Για τον δόκιμο καρνάβαλο βλ. λ.χ. εδώ, εδώ και εδώ.
1.Αυτό που μας ενδιαφέρει εδώ είναι ότι χρησιμοποιείται γενικότερα για να δηλώσει κάποιον/αν που έχει στην εμφάνισή του μια εξτραβαγκάντζα, που ντύνεται προκλητικά, επιτηδευμένα σαν προσοχοπουτάνα, κάγκουρας ή καγκούρω, για να τραβήξει όλη την προσοχή πάνω του/της. Και που γενικότερα συμπεριφέρεται με τρόπο γελοίο. Βλ. και καρναβάλι, καρναβαλιστής.
Beyonce: Mε καυτό σορτσάκι και 12ποντο που πας στο σκάφος σαν
καρνάβαλος;
Σαν καρνάβαλος εμφανίστηκε ο Ντάνι Άλβες στο Καμπ Νου. Θέμα
συζήτησης έχει γίνει ο Βραζιλιάνος δεξιός μπακ της Μπαρτσελόνα, Ντάνι
Άλβες με την ενδυμασία με την οποία επέλεξε να εμφανιστεί μετά το
τέλος του αγώνα της ομάδας του με την Έλτσε στη μικτή ζώνη του Καμπ
Νου. Ο ποδοσφαιριστής εμφανίστηκε φορώντας ένα… πορτοκαλί σακάκι,
καπέλο, στρογγυλά γυαλιά και ένα ζευγάρι sarouel σανδάλια. (Εδώ).
Και τα φρύδια και το πρόσωπο και τα χείλη κι ο λαιμός της με μυστρί
μπογιατισμένα, σαν σουβάς, όπως και τώρα, κι έμοιαζε καρνάβαλος
μεθύστακας. (Από διήγημα του Χάρη Μεττή).
2.Ειδικότερα χρησιμοποιείται για γκέι, και κυρίως για τραβεστί και τρανσέξουαλ, που έχουν ένα αλμοδοβαρικό ζενεσεκουά. Σύγκρινε με: επιτάφιος.
Φοβερος καρναβαλος η Χαρά η τρανς αλλα μυριζει φολα (Από
μπουρδελοσάη)