Selected tags

Further tags

Η αβάσταχτη ντροπή αν δεις συγγενή σου, έως και τρίτου βαθμού σε ριάλιτι σόου.

Και βλέπω τη θεια μου τη Βαρβάρα στο μεσημεριανάδικο! Μ'έπιασε Ριαλόνειδος.

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι μαλακίες, τα ανούσια και περιττά λόγια.

- Και πώς περιμένεις να την ρίξεις ρε ηλίθιε, όταν για μία ώρα της μιλάς για τα ζώδια; Άσ' τις πούτσες και μπες στο ψητό!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά περίπτωση:

  1. Ο νέος στρατιώτης, άρτι αφιχθείς στην Μονάδα κατά τις πρώτες του υπηρεσίες ως θαλαμοφύλακας (θαλαμόσκυλο).

  2. Υποτιμητικός τίτλος για στρατιώτη (νεότερης συνήθως σειράς), ο οποίος το παίζει «στρατηγός». Συνηθισμένη περίπτωση: νέος υποδεκανέας ο οποίος επιδεικνύει το τσατσόσημό του.

- Φιλαράκο για πρόσεχε γιατί είμαι υποδεκανέας...
- Ρε σειρές, κόψτε τον ψαρά τον ανθυποαρβυλοφύλακα που νομίζει ότι έγινε Α/ΓΕΣ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο της λέξης κωλογλείφτης, ο άνθρωπος που γλείφει τους πάντες και τα πάντα προκειμένου να κερδίσει την εύνοια ή την συμπάθεια τους.

- Πολύ τον αγαπάνε βλέπω τον καινούριο στην εταιρία…
- Ε βέβαια, τέτοιος γλειψαρχίδας που είναι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται ευρύτατα από τους Πατρινούς, αλλά και από τους δυτικοελλαδίτες γενικότερα. Υπάρχει και η ορθογραφία Μοιραλέικα, αλλά δεν είναι ετυμολογικά σωστή.

Η ερμηνεία είναι απλή και δεν θέλει πολλή φαντασία. Όπως συμβαίνει με τα αρχίδια καπαμά και τα αρχίδια μέντολες αναλόγως και εδώ πρόκειται για μαλακίες, για τρίχες, για γελοιότητες.

Ας κοιτάξουμε τώρα και την προέλευση της έκφρασης.

Πολλοί θεωρούν ότι είναι εφεύρεση του πάλαι ποτέ βουλευτή Αχαΐας, Μένιου Κουτσόγιωργα, ο οποίος την έκανε γνωστή πανελληνίως. Για την ιστορία, όταν γνωστός εκδότης ζήτησε από τον Κουτσόγιωργα να σχολιάσει τις φήμες για το σκάνδαλο Κοσκωτά, εκείνος απαξίωσε το ζήτημα, με τον χαρακτηρισμό 'αρχίδια Μιραλέικα'.

Στην πραγματικότητα όμως, άλλη είναι η καταγωγή της έκφρασης. Και συγκεκριμένα, το ένδοξο Μιράλιο ή Μιράλι, μικρό χωριό λίγο έξω από την Πάτρα.

Τι το ξεχωριστό έχουν τα απίδια των Μιραλιωτών; Ό,τι και τα Καλαβρέζικα, φαντάζομαι!

(Από τον Ιστό)

''Τό Πανεπιστήμιο πρώτα είναι χώρος
εκπαίδευσης καί μετά παραγωγής πολιτικής.
Όλα τ΄άλλα είναι αρχίδια Μοιραλέικα
(τό κατά Κουστόγιωργα 1ο,ψαλμός 6ος
στίχος 5ος).

Αναστάσης.''

βλ. και μπαρούφα (-ες)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Γερό (εξαθλιωτικό λέμε) μεθύσι, συνοδευόμενο από ξεσάλωμα μέχρι τελικής πτώσεως. Ή και το ανάποδο, δεν θυμάμαι, έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε.

  2. Εξευτελισμός μισητού προσώπου. Μιλάμε για τον ορισμό της απαξίωσης, όχι μαλακίες.

ΣΕ ΠΟΛΥ ΛΙΓΟ ΟΛΟΙ ΑΜΦΙΘΕΑΤΡΟ. Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΓΙΑ ΓΕΡΟ ΣΚΟΥΠΙΔΙΑΣΜΑ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΕΙΝΑΙ ΕΔΩ. !!! ΗΡΘΑ - ΗΠΙΑ - ΧΟΡΕΨΑ - ΠΕΘΑΝΑ !!!

Αποψε καθομαι στο σπιτι για να ξεκουραστω απο το σκουπιδιασμα της συναυλιας και αναρωτιεμαι... Ποτε θα βρεθουμε οι δυο μας μονοι (μπατσοι, γουρουνια, δολοφονοι).

- Καλα βρε σεις, διαβαζα το thread, δεν υπαρχει κανεις που να πινει για την γευση; Ολο συμβουλες για το πως θα την ακουσετε με την μεγαλυτερη αποδοση (χρηματα * ml alc) / σκουπιδιασμα. Να το ξερω στα γενεθλια σας να σας φερω μια κασα ουισκι απ το Lidl.

εντεινεται το σκουπιδιασμα στην αβυζη ψωλογρια

πλεον αρχιζω και συνηθιζω το vibe αυτης της πολης και καταληγω καθε μερα να ειμαι πιτα σε σπιτια , ειτε το δικο μου ειτε των φιλων μου καθως εξοδοι δεν παιζουν και αρχιζει να μου αρεσει πολυ. Απ την αλλη νιωθω λιγακι ασχημα γιατι πολυ απλα εχω κλειστει μεσα και το μονο που κανω ειναι να σκουπιδιαζω να μην γνωριζω καινουριο κοσμο να μην παρταρω και γενικα να μην ειμαι ενεργητικος στην ζωη μου και το θεωρω πολυ λαθος μεσα μου γιατι ειμαι μολις 18 και σιγα σιγα θα πατησω και τα 19 μου.

θελει ευρω χαμηλο ωστε να μην πεσουν οι εξαγωγες της αλλα οχι πολυ χαμηλο για να μην σκουπιδιασουν τα ομολογα που εχει

και βεβαια είναι ευκαιρια,οταν σκουπιδιαζει και την μεταγενεστερη gt3 rs,και την ακριβοτερη κατά πολύ gt 2 rs με τα πλαστικα τζαμια. [...]Σιγα τα ωα και σιγα το σκουπιδιασμα, τα 4Sec γρηγοροτερα στο Ring των 21Km...

Απο την στιγμη που εχεις κλεισει τα 18 και εχεις ολη τη ζωη μπροστα σου,δεν θα επιτρεψεις σε κανεναν να σε "σκουπιδιασει"οπως συνηθιζω να λεω.

Από τη χωματερή του διαδικτύου.

Got a better definition? Add it!

Published

Λέξη που περιγράφει ένα άτομο χαμηλής ηθικής στάθμης, ο άθλιος, ο χαμερπής, ο σκατάνθρωπος, ο κωλάνθρωπος, ο γκάβαλος. Μεταφορική χρήση του λόγου, εκφράζει μέγιστη απαξίωση. Λόγω του ουδέτερου γένους της λέξης, ενδείκνυται για χαρακτηρισμό θηλυκών προσώπων, που ο χαρακτηρισμός τους μέσα από λέξεις αρσενικού γένους όπως μαλάκας, αποτελεί έναν κακόηχο νεολογισμό.

Αυτή η γυναίκα κατά το διαζύγιό της φέρθηκε σα σκουπίδι, προσπάθησε να βγάλει τρελό τον άντρα της, για να χάσει τα παιδιά του.

Ξύπνα ρε, αυτή είναι εντελώς σκουπίδι. Σε βρίζει, σου λέει ψέματα, σε εξαπατάει, ασκεί βία, ατιμάζει τα παιδιά σας.

Χρησιμοποιείται και ως επιρρηματικό κατηγορούμενο με το ρήμα "κάνω", όταν κάποιος αντιμετωπίζει μία τρισάθλια συμπεριφορά. Τότε, επειδή την αποδέχεται, μετατρέπεται ο ίδιος έμμεσα σε σκουπίδι, επειδή χάνει την αξιοπρέπειά του.

Όταν τσακώνονταν τον έκανε εντελώς σκουπίδι, τον χτυπούσε και τον έβριζε, προσβάλλοντάς την οικογένεια και τις αποφάσεις του. Δεχόταν όμως τον εξευτελισμό, για να μην εγκαταλείψει το παιδί του.

Η λέξη ετυμολογείται ως εξής

Σκουπίδι < σκούπα + επίθημα -ίδι.

και είναι τυπικό παράδειγμα εξέλιξης της γλώσσας. Η σκούπα προέρχεται από το μεσαιωνικό λατινικό scopa που σημαίνει σκουπίζω, ενώ το -ίδι, προέρχεται από το αρχαιοελληνικό μετουσιαστικό επίθημα -ίδιον

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός για μεγάλους σε ηλικία ανθρώπους που επιδιώκουν να αποκτήσουν καινούργιες γνώσεις οι οποίες όμως συνήθως σχετίζονται με δραστηριότητες μικρότερων σε ηλικία.

Συνήθως αφορά ηλικιωμένους ή μεσήλικες που ξεκίνησαν να διαβάζουν για νέες θεματολογίες και να πειραματίζονται με νέες γνώσεις. Ωστόσο θα έπρεπε να ασχοληθούν με όλα αυτά πολλά χρόνια πριν. Κάλλιο αργά παρά πουρέ.

- Ο πατέρας μου ξεκίνησε να διαβάζει για Πανελλήνιες. Αύριο πατάει τα 57. Τώρα στα γεράματα μάθε γέρο γράμματα!

Got a better definition? Add it!

Published

Επίσης: ΤΚΤ9

Συνήθως υπάρχει και ένα δεύτερο Τ. Η σημασία προφανώς η ίδια.

Του είπε ότι θέλει να μείνει μόνη της να σκεφτεί... ΤΚΤ9.

βλ. και του κώλου τα εννιάμερα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρχίδι καλαβρέζικο: Το αρχίδι που είναι κάποιας καταγωγής.

-Κατάφερες τίποτα;
-Αρχίδια καλαβρέζικα έκανα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified