Further tags

Πρόκειται για την προσαρμογή του γνωστού ρητού «από μικρό κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια» στα μέτρα και τα σταθμά του Ε.Σ. Ο «μικρός» του ρητού αντικαθίσταται εδώ από τον «λελέ» (=παλιός) του στρατού, ενώ η λέξη «τρελελέ» διατηρεί εδώ την έννοια του τρελού.

Η φράση υποδηλώνει ότι μόνο από κάποιον που είναι παλιός ή τρελός (αν ήταν τρελός προτού μπει στο στρατό ή έγινε αφ' ότου μπήκε δεν έχει ιδιαίτερη σημασία), μπορείς να μάθεις τι πραγματικά συμβαίνει στον Ε.Σ.

Το ρητό αυτό, όμως, επιβεβαιώνεται ως επί το πλείστον κατά το ήμισυ: ο τρελός μπορεί να σου πει την αλήθεια, ο παλιός θα σου πει πάντα την δική του αλήθεια.

- Μήτσο, τι λέει ρε μαλάκα; Μεθαύριο παρουσιάζεσαι;
- Άσε με ρε και έχω κλάσει πάνω μου... μίλαγα χθες στο τηλέφωνο με τον Κωστή που μπήκε με την προηγούμενη σειρά και μου 'λεγε κάτι σκηνικά...
- Ώπα! Μαγκεψάμεν ο Κωστάκης και δίνει συμβουλές; Το νεούδι; Αγόρι μου... Μην φοβάσαι και εγώ είμαι εδώ. Από λελέ και τρελελέ μαθαίνεις την αλήθεια... Εγώ θα στα εξηγήσω όλα... 27 και σήμερα ρε ο δικός σου... Όταν παρουσιάστηκα εγώ αντί για όπλα μας δίναν πέτρες και ρόπαλα...
- Ρόπαλα; Αλήθεια;
- Χμμμ... κάτσε να τα πάρουμε από την αρχή...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λεξιπλασία, μάλλον του καθηγητή Ντίνου Τσίφα, που σημαίνει «άλλα αντ' άλλων», ή ό,τι να 'ναι. Λέγεται και ως απάντηση σε ερώτηση, της οποίας η απάντηση είναι προφανής, αλλά πικρή.

- Ρε, συ, τα 'μαθες; Απολύονται τα σταζ. Είμαστε κι εμείς μέσα;
- Yes, they aren't!

- Πήγαν για τριήμερο και κοντεύουν μήνα!
- Yes, they aren't.

oh, come on... (από Jonas, 04/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε για άνθρωπο που είναι πολύ κοντός. Για την ακρίβεια είναι τοοοόσο κοντός που κάλλιστα θα μπορούσε να μη συμπληρώνει το μέτρο για 5 εκατοστά.

Ο όρος αποτελεί αλλαξοκωλιά της φράσης «μια παρά πέντε» που δείχνει ώρα.

Συνώνυμο: ένα κι ένα milko.

- Xα χα! Πως είσαι έτσι μωρή;! Είσαι ένα παρά πέντε!!!
- Α να χαθείς ρε μαλάκα!!!
- Μαλάκα μ' έχει κάνει ο κώλος σου! Ασταδγιάλα τώρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το ζάπλουτος, ο πολύ φτηνός, ο πάμφθηνος. Παρεμπίπταμπλυ, το σωστό είναι ζάπλουτος και όχι ζάμπλουτος, όπως συνηθίζουν πολλοί.

  1. Γουστάρεις καμερούλα που πήρα για το Skype; Ανάλυση 8 μεγαπίξελ. Και ζάφτηνη, ε, 18€, μαλάκα!

  2. Ο Πλημμύρας κάνει εκποίηση. Πήρα Arcteryx Maverick 80€. Ζάφτηνο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι ο γαστρεντερολόγος, δηλαδή ο ιατρός που διενεργεί τις γκανγκστροσκοπήσεις (γαστροσκοπήσεις).

- Λοιπόν σου βρήκαν τίποτε οι γιατροί;
- Κάθε γιατρός ό,τι ξέρει, μαρτυράει: Αν πας π.χ. σε γκανστερολόγο και του πεις ότι φταρνίζεσαι, θα σε βάλει αμέσως κάτω να σου κάνει γκανγκστροσκόπηση, ενώ ο ωριλάς λαρυγγοσκόπηση. Πού να βρεις άκρη...

(από allivegp, 22/10/09)Τον γκανγκστερολόγο έπαιξε λαμπρά ο Billy Crystal. (από Khan, 22/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το διδακτορικό. Συχνό σφάλμα της καθομιλουμένης (καί της καταγραμμένης, βλέπε παράδειγμα 1) που έχει ωστόσο παγιωθεί ως δείγμα καθαρού μπαμπαδίστικου χούμορ. Το αστείο βρίσκεται είτε απλά στο λογοπαίγνιο καθαυτό ή και στην παρομοίωση της εκπόνησης μιας διδακτορικής διατριβής με καταναγκαστικές εργασίες σε ολοκληρωτικά καθεστώτα –σε κάθε περίπτωση, δεν το βρίσκουμε καθόλου αστείο, αλλά τέλος πάντων...

Το διδακτορικό προέρχεται από το διδάκτορας, που όπως μας πληροφορεί ο τέως πλάστηκε το δέκατο ένατο αιώνα με βάση το διδάσκω για να αποδώσει το γερμανικό Doktor (< λατ. doctor < doceo), ενώ το δικτάτορας προέρχεται απευθείας από το λατινικό dictator (< dicto).

  1. Καλέ, τι έγραψα; Δικτατορικό; Χα χα χα! Διδακτορικό ήθελα να γράψω. Και πάλι χα χα χα! (σχόλιο σε ιστολόι)

  2. Δεν επέλεξα να κάνω μεταπτυχιακό για να έχω απλά ένα «μπόνους» στο βιογραφικό, ή για να μπω πιο εύκολα στο δημόσιο. Το έκανα απλά γιατί το ήθελα και με ενδιέφερε να εντρυφήσω λίγο παραπάνω σε κάποια πράματα τα οποία θεωρούσα ήδη πολύ ενδιαφέροντα. Και γι αυτό άλλωστε προχωράω και στο διδακτορικό (ή στο «δικτατορικό», όπως το λέει και ο νονός μου… :) ) (από ιστολόι)

  3. Άστα! Έχω πήξει άσχημα... Δουλειές! Όλη μέρα στο λαπι-τοπ. Καταραμένο διδακτορικό! Δικτατορικό έπρεπε να το λένε... σνιφ! (από φόρουμ)

Δες και πουτσουντί.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το άφρακτο παραπλήσιο ασύρματο δίκτυο, εις ο συνδεόμεθα λάθρα. Από εδώ.

Να τους έχει καλά ο Θεός τους απανταχού γείτονετ (ας κάνουμε όλοι όμως συνετή χρήση).

— Τι έγινε τελικά έβαλες ιντερνέτ στο σπίτι;
— Για την ώρα βολεύομαι με ένα γείτονετ. Ξέρεις, κάνα μαίηλ, στοίχημα και χρηματιστήριο. Άμα το κλειδώσει θα δω.

(από GATZMAN, 16/11/10)

Βλέπε και γειτόνεξ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για την επιτυχή έκβαση μιας προσπάθειας.

Η λέξη χέσιον προκύπτει εκ της λεκτικής συνουσίας της λέξης χέζω με τη λέξη αίσιον. Η έκφραση χρησιμοποιείται για να:

  • Ευχηθούμε με χιουμοριστικό τόνο σ' ένα κολλητάρι,να 'χει αίσιο τέλος μια σημαντική προσπάθεια του (βλ. παρ. 1),
  • Επισημάνουμε την αρνητική κατάληξη μιας προσπάθειας, ή την πρόβλεψή μας πως θα είναι αρνητική (π.χ: ανεπάρκεια υλικών και ανθρώπινων πόρων, απαιτούμενου ψυχικού σθένους, απαιτούμενης νοοτροπίας, κ.λ.π). Βλ. ίδιο παράδειγμα.
  1. Ο Βασίλης, καλός μαθητής, ετοιμάζεται για εξετάσεις, Λίγο πριν το ενενήντα δείχνει πως είναι πολύ αγχωμένος. Ο κολλητός του τον πλησιάζει κεφάτος, λέγοντας:
    - Αντε ρε...Σου εύχομαι η προσπάθεια σου να πάρει χέσιον τέλος.
    - Α...άμα έχεις τέτοιους φίλους, τι να τους κάνεις τους εχθρούς...χαχαχα.

  2. - Πώς τα πήγε ο Μήτσος στις εξετάσεις; Έμαθες τίποτα;
    - Άστα...η προσπάθεια του έλαβε χέσιον τέλος. Πάτωσε σε όλα τα μαθήματα.
    - Φαινόταν το πράγμα. Πάσχει από δυοξύνη οξείας μορφής ο τύπος. Το χέσιον τέλος ήταν αναμενόμενο. Τι να λέμε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ούτη λέξη προέρχεται παρά του κλασσικού ανεκδότου (απαράδεκτον δια πράκτορας εάν δεν γιγνώσκεται παρά τα μέλη του σλανγκ.γρ) και υποδηλεί το ξαφνικό και επίπονο πρωκτικό σεξ ή μεταφορικώς την ξαφνική απειλή. Συνδυάζεται δε μετά της σχετικής χειρονομίας η οποία τελείται ως εξής: ο ομιλητής σφίξει γροθιά το αριστερό του χέρι και το κρούει με την δεξιά του παλάμη ίνα ακουσθεί ο γνωστός ήχος «πλατς!».

Α' Ανέκδοτο:

Δεγαμίων: Ω Ρουφοκώλων, πες μου, μετά της γυναικός σου πράττεται όλες τας στάσεις;
Ρουφοκώλων: Βέβαια!
Δεγαμίων: Ακομα και την «κεμπάπ»;
Ρουφοκώλων: Όχι, πως πράτεται ούτη;
Δ.: Λες της γυναικός σου να γδυθεί και στηθεί εις τα τέσσερα, βαίνεις σιγά-σιγά από πίσω της ίνα μη σε αντιληφθεί, και μπάπ!

Β' Πραγματικότις

Καυλαγόρας: Ήλθον το αφεντικό μου ύστερον από τας εκλογάς και φόρτωσέ με πλείστη εργασίας άνευ λόγου και αιτίας! Φαίδων: Αντελήφθην... κεμπάπ!

Λογοπαίγνιο «και μπάαααπ!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατόρθωμα της πλάκας, της πούτσας.

Η λέξη είναι προσωπική δημιουργία. Την χρησιμοποιώ και θα ήθελα να γίνει πανελληνίως γνωστή. Θέλω να συμβάλω και εγώ στον εμπλουτισμό της γλώσσας του Σωκράτη, του Περικλή, του Μάκη, του Νίκου!!!

— Νικήσαμε 3-0 τον.....(όνομα ομάδας)
— Μεγάλο σκατόρθωμα!!! Αυτούς τους κερδίζαμε και εμείς οι άμπαλοι.

Δες και σκαταλαβαίνω, σκατάσταση, σκατούρημα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified