Σάντουιτς-Μολώχ τ. βρώμικο, από αυτά που δεν τρώγονται αλλά σαβουριάζονται.
Καμία σχέση με τα συνώνυμα πλην γκουρμεδιάρικα ciabatta.
-
- Πηγαίναμε στα Everest για μια παντόφλα και ξαφνικά πετάγεται ένας κάγκουρας με RX8 και τα αραπησιάρικα στο τέρμα!
(Cunning Linguist, εδώ)
2.
Η Σφολιάτα στην οδό Καρύτση είναι το καλύτερο κρυμμένο μυστικό για τη μακράν ανώτερη διαίτης παντόφλα σάντουιτς στην Αθήνα, με μπέικον, τυρί, ομελέτα, πατάτες, τυροκαυτερή, μουστάρδα και λίγο αλατάκι στο τέλος.
3.
Κάποιοι χρησιμοποιούν τη δικαιολογία της οικονομικής κρίσης, που ωθεί σε λιγότερο υγιεινές συνήθειες. Για άλλους φταίει το πολύ ξενύχτι που σε προκαλεί στις 4.00 τα ξημερώματα να ενδώσεις στο σάντουιτς - παντόφλα. Ενώ, για κάποιους τρίτους, σημαίνει: «Ό,τι δίαιτα έκανα... έκανα, τώρα θα απολαύσω τα πάντα χωρίς φόβο και πάθος».