Further tags

Εντελώς μεθυσμένος, κουνουπίδι, κουρούμπελο, φέτες, και λοιπά.

Η φράση είναι βέβαια τουρκική (bir duvar benim, bir duvar senin) και σημαίνει κατά λέξη «ένας τοίχος δικός μου, ένας τοίχος δικός σου». Στην Τουρκία, λέγεται καμιά φορά και ανάποδα (bir duvar senin, bir duvar benim), αλλά το ίδιο είναι.

Αν και δεν της φαίνεται εκ πρώτης όψεως, είναι παραστατικότατη έκφραση: Έχεις δύο μπεκρήδες, τύφλα στο μεθύσι, να βγαίνουν παραπατώντας απ' το καπηλειό. Πιθανότατα δεν θυμούνται πώς πάνε σπίτι, και σίγουρα δεν βλέπουν πού πατάνε. Έτσι λοιπόν, για να μη χαθούν αφενός, και για να κρατήσουν ισορροπία και να μη φάνε τα μούτρα τους στο σοκάκι αφετέρου, πιάνει ο καθένας από 'να τοίχο - ο ένας δεξιά ο άλλος αριστερά - και πηγαίνουν. Γαμάτο;

  1. Κυριολεξία:
    - Ρε τι γαμάτα που περάσαμε, ρε Μπάμπη! Σ' αγαπάω, ρε φίλε!
    - Κι εγώ σ' αγαπάω, ρε Μήτσο!
    - Πάμε να τα πιούμε και πιο κάτω, ρε Μπάμπη;
    - Δεν μπορώ ρε μαάκα Μήτσο, δεν την παλεύω λέμε, έχω πιει τον κώλο μου!
    - Ε πάμε σπίτι μου, ρε Μπάμπη, να σκάσουμε κάνα γάρο!
    - Και κατά πού είναι το σπίτι σου, ρε Μήτσο;
    - Δεν ξέρω ρε μαάκα Μπάμπη, πάμε και βλέπουμε!
    - Ρε μαάκα Μήτσο, θα πέσω κάτω ρε μαάκα, θα φάω καμιά σαβούρα!
    - Ε, μπιρ ντουβάρ μπενίμ, μπιρ ντουβάρ σενίν, κάπου θα φτάσουμε!
    - Σ' αγαπάω ρε Μήτσο! (σνιφ) Σπαθί ξηγιέσαι!
    - Κι εγώ σ' αγαπάω ρε Μπάμπη! (σνιφ) Καρντάσι! (ΝΤΟΥΠ)
    (πέφτουν)

  2. Μεταφορά:
    - Φίλε, κλάσαμε στο γέλιο χτες. Βγήκαμε με τον Κώστα, κι αυτός δεν το 'χει το αλκοόλ, την ακούει με τη μία. Τον αγκαζάρει, λοιπόν, ο Πέτρος και τον πλακώνει στα σφηνάκια και στις κανάτες και τον κάνει μπιρ ντουβάρ μπενίμ, μπιρ ντουβάρ σενίν. Πήγαινε βάρκα γιαλό, γέλαγε σα μαλάκας, την έπεφτε σε ό,τι πέρναγε...
    - Και στη Σούλα;!
    - Και στη Σούλα! Και στο τέλος έφαγε μια χύμα και σωριάστηκε μες στο μαγαζί και τον πήρε ο ύπνος ρε φίλε!
    - Άντε ρε μαλάκα!
    - Ναι ρε σου λέω, πήγαμε να τον σηκώσουμε κι αυτός ροχάλιζε!
    - Τελέρε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μαριχουάνα κατά τους Τζαμαϊκανούς. Αυτοί ξέρουν.

- Μεγάλε, έχουμε καθόλου γκάντζα να γίνουμε ωραίοι;
- Όπα ρε τρισδιάστατε... Όπα ρε ράσταμαν... Είχες και στο χωριό σου γκάντζα ρε τυρόβλαχε; Φουντίτσα ελληνική δε μας κάνει δηλαδής;

Δες και σχετικά λήμματα: stuff, σταφ, μπαφόσπιτο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ορκ, το.

  • Το άτομο με αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας. Είναι συχνή η συν-νοσηρότητα με τοξικομανία και αλκοολισμό.
  • Ο κακοποιός, ο κωλάνθρωπος, η σκατόφατσα. Κάποιος που σε τρομοκρατεί και μόνο με το παρουσιαστικό του, αλλά και που η συμπεριφορά του επιβεβαιώνει τους φόβους σου.

    Κάποιος που δεν θες να συναντήσεις την νύχτα σε έρημο δρόμο ή, αν το καλοσκεφτείς, ούτε την ημέρα, ούτε ποτέ σου τέλος πάντων.

- Το κέντρο της πόλης έχει παραδοθεί στα ορκ και δεν τολμάω να κυκλοφορήσω. - Σιγά, ρε λελέ...

Ένα κλασικό ορκ. (από Dr. Steve Brule, 16/11/12)τελικός κυπέλλου ΠΑΟ - ΠΑΟΚ 26/4/14  (από xalikoutis, 25/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το δόκιμο Flocaccino είναι κυριολεκτικά (με λίνκι) με χύσα μέσα. Πρόκειται για ρόφημα τ. τούρτα που προσφέρουν τα Flocafé, των οποίων αποτελούν την σπεσιαλιτέ, σε μια μεγάλη σειρά από γεύσεις, όπως Oreo, μπισκότο, βανίλια, καραμέλα, σοκολάτα και δεν συμμαζεύεται.

Το σλανγκικό φλοκατσίνο είναι κυριολεκτικά (χωρίς λινκ) με χύσα μέσα. Πρόκειται για ρόφημα ή και ρόφτυμα τ. φραπέ, που προσφέρει η αλυσίδα Flocafe, των οποίων αποτελούν την σπεσιαλιτέ. Ετυμολογείται λαδή από το φλόκι (= χοντρό χνούδι από στριμμένο μαλλί < ιταλικό flocco < λατινικό floccus, και λόγω προφανούς ομοιότητας τα εκτοξευόμενα συμπλέγματα σπέρματος) και την κατάληξη -τσίνο που παραπέμπει σε φραπέ.

Ως υπηρεσία φραπενείου (στριπτιτζάδικου, κωλόμπαρου, μασατζίδικου, τσιμπουκάδικου και άλλων -αδικων) αποτελεί συνώνυμο για το φραπέ με γάλα, δηλαδή σημαίνει την υποβολή σε αυνανισμό υπό κορασίδος έως και της ποθούμενης εκσπερμάτισης. Διακρίνεται έτσι από το απλό φραπέ, όπου καθώς η πριβεδιά προσμετράται σε ορισμένο αριθμό τραγουδιών (στα στριποκλαμπάκια τουλάχιστον), κινδυνεύει ο φραπέλληνας αν το τραγούδι τελειώσει αιφνιδίως να χρειαστεί να συνεχίσει σόλο. Αντιθέτως, η υπηρεσία φραπέ με γάλα ή χαριτωμενιστί φλοκατσίνο αποτελεί δέσμευση εκ της κορασίδος ότι ο υπεσχυμένος φλοκοπόταμος θα επιδιωχθεί έως εσχάτων ανεξαρτήτως ασματικών ενδεχομενικοτήτων. Φλοκατσίνο, βεβαίως, αποκαλείται δίκην αστεϊσμού μόνο από τους μπουρδελιάρηδες, καθώς από τα ίδια τα κορίτσια αποκαλείται αραμπιστί μεν «σε κάνω τελειώσει», ουκραναϊζεριστί δε φίν-j-ιsh.

Ο όρος φλοκατσίνο εκφέρεται είτε ως χτύπημα, είτε ως ρόφημα, και στην αφήγηση γενικά σεχουαλικώνε ιστοριώνε ανεξαρτήτως φραπενέδων. Περιγράφει αυτές τις πηδυλλιακές στιγμές, που άλλοι από μας (όσοι διαθέτουν «ατζέντες με ονόματα», που λέει κι ο ΜΧΣ) τις ζουν σε κανονικές συνθήκες πιέσεως και θερμοκρασίας, ενώ άλλοι μπροστά από λαπιτόπια, όταν η κοπελιά χτυπάει τον βασιλόπουλο των ονείρων της στο γκραν φινάλε και περιμένει έχοντας παραδοθεί άνευ διασπερματεύσεων. Τότε το μεν χτυπάω ένα φλοκατσίνο με υποκείμενο την ερωμένη αναφέρεται σε φραπέ, το δε κερνάω φλοκατσίνο με υποκείμενο τον ερώντα αναφέρεται σε (καλή) πίπα. Σε κάθε περίπτωση ο βασιλόπουλος δύναται να ανακράξει ως γαμησιάτικη ρίμα «χύνω, χύνω, κερνάω φλοκατσίνο!».

Dedicated to Gatzman, my sweet Frappentine (με την καλή έννοια).

  1. - Ρίξτε μαύρο στο Dolls. Βάζουν όλους τους φραπεδοκράτορες μαζί στον ίδιο χώρο, πάνω στους χιλιοχυμένους καναπέδες και μπορεί να σού 'ρθει και το φλοκατσίνο του διπλανού σου κερασμένο. Πίκρα!

  2. φεραρι ειμαι εγω ενω εσυ............ο ΑΛ ΠΑΤΣΙΝΟ
    θα πιεις ολο τ σπερμα μ σν να ταν φλοκατσινο
    (Ποιητικό hip-hop αρρωστούργημα εδώ).

  3. - Το καλαμάκι με σκουφο η χωρίς συναγωνιστή;
    - σε παρακαλω πολυ >:( εχεις δει εσυ(ΝΑΙ ΕΣΥ!!!!) πουθενα να πινουν καφε(φραπε-φρεντο εσπρεσσο,φρεντο καπουτσινο,φρεντιντο,φλοκατσινο,φλοραπινο) και να εχουν ναυλον πανω στην ουρηθρα του καλαμακιου;Σε παρακαλω που θα μας μιλησεις για σκουφους και γαντια καλοκαιριατικα ;D (Εδώ δεν τίθεται ακριβώς όπως στον ορισμό, αλλά ωστόσο προϋποτίθενται τα σχετικά φραπε-λογοπαίγνια).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός ο οποίος μπορεί να αντεπεξέλθει στις δυσκολίες ενός χανγκόβερ, κατέχοντας γνώση ανακατωτικής μαντζουνίων και ικανότητα διαχείρισης κρίσεων ανάλογη με αυτήν του μαγκάιβερ.

Ύψιστο αξίωμα πότη, καθώς τα χανγκόβερ είναι ο εξελικτικός μηχανισμός που επινόησε η πάνσοφος φύσις ούτως ώστε να μην πίνει ο πάσα ένας, αλλά μόνο αυτοί που είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες με ανδρεία.

– Ξυπνάω, μαλάκα, χτες μετά την καταστροφή και με τη μία κατεβάζω μισό νεροπότηρο με το ζουμί απ' τ' αγγουράκια τουρσί. Σε 5 ήμουνα τζιτζί.
Άτσα ο χανγκάιβερ!!

(από patsis, 17/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπόγκαρτ λέγεται αυτός/αυτή που κατά την διάρκεια μιας χασισοποσίας κρατάει αρκετή ώρα τον μπάφο και παράλληλα μιλάει.

Προφανώς προέρχεται από τον ηθοποιό Χάμφρεϋ Μπόγκαρτ, ο οποίος στις ταινίες κρατούσε μονίμως ένα τσιγάρο (κανονικό) και μιλούσε.

Βλέπε και Καζαμπλάνκα.

Άντε ρε μπόγκαρτ, έχεις μισή ώρα το μπάφο στα χέρια σου και μας έχεις αναλύσει την μισή σου ζωή!

θα τ\'ανάψει, δεν θα τα ανάψει, μας έπρηξες... (από BuBis, 13/09/09)don\'t bogart me (από BuBis, 13/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σκανκ ή σκανγκ είναι μια υδροπονική εκδοχή κάνναβης.(Αγγλ.Skunk). Τι είναι το Skunk; Το ξέρουν όλοι όσοι ασχολούνται με την κάνναβη, πρόσφατα το έμαθαν και οι μαμάδες μας και οι περιπτεράδες μας ...Ξέρουν τι είναι στην πραγματικότητα ή απλώς βρίσκει εφαρμογή ο κλασικός κανόνας της προπαγάνδας: «πες πες πες, κάτι θα μείνει»;

Η παραφιλολογία που υπάρχει και διαιωνίζεται σχετικά με το Skunk τείνει να φτάσει σε φαντασία το «Μαγαζάκι του Τρόμου» (το μαγαζάκι με το σαρκοβόρο φυτό που τρώει τους πάντες). Δεν είναι λίγες οι φορές που όλοι μας έχουμε ακούσει σε συζητήσεις κάποιον – χρήστη κάνναβης συνήθως – να υποστηρίζει ότι το Skunk δεν είναι κανονικό χόρτο, αλλά «χημικό», «ποτισμένο», γενετικά μεταλλαγμένο και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς ... Απ' την άλλη, η επίσημη προπαγάνδα, κράτος και διωκτικοί μηχανισμοί έπεισαν την κοινωνία ότι το Skunk είναι καινούργια μόδα και… πως να το κάνουμε; Δεν είναι σαν τα «αθώα» ελληνικά χόρτα που κάπνιζαν όταν ήταν νέοι ...

Δυστυχώς η αλήθεια απέχει κατά πολύ από αυτό που πιστεύουν οι περισσότεροι. Ας πούμε μια μικρή ιστορία ...

Στις δεκαετίες του '60 και του '70 υπήρχε στο εξωτερικό και περισσότερο στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής το «κίνημα» των hippie. Μπορεί εδώ στην Ελλάδα να είχαμε χούντα και τους χίπιδες να τους γνωρίζαμε μέσω της «Θείας μου της Χίπισσας», στο εξωτερικό όμως χιλιάδες ήταν οι νέοι που ακολουθούσαν το λεγόμενο « Hippie Trail» (μονοπάτι των χίπιδων): επισκέπτονταν χώρες που και το όνομα τους ακόμα ήταν τότε άγνωστο. Σημεία εκκίνησης ήταν η Αίγυπτος, η Τουρκία, το Μαρόκο και η Ελλάδα. Υπήρχε μάλιστα και λεωφορείο που ξεκινούσε από Αθήνα με προορισμό την Goa της Ινδίας. Όλα αυτά στα τέλη της δεκαετίας του '60. Λίβανος, Ιράκ, Ιράν, Αφγανιστάν, Πακιστάν, Ινδία, Νεπάλ, Ταϊλάνδη, Βιετνάμ ήταν οι κυριότεροι προορισμοί. Κοινό χαρακτηριστικό όλων αυτών των χωρών ήταν η ελεύθερη διάθεση μαριχουάνας ή χασίς χωρίς τα σημερινά ταμπού, μιας και όλες είχαν μακρόχρονη ιστορία σε αυτόν τον τομέα. Όταν γύριζαν στις πατρίδες τους πάρα πολλοί έφερναν μαζί τους σπόρια από τις τοπικές ποικιλίες που είχαν δοκιμάσει. Μέχρι τότε η διαθέσιμη μαριχουάνα στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν η ποικιλία που αποκαλούμε σήμερα Sativa. Όλη η μαριχουάνα που εισαγόταν, λαθραία, ήταν κυρίως απ' το Μεξικό, την Κολομβία και την Καραϊβική. Η εισαγωγή των ποικιλιών από Αφγανιστάν και Πακιστάν (την γενικότερη περιοχή του Ινδο-Καυκάσου, Hindu Kush) που ανήκουν στην «ποικιλία» που αποκαλούμε σήμερα Indica έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από όλη την κοινότητα των καλλιεργητών κάνναβης.

Το κλίμα των Ηνωμένων Πολιτειών (με εξαίρεση τη Φλόριντα) δεν ήταν κατάλληλο ώστε να ωριμάσουν μέχρι τέλους οι ποικιλίες από Μεξικό, Κολομβία και Καραϊβική. Αντίθετα οι ποικιλίες απ' τον Ινδοκαύκασο προλάβαιναν να ωριμάσουν και έμεναν κοντύτερες σε σχέση με τις προϋπάρχουσες, και έτσι ξέφευγαν και απ' την κατασκοπεία των ελικοπτέρων.

Επιπλέον αυτές οι ποικιλίες είχαν ένα πάρα πολύ έντονο άρωμα που έμοιαζε με την μυρωδιά του ασβού, χαρίζοντας τους το όνομα «Skunkweed». Τη δεκαετία του '70 στην Καλιφόρνια, ο επονομαζόμενος Sam the Skunkman, έφτιαξε και πουλούσε σπόρια από την ποικιλία Skunk 1. Εδώ πολλοί γουρλώνουν τα μάτια και λένε «πως το έφτιαξε»; Είναι τόσο δύσκολο να καταλάβουν ότι ένα φυτό κάνναβης από το Μεξικό μπορεί να διασταυρωθεί με ένα άλλο από το Αφγανιστάν κλπ ; Όπως ακριβώς οι ντομάτες που καλλιεργούμε είναι διασταυρώσεις από παλιότερες ποικιλίες ντοματιών (ενδογενών και ξένων).

Το Skunk 1 ήταν μια διασταύρωση από Μεξικανικά, Κολομβιανά και Αφγανικά σπόρια και προέκυψε με τις ίδιες τεχνικές που χρησιμοποιούν οι βοτανιστές εδώ και εκατοντάδες χρόνια για να αναπτύξουν μια διαφορετική ποικιλία ντομάτας, αγγουριού, πατάτας, που θα έδινε περισσότερη ποσότητα, μεγαλύτερους και ποιοτικότερους καρπούς και κυρίως που θα ήταν ιδανική για ένα συγκεκριμένο κλίμα. Συνεπώς ούτε γενετικές τροποποιήσεις έγιναν, ούτε «χημικά» χρησιμοποιήθηκαν, ούτε ο ΕΤ άφησε σπόρια πίσω του πριν μας αφήσει για να πάει στο σπίτι του ...

Η συνέχεια είναι λίγο πολύ γνωστή. Το κλίμα ανοχής που υπήρχε τη δεκαετία του '70 στις Ηνωμένες Πολιτείες έδωσε τη θέση του σε ένα καινούργιο συντηρητισμό τη δεκαετία του '80 και οι καλλιεργητές κάνναβης βρίσκονταν υπό διωγμό. Αντιθέτως στην Ολλανδία είχαν αρχίσει να μπαίνουν τα θεμέλια των «εταιριών σπόρων». Το Skunk 1 έγινε αμέσως το νο1 καθώς ήταν το μόνο σταθερό υβρίδιο σε σπόρο εκείνη την εποχή. Πολλές εταιρίες άνοιξαν από τη δεκαετία του '80 μέχρι σήμερα και καθεμιά ανέπτυξε την δική της εκδοχή του Skunk, με τους περισσότερους να επικεντρώνονται στην Indica πλευρά του υβριδίου. Μέχρι και σήμερα σχεδόν το 50% των ποικιλιών που πωλούνται από Ολλανδικές εταιρίες σπόρων περιέχουν Skunk 1 στην γενεαλογία τους.
Άλλες γνωστές ποικιλίες που ήρθαν στην Ολλανδία από τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι: Original Haze, Afghani 1, Hindu Kush, California Orange, Early Girl, Hawaiian Indica, Northern Lights, Big Bud, Hash Plant, G-13, Bubblegum.

Δείτε τις ποικιλίες κάνναβης σαν τις ποικιλίες των αμπελιών. Άλλο κρασί δίνει το Merlot, άλλο το Tokaji, άλλο το Cabernet Sauvignon.
Εάν δεν σου αρέσει το Merlot, δεν το πίνεις. Προτιμάς κάτι άλλο.
Αν δε σου αρέσει τίποτα από όλα, πίνεις ρετσίνα, δαιμονοποιείς τα «ξένα» εμφιαλωμένα και αναπολείς πόσο καλά κρασιά είχαμε τον παλιό καλό καιρό ...

-μην βάλεις ρε συ σκανγκ..είναι τρελόχορτο..

(από pavleas, 10/02/09)Come to me, my little summer rose... (από Vrastaman, 11/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published

«Κομμάτι χασίς που τοποθετούσαν στον αργιλέ» γράφει επιλέξει ο Πέτρος Πικρός στο γλωσσάρι του στα Χαμένα κορμιά, ερμηνεία που επαναλαμβάνεται σποραδικά και στο διαδίκτυο (δείτε εδώ ή εδώ πιχί). Γενικότερα φαίνεται να σήμαινε επεξεργασμένο, «ψημένο» μαύρο, το οποίο, αν δεν χρησιμοποιούσαν στο ναργιλέ, θα χρησιμοποιούσαν για μπάφους (ακόμα και άστριφτους, δείτε εδώ).

Η λέξη ίσως να προέρχεται από το γαλλικό ηχομιμητικό chiquer που σημαίνει «μασάω καπνό» και δύσκολα να 'χει σχέση με το γνωστό ισπανικό chica, που προέρχεται από το λατινικό ciccum (μικρό, ασήμαντο, ευτελές αντικείμενο) και σημαίνει «κορίτσι, νεαρή κοπέλα», ή γενικότερα «γκόμενα».

  1. Το Μήτσο τον έφαγε η τσίκα, η τσίκα και η συλλογή. Η τσίκα τού 'φαγε το πλεμόνι κι' η συλλογή... η συλλογή τού 'φαγε το... (Π. Πικρός, «Κουρέλια»)

  2. Άντε χθες το βράδυ στου Καρίπη βρε εφουμάραμε χασίσι
    άιντε εφουμάραμε την τσίκα άντε μ' ένα μάγκαν απ' τη Σύρα
    (Γ. Κατσαρός, «Χτες το βράδυ στου Καρίπη»)

  3. Όταν καταλαβαίνανε ότι ο τεκετζής δεν είχε καλό μαύρο, του λέγανε. Πάνε ρε Γιώργο να πάρεις κάνα δυο τσίκες απ' το μπαρμπα-Βαγγέλη να φουμάρουμε. Η τσίκα ήταν μισό δράμι... Αφού μαστουριάζαμε, ο τεκετζής έλεγε σ' έναν εκεί: βίρα, Απόστολε, βάλ' τα στη ζούλα τους. Σ' ένα μέρος οπουδήποτε για να μη φαίνονται. Και να 'ρθει η αστυνομία να ψάξουνε και να μη τα 'βρουνε. (Μ. Βαμβακάρης, «Αυτοβιογραφία», από 'δώ)

Got a better definition? Add it!

Published

Το κασέρι μπορεί να σημαίνει:

  1. Τα μετρητά χρήματα εκ του αγγλικού cash, βλέπε τον άλλο ορισμό και κασερόπιττα.

  2. Το χασίς.

  3. Την ουρδική ουσία που σχηματίζεται στον πέοντα λόγω απλυσιάς και η οποία μοιάζει με τυρί, είτε κασέρι είτε φέτα, είτε κεφαλοτύρι.

  4. Παραπλησίως λέμε χύνω κασέρια όταν φεύγουν τα χοντράδια, δηλαδή όταν υπάρχει εκσπερμάτιση μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα. Αλλά και γενικότερα όταν χύνεται μεγάλη ποσότητα σπέρματος, ή και μεταφορικά για πολλαπλούς οργασμούς.

Η λέξη είναι τουρκική.

  1. Υπερήλικας Σλάνγκος από αυτούς που αποτελούν την πλειοψηφία του σάιτ:
    Καλά μιλάμε κάναμε σεξ χτες με την Λυσισλάνγκη μετά από χρόνια, και μιλάμε έχυνα Έμενταλ! Φίλος: Έμενταλ; Μιλάς με γρίφους, γέροντα.
    Σ.: Τώρα δεν είμαι και σίγουρος... Έμενταλ ήταν; Γραβιέρα, ροκφόρ; Γιατί έχω και μια ασθένεια που λέγεται κασέρι.

  2. Ό,τι κασέρι έχει το τρώει σε κασέρι.

(από GATZMAN, 25/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Παλιομοδίτικος όρος για το ποτήρι στο οποίο σερβίρεται η μπύρα χύμα από το βαρέλι. Ναι, ναι, εκείνο το μεγάλο με το χερούλι.

Κατ' επέκταση, η βαρελίσια μπύρα σε ποτήρι.

Η λέξη ψιλοεπιβιώνει στη Θεσσαλονίκη. Άλλωστε, στις δεκαετίες του '60 και του '70, το μόνο μέρος στην Ελλάδα που μπορούσε κανείς να πιει μπύρα από βαρέλι ήταν στη Θεσσαλονίκη - και εκεί μόνον στο διάστημα που διαρκούσε η Διεθνής Έκθεσις. Στην Έκθεση κυκλοφορούσε και μια ποικιλία μαύρη μπύρα - η μαύρη μπύρα ήταν σχετικά άγνωστη τότε στην Ελλάδα. Έτσι, για τους μπαγιάτηδες μιας ηλικίας, κρίκερ και μαύρη μπύρα (ΦΙΞ, εννοείται) είναι συνώνυμα του Σεπτέμβρη στη Σαλονίκη μιας άλλης εποχής.

Η λέξη κρίκερ, σύμφωνα με το λεξικό του Τριανταφυλλίδη, είναι παραφθορά του Krüge ή Krüger που είναι ο πληθυντικός της γερμανικής λέξης Krug. Τώρα, στα Γερμανικά Krug, αντιλαμβάνομαι, είναι γενικά ο αμφορέας και δη ο πήλινος και, σε ό,τι αφορά τη μπύρα, οι Γερμανοί λένε Krug ή Bierkrug το πήλινο ποτήρι. Το κάπως πιο γνωστό σε μας Stein είναι, ας πούμε, ένα είδος Krug με καπάκι από καλάι. Αυτό το γυάλινο ποτήρι που εμείς λέγαμε κρίκερ, στη Βαυαρία τουλάχιστον το λένε Seidel ή, αν είναι του ενός λίτρου, Mass.

Από σέντρα του vikar εδώ και κοντινή πάσα-σχόλιο του ΑΛΛΟΥ.

- Έλα, παιδί μου, δυο σάντουιτς γύρο απ' όλα, δυο πίτα σουβλάκι χοιρινό απ' όλα με χωρίς ντομάτα και δυο Άμστελ ...
- Μπουκάλι;
- Ε, ε... τι ... όχι, όχι ... κρίκερ, κρίκερ ...
- ...
- Κρίκερ, ρε παιδί μου ... χύμα ... απ' το βαρέλι ... - (άσε μας, ρε μπαρμπόιλ) ... Μικρό ή μεγάλο ποτήρι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified