Further tags

Πολυφορεμένη, λιτή, περιεκτική κι ίσως αποκλειστική της ελληνικής πιάτσας ατάκα που μετουσιώνει μια κάποια ανωτερότητα με πινελιές συμπάθειας ή/και ζοχάδας του αποστολέα προς τον παραλήπτη.

Ελέγχεται παρόλα αυτά το ενδεχόμενο να αναρωτιούνται αλλοδαποί "me you found" και να εννοούν ότι "υπάρχουν άλλοι, πιο πρόσφοροι να πας να πεις το ποίημα, πως κατέληξες σε εμένα". Αν όντως χρησιμοποιεί την εν λόγω ατάκα άλλος λαός, τότε οι πιθανότητες είναι να τους την μάθανε Έλληνες.

Φοριέται άνετα απέναντι σε χαβαλετζήδες, απατεωνίσκους, θρασείς τύπους, γενικότερα απέναντι σε όποιον "πάσχει από ένδεια επιχειρημάτων" αλλά δεν το αντιλαμβάνεται.

χαβαλετζήδες

Πλάτων: Γιώργο σε συζητάν δίχως "γιατί" και όχι άδικα.

Γιώργος: Αρχίσαμε..

Πλάτων: Δεν κάνω πλάκα, γκόμεναι συζητούν περί των προσόντων σου και ορκίζονται στις ανατομικές σου διαστάσεις.

Γιώργος: κόφτο ρε, δεν έχω όρεξη.

Ωτακουστής: Ισχύει, το έχω ακούσει κι εγώ.

Γιώργος: ρε ταγάρια, εμένα βρήκατε;

απατεωνίσκοι

Γιώργος: Ρολεξάκι ντεητόνα; έχω και πατέκ φιλίπ.

Πλάτων: Άσε μας ρε φίλε.

Γιώργος: Τρακόσα ευρώ λόγω ανάγκης.

Πλάτων: Γνήσιο;

Γιώργος: Ναι με πιστοποιητικό.. Εμένα βρήκες;

θρασείς απατεωνίσκοι χαβαλετζήδες, πάσχοντες από ένδεια επιχειρημάτων

Αρτέμης: έχω εικοσιεφτά δις χρέος στο Ελληνικό Δημόσιο

Πλάτων: Έλα! Για δεν κάνεις μια ρύθμιση;

Αρτέμης: Γιατί τους έχω δώσει εξακόσα δις να πληρώσουν τα χρέη της Ελλάδας και δεν τα δέχονται.

Πλάτων: Ανθέλληνες παιδί μου, εγκάθετοι κερατάδες που τους - να μην πω τι τους κάνει η γυναίκα τους. Έχουν πρόβλημα φύλου.

Αρτέμης: Εμένα βρήκες ρε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το κιτρικό οξύ η αλλιώς ξινό, που χρησιμοποιείται συνήθως στη μαγειρική και πωλείται σε μορφή κόκκων άλατος. Τουζού (tuzu) στα τούρκικα σημαίνει αλάτι. Ενώ toz σημαίνει σκόνη. Απανταται και με τις δυο εκδοχές.Λιμόντουζου η λεμόντουζου αλλά και σαν λιμόντοζου , λεμόντοζου.

Μαμά στη κόρη:-πετάξου μέχρι τον μπακάλη και αγόρασε μου ένα φακελάκι λεμόντουζου, θέλω να φτιάξω γλυκό.

Got a better definition? Add it!

Published

Η φράση "πόνος σφαιρούληδες" (συνήθως μαζί με πολλά θαυμαστικά και caps) χρησιμοποιείται από καθυστερημένους οπαδούς της επίπεδης γης, όταν θεωρούν πως με κάποιο απίστευτο επιχείρημα που παρουσίασαν διέλυσαν την απάτη της σφαιρικής γης που εμείς οι υπόλοιποι πιστεύουμε σαν τα πρόβατα. Εδώ να σημειωθεί πως "σφαιρούλης" είναι υποτιμητικός χαρακτηρισμός αυτών που πιστεύουν στην σφαιρική γη.

-Κοίτα μια φωτογραφία της θάλασσας! ΠΟΝΟΣ ΣΦΑΙΡΟΥΛΗΔΕΣ

-Αφού η Γη είναι σφαιρική γιατί το νερό δεν έχει πέσει κάτω? ΠΟΝΟΣ ΣΦΑΙΡΟΥΛΗΔΕΣ

-Αφού έχω αυτισμό γιατί δεν χέστηκα επάνω μου σήμερα? ΠΟΝΟΣ!!!111! ΣΦΑΙΡΟΥΛΗΔΕΣ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση χρησιμοποιείται για να περιγράψει το φαινόμενο στο οποίο διάφορα κινήματα κουλτούρας και τέχνης, ή γενικότερα οτιδήποτε άλλο όμορφο προκύπτει φυσικά μέσα από τις δυσκολίες της ζωής των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων, τελικά καταλήγει να μεταφέρεται στα πλούσια αστικά στρώματα, τα οποία και το θεωρούν "γοητευτικό", "έξυπνο" ή "κούλ". Συνήθως οι αστοί αγνούν επιλεκτικά τις συνθήκες κάτω από τις οποίες τα κινήματα αυτά εξελίχτηκαν και παράλληλα τείνουν να τα μεταλλάσσουν σύμφωνα με το δικό τους γούστο, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί στο τέλος ένας κιτσάτος και αποστειρωμένος αχταρμάς.

Η φράση χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Έλληνα ράπερ ΛΕΞ στο κομμάτι "Κοράκια", το οποίο ανέβηκε την άνοιξη του 2018.

Δύο μεγάλα παραδείγματα όπου "ο πόνος των φτωχών γίνεται η τέχνη των αστών" είναι το κίνημα του Χιπ χοπ και ο πολεοδομικός εξευγενισμός. Το κίνημα του Χιπ χοπ ενώ γεννήθηκε και εξελίχτηκε μέσα στα πιο υποβαθμισμένα γκέτο των ΗΠΑ σήμερα ακούγεται από όλες τις κοινωνικές τάξεις, ακόμα και από τα κολεγιόπαιδα και τους Κηφισιώτες, τα οποία το θεωρούν μάλιστα ιδιαίτερα "κούλ". Ο πολεοδομικός εξευγενισμός είναι το φαινόμενο στο οποίο οι (καημένοι) πλούσιοι έχουν βαρεθεί τις "μονότονες" ζωές τους στις "βαρετές" συνοικίες τους και θέλουν να ζήσουν κάτι πιο "εναλλακτικό", με αποτέλεσμα να μετακομίζουν σε (κωλο)περιοχές επειδή την είδαν φτωχοί και μέρος του απλού λαού (λες και θα έμεναν εκεί οι άνθρωποι αν μπορούσαν να φύγουν). Φυσικά στο τέλος οι νοικάρηδες και οι μαγαζάτορες αντιλαμβάνονται τη φάση και ανεβάζουν τις τιμές μπας και βγάλουν κάνα φράγκο παραπάνω με αποτέλεσμα οι φτωχοί να λιμοκτονούν και να παίρνουν τον πούλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που κερδίζει πολύ καλό εισόδημα. Αυτός που κουβαλάει πολλά μετρητά πάνω του.

Προκύπτει απο τον -πάντα υπερφουσκωμένο- πάκο χρημάτων που βγάζει ο υπάλληλος στο βενζινάδικο για να σου δώσει ρέστα. Ο χαρακτηρισμός αυτός χρησιμοποιείται ως επί το πλείστον για επαγγέλματα του μεροκάματου, μουσικούς της νύχτας και γενικότερα σε περιπτώσεις όπου οι πληρωμές γίνονται σε μετρητά.

1

- Είδα το Θρασύβουλο τις προάλλες

- Έλα ρε μαν μου, τί κάνει ο έτσι, που παίζει τώρα ?

- Ασε, έπιασε δουλειά στα μπουζούκια...

- Α, κατάλαβα, βενζινάς ο δικός σου...

2

- Είχες κάνα νέο?

- Αν κλείσουμε τη δουλειά που σου έλεγα, θα γίνουμε βενζινάδες!! (με χαρακτηριστική χειρονομία χτύπημα τσέπης παντελονιού απ'εξω)

- πσσσσσ...!

3

-Τι λογαριασμό έκανε το 21?

- 1200 ευρώ

-Δεν πιστεύω να πλήρωσαν με κάρτα

-Οχι, τα έσκασε μετρητά ο μάν

- Ρε το βενζινά...

Got a better definition? Add it!

Published

Ο μακεδονίτικος και χωριάτικος τρόπος για το μωρή των πελοποννησίων. Νομίζω οτι διαδόθηκε ευρύτερα με τους παλιούς Μήτσους του Λαζό και σήμερα γίνεται χρήση μέχρι τρασίλας.

Μια όχι και τόσο εύηχη λέξη είναι «Μαρή» που σήμερα αντικαθίσταται απ’ τη λέξη «καλέ». Η λέξη «Μαρή» προέρχεται από το μωρή (μωρός = ανόητος). Δυο εύχρηστες προτάσεις με το μαρή που τις χρησιμοποιούσαν και τις χρησιμοποιούν στο καθημερινό τους λεξιλόγιο είναι οι εξής: «Τι κάνς, Μαρή;» και «Για πού το ’βαλες Μαρή;».

ΑΛΙΣΤΡΑΤΙΝΩΝ ΛΟΓΟΣ

  1. -Μαρή Χρυσούλα! Ο γιο'σ είνι γκέι!
    -Δε βαριέσαι, πούστς να μην είν' κι όόόλα τ'αλλα...

  2. -Άγκελα τον Αλέξη θα τον καλέσουμε;
    -Τι λες μαρή Κριστίν; Άσε να μιλήσουμε και μια φορά σοβαρά.

  3. Κ-Λ-Α-Ι-Ω! RT: "Βίσκα μαρή Μπάρτσα, Βίσκα μαρή Καταλούνια"

  4. Θέλαμε ένα διεθνές όνομα για το μωρό είπε η Βίκυ Καγιά. Τι είναι μαρή το μωρό; Αεροδρόμιο;

  5. ποσο ξεφτιλισμενη εισαι μαρη που εχεις ψηφισεις γαπ, δημαρ, νδ κ τωρα πας διακοπες αιγινα με γαπικους μπας κ πεσετε πανω στον τσιπρα?!

  6. - Είσαι ελεύθερη μαρή?
    - Ετσι οπως εισαι, για σένα έχω Αids και είμαι πουτανα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση "κόβω φτερό" χρησιμοποιείται για κάποιον ο οποίος έχει ξεπεταχτεί απότομα! Πιο συγκεκριμένα, για να περιγράψει κάποιον που είχε καλή συμπεριφορά, αρχές κ.λπ. και τώρα έχει αρχίσει να παρεκκλίνει. Συνήθως, λέγεται για νέα αγόρια και κορίτσια που ξεφεύγουν σιγά - σιγά από τον έλεγχο της οικογένειάς τους και εκδηλώνουν μια πιο προκλητική συμπεριφορά.

- Είδες πώς κυκλοφορεί η Ελευθερία; Τι ρούχα είναι αυτά, αυτή ήταν μαζεμένη.
- Άσ' τα σου λέω, τον τελευταίο καιρό έχει κόψει φτερό!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγγλισμοί που φανερώνουν απίστευτη φλωριά, καθώς συνήθως λέγονται με μπλαζέ φωνή από στρέι άτομα.

Είναι κατά λέξη μεταφράσεις των αγγλικών εκφράσεων «Ι am sorry about that» και «thanks for that».

Ανήκουν στην όχι και τόσο μακρά παράδοση που ανήκει και το «σε παίρνω πίσω» (call you back). Δεν είναι και πολύ slang και μη σώσουνε να γίνουνε, ανήκουν όμως σε μια ελεεινή μορφή καθομιλουμένης, γι' αυτό και καταγράφονται. Δεν ξέρω αν καταλάβατε ότι μου τη σπάνε αφάνταστα. Εμείς εδώ αγαπάμε τους Ελληνισμούς.

  1. - Ξέχασα να πω στο Θεμιστοκλή για Σάββατο...
    - Δεν πειράζ...
    - Λυπάμαι γι' αυτό...
    - Ε, καλά μην το παίρνεις κατάκαρδα...

  2. - Ευχαριστώ γι' αυτό...
    - Είσαι καλοδεχούμενος...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραδείγματος χάριν.

-Τι δουλειά κάνει ένα πεύκο;
-Παραμοσχάρι τίποτα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περίεργη προσφώνηση, με αφορμή μάλλον την γαλλική λέξη allez (που προφέρεται αλέ και σημαίνει πηγαίνετε με την έννοια του άειντε). Σημαίνει: την κάνουμε Λούης, τιγκανά κλπ.

- Τι ώρα είναι;
- Έξι και τέταρτο.
- Πρέπει να φύγουμε!
- Αλέκος!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified