Sorry!

You do not have permission to view this page!

You may be allowed to view this page if you log in below.

"Κβαντοαπόψεις" είναι οι απόψεις ενός ομιλητή ο οποίος τις αλλάζει με αδιευκρίνιστη απίστευτα υψηλή ταχύτητα. Διαφέρει ως προς τις απόψεις του Mr Κωλοτούμπα, οι οποίες αλλάζουν σε διάστημα ημερών ή μηνών (πχ Α.Σαμαράς και Α.Τσίπρας περί Μνημονίων).

Παράδειγμα Νο1: Ένας τύπος σε μία συζήτηση αναφέρει στις 15:33:00 (ΩΩ:ΛΛ:ΔΔ) ότι η Εθνική Ομάδα μπάσκετ της Ισπανίας στο Ευρωμπάσκετ του 2015 ήταν η χειρότερη Ισπανία των τελευταίων 20 ετών. Στις 15:33:27 (μετά από 27 δευτερόλεπτα) αναγνωρίζει ότι η Ισπανία εξακολουθεί να είναι η καλύτερη ομάδα πέραν της Dream Team τη τελευταία Δεκαετία. Και στις 15:34:04 αποφασίζει πως η Εθνική Ισπανίας θα είναι πάλι υποψήφια πρωταθλήτρια στα επόμενα 5 Ευρωμπάσκετ κρατώντας ακριβώς το ίδιο ρόστερ.

Παράδειγμα Νο2: Με απόσταση nanoseconds κάποιος εκφράζει τις παρακάτω απόψεις:

- Σωστά έκανε το Δημοψήφισμα του 2015 ο Τσίπρας.
- Το Δημοψήφισμα είχε λάθος ερώτημα.
- Το αποτέλεσμα του Δημοψηφίσματος ήταν λάθος.
- Η πλειοψηφία απάντησε σωστά στο ερώτημα, αλλά η απάντηση ήταν λάθος.
- Το Δημοψήφισμα δεν θα έπρεπε να είχε γίνει.
- Οι Ευρωπαίοι δεν έπρεπε να εκφράσουν καμία άποψη.
- Είμαστε υποχρεωμένοι να υπολογίζουμε την άποψη των Ευρωπαίων.
- Αν και "ανήκωμεν εις την Δύσην", η "Ελλάδα όντως ανήκει στους Έλληνες".

Ο τύπος που εκφράζει κβαντοαπόψεις ονομάζεται και κβαντοαποψέας (αν και η χρήση αυτή δεν συνηθίζεται).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προσβλητικός χαρακτηρισμός για μάζεμα-συνονθύλευμα-κοπάδι από σταλίνες.

- Τώρα τα σταλιναριά θα βγουν και θα πουν τα γνωστά: "Η ομοφυλοφιλία είναι αστική εκτροπή", "Ομοφυλόφιλοι είναι μόνο κάτι πλούσιοι αστοί" κλπ. Καταλαβαίνεις τί εννοώ. Τώρα στην κρίση δε πεινάσουν τόσο οι ΚΚέδες γραφειογράκτες, όσο εμείς οι άνεργοι και εργαζόμενοι ομοφυλόφιλοι... (εδώ)

Επίσης σταλιναριό μπορεί να χαρακτηρίζει και άτομο μόνο του που έχει την περί ής ο λόγος ιδιότητα σε ακραίο βαθμό, π.χ.:

- Ουστ ρε Σταλιναριο. Καταλοιπο του Kim Jong Il της Βορειας Κορεας εισαι... (εκεί)

Βλ. και αντίστοιχα κοινωνικοπολιτικά μπινελίκια εις -αριό: ελληναριό, λουμπεναριό, παπαδαριό, φασισταριό, κλπ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιδιαίτερα προσβλητικός χαρακτηρισμός για μάζεμα-συνονθύλευμα-κοπάδι από πούστηδι (αλλά όχι απαραιτήτως γκέη τοιούτωνε). Πρόκειται για τουμπανιζέ εκδοχή (δια του τουρκομερίτικου υπερθετικού "καρά-") του μπινελικίου πουσταριό.

- Χα! Θυμηθηκα τώρα δα, τον γίγαντα τον Γεωργίου, όταν σε μά εκπομπή του είχε βγεί φρικαρισμένος, σχολιάζοντας κάποια Eurovision, όπου έβγαιναν και σχολίαζαν γιά τη συμμετοχή μας όλοι οι ... ξέκωλοι! “Τι καραπουσταριό ηταν αυτό ΡΕ?” και κατέληγε: “OΞΩ πούστη και άσχημε...” (εδώ)

Επίσης καραπουσταριό μπορεί να χαρακτηρίζει και άτομο μόνο του που έχει την περί ής ο λόγος ιδιότητα σε ακραίο βαθμό, π.χ.:

- Γαμώ την Παναγία σου αρχίδι, παλιομπινέ, καραπουσταριό, κλπ. κλπ. Ασφαλώς κατάλαβες ότι είμαι ο Κώστας (ρώτα τώρα μη σου γαμήσω, "ποιος Κώστας;") παλιομαλάκα αρχισυντάκτη που βρήκες την ώρα να μας κάνεις πλάκες. Λοιπόν, παλιοκαριόλη άκου και δώσε βάση.... (εκεί)

Βλ. και αντίστοιχες σλανγκιές εις -αριό: αρχιδαριό, ελληναριό, καρακιτσαριό, καράπουταναριό, καραπουτσαριό, λουμπεναριό, φασισταριό, κλπ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αφού έχεις διεκτραγωδήσει τα μύρια όσα, κλείνεις την παρέμβασή σου με μια πινελιά χούμορ, θέλεις να ξορκίσεις το κακό γιατί.

  1. ριχνει αμενσιοτα ο βαρουφ αβερτα αυτα ζουμε ΕΔΩ

  2. Η Ραχήλ στο facebook μιλά για Βάρκιζα ΙΙ. Αυτά ζούμε. Έλεος κάπου... Έλεος ΕΔΩ

  3. Η Ζαχαρέα απευθύνεται στο μουστάκι του Βαγγέλα ζητώντας του σοβαρότατα να κάνει σήκουελ επανάστα 1821. Αυτά ζούμε. #ERTdebate2015 ΕΔΩ

  4. Αυτα ζούμε: "Προγραμματισμένα όλα από ΠΑΣΟΚ το'10: Να πετάξουν τ χώρα από την ΕΕ τον Ιούν15 αλλά δεν πέτυχε, η κυβέρ. ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ τ απετρεψε! Π.Καμμένος #skai" ΕΔΩ

  5. Σχεδιαζαν δραχμικό πραξικόπημα και βγαίνουν τώρα και μας κάνουν πλακίτσα με σποτάκια, ρε φιλε. Δεν τα ζούμε αυτά. ΕΔΩ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καναπές στα καλιαρντά εκ του ιταλικού molto (=πολύ) και του κάθομαι.

Έτσι μπήκα στο μουτζότσαρδο, κάθησα στη μολτοκαθήστρα και άβελα μαρμαρού. (Από το Μπου).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αφενός είναι ο καναπές, όπου κάθεται ο κώλος μας αναπαυτικά, ή η πράξη ή συνήθεια του καθισιού, της ραστώνης, νωθρότητας, απάθειας, ή ο ίδιος ο καναπεδάκιας.

  1. Κατέβηκα στην προκυμαία και περπάτησα μέχρι το λιμάνι, διαδρομή που κάναμε παλιά για να ξεμουδιάσει ο κώλος μας από την κωλοκαθίστρα. (Εδώ).
  2. Το σημαντικότερο εδώ να σημειώσω, είναι ότι θα ξελακουβιάσει η καρέκλα που από την κωλοκαθίστρα έχει αλλάξει χρώμα. (Εδώ).

Αφεδύο είναι η γυναίκα ή κόρη που προσφέρεται για πρωκτογάμευση, που κάθεται με τον κώλο. Και κατά μεταφορική επέκταση ο κάθε ηττημένος, διασυρμένος, συντετριμμένος, ξεφτιλισμένος.

Έβαλε δυο γκολ στην Κ20 και την κωλοκαθίστρα Ιτάνζ. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

πνίγηκα, πνίχτηκα

Εννοείται, στο γέλιο. Δηλαδή αυτό που είπες ή έκανες είναι και γαμώ, γιαυτό και κλαίω από τρελιά ευαρέσκεια.

Ευρεία χρήση στα σόσιαλ μύδια

  1. Πνιγηκα ρε... Χα χα χα χα:
    « -Κυριε Φιλη δεν εχουν βιβλια τα παιδακια
    -Τι να τα κανουν τα βιβλια τα παϊδακια; #filis» ΕΔΩ

πανάθεμασε και πνίγηκα βραδιάτικο Χαχχαχαχχαχχα: Έκτακτη είδηση. #GreekElections #ekloges2015_round2” πνίγηκα!ΕΔΩ

  1. -"Έφαγα τρεις φανουρόπιτες κ βρήκα τα κιλά που είχα χάσει"
    -Πνίχτηκα! Λόλ! ΕΔΩ

  2. ελεος ρε συ πνίγηκα:
    O ΠΑΙΔΙΚΟΣ ΦΙΛΟΣ ΤΟΥ ΓΙΑΝΗ ΣΤΟ ΥΠΟΙΚ, ΕΝΩ ΚΑΝΕΙ ΧΑΙΤΖΑΚΙΝ ΤΑ ΑΦΜ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΛΑΤΕΣ ΤΩΝ ΕΤΑΙΡΩΝ (εδώ)
    ΧΑΙΤΖΑΚΙΝ ΣΤΑ ΑΦΜ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

  3. -Μαζευονται οι γριες της πολυκατοικιας, αναβουν σομπα και βλεπουν "Επιζησαντες"
    -ελεος πνίγηκα! HMARTON (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μεγαγλοιώδης τύπος, ο σάλιαγκας, ο σαλιαμάγκουρας, ο λαδοπόντικας.

Η λιγδοπρέπεια του λίγδα είναι πρωτίστως μεταφορική: οι τσιφούτες γερολαδάδες, οι άπληστοι και διψασμένοι γιά γρηγορόσημο προσοδοθήρες (εφοριακοί, ιατροί, πολεοδόμοι, κλπ), οι μουμουέδες δημοσιοκάφροι που κυνικά παραδέχονται ότι έχουν (στην καλύτερη περίπτωση) σκοτώσει την μάνα τους, οι διάφοροι άρχοντες και -πατέρες της πολιτικής, του παρακράτους, της εκκλησίας, και ταλιμπάν.

- Στο πλαίσιο των κύριων δραστηριοτήτων του, όταν δηλαδή δεν διαφημίζει τη Χρυσή Αυγή, ο Θέμος (ο γλίτσας) Αναστασιάδης εντοπίζεται ενίοτε να πρωταγωνιστεί σε μεταμεσονύκτιες τηλεοπτικές συνεντεύξεις με βιζιτούδες πολυτελείας σε ρόλους που θα ζήλευαν ακόμα και οι κανονικοί νταβατζήδες κι άλλοτε σε ρόλους βιντεοκομιστή προς και από τα Μέγαρα Μαξίμου.(Ν. Μπογιόπουλος, εδώ)

- Αν ήμουν απατεώνας… λαμόγιο και γλίτσας… και δεν θα ήθελα να με ξέρουν μένοντας στο πασοκ, θα έφευγα και θα κρυβόμουν στο συριζα, και θα συνέχιζα να ερωτεύομαι με το πασοκ... (εκεί)

- Είναι δίκαιη η κριτική που ασκείται στη γενιά του Πολυτεχνείου; Είναι εντελώς άδικη αλλά και ύποπτη αυτή η κριτική. Γίνεται κυρίως από αυτούς που απέχουν από τους αγώνες. Κάτι περίεργους τύπους, γλύφτες της εξουσίας, γλίτσες, πελατάκια, τσόλια. (Γρηγόρης Ψαριανός, παραπέρα)

Δευτερευόντως, γλίτσες αποκαλούνται και όσοι τυροβρωμίκουλες που είναι εκ πεποιθήσεως τσακωμένοι με τα σαπούνια, ή οι εργαζόμενοι σε γλιτσογόνα επαγγέλματα (πχ ψήστες, μηχανικοί αυτοκινήτων, κ.ά.).

- Ρε λίγδα κάποιος πρέπει να σου μιλήσει για το Ρεξόνα...

- Ο γλίτσας ο Τέλης κάνει τα πιο βρώμικα μπριζολάκια!
- Μιαμ.

Εκ της γλίτσας (και ουχί της γκλίτσας).

Αγγλιστί: slimeball.

Βλ. επίσης: γλίτσας λέρας, γλίτσης, γλίτζουρας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλισεδιάρικη επίκληση ελέωρος, όχι φανατικά (το “κάπου” λειτουργεί υπονομευτικά γιατί), αλλά σε φάση: "τι φάση;", *"τιντούτο πχια"*, "ελαπαναΐαμ". Χρησιμοποιείται για να κλείσει μια φράση στην οποία σχολιάστηκε μεγαλειώδης μπαρούφα.

  1. Η Καλογεροπουλου πιστεύει ότι θα κάτσει η Μερκελ να γραμμωσει μαζί με τον Σοιμπλε τον Βαγγελα Μειμαρακη: Ελεος καπου..#enikos. ΕΔΩ

  2. -Είναι δηλαδή ο Νίκος Φίλης ο καλύτερος που μπορεί να βρει στη χώρα ο πρωθυπουργός για να αναλάβει τον κρίσιμο τομέα της Παιδείας;
    -Δεν έχει καλύτερο, Θες και συ αστακό από γαβάθα με τα σαφριδια... έλεος κάπου. ΕΔΩ

  3. "Εχω ενα πύραυλο μεσα" λεει. κι εκει που χαμογελάω πονηρά, παει και φερνει το παγωτο, ΕΛΕΟΣ δηλαδη καπου. ΕΔΩ

  4. "Δεν υπάρχει νομικό πλαίσιο που να επιτρέπει τη χρήση κάμερας από αστυνομικούς" ειναι τώρα το επιχέιρημα. ΕΛΕΟC ΚΑΠΟΥ. (εδώ)

και σε γκρίκλις του κώλου:

-δεν βαράμε στο πρόσωπο όσους φοράνε γυαλιά! Eleow kapou!
-eleow kapoy γράφεται μου θες και να τουιτάρεις με τόσα ορθογραφικά... ΕΔΩ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τραγουδώ παράτονα, παράφωνα, φάλτσα, εκτός κλίμακας.

- Όταν τα απαίσια καλώδια χρησιμεύουν για παιχνίδι της φαντασίας...Τότε βάζεις το ολόγιομο φεγγάρι να τραγουδήσει τη νότα Λα στο πεντάγραμμο του ουρανού. Κι ας στονάρει λιγάκι από τη συννεφιά. Κι ας στονάρει λιγάκι από τα κλαδιά που το εμποδίζουν. Η νύχτα τραγουδάει μια μπαλάντα...Μια γλυκιά παραφωνία σε λα μείζονα... (εδώ)

Στονάρισμα φεγγαριού σε λα μείζονα

- Όχι ότι στονάρει η Ελισάβετ, απλώς από τη στιγμή που άρχισε να τραγουδάει απόψε, κάηκαν 15 πίξελ στο videowall (εκεί)

- ο φίλος αοιδός που τραγουδάει παρακάτω δίνει τα ρέστα του και πάει πάσο στη μιζέρια.... Δεν στονάρει, απλά στανιάρει... (παραπέρα)

♪♫ What would you think if I sang out of tune
Would you stand up and walk out on me?
Lend me your ears and I'll sing you a song
And I'll try not to sing out of key
Oh I get by with a little help from my friends...
♪♫ (Δε Μπητλζ)

Ινσέψιο: σε υπέροχη πλην ψιλοστοναριστή εκτέλεση του Joe Cocker

- Έτερο ινσέψιο: ο Mick Jagger των Stones εκτός από μονίμως stoned στονάρει συστηματικά.

Συχνά το στονάρω διαφοροποιείται από το φαλτσάρω στο μέτρο που το πρώτο αποτελεί στιγμιαίο ενώ το δεύτερο διαρκές "τονικό έγκλημα":

- φαλτσο και στοναρισμα ειναι παρομοιες εννοιες. το φαλτσο ειναι οταν εισαι εκτος τονου και το στοναρισμα ειναι οταν εισαι στιγμιαια εκτος τονου περιπου δηλ παιζεις με την τονικοτητα φευγεις η επανερχεσαι σε μια νοτα. (παραδίπλα)

- Στονάρισμα είναι όταν κάποιος δεν πατάει καλά στις νότες γιατί τεχνικά δεν έχει στήριγμα και βρίσκεται κοντά στην πραγματική νότα άλλα όχι ακριβώς πάνω της. Η τονική αστάθεια είναι χαρακτηριστικό της απειρίας. Φάλτσο είναι όταν κάποιος δεν ακούει κάν καλά τις νότες για να τις αναπαράγει και βρίσκεται αλλού γι'αλλού.(αυτού)

Εκ του Ιταλικού stonàre, φαλτσάρω, τραγουδώ παράτονα. Πέον να σημειωθεί ότι stonato επίσης σημαίνει ξεκούρδιστο μουσικό όργανο και άτομο χωρίς μουσικό αυτί (tone-deaf).

Ετυμολογικά, εκ του αρνητικού προθέματος s- και του tono (τόνος). Βλ πιχί fortuna, τύχη / sfortuna, ατυχία, caricare, φορτώνω / scaricare, ξεφορτώνω. Το s- αποτελεί απλοποίηση του Λατ. αρνητικού προθέματος dis- (πιχί onesto, ειλικρινής / disonesto, ανειλικρινής). Περισσότερα εδώ.

Σλανγλασίστ: Πάτσης στο ψευδοδουπού with a little help from my friend Χότζουλας who lent me an ear για ορισμό και ετυμολογία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified