Βλέπε μουνί της λάσπης.

Χρησιμοποιείται από παρμένους ακαδημαϊκού επιπέδου.

Το αρχίδι, το μουνόπανο, ο γλοιώδης, ο τρικάριολος καρακαριώλης, ο που δεν τον πιάνεις στο στόμα σου γιατί πρέπει να το πλένεις τρεις μέρες.

Μου χρωστάει έξι μηνιάτικα και ποιεί την νήσσα, το αιδοίο του έλους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υβριστική έκφραση προς άτομο που θεωρείς εγκληματικά άσχημο.

- Τί κοιτά ρε μάπα;!... Τη γκόμενά μου ρε χαλβαδιάζεις;
- Ό'ι ρε φιλαράκ', 'ντάξ' να 'ούμε, δέν... άραξε....
- Τί άραξε ρε φρίκουλο, ζώον, άντε κοιτάξου στον καθρέφτη να πούμε, που 'σαι σα μουνί κλαμένο και μου θες και καμάκια, γελοίε... Που αν είχα τη φάτσα σου για κώλο μου θα ντρεπόμουν να χέσω ρε!... Κουασιμόδε!... Άιντε πίσω στο τσίρκο σου, ουστ!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακραία αλλά και αόριστη απειλή. Η εικόνα ενός κώλου που χέζει πάνω σ' ένα λιβανιστήρι δεν στερείται ενδιαφέροντος, αλλά η έκφραση, βέβαια, δεν κυριολεκτεί - παρεκτός, ίσως, κι αν έχει ως αποδέκτη διάκο, παπά ή, λέμε τώρα, ηγούμενο μοναστηριού.

Το θα σου χέσω το λιβανιστήρι εκφέρεται είτε υπόκωφα μέσα από σφιγμένα δόντια, είτε τσιριχτά με φλέβες πεταμένες. Εκφράζει έντονα μεγάλο θυμό και αγανάκτηση -υπονοείται ότι θά 'ρθω και θα σου ρημάξω ό,τι έχεις όσιο και ιερό.

Η προέλευση της έκφρασης δεν είναι σαφής, αλλά μια εκδοχή ανατρέχει στον συμβολισμό που έχει το λιβανιστήρι στο Ορθόδοξο τυπικό. Το λιβανιστήρι, λοιπόν, -ο θυμιατήρ, που είναι και γαμώ τις λέξεις από την εκκλησιαστική γλώσσα- συμβολίζει «την κοιλίαν τῆς Θεοτόκου, ἡ ὁποία δέχθηκε στά σπλάχνα της σωματικῶς τήν Θεότητα, πού εἶναι 'πῦρ καταναλίσκον', χωρίς νά ὑποστῆ φθοράν ἤ ἀλλοίωση». Μπορεί, συνεπώς, να θεωρηθεί και πολύ βαριά βρισιά.

Ενδιαφέρον έχει επίσης και το γεγονός ότι είναι από τις σπάνιες περιπτώσεις στα Ελληνικά που η εξύβριση των θείων γίνεται μέσω της κοπρολογίας και όχι, ως συνήθως, με αναφορά στην γενετήσια πράξη.

Άλλα σχετικά λήμματα: γαμώ το σταυρίδη μου, γαμώ την πανακόλα, γαμώ το καντήλι σου, βουλγάρικο θυμιατήρι, θα σου γαμήσω το ό,τι έχεις αγάμητο, γαμώ το ταμτιριρί, θα σού γαμήσω το ταμ τιριρί, θα σου ξηγηθώ αλμυρό φυστίκι και, φυσικά, Mecagum και δεν συμμαζεύεται.

Καλά, ας τολμήσει να πει τίποτα τέτοιο και σε μένα ο καραγκιόζης και θα του χέσω το λιβανιστήρι να με θυμάται ... θα τον κάνω εγώ τον πούστη να πει το δεσπότη Παναγιώτη ... γιατί δεν ξέρει ποιος είμαι εγώ μου φαίνεται ...

Ο θυμιατήρ. Λιβανιστήρι από ορείχαλκο επιχρυσωμένο. (από poniroskylo, 26/09/08)Αυτός έχει πολλά λιβανιστήρια (από poniroskylo, 26/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υβριστική έκφραση που δηλώνει κάποιον ο οποίος ενώ βρωμάει και ζέχνει για το κακό ποιόν του χαρακτήρα του χρησιμοποιεί κάποια επίφαση πχοιότητας για να γίνει αρεστός ή, έστω, οριακά χωνευτός.

Όπως σημειώνει ο πασαδόρος στο Δ.Π. Professor, η έκφραση αποδίδεται στον τραγουδοποιό Διονύση Σαββόπουλο, ο οποίος φέρεται να την έχει χρησιμοποιήσει εναντίον του δημοσιογράφου Μάκη Τριανταφυλλόπουλου. Κυκλοφορούν, ωστόσο, δύο εκδοχές στο ιντερνέτι (βλ. 1ο παράδειγμα). Κατά την μία χρησιμοποιήθηκε η έκφραση κουράδα με βύσσινο, ενώ κατά την άλλη το κουράδα με κερασάκι.

Πάντως, κυρίως η έκφραση κουράδα με βύσσινο είναι διαδεδομένη, για να σημάνει κάποιον που μπλέκει τον πολύ σιχαμερό και αηδιαστικό χαρακτήρα του με κάτι γλυκό, ώστε να γλυκάνει το χάπι και να γίνει οριακά αποδεκτό.

Από την άλλη, υπάρχει και η έκφραση το κερασάκι στην κουράδα, που τρέπει την αντίστοιχη έκφραση το κερασάκι στην τούρτα. Πρόκειται κι εδώ για μια τελική λεπτομέρεια επίφασης, επιτήδευσης, αυταρέσκειας κι αυτοδικαίωσης, χρυσώματος του χαπιού που έρχεται να κατακλείσει ένα πολύ αηδιαστικό σύνολο και να δώσει τη χαριστική βολή στα νεύρα μας. Με άλλα λόγια, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το κερασάκι στην κουράδα είναι η πραγματική σημασία της συχνότερης έκφρασης το κερασάκι στην τούρτα που συνήθως έχει αρνητική σημασία.

Σχετικοάσχετα: σκατά με φράουλες, τούρτα.

1.α) Το τελευταίο καιρό, μου 'ρχεται στο νου μια παλιά αληθινή ιστορία, της οποίας υπήρξα -κι όχι μόνον εγώ, μα πάρα πολύς κόσμος- αυτήκοος μάρτυρας.
Σε κάποια εκπομπή του, ο Μάκης Τριανταφυλλόπουλος, (ήτανε τότε ακόμα στο ραδιόφωνο) είχε πει κάτι για τον Διονύση Σαββόπουλο, το οποίο, ο δεύτερος, το χε πάρει προσβλητικά. Δε θυμάμαι πια τι αφορούσε. Έτσι λοιπον ο Νιόνιος, μπαίνει το επόμενο πρωΐ στο στούντιο που κανε την εκπομπή του ο Μάκης και του λέει δυνατά καθαρά κι ήρεμα, έτσι ώστε να τον ακούσουν όλοι:
-«Κύριε Τριανταφυλλόπουλε, είστε μια κουράδα με βύσσινο» και γύρισε και βγήκε.

β) Διαβάζοντας το κείμενο, πριν το «στείλω» για δημοσίευση, θυμήθηκα την ατάκα του Σαββόπουλου προς τον Μάκη Τριανταφυλλόπουλο: «Είστε κουράδα με κερασάκι». Να ήταν μόνο ο Μάκης…

2.α) Τι ...πρωτότυπος, Θεέ μου. Και τα λέει και αυτάρεσκα, σαν να μην έχει πει ποτέ κανένας αυτές τις πιπες. Τυπικό δείγμα μικρού ανθρώπου που νομίζει οτι είναι κάποιος, και είναι απλώς μια κουράδα με βύσσινο.

β) Αυτή που μίλησε αρχικά για κουραμπιέδες είναι μια... κουράδα με βύσσινο.

3.α) Και το κερασάκι πάνω στην κουράδα : >>>Έως και 100.000 ευρώ θα πληρώνουν Ελληνες εργοδότες εάν εντοπίζονται στην εργασία τους αλλοδαποί με ελονοσία κατά τον έλεγχο των αρχών.

β) Το κερασάκι στην κουράδα! Μνμ απο επίμονο στάλκερ που με πολιορκεί καιρό με μνματα άουτ οφ δε μπλου!

Got a better definition? Add it!

Published

O πιο μικρός, ο πιο ασήμαντος, η τελευταία τρύπα του ζουρνά. Ο οποίος, παρόλαυτα, επιμένει να έχει άποψη και επιμένει να τη λέει, συνήθως σε ακατάλληλες στιγμές. Αν το μιλάνε όλοι, μιλάνε και οι κώλοι είναι μια φορά απαξιωτικό, το να σε πούνε πορδή του κάβουρα είναι δέκα και βάλε. Διότι, τι κώλο έχει ο κάβουρας; Ή αλλιώς, τι είν' ο κάβουρας, τι ειν' η πορδή του;

Λέγεται και χαϊδευτικά σε πιτσιρίκια - ας πούμε, αν έχουμε να κάνουμε με καμμιά Σουρπουήτσα που είναι μικρομέγαλη.

- Εγώ, θείε, είμαι της γνώμης ότι αυτά τα χαρτιά πρέπει να τα δώσετε. Η μάνα του Χοσέ δεν έκλαψε ποτέ ...
- Άιντε, βρε κι εσύ, πορδή του κάβουρα ... πετάγεσαι ... ακόμα δε βγήκες απ' το αυγό κι έμαθες κι από χρηματιστήρια ... Ο θείος ξέρει τι πρέπει να κάνει ...
- Ναι, βέβαια, ξέρει ... (την τύφλα του ξέρει ... ο εγκλωβισμένος ... ο καταστρεμμενίδης ...)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μας προέκυψε από το παλιό γαλλικό serpentin, αυτό από το λατινικό serpentinus (ερπετόμορφος, οφιοειδής), που προήρθε απ’ το επίσης λατινικό serpens (ερπετό, φίδι) κι αυτό απ’ το επίσης λατινικό serpere (έρπω).
Αφού υποστεί προληπτική αφομοίωση, κυκλοφορεί και με τη μορφή «σαρπαντίνα»

Πρόκειται βέβαια για την έγχρωμη, λεπτή, χάρτινη κορδέλα με το πολύ μεγάλο σχετικά με τον όγκο της μήκος, που τυλιγμένη σχηματίζει κοντό κύλινδρο. Σε αποκριάτικες, συνήθως, εκδηλώσεις (και) με ένα χαρακτηριστικότατο φύσημα στο κέντρο αυτού του κυλίνδρου, ξετυλίγεται παίρνοντας το πασίγνωστο ελικοειδές σχήμα.

Λόγω λοιπόν των ιδιοτήτων του σχήματός της, έχει δώσει το όνομά της σε διάφορα εξαρτήματα και μηχανισμούς όπως:

---τον ελικοειδή συνήθως μεταλλικό σωλήνα σε πολλές συσκευές τύπου μπόιλερ, που βρίσκεται μέσα στο χώρο όπου υπάρχει το ήδη ζεσταμένο απ’ τον λέβητα ή τον ηλιακό συλλέκτη υγρό (ή και αέριο). Το κρύο νερό (ή όποιο άλλο ρευστό) μπαίνει από τη μια μεριά του σωλήνα και βγαίνει, ζεστό πλέον, από την άλλη μεριά, έτοιμο για διάφορες χρήσεις.

Ή κι αντίστροφα: Στο σωλήνα κυκλοφορεί το ρευστό που έχει ήδη ζεσταθεί, προκειμένου να ζεστάνει το αποθηκευμένο –κρύο σε πρώτη φάση- ρευστό που θα χρησιμοποιήσουμε (βλ, 2ο μήδι),

---τον σωλήνα σε συσκευές όπως κλιματιστικά και αποστακτήρες, που βοηθά στην ψύξη του αέρα και την υγροποίηση ουσιών που βρίσκονται σε κατάσταση ατμού και

---τον μηχανισμό πίσω απ’ το τιμόνι των οχημάτων (κι όχι μόνο) που επιτρέπει να μη χάνεται η ηλεκτρική επαφή του τιμονιού καθώς αυτό στρίβει, με την κόρνα, τον αερόσακο κι όσους άλλους μηχανισμούς ενεργοποιούνται από κουμπιά πάνω στο τιμόνι (βλ 3ο και 4ο μήδι).

Συμμετέχει στις περισσότερο ή λιγότερο δημοφιλείς εκφράσεις:
---«Κάνω κάτι σερπαντίνα», που σημαίνει «το ’χω παρακάνει», «το ‘χω παραχέσει», «το ‘χω τραβήξει απ’ τα μαλλιά» και χρησιμοποιείται κυρίως όταν μακρηγορούμε.

---«Μου ‘κανε τα νεύρα σερπαντίνα», που όπως και τα σαφώς συχνότερα «Μου ‘κανε τα νεύρα τσατάλια / κρόσσια» σημαίνει πως: «ίσα κι είμαι στο παρατσάκ να με πιάσουν τα διαόλια μου, οπότε μη πολλά – πολλά, μη γίνει εδώ το Κούγκι. Ά», στο πιο ευγενικό.

---«Με πάει σερπαντίνα», που σχετίζεται με δυσάρεστα επιτακτικές κωλοεκδηλώσεις διάρροιας, που σ’ αφήνουν νταντέλα, όπως εξόχως γλαφυρά ήδη περιέγραψε ο HODJAS σχεδόν δυο χρόνια πριν.

---«Τη φυσάει τη σερπαντίνα» -σαφώς συχνότερα στο γ’ πρόσωπο- που περιγράφει, σαν ένα ακόμη μέλος μιας ατελείωτης λίστας, τον έχοντα σεξουαλικές προτιμήσεις που πολλοί αντιμετωπίζουν ακόμη συμπλεγματικά, πλουτίζοντας παράλληλα τις απανταχού γλώσσες.

---Επίσης, λόγω του σχήματός της και της εικόνας που δίνει η εκτόξευσή της, περιγράφει τα φλόκια που δεν βρίσκουν τον από τη φύση καθορισμένο στόχο. Σε πολιτιστικά προϊόντα που απολαμβάνουν ακόμη και οι λιγότερο θολοκουλτουριάρηδες για προφανείς λόγους τόσο η καταμέτρηση, όσο και το μήκος τους σε slow-motion, έχει αναδείξει παγκοσμίου φήμης προσοντούχους αστέρες που με τις επιδόσεις τους προβλημάτισαν πολλούς.

1.
…Όταν βρίσκεται εγκατεστημένη η σερπαντίνα μεταφέρει νερό το οποίο ζεσταίνεται καθώς δουλεύει το τζάκι-λέβητας. Η θέρμανση αυτή του νερού γίνεται σε ειδικό δοχείο ξεχωριστά από το νερό που προορίζεται για το δίκτυο των καλοριφέρ. Η θέση αλλά και το υλικό της σερπαντίνας αυτής μεγιστοποιούν την απορρόφηση της θερμοκρασίας.

2.
…Η πορεία των υδρατμών συνεχίζεται στο κάτω μέρος της δεξαμενής σε στενότερους σωλήνες που βρίσκονται γύρω-γύρω στα τοιχώματα (σερπαντίνα) με ελαφρά κλίση για να μην κρατούντα υγρά…

3.
…Μπράβο μεγάλε. Να πεις στους κατά φαντασία «κορυφαίους υπουργούς» σου και να μεταφέρεις στο πρωθυπουργικό περιβάλλον (το οποίο βλέπεις μόνο με το τηλεσκόπιο του Κοπέρνικου) ότι καταφέρνεις να κάνεις τα νεύρα μας σερπαντίνα, κάθε φορά που κατά λάθος, πάνω στο καταραμένο ζάπινγκ, πέφτουμε πάνω στις «πληροφορίες» σου από «κορυφαίους υπουργούς» και στο υφάκι εκατό μαϊμού-καρδιναλίων! Αμάν πια! Μας έσκασες!!!

4.
Σας καλούμε στο «ΚΟΨΙΜΟ» της Πρωτοχρονιάτικης Πίτας...
Λες και όποιον φάει την πίτα θα τον πιάσει κόψιμο και θα τον πάει σερπαντίνα και εμείς είμαστε προσκεκλημένοι να το παρακολουθήσουμε.
Ή λες και θα πιάσει την ίδια την πίτα κόψιμο και θ' αρχίσει να κλάνει πριν κοπεί. Έλεος...
(σχολιάζει τη χρήση του «κόψιμο», αντί του σωστού «κοπή» σε πρόσκληση).
(διεκπεραιωτικά)

5.
Έβαλα και πλαϊνά σαμάρια από το γαϊδούρι του μπάρμπα μου του κωλοπυργιώτη γνωστός και ως Ungle AssTower! (Μπάμπης ο Καραμπίνας ένα πράμα) αλλά το κακό είναι ότι γέρνει μόνο από την μια πλευρά. Δεξιά δεν πλαγιάζει το μοτο.
ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΩ;;;
ΥΓ.1 Είναι συλλεκτικό δεν πωλείται ή ανταλλάσσεται, ΥΓ.2 USB δεν παίζει. Αυτά είναι φλωριές. Firewire μόνο. ΥΓ.3 Επόμενη μόντα: Χέστρα με επιταχυντή κλανιών για 0-319,4χαω σε 4,2 δεύτερα και κύκλωμα μετατροπής σκατού σε φυσικό αέριο για εξοικονόμηση καυσίμου. Με μια φράπα και καπάκια ένα milko, σύμφωνα με τους υπολογισμούς μου, με το αίμα που θα με πάει πίνοντας τα, κάνεις 2 φορές πήγαινε έλα Αθήνα Βερολίνο.
ΥΓ.4 Το έχω κάνει σερπαντίνα το θέμα.

6.
-…κι όσο για τον άλλον που βρίζει με πμ, θα τον φωνάξω την άλλη φορά να κρεμάσει αυτός μπάλες και λαμπιόνια επί τέσσερις ώρες στο γαμώδεντρο. Merry kissmyass!
-Παλικάάάάάριιιιιι!! Το στολίζεις το δέντρο; Το λαμπιόνι το κρεμάάάάάς;
-Τη φυσάω τη σερπαντίνα. Το λούζομαι το κομφετί.

(όλα ως εδώ απ’ το δίχτυ)

7.
-Ρε μαλάκες! Κάνω κάτι γαμήσια τελευταία με την Κούλα, άλλο πράμα! Χθες, την πηδούσα μια ώρα, έχυσα στην κοιλιά της κι αυτή ούρλιαζε ένα τέταρτο απ’ την καύλα!
-Σιγά! Εγώ με την Σούλα χθες γαμιόμασταν δυο ώρες, την πήραν τα φλόκια στη μάπα κι αυτή ούρλιαζε μισή ώρα απ’ την καύλα!!
-Α καλά! Εγώ τις προάλλες έριξα έναν κρύο στην Τούλα, πήγανε κι οι δεκαπέντε σaρπαντίνες στην κουρτίνα κι αυτή ακόμη ουρλιάζει!!!

(κλασικό, προσαρμοσμένο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για ρητορική ερώτηση-βρισίδι, την οποία μπορούμε να απευθύνουμε σε κάποιον, αν τύχει να προβλέψει ένα δυσάρεστο για εμάς γεγονός.

Ένα πιθανό σενάριο σχετικά με την προέλευση της φράσης είναι το εξής:

Τα πολύ-πολύ παλιά χρόνια, στο μαντείο των Δελφών, όταν βεβαίως δούλευε ακόμα το «μαγαζί», προετοιμαζόμενη η Πυθία ώστε να έρθει «σε φάση» για να δώσει χρησμό, εισέπνεε τις αναθυμιάσεις που ανέδιδε η καύση ψυχοτρόπων ουσιών και (αυτό μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα στην περίπτωσή μας) μάσαγε και μερικά φύλλα δάφνης. Τώρα, είτε οι δάφνες τής έδιναν μεγαλύτερη έμπνευση, είτε απλά έπρεπε να βάλει κάτι στο στόμα της για τη λιγούρα, η πράξη αυτή, δηλαδή το μασούλημα, αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι του τελετουργικού-μαστούρας.

Τη σήμερον ημέρα, τα φύλλα δάφνης φαντάζουν υπερβολικά «γκουρμέ» και ανώδυνα σαν επιλογή, ειδικά όταν στόχος μας είναι να κατηγορήσουμε ως μάντη κακών ειδήσεων και γκαντεμω-Πυθία κάποιο συνομιλητή μας. Έτσι, αντί για μυρωδικά, τοποθετούμε (φραστικά) σκατά στο στόμα του (αρκούντως μυρωδάτα κι αυτά) αποκομίζοντας με αυτό τον τρόπο διπλό όφελος... Αφ’ ενός του αποδίδουμε ευθύνη ότι και καλά, εκείνος το γρουσούζεψε το πράγμα (είναι δυνατόν άλλωστε να έχει κανείς θετική ενόραση έχοντας σκατά αντί για φύλλα δάφνης στο στόμα;) και αφ’ ετέρου εκτονώνουμε τον θυμό μας, βρίσκοντας στο πρόσωπό του κάποιον να ξεσπάσουμε! Αδίκως, βεβαίως, αλλά τι να κάνουμε; Κάποιος (άλλος) πρέπει πάντοτε να «πληρώνει τη νύφη» στο τέλος...

  1. - Αφού φαινότανε η φάση ρε γαμώτη μου… Στο ’χα πει ότι θα το τρώγαμε το γκολάκι στο 90’…
    - Το ’πες… Το ’πες, που να μην έσωνες να το πεις… Μα καλά… Σκατά είχες στο στόμα σου ρε πούστη μου;;;;;

  2. Πρόταση σερβιρίσματος… έεεε… ήθελα να πω, προφοράς:
    Σσσσκαατά είχες στο στόμα σου ρε πούστη μου;
    α. Το Σ, μακρόσυρτο… χορταστικό… β. Το πρώτο Α, λίιιιγο τραβηγμένο, και γ. Το τελικό Α, κοφτό και με έντονο τονισμό. (Το «ρε πούστη μου» είναι προαιρετικό)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γνωστός αφορισμός αναβαθμισμένος όμως πλέον σε hardened edition, για να μας υπενθυμίζει ότι στη ζωή καμιά κατάσταση δεν είναι τόσο άσχημη ώστε να μη μπορεί να γίνει ακόμα χειρότερη.

- Από το βλέμμα σου καταλαβαίνω τι έγινε με την αύξηση που πήγες να ζητήσεις από το αφεντικό.
- Α τον μαλάκα, σκατά να φάει και νερό να μη πιει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μία από τις πιο παλιές και πιο powerful εκφράσεις προσβολής, όπου κύριο θέμα είναι το σκατό, κάτι σαν το «να φας σκατά» (ή το αρβανίτικο «χάνα μουν»), αλλά σε πολύ πιο εξελιγμένη μορφή.

Σε γιαπί:
- Πιάσε ρε Κίτσο το σφυρί να 'ουμ.
- Χάνα μουν ρε
- Σκατά να φας, σκατά να πιεις, σκατά να πας να χέσεις, από σκατά να σηκωθείς και σε σκατά να ξαναπέσεις.
- ........!

(από tasurmata, 28/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατ’ αρχήν βαριά και αποτελεσματική βρισιά. Τα μούτρα είναι κάποιου άλλου από αυτόν που μιλά. Βλ. και σκατά να φας. Η κατ’ ιδέα μίανση του προσώπου έχει ύψιστη συμβολική σημασία: επεκτείνεται σε όλην την ύπαρξη του φέροντος.

Όταν τα μούτρα είναι του ομιλούντος, η έκφραση αλλάζει σημασία και δείχνει συνειδητοποίηση του λανθασμένου των επιλογών μας, μιας πλάνης στην οποία βρισκόμασταν, του γεγονότος ότι είμαστε άξιοι της μοίρας μας. Μερικές φορές είναι απόλυτο συνώνυμο του «τρομάρα μου» ή του «(έτσι νόμιζα) ο μαλάκας».

  1. Από εδώ:

Σκατά στα μούτρα του κάθε λακαμά που βγάζει την εξάτμιση του αυτοκινήτου του και βάζει στη θέση της ένα μπουρί. Όχι ρε ζώον, το κωλάμαξό σου δεν πρόκειται ποτέ να γίνει Porsche, όσο θόρυβο κι αν κάνει.

  1. Από εδώ:

ΦΤΑΙΝΕ ΠΑΛΙ ΟΙ ΑΛΛΟΙ; Ε; ΓΙΑ ΔΕ ΜΙΛΑΤΕ ΡΕ; Τώρα να βγούμε στους δρόμους; Σκατά στα μούτρα μας. Οχτώ χρόνια εγκατέλειψα τη χώρα που με γέννησε. Οχτώ. Σκατά και στα δικά μου μούτρα. Τα δικά σου τα κοίταξες τελευταία;

  1. Από εδώ:

αναρχικέ (τί «αναρχικός» και παπάρια δηλαδή,τέλος πάντων)συνέχισε να γράφεις και να λές μαλακείες.έτσι βλέπει ο κόσμος τί σκατά «αναρχικούς» διαθέτει η Ελλάδα. Ψευτόμαγκες, τσαμπουκάδες του κώλου, χαπάκηδες και τα συναφή, νταήδες με συντρόφους που πιάνει ο ένας το κώλος του άλλου, άπλυτοι και βρωμιάρηδες, φτηνοί και τιποτένιοι.ικανοί μόνο για να κλαίνε πριν ακόμα φάνε το πρώτο χαστούκι απο αστυνομικό που θένε λέει να κάψουν ζωντανό,σκατά στα μούτρα τους.

  1. Από εδώ:

Εγω στα 15 μου επαιζα ακομα με την Μπιμπιμπο....Την θυμαστε η παλαιοτερες ,κατι σε μπαρμπιε για της νεοτερες... Και ασε που δεν βυζακια.... Και δεν ασχολιομουν κιολα...Δηλαδη δεν καταλαβαινα και πολλα.... Και οταν καταλαβα... Σκατα στα μουτρα μου,τεσπα!

  1. Από εδώ:

Ήμουν Βερολίνο την προηγούμενη εβδομάδα ... Όλοι καπνίζουν έξω .. Κανείς δεν διαμαρτύρεται ... Εδώ δεν καπνίζουν οι Άγγλοι (!!!) στις pubs .... Αλλά ο Έλληνας, είναι Έλληνας ..... Σκατά στα μούτρα μας που θέλουμε να λεγόμαστε και Ευρωπαίοι πολίτες ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified