Selected tags

Further tags

Επιφώνημα τ. Μικυμάου, που εκφράζει κλάμα γοερό και ηχηρό.

Πρόκειται για κατάσταση κορύφωσης, στην οποία περιέρχεται ο κλαίγοντας αφού περάσει από τα στάδια σνιφ, κλαψ και λυγμ, τα οποία είναι συνήθως προκαταρκτικά και στην συνέχεια η καταιγίδα κοπάζει σταδιακά και ακολουθούν ξανά κατά την λογική της καμπάνας κανονικής κατανομής (βλ. μήδι).

Συγκεκριμένα το μπουχουχού αναφέρεται σε κλάματα απ' αυτά που ρίχνει κανείς χώνοντας το πρόσωπό του μέσα στις παλάμες του, κατά προτίμηση όσο είναι μόνος του, ενώ, αν του κάτσει μπροστά σε κόσμο, μπορεί να τρέχει ταυτόχρονα να κρυφτεί σε καμιά τουαλέτα ή άλλο ουδέτερο χώρο μη προσβάσιμο στους πολλούς για να μην γελοιοποιηθεί εντελώς.

Μπουχουχού παίζει επίσης σε φάση «κρύβω-το-πρόσωπό-μου-στον-ώμο-φίλου-που-ταυτόχρονα-με-αγκαλιάζει-παρηγορητικά».

Σύμφωνα με τα ανωτέρω το μπουχουχού μπορεί να παίξει τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο απλά για να επισημάνει στενοχώρια και διάθεση του ομιλούντος να κλάψει, οπότε και δεν συνοδεύεται από κραυγές και μύξες όπως στην κυριολεξία του και αυτό είναι καλό.

  1. Κάποιος κλαίει εδώ: Μπουχουχού... Έχω αυπνίες και θέλω να κλάψω τη μοίρα μου. Ποιο καλό παιδάκι θα με φτύσει στη μούρη να συνέλθω; Υ.Γ. Η έστω, ας μου συμπαρασταθεί. Υ.Γ.2. Κανείς ε;

  2. Κάποιος κλαίει εδώ: Τέρμα η άδειααα... μπουχουχου... Είναι τραγικό... Επιστροφή στη δουλειά μετά από έναν υπέροχο μήνα ξάπλας, ξεκούρασης και χαλάρωσης...

  3. Σχόλιο εδώ: Σαν να λέμε, πάει ο πούτσος, μας τέλειωσε, δεν σηκώνεται πια, δεν λειτουργεί μπουχουχου κλαψ, λυγμ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τον μέγα μιζερομίζερο τσιφούτη Ebenezer Scroodge του Ντίκενς (Ένα Χριστουγεννιάτικο Παραμύθι) και κυρίως αργότερα από τον Σκρουτζ Μακ Ντακ του Ντίσνεϋ, μας έμεινε να αποκαλούμε Σκρουτζ κάθε τσιγκούνη και σφιχτό με τα λεφτά άνθρωπο.

Σκρουτζιές, λοιπόν, είναι οι μικρο-λογαριασμοί, οι λογαριασμοί επιπέδου κουμπαρά και όχι οι μεγάλοι οικονομικοί υπολογισμοί (εφορεία, δάνεια και τέτοια). Σκρουτζιές κάνουμε όταν βάζουμε κάτω τα μικρο-οικονομικά μας, π.χ. τα έσοδα του μήνα που θα γίνουν έξοδα, τα μικροχρέη του ενός προς τον άλλον, του καθενός μας προς ΟΤΕ, ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, κοινόχρηστα κλπκλπ, οι λογαριασμοί δηλαδή που κάνουν τους καλούς φίλους / συνεργάτες / ζευγάρι / αδέλφια / συγκατοίκους κλπ και που, αν δεν γίνουν σωστά ή στην ώρα τους, αποτελούν μέγα θέμα για καυγά και γκρίνια.

Μωρό μου πληρώθηκα σήμερα, έλα να κάνουμε σκρουτζιές να δούμε τι έχουμε και τι θα μας μείνει...

(από Dirty Talking, 21/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο εξαιρετικά ογκώδης άνθρωπος, είτε λόγω σωματικού πάχους, είτε λόγω εξαιρετικά πρησμένων μυών, ως απόρροια της εκγύμνασης με βάρη σε συνδυασμό με χρήση συμπληρωμάτων διατροφής (για να τηρήσουμε έστω έναν ελάχιστο βαθμό πολιτικής σαθρότητας...).

Η ονομασία χουλκ προέρχεται από την κάκιστη μετάφραση του αγγλικού Hulk (ήτοι ογκώδης, βαρύς, σωματώδης άνθρωπος, μαντράχαλος) στα τα παλιά εικονογραφημένα αριστουργήματα των εκδόσεων Καμπανά. Τελικά η συγκεκριμένη απόδοση κυριάρχησε στον ελληνικό χώρο, μέχρι την επανέκδοση του περιοδικού από την Μαμούθ Κόμιξ με την σωστότερη ηχητικά απόδοση ως Χαλκ, η οποία προκάλεσε σάλο μεταξύ του αναγνωστικού κοινού, συντελώντας στην έναρξη ενός μίνι εμφυλίου πολέμου που διαδραματίστηκε στις σελίδες της αλληλογραφίας του περιοδικού.

Παρότι ο εξαιρετικά ογκώδης λόγω πάχους είναι ως έννοια διαμετρικά αντίθετη με τον ογκώδη λόγω μυϊκού όγκου, αυτό δεν εμποδίζει την σημασιολογική -μέσω της χρήσης της λέξης- εξίσωση των δύο άκρων. Επίσης, η λέξη χουλκ χρησιμοποιείται περισσότερο αναφορικά με το αρσενικό φύλο και σε σπανιότερες περιπτώσεις με το θηλυκό.

  1. - Πώς έχει γίνει έτσι ο Τάκης;
    - Αφού έχει να βγει από το σπίτι 2 μήνες, όλη μέρα τη βγάζει με WoW και ντελιβεριές... αν τον δεις, σαν τον Χουλκ έχει γίνει από τα σουβλάκια.

  2. - Ρε συ, εγώ τον Υάκινθο τον θυμάμαι στο σχολείο να πίνει στα διαλείμματα το νουνού του και προχτές τον πέτυχα πορτιέρη στο κλαμπ, ένα ντερέκι με κάτι μπρατσόνια χοντρά σαν το πόδι μου. Τι μεταμόρφωση ήταν αυτή;
    - Έχεις χάσει επεισόδια... το 'ριξε στο σφίξιμο και μία μέρα σκάει μύτη σαν τον Χουλκ... φοβόμασταν να τον κοιτάξουμε σου λέω...

  3. - Άντε κουνήσου ρε τρόμπα να χάσεις κανένα κιλό, που μου 'σαι σαν τον Χουλκ!

  4. - Μ' αυτά που του δίνουνε εκεί μέσα, θα τον δεις μία μέρα να σκίζει τα ρούχα του σαν τον Χουλκ...

Δέν σας έχω ανάγκη... Γιατί \'μαι ο Χούλκ! (από vikar, 27/08/09)(από Khan, 27/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ισπανόφωνο επιφώνημα έκπληξης (βλ. Ay, caramba).

Πολύ διαδεδομένο κατά τα εξήνταζ και εβδομήνταζ, μέσω κόμικς της εποχής: Λούκι Λουκ, Όμπραξ, κλπ.

  1. - Καράμπα! Ξέχασα το CD!
    - Καραμαλάκας είσαι! Τι κάνουμε τώρα;

  2. - Ανοίγω το συρτάρι, και καράμπα! Ένας δονήταρος, να, με το συμπάθιο.

(από panos1962, 30/10/09)(από panos1962, 30/10/09)viva Mejico cabrones! (από BuBis, 30/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιφώνημα έκπληξης και αιφνιδιασμού, εμπνευσμένο από τα κόμιξ και τα καρτούν. Συνοδεύεται από θαυμαστικό ή αποσιωπητικά.

Υπερθετικός: Γκντόινγκ!

Ηχομημιτικό. Σα να σου έρχεται κάτι κατακέφαλα. Για την ακρίβεια κάτι μεταλλικό, που θα βγάλει και αυτόν τον ήχο. Ένα τηγάνι, ας πούμε.

Συνώνυμο: το μάτι μου!

Σχετικό (όταν ακούμε μια κοτσάνα): τούβλο

- Κώστα... Σε αγαπώ...
- Γκντόινννννγκ!

Ηχητική υποστήριξη του χαλικούτειου σχολίου (από allivegp, 20/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένας που μοιάζει με τον Γκούφη από τα κινούμενα του Ντίσνεϊ. Απαραίτητα ψηλός και τα πέλματα των ποδιών αντικριστά, όπως το καρτούν. Συνήθως καλοκάγαθος ηλίθιος.

  1. Ήρθε σπίτι ο Χρήστος μαζί με τον Γιάννη τον γκούφη.

  2. - Ήταν και ο Χαράλαμπος εκεί.
    - Ποιος Χαράλαμπος;
    - Ο γκούφη!
    - Α, κατάλαβα.

(από Vrastaman, 09/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση συνώνυμη σε σημασία με τις εκφράσεις στ' αρχίδια μου, να τ' άστρα να κι η γλάστρα και λοιπές εκφράσεις σταρχιδισμού και περιφρόνησης προς ανθρώπους και καταστάσεις. Σε άλλες περιπτώσεις, η έκφραση χρησιμοποιείται από τον ομιλητή για να δηλώσει πως ο ίδιος δεν μασάει τ' αρχίδια του και δεν κολλάει πουθενά, ασχέτως με το πόσο δύσκολα ή στριμόκωλα είναι τα πράγματα.

Η άμεση καταγωγή της έκφρασης ανάγεται στους στίχους του κλασικού πλέον άσματος των Tsopanarave -ως προς την άμεση διατύπωση της και την μετέπειτα υιοθέτηση στον προφορικό λόγο των χρηστών- αλλά και από την ίδια την εικονογραφημένη πορεία του γνωστού σουπερήρωα των Marvel Comics, ο οποίος από τη πρώτη στιγμή της εμφάνισης του δεν έπαψε να τα κάνει όλα λίμπα στο πέρασμα του, μιας και δεν υπήρχε κανένας για να τον σταματήσει, αλλά ούτε και για να τα βάλει μαζί του. Αλωνίζει ελεύθερα και γουστάρει, δεν δίνει δεκάρα για τίποτα και κανέναν και ότι χουνέρι και να του στήσουν, ανταπεξέρχεται και με το παραπάνω. Και όποιος δεν γουστάρει, δικό του πρόβλημα.

Ασίστ: Τζίζα

  1. Γεια σας. Είπα κι εγώ Αντί να γράψω στο φόρουμ ότι ο τύπος είναι ένας κάκιστος μίμος του Βασίλη , ότι λέει ΄΄ότι να ναι ΄΄ και το βαφτίζει τέχνη με το μίζερο αυτό τρόπο , ΝΑ ΤΟ ΔΕΙΞΩ ΜΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΑΚΙ ΜΟΥ. Κι εσείς πέσατε να με φάτε. Καλό του έκανα στο κάτω -κάτω της γραφής ΔΙΑΦΗΜΗΣΗ. Το λέει κι ο ίδιος.. Δεν έχω τίποτα προσωπικό μαζί του. ΕΧΩ μ όλους αυτούς τους ανεκδιήγητους που λυμαίνονται το χώρο του τραγουδιού, και όχι μόνο , με τη μιζέρια τους και την ψευτοκουλτούρα τους. ΕΧΩ μ΄εσάς που τους ανέχεστε και τους βαφτίζετε ΄΄καλλιτέχνες΄΄και τους στηρίζετε… ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΑΣ. ΑΛΛΑ ΕΧΟΥΜΕ ΚΙ ΕΜΕΙΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΝΑ ΣΑΣ ΚΑΝΙΒΑΛΙΖΟΥΜΕ. Δεν έχω τύψεις λοιπόν φίλοι μου. Προσπαθώ να διασκεδάσω με τα κείμενα και τα βιντεάκια μου αυτά τα κατασκευάσματα. Αντιδρώ , προσπαθώ να αντισταθώ στη μιζέρια σας… ΓΙΑΤΙ ΕΙΜΑΙ Ο ΧΟΥΛΚ. (Εδώ)

  2. Μετέφερα τον προβληματισμό ενός φίλου μου.Εννοείται πως εγώ δεν καταλαβαίνω από τέτοια γιατί είμαι ο Χουλκ! (Εκεί)

  3. Μη με καλοπιάνεις. Θα σε χτυπήσω κάτω αλύπητα. Σε περιφρονώ! Το όνειρό μου είναι να φτιάξω ένα σπίτι σε μια βουνοκορφή και να εργάζομαι από εκεί με δορυφορικό internet κι ας έχω απλό upload και μεγάλες χρεώσεις. Να γλιτώσω από το τρελοκομείο και να μην βλέπω άνθρωπο. Γιατί είμαι ο Χουλκ. (Πιο'κει)

(από jesus, 08/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπήρξε μέθοδος τιμωρίας και εξευτέλισης στην Αγγλία/Β. Αμερική του 18ου/19ου αιώνα.

Σε μια τυπική φάση με πίσσα και πούπουλα, το άτομο ήταν γυμνό απο τη μέση και πάνω και μια ποσότητα καυτής πίσσας χυνόταν στο σώμα του ενώ ήταν ακινητοποιημένος.

Στη συνέχεια το θύμα σπρωχνόταν σε ένα σωρό από φτερά, έτσι ώστε να κολλήσουν τα φτερά στην πίσσα. Φυσικά ύστερα, το θύμα δεμένο έβγαινε σε κοινή θέα στην πόλη για να ταπεινωθεί πλήρως. Κάτι σαν λιντσάρισμα, νόμος 4000 κτλ.

Χαρακτηριστική τιμωρία που συναντάται κατά κόρον στα κόμιξ Λάκυ Λιούκ (ή Λούκυ Λουκ αν προτιμάτε).

Σήμερα χρησιμοποιείται ως έκφραση για να τονίσει τις καταστροφικές συνέπειες μιας πράξης.

- Ωχ, μαλάκες δεν έχω λεφτά, ποιος θα τα πληρώσει όλα αυτά;
- Ούτε εγώ έχω πάρει αρκετά, πάρε τον Κώστα να σκάσει με λεφτά ασάπ
- Καλά μας βλέπω να φεύγουμε με πίσσα και πούπουλα από δω...

- Ρίχνουμε ένα πιστόλι; Το αξίζουμε μετά από τόσα χρόνια.
- Ναι αλλά άμα μας πιάσουν...πίσσα και πούπουλα μετά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φούσκα που βλέπουμε στα κόμιξ πάνω από τον χαρακτήρα που μιλάει, μέσα στην οποία καταγράφονται τα λόγια ή οι σκέψεις αυτού. Συννεφάκι σκάει και στους υπολογιστές, όταν το σύστημα σε ειδοποιεί για κάτι που μόλις έγινε, ή που πρέπει να γίνει κλπ.

Λέγεται συννεφάκι γιατί είναι λευκό το φόντο και γιατί συνήθως έχει σχήμα σύννεφου, δηλ. δεν είναι γραμμικό. Υπάρχει διαχωρισμός μεταξύ συννεφακίου σκέψης, λόγου, κραυγής κλπ, βλ. εδώ.

Δεν ξέρω αν ανήκει πια στην αργκό αυτή η λέξη (άρα και στο παρόν λεξικό). Σαφώς όμως πρωτοεμφανίστηκε αδόκιμα (γι' αυτό και την καταχωρίζω) και, όπως πιστεύω, ελλείψει άλλου όρου πέρασε τελικά στη ζαργκόν της τυπογραφίας. Αν έχει ο λαός σοβαρές ενστάσεις, θα το ξουτάρω.

Ο ΗΡ ολοκλήρωσε τον έλεγχο κατάστασης. κάντε κλικ σε αυτό το συννεφάκι για να δείτε τα αποτελέσματα.

Γεια σου Ιρονικ Συννεφουλα (από perkins, 17/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Στην ιατρική αργκό, είναι ο ασθενής που πάσχει από κυάνωση και την έχει στρουμφίσει, δηλαδή έχει φτάσει σε αυτό που οι επιστήμονες αποκαλούν σημείο στρουμφ.

  2. Στην κλασική αργκό, βέβαια, στρουμφάκι είναι ο αστυνομικός λόγω της μπλε στολής. Πρβλ. στρουμφάκια, παπαστρούμφ, στρουμφίτα, στρουμφοχωριό.

  1. - Πώς πήγε το απόγευμά σου γιατρέ μου;
    - Καλά πήγαινε μέχρι που έσκασε μύτη ένα στρουμφάκι.
    - Μη συνεχίζεις γιατρέ μου, κατάλαβα. Πούτσες μπλε! Ένας Δρακουμέλ μας χρειάζεται...

  2. Social time ακρως ικανοποιητικο,καμια σχεση με τις τουρίστριες..... Βέβαια τα στρουμφάκια έπιασαν αυτή ενώ άλλες ανατολικές αλωνίζουν.
    (εδώ)

Νεογνό πάσχον από σύνδρομο Στρουμφ (από Khan, 28/09/10)(από Khan, 04/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified