Selected tags

Further tags

Ερώτηση για άτομα με άι κιού ραδικιού, που η βλακεία τους ξεπερνάει κάθε όριο, σε βαθμό που να δημιουργούνται υποψίες ότι το άτομο είναι προϊόν αιμομιξίας. Νωχελικότητα, αργοστροφία και το «σπινθηροβόλο βλέμμα της αγελάδας» συνθέτουν τη γενική εικόνα. Συνήθως λέγεται μετά από μαργαριτάρι που θα πετάξει ο «Αϊνσταϊν».

(Χαζή ξανθιά τηλεφωνεί τον χάκερ φίλο της)
- Γιώργοοοο, δεν μπορώ να μπω στο internet.
- Το password που βάζεις είναι σίγουρα σωστό;
- Ναι, είδα τον αδελφό μου που το έγραφε.
- Και ποιο είναι το password;
- Πέντε αστεράκια.
- Ρε Βανέσσα! Ο πατέρας σου και η μάνα σου αδέρφια ήταν;
- Γιατί το λες αυτό;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ταριφικός (ταξιτζίδικος) ως επί το πλείστον ορισμός και όχι μόνο, για τους μη πολυσύχναστους στενούς δρόμους που επιλέγουν οι γνώστες οδηγοί ώστε να αποφεύγουν το μποτιλιάρισμα των κεντρικών οδών.

Ο όρος πηγάζει από την κοπάνα με την έννοια του σκασιαρχείου, στο στυλ του την κάνω, αποφεύγω, την κίνηση στην προκειμένη!

- Ρε Μήτσο πως ήρθες σφαιράτος με τόση κίνηση;
- Άμα δεν έπαιρνα τις κοπάνες αύριο θα έφτανα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρκετά παλαιός ορισμός του σκασιαρχείου από το σχολείο μιας και τον όρο τον χρησιμοποιούσαν μέχρι και οι γονείς μας! Στην κυριολεξία έτσι ονομάζονταν οι σκάφες που έπλεναν τα ρούχα οι γιαγιάδες μας άλλα καμμιά σχέση.

-Μαλάκα βαρέθηκα. Δεν μπορώ να ακούω για δύο ώρες χημεία... την κάνουμε κοπάνα;
-Ναι ρε όντως, δεν θα την παλέψω κι εγώ... πάμε για κάνα καφέ.

Το θέμα είναι να μην σε πιάσουνε μόνο. (από Galadriel, 07/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το να πίνει κάποιος κατ' ευθείαν απ' το μπουκάλι αγνοώντας το ποτήρι, δείγμα σκληρότητας και αντρισμού. Γίνεται σε μπύρες, κόκα κόλες κλπ.

(Η σερβιτόρα φέρνει τις μπύρες)
- Ποτήρια θέλετε;
- Όχι, θα τις πιούμε κλαρίνο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως γνωστόν, η προβλεπόμενη θερμοκρασία που ανακοινώνεται από τα μετεωρολογικά δελτία μετράται υπό σκιάν. Συνεπώς, η θερμοκρασία σε σημεία ηλιοφάνειας είναι μεγαλύτερη.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση η ατάκα δεν αφορά θερμοκρασία, αλλά ηλικία. Η ηλικία αντιστοιχεί στις (...) του ορισμού.

Πώς δουλεύει η φάση; Όταν κάποιος(α), πει την ηλικία του και θέλουμε:

α) να τον (την) πειράξουμε (Παράδειγμα 1)
β) να δείξουμε στον περίγυρο μας πως είναι μεγαλύτερος (η), και ενδεχομένως στη συνέχεια να αναφέρουμε την πιθανή αιτία της κρυψοχρονίασης που αυτός (η) επιχείρησε (Παράδειγμα 2)

Λέγοντας «...υπό σκιάν» υπαινισσόμαστε και στις δυο περιπτώσεις, πως η αναφερόμενη ηλικία του (της), είναι τεχνηέντως σκιασμένη και πως η πραγματική είναι μεγαλύτερη.

Ακολουθεί το... γέλιο. Ειδικά στην πρώτη περίπτωση.

Σημείωση
1. Ο όρος μπορεί να αναφερθεί είτε, «...υπό σκιάν», ή σκέτα, «υπό σκιάν».
2. Αυτοί που μικροδείχνουν γίνονται πιο πειστικοί για την ψευδή ηλικία που αναφέρουν στους μη γνωρίζοντες και πιο καραγκιόζηδες στους γνωρίζοντες.
3. Στην περίπτωση ηλικίας γυναικών, θα είμαστε ενδεχομένως σωστοί λέγοντας τη συγκεκριμένη έκφραση (καθ' ότι έχουν την τάση να κρύβουν χρόνια, λες κι είναι φορολογήσιμα).
4. Πιθανά θα είμαστε σωστοί λέγοντας τη συγκεκριμένη έκφραση και στην περίπτωση που ο άλλος πριν την απάντηση δείξει να δυσανασχετεί, αλλά και στην περίπτωση που θα πετάξει επιφωνήματα του τύπου: ε... (σα να υπολογίζει τι θα πει)
5. Η έκφραση υπό σκιάν προσδίδει ασάφεια, μ' αποτέλεσμα να μπορούν να δοθούν διάφορες ερμηνείες ανάλογα με τον τρόπο που θα το πούμε, ειδικά όταν κάποιοι ξέρουν ότι ξέρουμε την ηλικία κάποιου (πχ είμαστε συμμαθητές του)

  1. Διάλογος μεταξύ δυο ατόμων που έχουν αρκετή εξοικείωση μεταξύ τους:
    - Ρε Γιώργη, είσαι ακάματος για την ηλικία σου. Πόσο να 'σαι;
    - E, δε θα 'μαι;
    - Άσε αυτά που ξέρεις και μολόγα.
    - 75. - 75 υπό σκιάν θέλεις να πεις. Χα χα χα... (λέχθηκε με διάθεση πειράγματος)

  2. - Προηγουμένως, ο Βασίλης είπε την ηλικία του στη Βάσω. Άκουσες πόσο της είπε πως είναι;
    - Ναι 35 είπε. Είναι 35 υπό σκιάν όμως. Μικροδείχνει και θέλει έτσι να τα φτιάξει με τη Βάσω, που είναι δεκαπέντε χρόνια μικρότερη του. - Καλά, δε ντράπηκε να το πει μπροστά σε μας... τους συμμαθητές του.

Κ.Μ:Σοβαρά σου λέω,είμαι 85 κι όχι 90 υπο σκιάν,όπως διαδίδουν ορισμενοι //Συνομιλητής:Ωχ...αν είναι έτσι μέχρι ποτε θα ζεις ρε γκαντέμη;  (από GATZMAN, 04/12/08)Πασχάλης:Είμαι 40 ετών/// Καποιος απ το πλήθος:Υπο πυκνή σκιά όμως.Υπο σκιά πλατάνων (από GATZMAN, 04/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ώρα κατά την οποία κυκλοφορούν τα σχολικά για να μεταφέρουν τους μαθητές προς ή από το σχολείο. Κάποτε ήταν όλα κίτρινα, τώρα είναι λίγα, αλλά η έκφραση παραμένει.

- Άργησες.
- Συγνώμη, σ΄έστησα... Δεν πρόσεξα ο μαλάκας κι έπεσα στην κίτρινη ώρα...

Λουκιανός Κηλαηδόνης, Κίτρινο φθινόπωρο. Ποίηση Γιάννη Ρίτσου. (από patsis, 01/08/13)

Got a better definition? Add it!

Published

Και κωλοφεράτζα . Λήμμα με 2 ορισμούς, ρισπέκια στο συνάδελφο λημματοδότη kala_krasia που το ανέβασε.

  1. Κωλοφεράντζα, γνωστή στον κάγκουρα και ως γκαζόφρενα. Οδηγούμε με μεγάλη ταχύτητα πίσω από προπορευόμενο όχημα, κρατώντας την απόσταση μερικά εκατοστά, (για να χεστεί ο μπροστινός) και όσο κι αν αυξήσει ταχύτητα εμείς διατηρούμε την απόσταση αυτή. Επιτυγχάνεται με το δέξι πόδι στο γκάζι και το αριστερό ακουμπισμένο στο φρένο, ωστε να μειώσουμε το χρόνο αντίστασης αν ο μπροστινός φρενάρει. (ΠΡΟΣΟΧΗ: ΑΝ ΔΕΝ ΕΙΣΤΕ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΑΣ ΚΑΓΚΟΥΡΑΣ ΜΗΝ ΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΤΕ)

  2. Όταν πάμε κάποιον γαμιώντας, τον τρέχουμε, τον σκίζουμε, του λιώνουμε το κορμί, του γαμάμε τα πρέκια, τον έχουμε στενό μαρκάρισμα, και για παρατετμένο χρονικό διάστημα, λέμε οτι τον πηγαίνουμε κωλοφεράντζα.

(Μεταξύ καγκουριών)

- Βγήκα με το GTI εχθές το βράδι στην Πεντέλη και μου τυχαίνει ένας φλούφλης με ένα Audi TT, και τον πλακώνω σε κάτι γκαζόφρενα δικε μου... χέστηκε πάνω του.
- Πολλή ώρα;
- Τον πήγαινα κωλοφεράντζα για 4 χιλιόμετρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά:

Αισχρή λεκτική αντίδραση κατά τη διάρκεια του τελειώματος σε πρωκτικό σεξ. Αποφεύγεται η χρήση της στο σεξ με σοβαρό δεσμό λόγω πιθανών ανεπιθύμητων συνεπειών (π.χ χωρισμός, χαστούκια, μπούφλες, δημόσιος εξευτελισμός, «δεν με σέβεσαι», «εγώ πότε θα γίνω μάνα» κτλ.)

Μεταφορικά (Κύρια χρήση, απόρροια της κυριολεκτικής έννοιας):

Χρησιμοποιείται και σαν έκφραση που δείχνει ότι κάποιος πρέπει να υποστεί τις δυσάρεστες συνέπειες των αναμενόμενα κακών επιλογών του.

- Άσε ρε μαλάκα, έβαλα στοίχημα 300 ευρώ ότι φέτος θα πάρει πρωτάθλημα η ΑΕΚ αλλά πάλι για τον πούτσο είμαστε...
- Δεν σ' τα 'λεγα εγώ; Τώρα ρούφα κώλε το ποτάμι...

κώλος... (από DT Jesus, 04/12/08)...και ποτάμι (από DT Jesus, 04/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Τζακ ο αντεροβγάλτης αποτελεί αδιάσπαστο μέλος κάθε παρέας που σέβεται τον εαυτό της. Αποτελεί τον μόνιμο περίγελο και όπλο κατά της βαρεμάρας. Αν και η ονομασία παραπέμπει σε φρικιαστικά εγκλήματα, στον Τζόνι Ντεπ και σε κόμικ του Φρανκ Μίλερ (κι όμως!) το πραγματικό της νόημα διαφέρει πάρα πολύ. Στην ουσία είναι προσωνύμιο εκείνου του ατόμου που ξερνοβολάει τα άντερά του μόνο με τη σκέψη του «θα βγούμε έξω».

Συνήθως είναι ο κλασσικός τύπος που δεν πίνει εκείνος το ποτό αλλά εκείνο τον πίνει. Το στομάχι του δεν μπορεί να αντέξει όχι αλκοόλ αλλά ούτε και ένα ποτήρι χαμέμηλο. Παρ' όλα αυτά πίνει σαν πούστης (κολλάει και το σαν μαύρος αλλά ποτέ δεν ανέβασα λήμμα της κατηγορίας Ρατσιστικά και ούτε θα το κάνω). Αφού έχει πιει σαν πούστης πίνει ακόμη λίγο και σε χρόνο dt έχεις δει τι έχει φάει όλη την προηγούμενη εβδομάδα, γιατί ο άτιμος είναι και δυσκοίλιος και το φαΐ μένει στο στομάχι όσο χρόνο χρειάζεσαι εσύ για να στήσεις την τραπεζαρία HARKA μαζί με τις καρέκλες από τα ΙΚΕΑ (μιλάμε έφτυσα αίμα...). Βέβαια υπάρχουν και οι τύποι που δεν χρειάζεται να κατεβάσουν ολόκληρο το αμπάρι του Cutty Sark για να νιώσουν τις ευεργετικές ιδιότητες του εμετού. Αρκεί μια ματιά στο πιοτί, η μυρωδιά της ανάσας κάποιου που έχει πιει ή έστω το σλόγκαν «Μια ζωή ρετσίνα Μαλάματινα!» για να μάθετε τι σκατά βάζει η μάνα του στα κουλουράκια της και είναι τόσο νόστιμα.

Το λήμμα είναι εξαιρετικά ευέλικτο ως προς τον τρόπο εκφοράς του. Μπορεί να ακουστεί ως έχει, μπορεί να ακουστεί ως [όνομα φίλου] ο αντεροβγάλτης, μπορεί να ακουστεί ως αντεροβγάλτης σκέτο ή ακόμη, για πολύ προχώ καταστάσεις εμπειρίας 50 και άνω εμετών, σκέτο Τζακ (καμιά σχέση με παραγγελία το τελευταίο, το αντίθετό του δεν είναι Τζόνι κόλα).

(Θα ήταν προτιμότερο να έγραφα «Ο φίλος μου ο Βασίλης» και να ανέβαζα ένα βίντεο αλλά είναι και τα προσωπικά δεδομένα. Οπότε ο Κλέαρχος μαζί με την Μαρίνα την γκόμενά του συζητούν για τον κοινό τους, όχι ψηλό, φίλο)

Μ: - Αφού τον ξέρεις τι του δίνεις να πιει. Πάλι ξέρασε ο Τζακ ο αντεροβγάλτης και πάνω στα παπούτσια μου!
Κ: - Καλά τρελή είσαι; Μόνος του το άρπαξε το μπουκάλι! Πάντως από ό,τι βλέπω το χρώμα του ξερατού πάει τέλεια με το γούστο σου!
Μ: - Το καταλαβαίνω κάθε φορά που μου λες καλημέρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική έκφραση ψόγου προς όσους δεν θέλουν να καταβάλουν προσπάθεια για την επίτευξη των στόχων (τους), όχι μόνο στη σεξουαλική αρένα αλλά και γενικότερα. Ολόκληρη η έκφραση είναι «εσύ θες και το μουνί στο πιάτο» σε διάφορες παραλλαγές, και είναι ένας πολύ πιο εύγλωττος τρόπος να πεις «συν Αθηνά και χείρα κίνει» ή «εσύ θες και το παξιμάδι βρεγμένο».

Απευθύνεται γενικά σε όσους θεωρούν ότι το σύμπαν τους χρωστάει, και αντλεί τη δύναμή της από την σπλατεροσουρεαλιστική εικόνα ενός αιδοίου σε πιάτο μόλις ακουμπισμένο στο τραπέζι από έμπειρο σερβιτόρο και με μαχαιροπίρουνα εκατέρωθεν (να μη συγχέεται, ωστόσο, νοηματικά με την παραπλήσιας εικονοπλασίας φράση μουνί με ρύζι).

αισθητικός συζητά με φίλη της

- Αναδουλειές Μάρω μου, το μουνί δεν έχει λεφτά, τώρα με την κρίση όλες κάνουν μπραζίλιαν στο σπίτι, μόνες, με φίλες, δεν ξέρω....
- Ε και συ βρε Λέλα, βάλε μια διαφήμιση στην τοπική εφημερίδα., δικτυώσου με κανένα καλλυντικάδικο....περιμένεις κι εσύ το μουνί στο πιάτο....
- Τι να σου πω βρε Μάρω, εσένα σ' έχωσε ο Κωνσταντίνος στο γραφείο και ησύχασες, νομίζεις εύκολο είναι για μας τις ελεύθερες επαγγελματίες....

Τροφή για τσανακογλύφτες (από Vrastaman, 03/12/08)(από Khan, 06/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified