Selected tags

Further tags

Απαξιωτικά, οι κρατήσεις και εισφορές που επιβαρύνουν τον εργοδότη: φόρος μισθωτών υπηρεσιών, ασφαλιστικά ταμεία, κ.ταλ. Εκτός εάν απασχολεί κόσμο με μπλοκάκι ή μαύρα.

Πάσα: Χότζουλας, εδώ.

- ΙΚΑ, μίκα, σύκα, ΤΕΒΕ, σε ταράζουνε στο κλέβε.
(άγνωστος αστιάτωρ, εδώ)

- Τυπική σε όλες τις υποχρεώσεις μου, εφορίες, ΙΚΑ μίκα, σίκα, έκτακτες σφαλιάρες (προφανώς για εξοικείωση) και ότι άλλο σκαρφίζονταν τυχοδιώκτες, απολύτως άχρηστοι πολιτικοί.
(αγκανακτισμένη πωλήτρια, εκεί)

- οι Ελληνες πληρωνουν φορους,εκαναν αντισταση-πολυτεχνεια,εξοριες,­αλβανικο επος,θυσιες αιμα αγωνες κλπ.Σε καμια περιπτωση οι αλλοδαποι και οι γυφτοι δεν εχουν τα ιδια δικαιωματα (ακομα και στην παρανομια) με εμενα που ο πατερας μου πληρωνε ικα μικα συκα χρονια,ο παππους μου θυσιαστικε σε στρατοπεδο συγκεντρωσης και τα ξαδερφια μου εκαναν πολυτεχνεια
(δίπους συνομοταξίας homo horribilis, παπαραπέρα)

(από Vrastaman, 23/09/12)(από Vrastaman, 23/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συχνά λέμε ή ακούμε την έκφραση: «το στόμα μου έγινε τσαρούχι», εννοώντας ότι έγινε στυφό, ξερό, σχεδόν πληγιασμένο.

Αυτομάτως ωστόσο ο συνειρμός είναι πώς το στόμα μας έγινε κάτι σαν παπούτσι, σκληρό, σαν σόλα. Είναι όμως έτσι; Αυτό εννοούσαν οι παλαιοί όταν έλεγαν «το στόμα μου έγινε τσαρούχι»; Για άλλη μια φορά τα πράγματα δεν είναι όπως ακούγονται και φαίνονται. Ένα παλαιό είδος υποδήματος (οθωμανικά: papuç / παπούτσι ) ήταν το çarık,το γνωστό μας τσαρούχι, το οποίο μοιάζει να συνηχεί με την ομοίως οθωμανική λέξη cariha που σημαίνει πληγή. Επομένως όταν οι παλαιοί έλεγαν: «το στόμα μου έγινε τσαρούχι / cariha», δεν εννοούσαν πώς έγινε παπούτσι, αλλά πώς ξεράθηκε, έγινε στυφό και πλήγιασε.

Το στόμα μου έγινε τσαρούχι, ξεράθηκε και ελλείψει σάλιου πλήγιασε...

...κι ας είναι και çarık. (από Vrastaman, 28/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χαρακτηρισμός έχει διπλή έννοια, ανάλογα με την ετυμολογική επιρροή της λέξης μπουζούκι:

1. O κεφάλας (περσική επιρροή)

Επί οθωμανικής περιόδου, ο μεγάλος ταμπουράς (με την τρύπα του ηχείου μπροστά), λόγω περσικής γλωσσικής επιρροής, λεγόταν bozorg (بزرگ ), που σημαίνει μεγάλο στα Περσικά (συνώνυμο του οθωμανικού büyük). Η λέξη ελληνοποιήθηκε ως μπουζούκι που σημαίνει μεγάλος ταμπουράς.

2. O ξεροκέφαλος, δηλ. ο έχων χαλασμένο κεφάλι (τούρκικη επιρροή)

Πολλοί προσπάθησαν να συνδέσουν το μπουζούκι με το πιο κοντινό ηχητικά τουρκικό bozuk, που σημαίνει χαλασμένο, κατεστραμμένο. Είναι καταφανές πως αυτό δεν ισχύει, αφού το μπουζούκι ο μεγάλος ταμπουράς (bozorg-i) ήταν και είναι μια χαρά κουρδισμένο και αγαπημένο όργανο, ο οποίο ουδείς θεωρούσε χαλασμένο. Άπειρες φωτογραφίες και παλαιές γκραβούρες βεβαιώνουν του λόγου το αληθές με απλή πληκτρολόγηση στο γούγλοεικόνες. Βλ. επίσης μελέτες των Νίκου Φρονιμόπουλου (επισκεύασε τον ταμπουρά του Μακρυγιάννη), Ηλ. Πετρόπουλου, Δημ. Σταθακόπουλου και τόσων άλλων.

Ιστορική περέκβαση: το μπουζούκι ανήκει στην αρχαία οικογένεια των Πανδουροϊδών εγχόρδων οργάνων της ανατολικής μεσογείου, που στο διάβα των αιώνων είχε τα ονόματα: πανδουρίς ή τρίχορδον, φάνδουρος, ταμπούρα, ταμπουράς (π.χ του Ρήγα Φεραίου και του Μακρυγιάννη) και πολλά άλλα ονόματα ανάλογα το μέγεθος, τις χορδές, το κούρδισμα και το μέρος που το έπαιζαν ( π.χ bulgari, dort teli, iki teli, cura, baglama, saz, liogari κ.λ.π.) Τέλος, το αμερικάνικης προέλευσης μπουζούκι που χρησιμοποίησαν οι ρεμπέτες αποτελεί υβρίδιο κατασκευής μάλλον του Επ. Σταθόπουλου που πάντρεψε στις ΗΠΑ, τον παλιότερο παραδοσιακό μπουζουκοταμπουρά με το μαντολίνο και έβγαλε ένα νέο όργανο/ υβρίδιο, το τρίχορδο ρεμπέτικο μπουζούκι με τάστα και μηχανικά κλειδιά/γρανάζια που πια δεν ήταν απλός μπουζουκοταμπουράς, αλλά συγκερασμένο όργανο. Κάτι που έγινε και λίγο αργότερα (κατ' άλλους παράλληλα) και με το 4χορδο μπουζούκι.

  1. Περσικό:
    - Μπαμπά, μπαμπά, έχω μεγάλο κεφάλι, μπουχουχού... [μπαμπάς χαϊδεύει επιφάνεια γκλάβας υιού με μεγάλες κυκλικές κινήσεις] - Τσώπα, τσώπα τώλα, μικρέ μου μπουζουκοκέφαλε!

  2. Οθωμανικό:
    - Άντε ρε μπουζουκοκέφαλε! Ξεροκέφαλε και κατεστραμμένε άνθρωπε!

(από Vrastaman, 03/10/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συχνά χρησιμοποιείται με την έννοια του γλείφτη, σφουγγοκωλάριου, της βδέλλας που κολλάει και απομυζά, κ.λ.π.

Κολαούζος ωστόσο αντιθέτως σημαίνει οδηγός, μπροστάρης (εκ του Οθωμανικού kilavuz, που σημαίνει οδηγός).

Οι οδηγοί των καραβανιών της βαλκανικής τα έλεγαν τα άλογά τους κολαούζους, δηλ. οδηγούς, διότι ήξεραν το δρόμο (π.χ Γιάννενα – Βουκουρέστι), και έτσι ενώ ο αναβάτης μπορούσε να αποκοιμηθεί στο σαμάρι, αυτά πήγαιναν μόνα τους, χωρίς έλεγχο των χαλινών. Αν κάποιος δεν ήξερε το δρόμο, έπαιρνε ένα κολαούζο (άνθρωπο και άλογο) και έβρισκε το δρόμο του προορισμού του. Εξ ου και το «χωριό που φαίνεται, κολαούζο». Ο πιο γνωστός κολαούζος της ιστορίας των ελληνικών καραβανιών της Βαλκανικής ήταν ο Γιαννιώτης Ρόβας («Ο Ρόβας εξεκίνησε, μεσ’ τη Βλαχιά να πάει, νύχτα σελώνει τ’ άλογο, νύχτα το καλιγώνει..»).

Πηγή: Δημ. Σταθακόπουλος, 24grammata.com

Χωριό που φαίνεται, κολαούζο δε θέλει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πουθενάδας: Εκ του ελληνικού πουθενάς και του ισπανικού nada που σημαίνει τίποτα, ως πουθενάδας ορίζεται ο μεταφορικά ανύπαρκτος, ο τιποτένιος, αυτός που η παρουσία του δεν προσφέρει το παραμικρό όφελος.

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί αντί εκφράσεων όπως τελευταίος, ανίκανος ή βλακομουτρίδης.

Ποιόν θα γαμήσεις στο Pro ρε πουθενάδα; Μάθε μπαλίτσα αγόρι μου...

Σύγκρινε: πουθενάς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι εργασίες που γίνονται νύχτα, όταν δηλαδή κανείς δεν βλέπει ή/και δεν μπορεί να ελέγξει. Συνήθως αφορούν αυθαίρετες κατασκευές ή τεσπα μπλεγμένες κι αξεμπέρδευτες ιστορίες για αγρίους με πολεοδομίες κλπ.

Καμία σχέση με τη Νύχτα, της οποίας αξίζει ειδικό λήμμα και το καβαντζώνω και μην τολμήσει κανείς γιατί τον έφαγα.

- Τι έγινε τελικά, επισκεύασες τη μάντρα;
- Μπα... έχω μπλέξει, δεν βρίσκω σε ποιανού την αρμοδιότητα εμπίπτει, δε βγάζω άκρη ούτε με το λιμενικό, ούτε με τον δήμο, ούτε με την πολεοδομία...
- Σε βλέπω για νυχτικές δουλειές...
- Α να γεια σου... Λίγο τσιμεντάκι από δω κι από κει και τελειώσαμε, κανείς δεν θα το πάρει πρέφα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που του αρέσει να πλασάρεται ως αριστερός (ή απλώς αυταπατάται), επειδή έτσι πρέπει (είναι ξερωγω της μοδός, πολίτικαλυ κορέκτ, πρέπει να κοροϊδέψει ώστε να τον ψηφίσουν, κλπ), έχει όμως συμπεριφορά ή/και background που θυμίζει μάλλον το αντίθετο. Πολλοί δε από δαύτους, όταν τους αποκαλέσεις έτσι απαντάνε πίπες τ. δεν είπε κανείς ότι αριστερός σημαίνει να είσαι φτωχός κλπ -και την χέζουν την συζήτηση χαλαρά.

Να σημειωθεί ότι, παρόλο που όλοι ξέρουν και αναγνωρίζουν τους τύπους αυτούς, όλοι κάνουν τα στραβά μάτια τελικά (και αρχικά).

Η έκφραση είναι παμπάλαια, παππουδισμός και βάλε.

  1. Αμαν πια με ολους αυτους τους αριστερους της δεξιας τσεπης που οποιος δεν συμφωνει μαζι τους ειναι κομπλεξικος η κακος... (από το νέτι)

  2. Αλήθεια γιατί ο “κύριος” Πρύτανης δε σπούδασε στην Κορέα ή στη Βενεζουέλα; Αριστεροί δεξιάς τσέπης ή αριστεροί του χαβιαριού... (από το νέτι)

  3. - Ωραίος τύπος. Αριστερός, αλλά την καπνίζει την πουράκλα του, τρώει σε καλά ρεστωράν, ντύνεται πάντα στην τρίχα...
    - Σιγά τον ωραίο τύπο, κλάσικ αριστερός της δεξιάς τσέπης.

Μαριάννα Λάτση. (από Khan, 13/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που δηλώνει βίαιη συμπεριφορά λόγω έντονης συναισθηματικής φόρτισης και εκφράζεται μέσω σεξουαλικών υπονοουμένων και ενίοτε πράξεων.

Η ομαδάρα πετάει. Είναι σε μεγάλη φόρμα. Πέντε γκόλ θα πετάξει. Θα τους σκίσει τα κωλοβάρδουλα. Θα τους πετάξει τα μάτια έξω. Θα τους γαμήσει τα πρέκια. Απίστευτο!

Μετά το 3.00: "Ο Κώστας Πρέκας θα σου σκίσει τα πρέκια!" (από Khan, 04/10/12)

Δες ακόμη: γαμάω, πρέκια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από φόρουμ στο νέτι: «Δράττομαι της ευκαιρίας και μιας που είναι περί αυνανισμού ο λόγος να πούμε και κανά ευτράπελο: Είμαι πολύ καλός εραστής διότι εξασκούμαι πολύ μόνος μου...! Εϊ, μην κατακρίνετε τον αυνανισμό... Είναι σεξ με κάποιον που αγαπάμε...! Το καλό με τον αυνανισμό είναι ότι δεν χρειάζεται να είσαι κατάλληλα ντυμένος...! Ούτε να πας το χέρι σου για φαΐ και να συζητάς τα προβλήματά του...! Λένε ότι “αν πετύχει η μαλακία τύφλα νά ‘χει το γαμήσι!” χμμμ καλή η μαλακία αλλά με το γαμήσι γνωρίζεις (και) κόσμο...! Άσε που μειώνει τις πιθανότητες να μείνεις μόνος σου το Σαββατόβραδο...»

- Καλά φιλαράκι.. θα σας γαμήσουμε στο φιλικό, πέντε τεμάχια θα σας ρίξουμε!!
- Σιγά ρε, μη γαμάς τόσο πολύ, τράβα και καμιά παχιά, να φύγει η μαλακία από τον εγκέφαλο..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καλύτερα κάτι πιο φτηνό και φρέσκο παρά κάτι πιο ακριβό και μπαγιάτικο.

Καλύτερα με την Βούλα που είναι 20 παρά με την Μαντόνα που είναι 55!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified