουμε σε μια περιφρονητέα μη κατονομαστέα ομάδα. Αρκετές λέξεις μπορούν να σχηματιστούν έτσι, όντας στα όρια της καταχωρισιμότητας στα δόκιμα λεξικά, λ.χ. η λέξη αποδαύτος.

Επομένως, αποτέτοιος είναι:

  1. Ένα πρόσωπο ή πράγμα που δεν θέλουμε να κατονομάσουμε, α) επειδή δεν το γνωρίζουμε καλά, β) επειδή το περιφρονούμε ως τιποτένιο (και ίσως γι' αυτό δεν θέλουμε να το γνωρίσουμε), γ) επειδή είναι δυσώνυμο και η κατονομασία του θα επέφερε γρουσουζιά, βλ. και ακατονόμαστος.

  2. Σχετικά με το πιο πάνω, αλλά ειδικότερα, είναι ο κώλος. Λ.χ. σε εκφράσεις, τον τρώει ο αποτέτοιος του, μου πιάσανε τον αποτέτοιο κ.τ.ό.

  3. Πιο σπάνια κάποιο άλλο όργανο γενετήσιας πράξης, λ.χ. το πέος ή το αιδοίο. Κυρίως σε περιπτώσεις λογοκρισίας, ενώ ο κώλος έχει καθιερωθεί να ονομάζεται αποτέτοιος και σε μη λογοκριμένα περιβάλλοντα.

Πάσα: Πέρκινς.

  1. Και πόσο θόρυβο κάνουν τα εξαεριστήρια αυτουνού του αποτέτοιου, του πωστονλέν, του Μότσαρτ ρε θείο; Εδώ

  2. Καποιος που με ρωτησε αν το παιδι ειναι απο εξωσωματικη και απαντησα θετικα,τον ετρωγε ο αποτετοιος του και ρωτησε <ποιος ειχε προβλημα;> Η απαντηση μου ηταν <εσυ που ρωτας>. (Εδώ).

  3. - τη δευτερη φορα δεν του σηκωνοταν απο το αγχος(ξανα ελεος)η κοπελα αρχισε να νιωθει ασχημα και οτι δεν του αρεσει...θελει να ξαναδοκιμασουν και πρεπει απο ο,τι φαινεται πρεπει να δρασει αυτη.ποια ειναι η καλυτερη σταση για πρωτη φορα;αν δεν μπαινει παλι τι μπορει να κανει;
    - ποιο δεν μπαίνει;
    - εσυ ποιο λες;το αποτετοιο του στο δικο της αποτετοιο
    (Κάπου στο Νέτι).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο δονητής. Που σε απαυτώνει.

  2. Ο κώλος.

  1. βλ. εδώ

  2. Αγαπάς τον σύντροφό σου; Είσαι ερωτευμένη μαζί του;
    Αν απαντήσεις ναι και στα δύο, τότε γιατί σκέφτεσαι κάποιον άλλον; Μήπως τα θέλει ο απαυτούλης σου;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο Κυπριακό ιδίωμα, το επίρρημα έτσι χρησιμοποιείται ατύπως και ως δεικτική αντωνυμία. Για μα μη μακρηγορούμε, δείτε τα παραδείγματα.

- Το λοιπον τουτο το χαλλογουιν εξεσαλωσα. Εφηα που εσσω 4 το δειλις τζιαι εστραφηκα η ωρα 9 το πρωι της κυριακης. Ως της 8:30 ημουν σε κλαπ....αγαπω την μαγικη πολη...εν καταλαβουν που ωρες. Που εφκηκα εξω στραβωθηκα που το ηλιο. Εννα μου πειτε χαρας το πραμα. Ελα ομως που στην κοπροπολη τζιαι γενικα στην αμερικη ετσι πραματα εν γινουνται. Τα κλαπ η ωρα δκυο κλειουν αλλου. Τελος παντω το κυριο παρτυ που επεια ηταν γκευ για να μαζεψουν λεφτα για τζεινους με το Ειτς. Στις 12:30 ειχασιν σιοου. Οι χορευτες εν εθολοντες που το καμνουν για να βοηθησουν...
(δαμέ)

- Νομιζω ουλλοι μας ειχαμε ετσι τραυματικες εμπειριες στον οδοντιατρο.
(τσειαμέ)

- Οι δρομοι αδειοι, ησυχοι.. Τζινο που μου αρεσε εν οτι με οσους εμειναν Λευκωσια ετσι μερες τζιαι εν επιαν πουποτε εshεις μια διαφορετικη επαφη.
(δαχαμέ)

- Η Μαρίνα δέρνει κόσμο;;; ΠΟΤΕ!! Όποιος είπε έτσι πράμα φέρτε μου τον δαμέ να του την δώσω μεσ' το στόμα!!
(τσειαχαμέ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πουλί μου. Μάλλον κρατάει από Λάρισα μεριά. Λέγεται είτε χαριτολογώντας σαν αντικατάσταση της προσφώνησης «πουλί μου» ή «πουλάκι μου», είτε πιο χυδαία σαν αντικατάστατο του γενετήσιου μορίου.

Το λένε πιο συχνά οι γιαγιάδες στα εγγονάκια τους, οι κοπέλες σε φίλους / φίλες, αλλά και οι σταρχιδιστές για όλους.

  1. - Έλα πλιμ να φας το αχλαδάκι που σου καθάρισα. - Άσε με ρε γιαγιά, έχω ήδη φάει 2 κοτόπουλα, μισή κατσαρόλα πατάτες, 3 χωριάτικες, 1 τζατζίκι, 4 τυριά, μισό καρπούζι, 2μισυ πεπόνια, μία γαβάθα μανταρίνια και 9 κάστανα.
    - Στην ανάπτυξη είσαι πλιμ. Πώς θα μεγαλώσεις αν δεν τρως;
    - 23 χρονών είμαι ρε γιαγιά.

  2. (σχόλιο κάτω από φωτογραφία στο facebook μίας κολλητής στην άλλη):
    - Α ώστε έτσι πλιμ! Εσύ έκανες τα μπανάκια σου ωραία και καλά, κι εγώ δούλευα στο γραφείο... Σε μισωωωώ!

  3. (σχόλιο από blog)
    - Ρε δεν γαμιέστε όλοι; Ένα έχω να πω εγώ... ΤΟ ΠΛΙΜ!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified