Further tags

Έκφραζει, με τους ανάλογους χαρακτηρισμούς βέβαια, τα προσόντα μιας γυναίκας. Εμπνευσμένο από λαϊκο άσμα.

Κώστας: - Δικέ μου, κοίτα κάτι μπαλκόνια που έχει αυτός ο μούναρος!!
Νίκος: - Όντως... Έχει άριστη βυζική κατάσταση...

(από HardcoreGR, 25/03/13)"Έχεις βυζιά, μπαίνεις παντού". Αλλά με λίγη φαντασία μπορεί να διαβαστεί και ως "βυζίκ". (από Khan, 27/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πανάσχημη, υπερμπαλότσα γκόμενα, από την οποία θέλουμε να απέχουμε τόσο πολύ σεξουαλικώς σε σημείο που να μη θέλουμε ούτε να δει το μόριό μας.

- Πώς σου φαίνεται η Μαρία; Θα την πήδαγες;
- Τι λε ρε; Πας καλά; Ούτε να μου τον δει!

Βλ. επίσης ούτε με ξένο πούτσο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δηλαδής, ποτέ των ποτών δεν θα υπεπίπτα σε σεχ με το συγκεκριμένο ατομάκι. Γιατί είναι μπάζο τ. «να μασάς σκατά και να φτύνεις» ή/και μαλακισμένο ή/και δεν γουστάρω να παίξω ρώσικη ρουλέτα μη τσιμπήσω κάνα σκουλαμέντο ή τίποτε καργιόλια.

Χρησιμοποιείται από όλα τα φύλα.

Εναλλακτικά: ούτε με ξένο (μ)πούτσο.

- Λίλιαν, είσαι μια αραχνοΰφαντη πικροθαλασσιά του πάθους που με στέλνει με ένα βλέμμα στο ανθοπωλείο να αγοράσω τριαντάφυλλα...
- Ούτε με χίλιες καπότες, ΜΧΣ!

- (...) μα εγώ δεν μιλάω για αυτόν που είναι μίλια μακριά, αλλά για αυτόν που στα λιμέρια μας μικρόβια κουβαλά, που οι συναναστροφές του είναι μολυσματικές και ούτε με χίλιες καπότες δεν γλιτώνεις απ’ αυτές...
(χιπχοπάκι, εδώ)

0.27 (από Vrastaman, 04/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γνωστή καύλα σε βλάχικη (ας το πούμε έτσι) βερσιόν.

- Νίνα πώς πέρασες χτες στο κλαμπ;
- Τέλεια! Γνώρισα κι έναν τύπο...κάϊλα!

Δες και στον πόυτσο μόυ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολλές φορές, όταν στην συζήτηση αναφέρεται κάποιος κοινός γνωστός που όμως δεν ξέρουμε το επίθετό του και έχει συνηθισμένο όνομα (Μαρία, Γιώργος, Γιάννης), συνηθίζουμε να εστιάζουμε σε σωματικά χαρακτηριστικά όπως το ύψος, το χρώμα μαλλιών ή ματιών κλπ για να τον / την περιγράψουμε.

Ενδιαφέρον είναι ότι παράλληλα με την περιγραφή κάνουμε και τις αντίστοιχες κινήσεις. Έτσι, όταν μιλάμε για κάποιον με χαρακτηριστικό ύψος, φέρνουμε το χέρι σε ένα ύψος και το κουνάμε προς τα πάνω / κάτω καθώς προφέρουμε τις λέξεις ψηλός / κοντός, αν έχει μούσι κάνουμε μία κίνηση σαν να χαϊδεύουμε την αόρατη γενειάδα μας, φέρνουμε το χέρι στο ύψος του λαιμού ή των ώμων για να δείξουμε το μήκος των μαλλιών.

Το πάχος, αν είναι το κύριο χαρακτηριστικό του περί ου ο λόγος ατόμου, αποφεύγουμε να το αναφέρουμε και όταν το κάνουμε χρησιμοποιούμε ευπρεπείς εκφράσεις, όπως «εύσωμος» και «γεματούλης», ανοίγοντας τα χέρια ανάλογα με τον όγκο που θα έπιανε αν καθόταν στην θέση μας.

Όταν επιστρατεύουμε την αστειατορική μας διάθεση, αντί να πούμε τις παραπάνω ευφημιστικές εκφράσεις, ξεκινάμε αναφερόμενοι στο ύψος, κάνοντας την αντίστοιχη χειρονομία που όμως δεν σταματά και εξελίσσεται με χορογραφική χάρη στην χειρονομία που δηλώνει πάχος ενώ ταυτόχρονα λέμε το χρώμα μαλλιών.

Το κοντή ξανθιά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως δηλωτικό γκόμενας τόταλλυ ανφακάμπλ: αμ κοντή, αμ χοντρή αμ και ηλίθια.

  1. - Την ξέρω εγώ αυτήν την Αναστασία;
    - Την γνώρισες πέρσι... στο πάρτι του Γιώργου...
    - Α, καλά! Πού να θυμάμαι, 800 άτομα γνώρισα εκείνο το βράδυ!
    - Έλα ρε, είχατε πιάσει κουβεντούλα στην κουζίνα...
    - ...μμμ...
    - ...που δουλεύει με τον αδελφό του Κώστα...
    - ΑΑΑ! μία κοντή (χειρονομία) μελαχρινή; (χειρονομία)
    - Έλα ρε! Σταμάτα! Είναι πολύ καλό παιδί!
    - Είπα εγώ ότι δεν είναι;

  2. - Θα έρθεις το βράδυ απ' το σπίτι για φαγητό; Θα είναι και μία φίλη της Μαρίας.
    - Μπα, δεν έρχομαι, καμία κοντή ξανθιά θα είναι όπως την άλλη φορά.
    - Ε όχι και χοντρή η Ελένη! Ρε τι 'σαι συ ρε!

στο 0:25:45 «ένας ψηλός-μετρίου αναστήματος, παχουλός πολύ-προς το αδύνατο, με μία μουστάκα-ένα μουστακάκι» (από salina, 18/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για κάποιον που έχει κοιλιακούς τύπου εξαπάκετο, οπότε και καλούα είναι τόσο φέτες, ώστε μπορεί κανείς να παίξει τρίλιζα πάνω στην κοιλιά του. Κυριολεκτικά, βέβαια, θα χρειαζόταν εννιαπάκετο για να παίξει κανείς τρίλιζα, αλλά λέμε τώρα.

  1. Νομιζουν οτι ξερουν κ καθονται κ λιωνουν κ κανουν 4000 σετ κοιλιακους απο 400 κοιλιακους το καθε σετ τη μερα
    Κ μετα παν κ χτυπαν 2 γυρους... κ περιμενουν να φανουν οι κοιλιακοι
    Κ ο αλλος κανει 20 κοιλιακους τη μερα κ διατροφη κ παιζεις τριλιζα στην κοιλια του. (Εδώ).

  2. Εγώ τους λέω «κοιλιακούς-τρίλιζα», με τη λογική ότι είναι τόσο γραμμωμένοι που μπορείς να παίξεις τρίλιζα πάνω τους (Εδώ).

  3. Κλασσικο τουμπανο-τεζας ο οποιος δεν χανει ευκαιρια να δειξει οτι .. ναι κυριες μου .. παιζω τριλιζα στην κοιλια μου και εχω 15 τατουαζ ! (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είμαι γαμαωδέρνουλας (όχι εγώ, η έκφραση το λέει), ο γαμιάς της γειτονιάς κ.τ.ό. Αλλά κυρίως χρησιμοποιείται με ευρύτατη έννοια για κάποιον ή κάτι που είναι πάρα πάρα πολύ καλός σε κάτι, σε ό,τι. Συνήθως λέγεται για αθλητικές ομάδες ή παίκτες, μουσικά συγκροτήματα- άλμπουμ ή τραγούδια, ταινίες, τέτοια πράματα.

  1. Ολο το album γαμάει. Το Dark City γαμάει μανούλες. Αυτή η μελωδία στο 4:40 ΠΟΣΟ ΓΑΜΑΕΙ ΠΙΑ!! Θα την τραγουδάω για πάντα. (Εδώ).

  2. ΤΑ ΚΑWASAKIA ΓΑΜΑΝΕ ΜΑΝΟΥΛΕΣ.... ΕΓΩ ΑΥΤΟ ΞΕΡΩ..... ΤΑ ΥΠΟΛΟΙΠΑ....ΠΕΡΙ ΟΡΕΞΕΩΣ... (Εδώ).

  3. ΤΟ ΜΠΑΤΜΑΝ ΡΗΤΕΡΝ ΟΒ ΔΕ ΝΤΑΡΚ ΝΑΗΤ ΓΑΜΑΕΙ ΜΑΝΕΣ
    ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΤΑΙΝΙΑ ΔΡΑΣΗΣ ΤΟΥ 21ου ΑΙΩΝΑ ΚΑΙ ΟΠΟΙΟΣ ΔΕΝ ΠΑΕΙ ΝΑ ΤΗΝ ΔΕΙ ΣΤΟ ΣΙΝΕΜΑ ΕΙΝΑΙ ΑΔΕΡΦΗ ΚΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΝΑ ΑΡΧΙΣΕΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΣΤΟ ΣΟΥΠΕΡ ΚΑΤΕΡΙΝΑ. (Εδώ).

(από joe909, 21/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σαν φράση αργκό δεν λέγεται τόσο συχνά, παρ' όλα αυτά υπάρχει σαν φράση-φόρος τιμής, στο homemade χιουμοριστικό βιντεάκι που προβλήθηκε στην εκπομπή ΑΜΑΝ, στο επεισόδιο όπου προβαλλόταν μόνο ερασιτεχνικά βίντεο από fans. Το συγκεκριμένο έδειχνε έναν χοντρούλη τύπο που πήγε και καλά σε ινστιτούτο αδυνατίσματος, και μετά καταλήγει να γίνεται ακόμα πιο χοντρός και δήλωνε «πριν πάω στα βόδι-Line ήμουν τάδε κιλά, τώρα κοιτάξτε πως έγινα, γαμώ τα σάντουιτς του Αλέκο». Άγνωστο παραμένει μέχρι και σήμερα, ποιος είναι τελικά ο Αλέκος στον οποίο αναφέρεται, παρ' όλα αυτά βγάζουμε το συμπέρασμα ότι κάνει / έκανε καλό μεν, λιπαρό δε, σάντουιτς.

  1. - Ρε πώς έγινε έτσι το Μαράκι;
    - Γαμώ τα σάντουιτς του Αλέκο.

  2. Έχω λιώσει στο γυμναστήριο 2 μήνες και κιλά δεν χάνω. Γαμώ τα σάντουιτς του Αλέκο (αυτοσαρκασμός).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως γκομενότυπος είναι η τουρλοκώλα. Θεωρείται δηλαδή ότι η τουρλωτή καμπύλη στα οπίσθια προσδίδει στο γυναικείο σώμα (μιας κοπέλας που πιθανόν να ονομάζεται Βασιλική) ανάλογο αισθητικό αποτέλεσμα με αυτό που επέφερε η σύνδεση του τρούλου με την βασιλική στην τρουλαία βασιλική από τον Ανθέμιο και τον Ισίδωρο. Άλλωστε τα ρήματα τουρλώνω και τρουλώνω είναι συγγενή ετυμολογικώς με το τρούλος (< τρούλλος < trulla = είδος δοχείου, τηγάνι).

Πάσα (Δ.Π.): Gatzman.

- Ωραία αυτή η καινούργια κοπέλα του Γιώργου, η Βασιλική!
- Και τι Βασιλική! Μετά τρούλου!

(από Khan, 04/03/13)

Got a better definition? Add it!

Published

Η κλασική έκφραση κάνω την πάπια έπεσε θύμα χάιτζακ για να περιγράψει το μιμηδιώδες φαινόμενο ντάκφεϊς: την γνωστή γαμογκριμάτσα που κάνουν φεϊσμπουκλούδες όλων των φύλων, με την σφαλερή πεποίθηση ότι τις καθιστά ομορφότερες.

Κορίτσια, με κάθε σεβασμό στον Τρύφωνα Σαμαρά και στην Ντέζι Ντακ, η γκριμάτσα αυτή δεν είναι αισθησιακή. Σάς ευτελίζει.

1. Κορίτσια που κάνουν… την πάπια! (Photos)

2. ΑΧ ΚΟΠΕΛΙΑ, ΣΤΑΜΑΤΑ ΠΙΑ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΤΗΝ ΠΑΠΙΑ ... βάζουν και πιστεύουν πως όσο πιο πολύ duckface κάνουν τόσο πιο όμορφες θα βγούν.

3. Ας ελπίσουμε φέτος τον χειμώνα τα ντακφεις να αποδημήσουν νότια μαζι με τα χελιδονια.

4. ο αλλος στο φβ εχει φοτο με ντακφεις...ο αλλος στο τουιτα ακολουθει ολο το σελεμπριτομανι μεχρι τη τελευταια γλαστρα..ο απαραλος..

5. Με μίας ημέρας αποβολή «με το καλημέρα» τιμωρήθηκαν τρεις μαθήτριες του 8ου Λυκείου Γλύφάδας για μια γκριμάτσα που έκαναν ενώ έβγαζαν αναμνηστική φωτογραφία, την πρώτη κιόλας μέρα της νέας σχολικής χρονιάς. Οι νεαρές μαθήτριες της 3ης τάξης του Λυκείου κατά τη διάρκεια του διαλείμματος αποφάσισαν να βγάλουν αναμνηστική φωτογραφία παίρνοντας τη γνωστή έκφραση «duckface» στα πρόσωπά τους, πράγμα που φάνηκε να ενοχλεί έναν τριαντατριάχρονο καθηγητή, ο οποίος τιμώρησε κάθε μία με αποβολή μίας ημέρας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified