Κλασσική λέξη για τους δικηγόρους πάσης φύσεως και όλων των ειδικοτήτων. Σημαίνει φυσικά ότι ο εν λόγω επαγγελματίας χάνει τις δίκες κατά συρροή και δεν είναι να τον εμπιστεύεσαι, πλέον όμως χρησιμοποιείται για όλον τον κλάδο, επιτυχημένους δικηγόρους ή μη. Συνώνυμο: δικηγόρος Παπαρείω Πάγω. Οι ποινικοί λένε επίσης ειρωνικά «Ήρθε ο Άρειος Πάγος να με βγάλει».

Γενικά το επάγγελμα αυτό έχει δημιουργήσει έναν σχετικό μύθο.

Αφ΄ενός μεν αποτελεί στόχο υγιούς σάτιρας και θεμιτής απαξίωσης από την πιάτσα, όταν στο στόχαστρο της σάτιρας βρίσκεται :

• Ο θεσμικός χαρακτήρας του επαγγέλματος

• Ο φανφαρονισμός και οι κουγιές ορισμένων, ονόματα δεν λέμε υπολήψεις δεν θίγουμε

• Η σύμφυτη με το επάγγελμα ικανότητά τους να υποστηρίζουν όλες τις απόψεις, ακόμα και τις εκ διαμέτρου αντίθετες

• Η εντελώς γλοιώδικη συμπεριφορά ορισμένων και η προσκόλλησή τους σε κύκλους συμφερόντων και εξουσίας, για να έχουν και αυτοί το κατιτίς τους, κοινώς να γλύψουν και αυτοί κανένα κόκαλο.

Αφ΄ ετέρου όμως, κάποιες φορές είναι δυσδιάκριτα τα όρια μεταξύ υγιούς σάτιρας και άρρωστου κόμπλεξ με το οποίο αντιμετωπίζονται οι άνθρωποι αυτοί. Κόμπλεξ υπάρχει π.χ. στις παρακάτω περιπτώσεις:

• Όταν ξεχνάμε ότι και οι άνθρωποι αυτοί είναι εργαζόμενοι. Κάποιοι σε βοηθούν πραγματικά και άλλοι μάχονται για ελευθερίες και δικαιώματα σε καιρούς μυστήριους

• Στο ότι κάποιος μπορεί να τα έχει κάνει όσο πιο πολύ μπάχαλο γίνεται στην ζωή του και φυσικά καταλήγει να έχει την ανάγκη δικηγόρου, πλην όμως, όταν έρθει η ώρα να αντιμετωπίσει κατάφατσα την ήττα (γιατί τι να σου κάνει ο δικηγόρος, όταν έχεις κάνει τα πάντα όλα σκατά), τότε βέβαια δεν φταίει ο ίδιος, αλλά ο χασοδίκης ο δικηγόρος. Απ' ό,τι μου έχουν πει φίλοι επαγγελματίες, αν μία υπόθεση είναι σκατά, δύσκολα ο δικηγόρος θα την σώσει -αν και δεν αποκλείονται και οι περιπτώσεις αυτές. Και βέβαια ισχύει το ότι εάν τσακωθείς για οποιονδήποτε λόγο και φτάσεις να έχεις την ανάγκη δικηγόρου, είσαι ήδη χαμένος.

• Άλλες φορές πάλι, κάποιοι δικηγόροι ιδρώνουν μπροστά σε άκαμπτους δημόσιους υπαλλήλους, οι οποίοι τους αντιμετωπίζουν με εξοργιστική ειρωνεία και από θέση ισχύος και καταλήγουν πάντα σε ένα λεκτικό ράπισμα του στυλ: «Μα τι είναι αυτά που μας ζητάς. Και είσαι και δικηγόρος!!!!». Δηλαδή δεν αξίζεις για να είσαι δικηγόρος, εγώ που σαπίζω εδώ πέρα, μην με βλέπεις έτσι, θα τα κατάφερνα καλύτερα από εσένα, αλλά ας όψεται η ρημάδα η τύχη κλπ. κλπ., πάρε τώρα τ' αρχίδια μου για αυτό που μας ζητάς και ξαναπέρνα από Δευτέρα να σε ξαναταλαιπωρήσω.

Βλέπε και εκφράσεις όπως «άσε τις νομικούρες», «άρχισε πάλι τα δικηγορίστικα κλπ», με τις οποίες, λόγω του φανφαρονισμού ορισμένων, απαξιώνεται συλλήβδην όλη η νομική επιστήμη.

Σε ό,τι αφορά τους ποινικούς, η αλήθεια είναι ότι οι δικηγόροι συχνά τους εκμεταλλεύονται, αναλαμβάνοντας τις υποθέσεις τους οι οποίες μπορεί να είναι εντελώς χαμένες, μόνο χάριν της αμοιβής. Το -και- σημερινό φαινόμενο εικονογραφεί με ακρίβεια ο Ηλίας Πετρόπουλος στο Εγχειρίδιο του Καλού Κλέφτη. Σχετικό το φαινόμενο των διαδρομιστών, δηλαδή δικηγόρων χωρίς γραφείο και σταθερή έδρα, που τριγυρνάν στα δικαστήρια και την πέφτουν στους άτυχους που τους τραβάνε αυτόφωρο και έχουν άμεση ανάγκη δικηγόρου. Θύματά τους κυρίως αλλοδαποί, χωρίς στον ήλιο μοίρα, οι οποίοι πριν φύγουν για απέλαση ή φυλάκιση, για να εξαντλήσουν τις ελπίδες τους, τα σκάνε και στο χασοδίκη να πει την μαλακία του. Και βέβαια, όσοι ποινικοί είναι μέσα με βαριές ποινές, γνωρίζουν τα νομικά τερτίπια καλύτερα από τον κάθε δικηγόρο και μπορούν να προβλέψουν με μαθηματική ακρίβεια τα χρόνια που θα φάει κάποιος συγκρατούμενός τους που πηγαίνει να δικαστεί.

Κττμγ, ως κοινωνία, αλλά και ο κάθε ένας μας, έχουμε τους χασοδίκες που μας αξίζουν.

  1. - Ρε σεις αν μας πιάσουν με τον μπάφο τι γίνεται;; Πε μας και συ χασοδίκη.
    - Βάσει του Συντάγματος και της αρχής της αξιοπρέπειας του ανθρώπου, πρέπει οπωσδήποτε και ανυπερθέτως η εξουσία να σέβεται τον πολίτη γιατί τα δικαιώματα του ανθρώπου....
    - Α παράτα μας ρε με τα δικηγορίστικα. Και πέρνα και τον μπάφο ρε χασοδίκη, τον γονάτισες.

  2. - Για πες μας εσένα γιατί σε φέρανε, τι λέει ο φάκελός σου;; Α, χα, ληστεία μετά φόνου, σύλληψις επ' αυτοφώρω και σε αναγνώρισαν και τέσσερις γυναίκες για απόπειρα βιασμού...
    - Όλα ψέματα κύριε αρχιφύλαξ, ο χασοδίκης ο δικηγόρος μου φταίει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ό,τι και να ορίζει ένας νόμος, η εφαρμογή του τον καθιστά ηθικό.

Βέβαια, παραβλέπεται –σκόπιμα– το γεγονός, ότι κάποιοι ευνοούνται από νόμους, οι οποίοι έχουν «παράθυρα» κι αυτοί οι άλλοι δεν είναι διαφορετικοί από τους ίδιους που έχουν την εξουσία.

Πήγα με τους 5 φίλους μου στην Μαντάμ Λόλα στη Φυλής, σε ένα νόμιμο μπουρδέλο. Την πήραμε όλοι μαζί και αφού την λερώσαμε στο πρόσωπο ένας ένας, φύγαμε. Ο Γιώργος επέμενε και έκατσε λίγο παραπάνω, αλλά αφού της είπε «πάρε και τα 150 ευρώ σου τώρα μωρή», έφυγε.

Τα μπουρδέλα στη Φυλής είναι νόμιμα, άρα και η παρτούζα ήταν ηθική.

Και αφού τα μπουρδέλα είναι νόμιμα και η παρτούζα ηθική, οι γυναίκες μας - κοπέλες μας δεν πρέπει να έχουν απολύτως κανένα πρόβλημα, ούτε και εμείς να αισθανόμαστε ενοχές για κάτι νομοθετημένο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν αναφερόμεθα στα ξυρισθέντα στον βωμό της τριχοφοβίας γυναικεία γουνάκια, σε ψαρομεζέδες, σε παίκτες-γούνες ή στα πεδία επίλυσης πολιτικών διαφορών δια της εκδοράς• αναφερόμεθα στις πομπώδεις γούνινες βάτες που φέρει η επίσημη στολή των ανωτάτων δικαστώνε.

Γουνάκια σε παράταξη full metal jacketΓουνάκια σε παράταξη full metal jacket

- Χωρίς… το λευκό χαρακτηριστικό γουνάκι γύρω από το λαιμό του, εμφανίστηκε σήμερα ο πρόεδρος του Ειδικού Δικαστηρίου Νικόλαος Πάσσος στην δίκη του Παπακωνσταντίνου, προκαλώντας την έκπληξη πολλών! (...) Φταίνε οι οικολόγοι; να φταίνε τα πρωτόκολλα; ή μήπως η πολλή ζέστη δεν επέτρεπε το... τριχωτό κολλάρο; Η απάντηση κρύβεται σε...λόγους αισθητικής. Σύμφωνα με πληροφορίες, η ενδυμασία των δικαστών του Αρείου Πάγου και εκείνων του Συμβούλιου της Επικρατείας διαφέρει και ως εκ τούτου κρίθηκε σκόπιμο, όλοι τους να εμφανιστούν με κοστούμια, χωρίς διαφορετικούς τηβέννους και "σαλιάρες", ώστε να υπάρχει ομοιομορφία (εδώ)

Ο όρος πρωτοσλανγκίστηκε κατά τις δικαστικές περιπέτειες του Αντρίκο ντελ Πάσο για την υπόθεση Κοσκωτά το '91 υπό την προεδρία του Προέδρου του Αρείου Πάγου Βασίλη Κόκκινου, του επονομαζομένου από το σλανγκεπώνυμο πλήθος της εποχής και γουνάκια.

Ο "γουνάκιας" Βασίλης Κόκκινος μετά των γουνακίων τουΟ "γουνάκιας" Βασίλης Κόκκινος μετά των γουνακίων του

Τα γουνάκια στη συνέχεια αυτονομήθηκαν, για να περιγράφουν δικαστικές διώξεις per se:

- Έρχονται γουνάκια για τα σκάνδαλα (εδώ)

- "Κινδυνεύω, κύριε Χατζηνικολάου, να πάω στα γουνάκια, χωρίς να έχω κάνει τίποτα", είπε ο Βουλγαράκης απόψε στο δελτίο του ALTER. (εκεί)

- Ένα βήμα πριν από «τα γουνάκια» (παραπέρα)

Συχνά δε εκφέρονται σκωπτικά εις βάρος τηλεδικαστών και εισαγγελάτων:

- Χρόνια και χρόνια στο στρατοδικείο του δελτίου των 8, ο δικαστής Πρετεντέρης έχει αποκτήσει τεράστια πείρα δικών και καταδικών. Κανένας δεν ξέφυγε από τα γουνάκια του, δάσκαλοι, καθηγητές, πανεπιστημιακοί, διοικητικοί, φοιτητές, αγρότες, λιμενεργάτες, καθαρίστριες, συνδικαλιστές, διαδηλωτές, κόμματα, όλοι οι εχθροί των αφεντικών του Γιάννη -κι είχε πολλά αφεντικά, τρομάρα του- πατήθηκαν χάμω σαν τα σκουλήκια. Στόμωσε η πένα του Πρετεντέρη να υπογράφει καταδίκες, έγινε σαν το σπαθί του Μπότσαρη, που στόμωνε από αίμα στα γιουρούσια του 1821 (Αυγή, όχι η χρυσή, η άλλη)

Συνειρμικό σλανγκασίστ: το λήμμαν σαλιάρα του patsis.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το δόκιμο είναι δικηγορώ. Δικηγορίζω είναι ένας όρος που έχει μάλλον κακή σημασία, δηλαδή συμπεριφερόμαι σαν δικηγόρος όχι με την καλή έννοια, αλλά λ.χ. είμαι εριστικός, προσπαθώ να αποδείξω ντε και καλά ότι έχω δίκιο, ακόμη και με σοφιστείες ή με επιχειρήματα που θα είχαν επιτυχία σε μια δικανική μόνο συνάφεια, μπαίνω στο τριπάκι να κάνω τον δικηγόρο του διαβόλου για να υποστηρίξω μια υπόθεση χαμένη, ή μια υπόθεση όπου κάποιος έχει προφανώς λάθος, αντλώ ηδονή από την έριδα, μεροληπτώ υπέρ κάποιου σαν να ήταν πελάτης μου κ.ά.

  1. Ούτε δικηγορίζω, αλλά εκθέτω επιχειρήματα που βασίζονται στην ουδετερότητα με τα οποία δε βλέπω να εκφράζετε κάποια συγκεκριμένη διαφωνία. (Εδώ).
  2. Αν πιστεύεις ότι «δικηγορίζω ποταπά» όπως αναφέρεις (που παρεμπιπτόντως μάθε πρώτα τι. σημαίνει για να το χρησιμοποιείς), τότε φρόντισε... (Εδώ).
  3. Επειδη μου αρεσει να δικηγοριζω με το μερος του διαβολου και αυτη η ιστορια με τα αεροπλανα και τα ψεκασματα μου μυριζει περιεργα, εχω μια υποθεση και μια απορια. Κατ'αρχας, ποιος λεει οτι αν ψεκαζουν τα αεροπλανα, δεν το κανουν ΚΑΙ την νυχτα; Και δευτερον εαν αυτο το θεμα με τους ψεκασμους ειναι οργανωμενο νομιμως και φανερως για τους οποιους λογικους λογους, βοηθεια στα καιρικα φαινομενα και τις καλλιεργεις πχ, υπο ποια υπηρεσια λειτουργει; (Πcέκαcον εδώ).

Το καταθέτω, επειδή έχω την εντύπωση ότι ισχύει γενικότερα με την κατάληξη -ιζω να φτιάχνουμε ένα κακόσημο ρήμα διακρινόμενο από το δόκιμο ρήμα ή άλλη δόκιμη λέξη. Προς εξέταση από "κομπογιαννίτες φιλόλογους" και "εκμεταλλεύτριες μελισσούλες" του σάιτ, δεκτοί και "χαβαλετζήδες".

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο δικαστής που συστηματικά αθωώνει κατηγορουμένους, περισσότερο από όσο ο ομιλητής θεωρεί σωστό, ούτως ώστε να γίνεται αρεστός στους δικηγόρους ή/και από ευθυνοφοβία. Ή, στα μονομελή πλημμελειοδικεία, για να έχει λιγότερη δουλειά, καθώς σε αυτά τα δικαστήρια οι αθωωτικές αποφάσεις κατά κανόνα δεν γράφονται αναλυτικά, παρά μόνο με την ενυπόγραφη συνοπτική σημείωση του δικαστή πάνω στο κατηγορητήριο (στο βασικό έγγραφο της δικογραφίας).

Λογοπαίγνιο με τον πλημμελειοδίκη, πρωτοδίκη κλπ. Αργκό της μικροκοινότητας των ποινικών δικηγόρων και των δικαστών.

- Καλά όλα αυτά, αλλά αν έχεις αμφιβολίες, δεν πρέπει να τον αθωώσεις;
- Ναι, απαιτείται απόλυτη δικανική πεποίθηση για να κηρύξεις κάποιον ένοχο. Μην φτάσουμε όμως να βρίσκουμε παντού αμφιβολίες για να είμαστε αθωοδίκες και να μας γουστάρουν οι συνήγοροι, μπας και δεν μας δυσκολεύουν στα ακροατήρια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο δικηγόρος. Γιατί πάντα φουσκώνει τις υποθέσεις με ψέματα για να ευνοήσει τον πελάτη του.

Έχει προσλάβει κι αυτόν τον ψεύτη και με τραβολογάνε στα δικαστήρια για κάτι μαλακίες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δικηγορίστικη αργκό για τον χασοδίκη που σεργιανάει στους διαδρόμους των δικαστικών κτηρίων, που αποτελεί την ενσωμάτωση του δικαιώματος εκπροσωπήσεως του (φτωχού) κατηγορουμένου, α λα Ελληνικά.

Μη διαθέτων δικό του γραφείο ή διαθέτων μεν (μια τρούπα) αλλά σπανίως πατών δε, φορεί φόρμα εργασίας (ένα κοστούμι τριμμένο και κακοβαλμένο σα σακκί), έχει δυνατά βουβαλίσια πόδια και κώλο Βραζιλιάνας (απ’ το ανεβοκατέβασμα στις σκάλες και την ορθοστασία) και εξαχρειωμένη φάτσα.

Το κακομοιρίστικο σουλούπι του δεν εξαπατά τους μεμυημένους: Ταλαιπωρείται, αλλά κονομάει τρελλά (κάνει 5-6 δίκες την ημέρα)!

Στήνει αυτί στα «πηγαδάκια» και παρεμβαίνει στις κουβέντες των διαδίκων, έχει κονέ με την αστυνομία και φθάνει πρώτος στις αυτόφωρες συλλήψεις, ξέρει το ταράφι των αλλοδαπών, των πορνών, των πρεζάκηδων, των διερμηνέων, των δικαστικών γραμματέων κλπ και τσιμπάει υποθέσεις δώθε-κείθε.

Κυρίως όμως, γνωρίζει άριστα την (πρακτική) ποινική δικονομία και αναλαμβάνει την υπεράσπιση όλων της γής των κολασμένων που δεν έχουν δικό τους δικηγόρο και δε μπανίζουν τί διαμείβεται, έναντι αλμυρού αντιτίμου.

Τα αδικήματα γνωστά σ’ αυτόν και μη εξαιρετέα (μικρο-κλοπές, ναρκωτικά, πορνεία, παράνομη είσοδος στη χώρα, σωματική βλάβη, πλαστογραφία μετά χρήσεως νομιμοποιητικών αδείας παραμονής και πλέον ου).

Η υπερασπιστική του γραμμή, συνήθως κατόπιν συνοπτικότατης προεργασίας (κάνει πεντ-έξι ερωτήσεις στον αλυσοδεμένο κατηγορούμενο ή κοιτάζει στα κλεφτά τη δικογραφία λίγο πριν την εκφώνηση υπό το άγριο ή θύμηδες βλέμμα του εισαγγελέα), περιορίζεται στο να λέει κοινοτοπίες «είναι καλό παιδί κύριε πρόεδρε», «δεν το’ θελε», «ο πρότερος έντιμος βίος», «δεν έχει ξαναδικαστεί» (αφού σπανίως φθάνει εγκληματικό δελτίο ή ποινικό μητρώο στη δικογραφία ως τη δικάσιμο) κλπ.

Ο κατηγορούμενος άλλοτε την τρώει, άλλοτε απαλλάσσεται «λόγω αμφιβολιών» ένεκα benevolentiae των δικαστών, που ελάχιστα προκάλεσε ο συνήγορος... Βέβαια, μπορεί (αν έχει κέφι) να σκαρφιστεί ευφάνταστα τρυκ, ώστε να κλονίσει (;) την πεποίθηση των δικαστών περί ενοχής του κατηγορουμένου.

Π.χ., σε δίκη περί προκλητικά ασέμνων χειρονομιών πόρνης προς άγραν υποψηφίων πελατών, η εκπάγλου καλλονής και μπουρδελέ ντυμένη Ρωσίδα, έβγαλε στην αίθουσα ένα μικροσκοπικό σπρέι, διότι «είχε άσθμα» (δηλαδή δεν έκανε κωλοδάχτυλο στο στόμα της και παρεξήγησε ο αστυφύλακας που την συνέλαβε) κι άρχισε να ψεκάζεται για να το αποδείξει (!) κι έτσι αθωώθηκε μέσα σε τρανταχτά γέλια...

Άλλωστε, γνωστός δικηγόρος σε αθλητική δίκη περί άσεμνης χειρονομίας ποδοσφαιριστή (δυο αμερικάνικα κωλοδάχτυλα προς τα πάνω), είχε διατυπώσει το αμίμητο: «Έδειχνε το σκόρ κύριε πρόεδρε» (1-1)...

Παλαιότερα, στα κακουργιοδικεία, όπου το stake είναι 5-20 έτη κάθειρξη και ο συνήγορος υπερασπίσεως είναι υποχρεωτικός, ο διορισμός συνηγόρου (πληρώνεται απο το Κράτος) αυτεπαγγέλτως απο το δικαστήριο, γινόταν ως εξής:

[i]- Έχετε δικηγόρο;
- Όχι...
- Θέλετε να σας διορίσει συνήγορο το δικαστήριο;
- Θέλω...
- Υπάρχει κανένας δικηγόρος διαθέσιμος;
- Πα-ρών! (ο διαδρομιστής μας)[/i]

Καιροφυλακτούσε όλη μέρα στους διαδρόμους κι έπινε καφέδες. Αφού μελετούσε τον ο-γκω-δέ-στα-το φάκελο της δικογραφίας μέχρι το πέρας της ίδιας δικασίμου (θέλει μέρες) και χωρίς να ζητήσει διακοπή της δίκης για άλλη δικάσιμο ώστε να προετοιμαστεί καταλλήλως (σιγά τώρα), έλεγε μέσες-άκρες όσα και παραπάνω.

Ούτως ή άλλως, ο εξαθλιωμένος (για να μην έχει να δώσει σε δικό του δικηγόρο) κατηγορούμενος (αλλοδαπός, φτωχοπουτάνα, πρεζάκιας, τσιγγάνος) δεν παίρνει πρέφα τί παίχτηκε, φράγκο δεν δίνει, η υπόθεση ήταν μάλλον χαμένη από χέρι και χειρότερα δεν γινόταν...

Εξάλλου, οι φυλακωμένοι κάνουν κάθε τόσο αιτήσεις αναστολής εκτέλεσης της ποινής τους (τσάμπα είναι), γνωρίζοντας οτι είναι εκ προοιμίου χαμένες, προκειμένου να μεταχθούν σε δικαστήριο και να αλλάξουν παραστάσεις απ’ την κλεισούρα της φυλακής, ιδίως δε να πάρουνε «θέμα» (δικαστίνες, δικηγορίνες κλπ) και να τον παίξουνε μετά...

Σήμερα διορίζονται συνήγοροι υπερασπίσεως απο ειδικό κατάλογο (κυλιόμενα) και οι διαδρομιστές των κακουργημάτων τείνουν να εκλείψουν, αλλά το αποτέλεσμα είναι πάνω-κάτω το ίδιο...

- Τον είδες το διαδρομιστή;
- Πού;
- Εκεί στα αυτόφωρα. Έχει γίνει «σκούπα», μαζέψανε τα τραβέλια πάλι και τις ψήνει στο μπίρι-μπίρι ο πούστης!
- Χαρά στο κουράγιο του...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δικηγορίστικο λογοπαίγνιο, που αναφέρεται σε μυθική μακρινή χώρα, όπου οι δίκες δεν γίνονται ποτέ (βλ. του Αγίου Πούτσου ανήμερα).

Προέρχεται από την ορολογία για την ημερομηνία δικασίμου «από αναβολή», δηλαδή μετ' αναβολής ορισθείσα, κατόπιν αιτήματος των διαδίκων ή κωλύματος (π.χ. απεργίας γραμματέων, εθνικών εορτών, εκλογών, τήρησης ωραρίου, αποχής δικηγόρων, ανώνυμης κλήσης για βόμβα κτλ).

Ως γνωστόν, έτσι και πάρει αναβολή μια δίκη, (τουλάχιστον στην Αθήνα) συνήθως μετατίθεται η δικάσιμος στις ινδιάνικες καλένδες, ήτοι κάνα χρόνο πίσω οι αστικές και τουλάχιστον έξι μήνες οι ποινικές υποθέσεις, δεδομένου ότι τα πινάκια είναι γεμάτα, δεν υπάρχουν αρκετές αίθουσες, δικαστές, προσωπικό, οι νεοέλληνες αλληλομηνύονται ακατάπαυστα κτλ.

Βέβαια, αξίζει να σημειωθεί, ότι αφ’ ενός πολλοί διάδικοι -μέσω των δικηγόρων τους- παρελκύουν σκόπιμα τις δίκες, αφ’ ετέρου λόγω του παραδικαστικού (που δίνανε αβέρτα αναβολές/προτιμήσεις δικασίμων σε «ημετέρους» και παραγράφονταν ή προηγούνταν αντίστοιχα οι υποθέσεις τους κτλ) και των πειθαρχικών ποινών που έπεσαν, οι δικαστές είναι στριμωγμένοι και πλέον δε θέλουνε να δώσουν αναβολή, ακόμη και αν υφίσταται νόμιμη και εύλογη αιτία, καταντώντας σκληροί για να φανούν αδέκαστοι.

Υποτίθεται ότι δεύτερη αναβολή δίδεται με εξαιρετική φειδώ και μετά σε καμία περίπτωση, αλλά δε βαριέσαι; Όλο και κάτι θα προκύψει και η δίκη θα τραιναριστεί στο έπακρο κι ο κοσμάκης θα ταλαιπωρείται μέχρι να βρει το δίκιο του.

- Έγινε σήμερα το δικαστήριο;
- Μπάαα! Κάποιος πήρε τηλέφωνο για βόμβα πάλι, μέχρι να εκκενωθεί το κτήριο, μέχρι να ’ρθουνε οι μπάτσοι με τον Αζόρ να ψάξουνε, μέχρι να ξαναμπούμε, πήγε τρείς η ώρα, τελείωσε το ωράριο και η γραμματέας κατέβηκε απ’ την έδρα...
- Δηλαδή πήγε Άπω Αναβολή η υπόθεση;
- Κάπως έτσι. Ποιός τον ακούει τον πελάτη τώρα! Τρίτη φορά που δε γίνεται η δίκη!

Μπούχτισα πια! (από HODJAS, 30/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δωροδοκώ, δωροδοκούμαι. Ιδιαιτέρως απαντάται στη δικαστική αργκό.

Η ιδιομορφία του όρου συνίσταται στην ενεργητική και παθητική συνάμα σημασία του, στη μεταβατική μορφή του ρήματος και στις δύο περιπτώσεις, αναλόγως του αντικειμένου. Έτσι τον πιάνω σημαίνει «τον δωροδοκώ», ενώ τα πιάνω «δωροδοκούμαι».

-Έχω μια γνωστή στην εισαγγελία, να της πω τίποτε να πιάσουμε το δικαστή; (ενεργητικό)

-Δικηγόρε τι απόφαση είναι αυτή; Μας πήρανε και τα σώβρακα. -Ε, είναι φως φανάρι ότι τά ’χε πιάσει ο δικαστής. Θα κάνουμε έφεση, μην ανησυχείς (παθητικό).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ της τζιπούρας Porsche Cayenne και του μεγαλοδικηγόρου Αλέξη Κούγια. Χαρακτηρίζει το εν λόγω όχημα ως το κατ' εξοχήν σύμβολο νεοπλουτισμού της τελευταίας δεκαετίας στην Ελλάδα. Σχετικές αναφορές έχουν γίνει στα λήμματα μουαγέν, τζιπούρα, το χάσαμε το κορμί πατριώτη και βλαχοκυριλέ. Εννοείται ότι η τζιπούρα αποκτήθηκε με κουγιές, και εφόσον συνδυάζεται με μοντελοπνίξιμο είναι ακόμη πιο επιλήψιμη. Η έκφραση λέγεται με μελαγχολία ότι τα μουνιά και τα μοτέρια βρίσκονται σε λάθος χέρια.

Πάσα: John Black.

- Πού το κουβάλησε το κουγιέν στο στενοσόκακο ο μαχλέπας! Μας φράκαρε τον δρόμο!

Porsche Cayenne. (από Khan, 19/04/11)Το χάσαμε το Καγιέν πατριώτη! (από Khan, 19/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified