Selected tags

Further tags

Η παντελώς αγάμητη γυναίκα. Τόσο πολύ, που το μουνί της έχει αραχνιάσει.

Εσύ, αραχνομούνα, θα βρεις ποτέ κανένα γκόμενο;

Αγόρια προσοχή κυκλοφορούν αραχνομούνες. (από joe909, 01/09/11)

Βλ. και πιάνω αράχνες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιδιωματική - ιδιωτική λεξιπλαστική λέξη, πιθανώς παράφραση της λέξης «σαλαμάνδρα» (από γνωστό παιδί - κουμπί), η οποία δεν έχει κάποιο σαφές νόημα.

Χρησιμοποιείται ανάλογα με το γλωσσικό περιβάλλον στο οποίο εντάσσεται.

(αληθινός διάλογος σε γνωστό κατάστημα γρήγορης εστίασης)
Κοπέλα στην παρέα μιλώντας για θέμα που δεν θυμάμαι: - ...Σα μια μάνα.
Αγόρι απαντώντας χιουμοριστικά: - Παναγία μου, μια σαμιαμάνα, μια σαμιαμάνα!!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απόβλητο από την κωλιακή κοιλότητα κατσικιού - προβάτου. Έχει σφαιρικό σχήμα. Χρώματα: μαύρο, αν το ζώο εκτρέφεται σε εγκαταστάσεις με συγκεκριμένες τροφές και μουσταρδί, αν το ζώο είναι αλανιάρικο και τρώει ό,τι βρει. Περιέχει πρωτεΐνες - κρεατίνες για τα φυτά.

- Ρε Μήτσο, τι ρίχνεις στα φυτά σου και μεγαλώνουν τόσο γρήγορα;
- Ε, απλό είναι, βγάζω βόλτα τα πρόβατα του κυρ Γιώργου στον κήπο μου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γενική συνομοταξία εντόμων που την συναντάμε στη Μποχαλία.

Χρησιμοποιούμε την λέξη για να περιγράψουμε κάθε ζωντανό οργανισμό μεγέθους μεγαλύτερο από σκνίπα και μικρότερου από γύπα. Κύριο χαρακτηριστικό τους... να είναι ενοχλητικά.

-Σβήσε τα φώτα ρε γιατί θα πλακώσουνε τα μποχαλόπτερα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραδείγματος χάριν.

-Τι δουλειά κάνει ένα πεύκο;
-Παραμοσχάρι τίποτα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη που χρησιμοποιείται για να περιγράψει το ακραίο heavy metal (death, black, grindcore). Ο λόγος είναι οι πολλές distorted κιθάρες και τα brutal φωνητικά που σε κάνουν να θες να ρίξεις στο συγκρότημα τέζα.

Διευθυντής Ωδείου προς πιτσιρικά 14χρονο που μόλις μπήκε στο ωδείο:

-Και τι μουσική ακους Κωστάκη;
-Ε, κύριε Χαρίλαε ακούω λίγο Obituary, Cannibal Corpse, Pestilence και για να κοιμηθώ βάζω Slayer.
-Α, κατάλαβα, κατσαρίδες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έντομο, κυρίως μυγάκι, που έχει ταχθεί να αυτοκτονήσει μέσα στον καφέ σου ή στο κρασί σου και δε λέει να φύγει μέχρι να πέσει μέσα. Ορισμένα καμικαζέντομα έχουν ως σκοπό ζωής να εξερευνήσουν τα ρουθούνια σου.

- Χλιδάτο εστιατόριο και να παλέυω μισή ώρα μην πέσει μέσα στο κρασί μου το καμικαζέντομο...

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά. Βλ. και καμικάζι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κατοικίδιο ζώο το οποίο καταφέρνει να σε χωρίσει από τον γκόμενο ή την γκόμενά σου… Αυτό βέβαια δεν είναι και πάντα κακό.

- Οπότε λέει η Φανή «Ή ο σκύλος ή εγώ!»... Ευτυχώς που υπάρχει το χωριστρίδιο κι είμαι ακόμα ελεύθερος φίλε.

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός εντόμου που διακατέχεται από επιμονή και έχει γνώσεις «κομάντο» (έπεται εξήγηση). Κατά τη διάρκεια καλοκαιρινής νύχτας, ενώ έχεις ήδη κλείσει τα μάτια σου κι έχεις παραδοθεί στην αγκαλιά του Μορφέα, προσπαθεί να σε ξυπνήσει και να εξερευνήσει το εσωτερικό του αυτιού σου κάνοντας οξύ θόρυβο. Συνήθως πρόκειται για κουνούπι ή σκνίπα που έχει σίγουρα συγγένεια με τον Βελζεβούλ, καθότι τέτοια βασανιστήρια μόνο αυτός κάνει. Η προσπάθειά σου (που συνοδεύεται από βρισίδι απείρου κάλλους) να το βρεις και να το σκοτώσεις ανάβοντας το φως, καταλήγει σε αποτυχία, γιατί κατά έναν περίεργο τρόπο το συγκεκριμένο διαόλι γνωρίζει κάλυψη/απόκρυψη/παραλλαγή (οι γνώσεις «κομάντο» που προαναφέραμε). Το σκηνικό επαναλαμβάνεται αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της νύχτας και το πρωί αποφασίζεις να πάρεις ταμπλέτες, παρόλο που είναι ανθυγιεινές, με τη δικαιολογία «καλύτερα να πεθάνω από χημικά, παρά από αϋπνία (γαμώ το καντήλι του για έντομο)». Απαντάται και σε μύγα κατά τον μεσημεριάτικο ύπνο/λήθαργο, αλλά αντιμετωπίζεται πιο εύκολα γιατί αυτό το είδος δε γνωρίζει κάλυψη/απόκρυψη/παραλλαγή.

-Α ρε κέρατο!!! Δυο ώρες μ’έχεις ξύπνιο! Δε θα σε πιάσω;!... Θα σου @#$^%$##@!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κλασικότερο παράδειγμα τραγωδιάστριας που προέρχεται από την αηδιό Έφη Βώδη (κατά κόσμον Θώδη), η οποία θέσπισε σχολή στην Ελλάδα με το ιδιάζον ταπεραμέντο της.

Αναφέρεται σε κυρία Χατζηκωλάρα, που αποφάσισε να εγκαταλείψει τη στρούγκα με τα ζωντανά της και να ασελγήσει στο τραγούδι, ακολουθώντας το επαναστατικό κίνημα του «Tyrogalo Funk» στη μουσική σκηνή του τόπου, που πρώτη η Βώδη-Θώδη εμπνεύστηκε. Ακολουθεί φωτογραφία της εν λόγω κυρίας εν ώρα «καλλιτεχνικής δημιουργίας».

Βώδη, Έφη

Απαραίτητες προϋποθέσεις πληρότητας του προφίλ μιας τραγωδιάστριας τύπου «Βώδη» είναι:

  • Καταγωγή από άγονο ορεινό χωριό που η κύρια απασχόληση των κατοίκων είναι η εκτροφή τζιτζίκων. Ενίοτε και από νησί άγονης γραμμής που δεν το θέλουν ούτε οι Τούρκοι (άρα και μικρότερο από τα Ίμια).
  • Διαστάσεις χαμηλοτάβανης γκαρσονιέρας. Ύψος κάτω του 1.65m, πλάτος που κυμαίνεται από 2.5 έως 6.5m και μήκος αδιάφορο (αρκεί να «γεμίζει» τη σκηνή στην οποία εμφανίζεται).
  • Χρώμα μαλλιών οπωσδήποτε ξανθεμετί με σχήμα ακαθόριστο, λες και κουρεύτηκε με αλυσοπρίονο.
  • Περιφέρεια στήθους μεγαλύτερη από το νομό Αχαΐας (μαζί με τη γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου).
  • Περιφέρεια λεκάνης μεγαλύτερη από το λεκανοπέδιο Αθηνών (μαζί με τα προάστια).
  • Πόδια σε σχήμα μπουκάλας (κορίνας) μπόουλινγκ και χέρια χοιρινά με το απαραίτητο ξύγκι να κρέμεται στα μπράτσα (κατάλοιπο της πρώην απασχόλησής της με το πήξιμο τυριού στο χωριό της).
  • Ηλικία οπωσδήποτε άνω των 40 (αιώνων εννοούμε) με έντονες τάσεις τεκνατζούς αλλά με ελάχιστη επιτυχία, καθότι για να πας με τέτοιο υπέρμπαζο πρέπει να είσαι πρόεδρος των απανταχού σαβουρογάμηδων και με δείκτη ευφυΐας χρυσόψαρου.
  • Έντονα ένρινη φωνή και προφορά άθλια που δε θυμίζει καμία γλώσσα, οπότε εύκολα «ερμηνεύει» πάσης φύσεως γελοιώδες άσμα ανά την υφήλιο (από ελληνικά έως σουαχίλι).
  • Έκφραση «αγελάδας όταν περνάει το τρένο» και γέλιο ιγνοράνου, με χροιά που κάνει τα νεύρα (όσων την παρακολουθούν) να χορεύουν κλακέτες.
  • Απαραίτητη η εμφάνιση κάθε μεσημέρι σε τηλεοπτικές εκπομπές που θα ασχοληθούν για μισή και πλέον ώρα με τα «σουξέ» της, τη γκαρνταρόμπα της (από φουστάνια μέχρι και εσώρουχα σε μέγεθος αντίσκηνου), την τεράστια πισίνα του σπιτιού της (για να πλατσουρίζει η κυρία φώκια στους καύσωνες και να αηδιάζουμε εμείς), τα σοφά λόγια που συχνά εξαπολύει προς όλες τις κατευθύνσεις κλπ κλπ. Αποτελεί κίνητρο για αυστηρή δίαιτα, μιας και σε πιάνει τέτοια τάση για εμετό που σου κόβεται η όρεξη για ένα 24ωρο.
  • Τα τραγούδια της είναι must σε κάθε γάμο (από το γάμο στην Κανά μέχρι και το γάμο του καραγκιόζη).
  • Το cd της επιβάλλεται σε κάθε καγκουροαυτοκίνητο (χωρίς βενζίνη επιτρέπεται, χωρίς το cd δεν ξεκινάει).

Ο μόνος τρόπος αποφυγής του φαινόμενου «Βώδη», είναι η μετανάστευση και μάλιστα σε περιοχή χωρίς ΜΜΕ, καθότι οι εν λόγω τραγωδιάστριες είναι διεθνούς βεληνεκούς…

Διαγωνισμός τραγουδιού προς τιμήν της μεγάλης Έφης Βώδη-Θώδη...

Παράδειγμα χρήσης:
-Πάμε μπουζούκια ρε απόψε;
-Πού; Σκυλάδικα;
-Ε ναι, να ακούσουμε καμιά βώδη να σπάσουμε πλάκα.
-Μπα, τραβηγμένο. Θα με πιάσει πονοκέφαλος...

Έφη Θώδη, Γιουροβίζιον 2008 (από poniroskylo, 04/06/08)Α-ψωλού-τλι (από joe909, 12/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified