Σπυρί που βγαίνει εξαιτίας της μακροχρόνιας αποχής από το σεξ ή εξαιτίας της ανεκπλήρωτης σεξουαλικής επιθυμίας. Κατά άλλους, αιτία είναι ότι ο φορέας του σέξσπυρ την έχει κάνει λάστιχο. Με λίγα λόγια, σέξσπυρ λέμε το το καυλόσπυρο.

Ετυμολογία: από το σεξ και το σπυρί ==> σέξσπυρ, κατ'αναλογία προς τον μεγάλο θεατρικό συγγραφέα Σέξπιρ.

Ο πληθυντικός ίδιος με τον ενικό: τα σέξσπυρ.

  1. - Δεν την παλεύει η Μαρία... Κοίτα πώς έχει γίνει, τίγκα στα σέξσπυρ!

  2. - Όχι ρε γαμώτο, πάλι σέξσπυρ έβγαλα κι έχω ραντεβού σήμερα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η συνάντηση, η μάζωξη. Εμπαικτική μεταφορά της αγγλικής λέξης meeting, κυρίως όταν αυτή εκφράζει τις επαγγελματικές συναθροίσεις μεγαλοστελεχών ή και πιο παρακατιανών γιάπηδων. Αντί να γραφεί «μίτινγκ» ή «μήτινγκ», γράφεται με -υ- ώστε να παραπέμεπει στη λέξη μύτη. Προφέρεται δε και αναλόγως, όπως δηλαδή λένε οι γερμανοί το y ή οι γάλλοι το u.

Αν και δεν έχει καμία θέση η μύτη στον εμπαιγμό ή στο πραγματικό μήτινγκ, εντούτοις προσδίδει κάτι το γελοίο στη λέξη, γιατί φέρνει στο νου λέξεις όπως ψηλομύτης, («ψηλομύτινγκ» θα μπορούσε να είναι το μήτινγκ υψηλοβάθμων στελεχών), «σκάω μύτη» (εμφανίζομαι απροειδοποίητα σε μήτινγκ), ή θυμίζει τη μύτη του Πινόκιο που έλεγε ψέματα, έτσι ακριβώς όπως κάνουν όλοι οι συνδαιτημόνες αυτών των συναντήσεων.

Στη σλανγκ μύτινγκ είναι κάποιο «δήθεν» μήτινγκ, είτε ψεύτικο (δικαιολογία για την απουσία μας ή για το κλειστό κινητό μας) ή απλώς η συνάντηση μιας παρέας για χαβαλέ.

  1. - Γιατί άργησες αγάπη μου σήμερα και ήρθα σπίτι και δεν ήταν κανείς, τα φώτα σβηστά και φαγητό ούτε για δείγμα; Και σε έπαιρνα τηλέφωνο και δεν το σήκωνες;
    - Μωρέ είχαμε μύτινγκ στη δουλειά και δεν μπορούσα να φύγω ούτε να έχω ανοιχτό το κινητό.

  2. Ρε παίδες, να κανονίσουμε ένα μύτινγκ επί τέλους, χρόνια και ζαμάνια έχουμε να βρεθούμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι περισσότεροι το θεωρούν αρρώστια... Άλλοι πάλι το αντιμετωπίζουν ως κάτι απολύτως φυσιολογικό. Μου ζητήθηκε να γράψω τον ορισμό αυτού του λήμματος, γιατί εγώ έγειρα τον ασισματισμό στο σλανγκ τζηαρ.

Μα τι είναι αυτό το πράγμα τέλος πάντων;

Όλοι ξέρουμε ότι, στο τέλος των λέξεων το -σ γίνεται -ς. Όχι πάντα...
Οι «πάσχοντες» δε χρησιμοποιούν για λόγους συντομίας το αγαπημένο σίγμα στο γραπτό λόγο στον υπολογιστή και στη θέση του βάζουν το -σ (π.χ. μαλάκασ).

Κάποιοι υποστηρίζουν ότι, τα κείμενα απο τους αστιγματιστές είναι δυσανάγνωστα και πρέπει να καταπολεμηθεί αυτή η αρρώστια με οποιοδήποτε τρόπο. Από την άλλη, οι αστιγματιστές δηλώνουν ότι, δεν είναι άρρωστοι και ότι, δεν πρέπει να δίνεται τόση σημασία σε αυτό, αλλά στο περιεχόμενο του λόγου.

Όσο εξελίσσεται η τεχνολογία, εξελίσσεται και ο ασιγματισμός. Το σίγμα που, όπως όλοι ξέρουμε, συντελεί στη δημιουργία των διπλών συμφώνων και κυρίως του ψ και του ξ, τείνει να τα καταργήσει και να τα κάνει πσ και κσ.

****Δεν πρέπει να μπερδεύεται με τους τριχοφοβικούς****

ΟΛΑ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΣΥΝΤΟΜΙΑ

- Καταργήθηκε το τελικό σίγμα;;;
- Ναι, θεωρηθηκε ότι παίρνει τη δουλειά του κανονικού σίγμα, το οποίο κατέθεσε ασφαλιστικά μετρα, τα κέρδισε και πήρε προσωρινή διαταγή, οπότε το τελικό πήρε τον πούλο... Δράμα σου λέω... Απλά μέχρι στιγμής το ξέρουνε λίγοι, οπότε μην το κανεις θεμα. ;)

(ντόπιο)

(όλα τα σχόλια μου κάπου θα έχουν παραδείγματα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρωδία του ψευδώνυμου «Κώστας Μύρης» του κριτικού τέχνης Κώστα Γεωργουσόπουλου. Το «Μύρης» προέρχεται από ομώνυμο ποίημα του Καβάφη για έφηβο μυρωμένο με μύρα, το οποίο έχει πολλούς συμβολισμούς. Πάντως το ψευδώνυμο του γνωστού θεατροκριτικού παραφράζεται σλανγκικώς σε «καλομύρη» ή «κακομύρη», ανάλογα με τα γούστα του καθενός, αν του αρέσει η όχι το ιδιάζον ύφος του εν λόγω κριτικού.

Το σλανγκικό ενδιαφέρον του όρου είναι ότι με αφορμή τον Μύρη, ο όρος κακομύρης κατέληξε να χαρακτηρίζει όλους τους κριτικούς σινεμά και θεάτρου και γενικά δημοσιογράφους, οι οποίοι κακομυ(οι)ριάζουν, από την υπερβολική κουλτούρα τους μιζερεύουν και θάβουν ανελέητα και υπερβολικά τα έργα που μας αρέσουν, ενώ χρησιμοποιούν την εξεζητημένη εκφραστική τους δεινότητα για να επιτίθενται ανελέητα σε πρόσωπα και πράγματα. Δηλαδή για έναν γνωστό τύπο κριτικού που συνηθίζεται στην Ελλάδα. Μπορεί βέβαια να χρησιμοποιηθεί και για κάθε κριτικό του κώλου.

Ο όρος «καλομύρης» τώρα. Τακτική του Μύρη ήταν ότι, αφού καθιερώθηκε γράφοντας πολύ δριμείες και αυστηρές κριτικές, στην ωριμότητά του άρχισε τα γλυκόλογα και τις γεροντοκαψούρες. Και ιδίως προς θεατρικά έργα συγκεκριμένων σκηνοθετών (λ.χ. για τον Ευαγγελάτο τον έχουν χτυπήσει πολύ). Οπότε ο όρος «καλομύρης», με αφορμή μόνο τον Μύρη, αναφέρεται σε κριτικούς που επαινούν υπερβολικά. Μια ιδιαίτερη εκδοχή είναι οι κουλτουριάρηδες κριτικοί που επαινούν και έργα της ποπ κουλτούρας για να το παίξουν υπεράνω και άνετοι. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν οι έπαινοι ορισμένων κριτικών για την ερμηνεία της Καλομοίρας στο Ηρώδειο, όπου προσκλήθηκε από τον φίλο του Μύρη, Διονύση Σαββόπουλο. Οπότε ο όρος «καλομύρης» ήρθε κι έδεσε με την Καλομοίρα. Προς τιμήν πάντως του Σαββόπουλου, είπε μια υπέροχη ατάκα: «Είδατε; Εμένα μου πήρε σαράντα χρόνια να με δεχτούν στο Ηρώδειο, ενώ της Καλομοίρας της πήρε λίγους μήνες»...

- Πάμε να δούμε το «Ο Χάρρυ Πόττερυ και το πήλινο δοχείο νυκτός»;
- Α πα πα! Τό 'θαψε ο κριτικός του Βήματος!
- Άσε μας μωρέ με τον Κακομύρη! Για να τό 'θαψε αυτός, πάει να πει πως είναι καλή η ταινία!

Ο Κώστας Μύρης, "καλομύρης" ή "κακομύρης", ανάλογα με τα γούστα σας... (από Hank, 10/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καρριόλα με δύο -ρο είναι η φανατική θαυμάστρια της Carrie Bradshaw και φανατική θεατής της σειράς Sex & the City. Είναι το κοριτσάκι που έχει ταυτιστεί με το ίνδαλμά του τόσο πολύ, που την έχει δει Carrie, και νομίζει ότι ο γκόμενός της έχει την περιουσία του Mr Big, για να της αγοράζει υποδήματα Manolo Blahnik των πεντακοσίων Ευρώ τουλάχιστον, σε κάθε ευκαιρία. Και γενικότερα το κοριτσάκι που το παίζει σεξουαλικός κυνηγός, και της αρέσει να διηγείται τις εμπειρίες από τα θηράματά της κ.ο.κ.

Υπάρχουν πολλές καρριόλες. Είναι και σαραντάρες στο ράφι, που την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενες, βγαίνουν σε παρέες τεσσάρων γυναικών (από «Χρυσό Κουφέτο»), για να μοιάζουν με την σειρά. Είναι και δεκαεφτάρικα πιπίνια, -καρριολίτσες που προσπαθούν να γίνουν Κάρι πριν την ώρα τους. Μερικές είναι καλές και αξίζει να ενθουσιαστείς μαζί τους, (get carrie-d away το αγγλικό pun), μερικές είναι πικάντικες σαν ινδικό κάρι, ενώ άλλες καρριόλες είναι απλώς καριόλες με ένα ρο, με τον γνωστό ορισμό: «σε αντίθεση με την πουτάνα που πάει με όλους, η καριόλα είναι αυτή που πάει με όλους εκτός από σένα». Αν σας τύχει καρριόλα, που δεν σας πολυενδιαφέρει, μπορείτε να γυρίσετε την καρριολιά εναντίον της, δηλαδή να την φτύνετε όποτε θέλετε, ή και να της φοράτε περικοκλάδες, και να δικαιολογείστε με το σκεπτικό ότι αυτά έκανε κι ο Μπιγκ στην Κάρρι, και τελικά σε καλό της βγήκαν!...

Μένιος: Η Λάουρα έχει γίνει πολύ καρριόλα τώρα τελευταία! Παίρνει την Λίλιαν, την Μόνικα και την Μπάρμπαρα, και βγαίνουν πάντα οι τέσσερεις τους!
Γιώργος: Κι εσύ τι κάνεις; Μ.: Θέλω να την συνοδεύσω, για να έχω κι ευκαιρία να δω την Λίλιαν, αλλά η καρριόλα μου το απαγορεύει αυστηρά. Θέλει να είναι μόνο γυναικοπαρέα για να συζητούν για τις κατακτήσεις τους, λέει...
Γ.: Ρε τις καρριολίτσες!

Διαφήμιση της Heineken, παρωδία αντίστοιχης σκηνής στο Sex & the City. (από Hank, 14/01/09)(από Khan, 08/01/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιδεολογία του Διαδικτύου, όπως και ο ασιγματισμόσ, η οποία αναπτύσσεται σε φόρα από αγοραίους τύπους. Έχει διαφορετικές φράξιες. Θα αναφερθώ σε ορισμένες, χωρίς δυνατότητα εξάντλησής τους.

  1. Ο ριζοσπαστικός επαναστατικός ανορθογραφιστής. Θεωρεί ότι η ορθογραφία είναι ένα εξουσιαστικό κατεστημένο status quo. Η ανορθογραφία είναι γι' αυτόν ένας επαναστατικός ακτιβισμός. Συχνά πρόκειται για άνθρωπο με παιδεία που έχει την δυνατότητα να ορθογραφήσει άψογα τις λέξεις, αλλά συνειδητά την απαρνείται για χάρη μιας επαναστατικής σκοπιμότητας. Όπως, δηλαδή, οι Μαρξ και Ένγκελς ήταν μάλλον Μαρξ εντ Σπένσερ, αλλά απαρνήθηκαν τον μεγαλοαστισμό τους από αλληλεγγύη στους προλετάριους σύντροφους, έτσι κι ο ανορθόγραφος αυτού του τύπου απαρνείται την πλούσια παιδεία του από αλληλεγγύη στους ανορθόγραφους όλου του κόσμου.

  2. Anorthographus Trolleatziticus. Ανήκει στο είδος των τρολεατζήδων, που ευδοκιμεί στα διαδίχτυα. Η ακραία ανορθογραφία είναι απλώς ένα μέσο για να προσελκύσει το ενδιαφέρον των άλλων. Και αυτός έχει συχνά παιδεία και άψογη ορθογραφία, αλλά έχει ασταθή αυτοπεποίθηση, και κατά τον αρχαίο θρύλο του Ηροστράτου, αν δεν μπορεί να μείνει στην Ιστορία ως διάσημος, επιδιώκει να μείνει στην Ιστορία ως διαβόητος. Είναι σαν τη Λερναία Ύδρα. Αν τον κατηγορήσεις για ανορθογραφία, θα συνεχίσει να ανορθογραφεί, για να αποσπάσει ακόμη περισσότερο την προσοχή σου. Καλύτερα να του πεις, «μπράβο τι ωραία που το γράφεις έτσι», ή ακόμη καλύτερα να αδιαφορήσεις πλήρως. Η διαφορά από το πρώτο είδος είναι ότι στον πρώτο ο λόγος είναι ιδεολογικός, ενώ στον δεύτερο ψυχολογικός. Αλλά κατά τους Γιαλομάδες τα δύο είδη δεν έχουν ειδοποιό διαφορά, αφού πίσω από κάθε και καλά ιδεολογικό λόγο υποκρύπτεται ένας ψυχολογικός.

  3. Ανορθόγραφος ο ταπεινοσχήμων. Προβάλλει ένα προφίλ λαϊκού παιδιού, που πραγματικά είναι ανορθόγραφος επειδή δεν του δόθηκε ποτέ η ευκαιρία να μάθει γράμματα, ή επειδή το κεφάλι του δεν σκαμπάζει κ.ο.κ. Σπάνια αυτό είναι αλήθεια. Συχνότερα πρόκειται για έναν είρωνα, με την σωκρατική - δημοσθένειο έννοια του όρου, δηλαδή πρόκειται για κάποιον που επιτηδευμένα ανορθογραφεί, για να προβάλλει το προφίλ ενός αγράμματου παιδιού του λαού. Αυτός ο τύπος συχνά παρουσιάζει μια γενικότερη ταπεινοσχημία. Μας αποκαλύπτει λ.χ. ότι είναι άσχημος, τον φτύνουν οι γκόμενες κτλ. Δύο τινά συμβαίνουν. Ή είναι καθαρή μυθοπλασία τα παραπάνω. Ή είναι εν μέρει αλήθεια, και ο ανορθόγραφος τα εντείνει περαιτέρω για να συμφιλιωθεί με αυτούς τους «δαίμονές» της πραγματικής ζωής του, να τους ξορκίσει και να προκαλέσει την συμπάθειά μας, και την τρυφερότητα που φαίνεται ότι την έχει ανάγκη. Το χαρακτηριστικό του τρίτου τύπου είναι ότι δεν ανορθογραφεί με συνέπεια και σύστημα, αλλά άλλοτε ναι κι άλλοτε όχι. Αν μάλιστα τον ρωτήσεις, θα ορκίζεται και θα ομνύει ότι δεν ανορθογραφεί εκ συστήματος και θα επικαλεστεί ως τεκμήριο και περιπτώσεις που θα έχει ορθογραφήσει σωστά. Ο τρόπος όμως για να αποκαλύψεις την υποκρισία του είναι ότι ορθογραφεί καλά τα δύσκολα, και ανορθογραφεί τα εύκολα, επίτηδες προφανώς.

  4. Ο έντεχνος ανορθόγραφος. Είναι ο τύπος που την έχει δει Μέντης Μποσταντζόγλου και προσπαθεί μέσω της ανορθογραφίας να βγάλει κάποια κρυμμένα νοήματα, που τα κρύβει η ορθογραφική αρτιότητα. Ως προς αυτό μοιάζει με τον έντεχνο σλανγκιστή. Απλώς ο έντεχνος ανορθόγραφος πραγματικά το παρακάνει!

Τελειώνοντας, θα ήθελα να παρατηρήσω αφενώς ότοι η παραπάνω κατηγοριοποίηση είναι σχηματικοί, κι ότι στην πραγματικώτητα οι κατηγορίες μπορούν να αλληλωπλέκοντε και να συνυπάρχουν. Και κυρίος να κρούσο τον κόδονα του κυνδίνου ότι ο ανωρθωγραφησμώς ήνε κωλλητικώς κε κανής δεν είναι ασφαλύς απαίναντή του, συμπαιρηλαμβανωμαίνου κε του γράφωντως!!! Θαίλυ πρωσωχί!!

Ουφ! Έμεινα για λίγο στην καραντίνα και ανένηψα! Λοιπόν, από όσα φόρα έχει τύχει να διαβάσω, θυμάμαι τρεις χαρακτηριστικές περιπτώσεις ανορθογραφιστών:

  1. Στο φόρουμ του Αθηνοράματος υπήρχε ένας εξαιρετικά μορφωμένος χρήστης, που υπέγραφε ως «Ώμικρον»! Ορθογραφούσε άψογα τα πάντα εκτός από τα όμικρον, που τα έγραφε όλα ως ωμέγα, και τα ωμέγα που τα έγραφε όλα ως όμικρον! Η πράξη του ερμηνευόταν ως επαναστατικός ακτιβισμός για την ανατροπή του εξουσιαστικού status quo της ορθογραφίας.

  2. Στο φόρουμ του bourdela.com υπήρχαν δύο χαρακτηριστικοί ανορθογραφιστές, ο «Πιτσιλιστής» και ο «Βόθρος». Και οι δύο χρησιμοποιούσαν λέξεις που φανέρωναν παιδεία. Ειδικά ο δεύτερος ήταν καθαρή περίπτωση ταπεινοσχήμονος. Έλεγε συνέχεια ότι είναι άσχημος και βρωμάει, εξ ου και το ψευδώνυμο, αλλά είχε παρ' όλα αυτά τον δικό του τρόπο να γοητεύει τις γκόμενες. Έκανε μπάχαλο κάθε συζήτηση με το να στρέφει την κουβέντα πάντα σε μια οχληρή περιαυτολογία του, έστω ταπεινόλογη.

  3. Στο slang.gr έχουμε τον γνωστό μας και μη εξαιρετέο Πάνο Β'. Αν θυμάμαι καλά, έχει αποτάξει την μομφή ότι ανορθογραφεί εκ συστήματος και έχει υποστηρίξει ότι δεν μπορεί παρά να ανορθογραφεί. Οπότε θα πρέπει να αποκλείσουμε την κατηγορία 1. Αλλά ύστερα από το λήμμα Εωσφόρος, νομίζω ότι ένας αντιεξουσιαστικός χαρακτήρας του ανορθογραφισμού του δεν πρέπει να αποκλειστεί. Επίσης, πιστεύω ότι ο Πάνος Β' έχει χαρακτηριστικά και από όλες τις υπόλοιπες κατηγορίες 2, 3 και 4, οπότε πρόκειται για πολυσυλλεκτικό ανορθογραφιστή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιδεολογία του Διαδικτύου, όπως ο ασιγματισμόσ και ο ανορθογραφισμός. Σλανγκιστί λέγεται και ατονία ή κατατονία. Μοιάζει πιο πολύ με τον ασιγματισμό, καθώς γίνεται πιο πολύ για λόγους ευκολίας και κερδίσματος χρόνου, κι όχι για ιδεολογικούς ή ψυχο(παθο)λογικούς λόγους. Ο ατονιστής θέλει να ολοκληρώσει την αλλαγή που έγινε στο γραπτό μας σύστημα με το πέρασμα από το πολυτονικό στο μονοτονικό, και ίσως θεωρεί εαυτόν ως προάγοντα σε μια αντίστοιχη νομοθετική ρύθμιση που κάποτε μπορεί να έρθει.

Αντώνυμα: πολυτονισμός. Υπάρχουν πολλοί που επιμένουν να χρησιμοποιούν τους τόνους και τα πνεύματα του πολυτονικού συστήματος και στα φόρα και αλλού στα διαδίχτυα.

Μελετάται έντονα από τους ειδικούς σλανγκολόγους των φορόρουμ [Σημ: ψωνισμένος τρόπος να πεις «φόρουμς» στην Γενική] αν υπάρχει εγγενής σχέση μεταξύ ατονισμου και ασιγματισμού. Είναι νωρίς πάντως για να βγουν οριστικά συμπεράσματα σ' αυτήν την διερεύνηση.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ἰδεολογία τοῦ Ἴντερνετ, ὅπως ὁ ἀτονισμός, ὁ ἁνορθογραφισμὸς καὶ ὁ ἀσιγματισμόσ. Ἀποτελεῖ τὸ ἀντίθετο τοῦ ἀτονισμοῦ. Οἱ πολυτονιστὲς εἶναι οἱ κολλημένοι μὲ τὸ πολυτονικό, ποὺ δὲν μποροῦν νὰ ξεπεράσουν τὸ τραῦμα ἀπὸ τὴν ἐπίσημη κατάργησή του καὶ ἐξακολουθοῦν νὰ γράφουν σὲ αὐτό, ἀκόμη καὶ στὶς φοράδες. Πολλὲς φορὲς τὰ γραπτά τους εἶναι γεμάτα κουτάκια, ἂν δὲν ἀναγνωρίζονται οἱ τόνοι τους. Γενικῶς, οὶ πολυτονιστὲς κάνουνε πνεῦμα βάζοντας πνεύματα, εἶναι ὀξεῖς καὶ βαριοὶ τύποι, ἀλλὰ περισπῶνται πολὺ μὲ τὶς περισπωμένες.

Πολυτονιστής: Δὲν θὰ πεθάνουμε ποτὲ κουφάλα ἀτονιστή!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Μου διαρρηγνύεται η κωλοτρυπίς και είμαι πλέον τρύπιος.

  2. Παίρνω ναρκωτικά με ένεση.

  3. Ανορθογραφιστί, τριπιέμαι σημαίνει βρίσκομαι σε τριπάκι.

Ιδιαίτερα ευπαθείς ομάδες για AIDS είναι αυτοί που τρυπιούνται και με τις δύο έννοιες. Όχι ότι οι άλλοι πρέπει να βρίσκονται σε ρατσιστικό εφησυχασμό...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μακράν τα δύο μεγαλύτερα franchise στην Ελλάδα και τον κόσμο. Οι δύο κολοσσιαίες εταιρίες διαθέτουν παρουσία που επισκιάζει τις πολυεθνικές, ενώ το μέγεθος τους συγκρίνεται μόνο με το πέπλο μυστηρίου που καλύπτει την ταυτότητα και την ζωή των ιδρυτριών τους.

Οι φήμες λένε ότι οι δύο γυναίκες είναι στην πραγματικότητα δίδυμες αδελφές από διαφορετικό πατέρα και ότι μετενσαρκώνονται εσαεί όπως ο Δαλάϊ Λάμα, ενώ η ταυτότητα τους είναι πιο μυστική και από του Stig (αν και αυτός τελικά αποκαλύφθηκε!).

Θα μπορούσε να πει κανείς ότι πρόκειται για τις Keyser Söze του Ελληνικού retail.

Ανθή Φύτα

Η Ανθή Φύτα, δραστηριοποιείται στον χώρο της χλωρίδας για καλλωπιστικούς σκοπούς και σύμφωνα με τα ελάχιστα προσωπικά στοιχεία που υπάρχουν, γεννήθηκε στις 14 Φεβρουαρίου, με αποτέλεσμα την κατακόρυφη αύξηση των τιμών στα καταστήματα της κάθε χρόνο αυτή την ημερομηνία.

Ο αριθμός των καταστημάτων της είναι τεράστιος και το marketing plan είναι διαχρονικό και καθιερωμένο χωρίς μάλιστα να χρειάζεται καμία διαφήμιση. Τα προϊόντα είναι τόσο σατανικά ενσωματωμένα στο υποσυνείδητο του κόσμου, ώστε καλύπτουν απόλυτα το σύνολο του βίου των πελατών: εγκαίνια, πρεμιέρες, ονομαστικές και άλλες γιορτές και προσέξτε αλυσίδα:

γέννες -> βαφτίσια -> ρομαντικά ραντεβού -> γάμους -> γέννες -> βαφτίσια -> κηδείες -> μνημόσυνα (όπως είπαμε, σατανικό!).

Ακόμη πιο σατανική ήταν η επέκταση της σε όλο τον κόσμο με την ίδρυση της εταιρίας «Διανθής», η οποία για λόγους marketing προωθήθηκε με τον διακριτικό τίτλο Interflora.

Μοναδικός (μερικός) ανταγωνιστής, είναι τα ζαχαροπλαστεία, ωστόσο σε πολλές περιπτώσεις παρουσιάζεται μια συμβιωτική κατάσταση η οποία επιτρέπει στην Φύτα να επεκτείνει και να ανανεώνει την Αυτοκρατορία της.

Δώρα Μπίζου

Η Δώρα Μπίζου είναι ακόμη πιο μυστηριώδης από την (φερόμενη ως) αδελφή της καθώς δεν είναι γνωστή ούτε η ημερομηνία γεννήσεως της. Εικάζεται ότι οι ρίζες της βρίσκονται στην περιοχή Bijoux της κεντρικής Γαλλίας, όπου η ομώνυμη οικογένεια αριστοκρατών τσιφλικάδων υπό την καθοδήγηση της Marie-Claire Liliane de Bijoux, κατασκεύαζε και πουλούσε μινιατούρες ντόλμεν στα παγανιστικά πανηγύρια της περιοχής.

Ειδικεύεται στην διανομή μικροαντικειμένων και κοσμημάτων, είτε με το ίδιο το brand name της, είτε με τις θυγατρικές της Ιαπωνικές εταιρίες Άξε-Σορί. Οι φήμες λένε ότι για να αποκτήσει τον έλεγχο των Άξε-Σορί, στην πραγματικότητα ήταν η Δώρα που καθάρισε τους Crazy 88 και την αρχηγό τους O-Ren Ishii (και όχι κάποια ξανθιά με κίτρινη φόρμα).

Τα καταστήματα της Δώρας Μπίζου συναγωνίζονται σε αριθμό αυτά της Φύτα και σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα, τα outlets της μιας περιλαμβάνουν και προϊόντα της άλλης, γεγονός που εντείνει τη φημολογία περί συγγένειας των δύο (βλ. σχετικό μήδι).

Άπειρα παραδείγματα ανά την επικράτεια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified