Further tags

Ο τύπος ο φλου. Ο αραχτός. Ο ό,τι-βρέξει-ας-κατεβάσει-και-τ' αρχίδια-μου-κουνιούνται. Η έννοια της σήψης είναι έκδηλη σε αυτόν τον ορισμό.

Προέρχεται από τον γνωστό παίκτη καλαθοσφαίρισης του αμερικανικού μπασκετικού στερεώματος (NBA), Shaquille O'Neal.

Λεοπόλδος: -Ρε συ Μιμίκο... Ο Χοσέ πολύ Σαπίλ Ονίλ δεν έχει καταντήσει; Μου τη σπάει η αδιαφορία του...

Μιμικος: -Ρε Λεοπόλδε, ξεκόλλα από τη ζωή σου... Περνάει την άραγκον φάση του το παιδί... Στέι κουλ ντουντ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μεξικάνικο έδεσμα γουακαμόλε (μεσογειοποιημένη παραλλαγή: αβοκάντο, φουλ σκόρδο, ντομάτα, ελαιόλαδο, αλατοπίπερο, όλα νιανιά), ιδανικό για ντιπ ή για παρέα σε άλλο έδεσμα (πχ. κοτόπουλο) ή για ορεκτικόνε.

Σλανγκιά των ογδόνταζ, εποχή κατά την οποία πρωτοεμφανίστηκε το γουακαμόλι στο ελλάντα. Τότε όμως ακόμα προηγούνταν το σλανγκίζειν της απόλαυσης όποιας νέας γεύσης.

Πέραν της ηχητικής ομοιότητας με τον γαμιόλη ή την κατάληξη - όλι γενικά, η σλανγκιά παρέμεινε σε επίπεδο λειψού λογοπαιγνίου, όχι ιδιαίτερα επιτυχημένου και πάντως μη διαχρονικού. Έτσι λοιπόν εξέλιπε σχεδόν εντελώς τελείως.

Η υποφαινομένη έχει την εντύπωσις ότι το πρωτοέφερε εδώτο μπαρ-εστιατόριο Μετς (μην το ψάξετε, έχει κλείσει προ Κρίσης).

- Είστε έτοιμοι να παραγγείλετε;
- Μάλιστα, φέρτε μας ένα ριζότο με γαρίδες και σαφράν, ένα σουφλέ μελιτζάνας και μία αραβική πίτα με κοτόπουλο και σως γουαγαμιόλι...
- Εεεχμμ, μμμάλιστα...
- ΡΕ ΜΠΑΜΠΑ! Πάψε να λες κάθε φορά την ίδια μαλακία! Πάλι ρεζίλι μας έκανες!
(ο μπαμπάς παρεξηγημένος:) - Στα χρόνια μου το λέγαμε και γελάγαμε και έτσι μου αρέσει να το λέω.

Εγινε η μάχη στα Γαυγάμηλα, οταν είπα στο σεφ γουάϊ γαμιόλη (από GATZMAN, 25/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραλλαγή του γέροντα Παϊσίου. Ο γνωστός και μη εξαιρετέος από το φατσοβιβλίο, για τα κακώς κείμενα του χριστιανισμού και όχι μόνο, τον οποίο παραλίγο να τον κλείσουν και φυλάκα και να του βουλώσουν το στόμα, στη μητέρα της Δημοκρατίας στην οποία έχουμε εμείς όλοι την τύχη να ζούμε.

Από τότε συναντάμε διάφορες μορφές του όπως Γέρων Μαϊπρίσιους, Γέρων... Κολοκύθιους κλπ κλπ.

Τα 'μαθες ρε... Ο γέροντας Παστίτσιος έκλεισε τη σελίδα του στο φάψεμπουκ... γιατί πήγαινε κατευθείαν για τη μπουζού!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Να γνωριστούμε καλύτερα.

Πρωτοακούστηκε στην ταινία Ο κατεργάρης του Δαλιανίδη του 1971.

Η Νόρα Βαλσάμη κόρη πτωχού πλην τιμίου υπαλλήλου (Χρόνης Εξαρχάκος) ερωτεύεται τον κανακάρη του εργοστασιάρχη αφεντικού του πατέρα της και ζητάει την άδειά του για να κάνει πάρτυ για «to know us better», το οποίο παραφράζεται από την αμόρφωτη μάνα της (Κατερίνα Γιουλάκη) σε αζμπέτε. Μια από τις γλυκανάλες του Δαλιανίδη πριν το γυρίσει στις ταινίες κοινωνικής διαμαρτυρίας ή «κουλτούρα να φύγουμε» όπως το Βασικά καλησπέρα σας και Τα τσακάλια.

- Θά 'ρθεις το βράδυ σπίτι να σε γνωρίσουν οι γονείς μου για να με αφήνουν να βγαίνω πιο αργά.
- Το σκουλαρίκι να το βγάλω;
- Όχι καλέ, αφού ο μπαμπάς μου είναι πουρέιντζερ, παλιά άφηνε και ... φαβορίτες.
- Άσε καλύτερα μη μου πρήξει τ' αρχίδια. Δεν είμαι εγώ για αζμπέτε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η δεκαετία του 80. Τα έιτιζ (eighties). Η κατάληξη -αζ, γραμματικά, φοριέται και για όλες σχεδόν τις δεκαετίες. Τριάνταζ, σαράνταζ, πενήνταζ, εξήνταζ, εβδομήνταζ, ογδόνταζ, ενενήνταζ.

Χλευαστική παράφραση της αγγλικής κατάληξης -ιζ (-ies). Λύνει και το πρόβλημα της περίφρασης στα ελληνικά: πού να λες τώρα «δεκαετία του ...».

Επέλεξα για λήμμα τα ογδόνταζ καθότι αυτά έχουμε αναφέρει περισσότερες φορές εδώ μέσα. Αλλιώς θα έπρεπε να γράψω -αζ, αλλά κανείς ποτέ δεν θα το έβρισκε να το λινκάρει.

Πωωω, ξαναγυρίζουν το μπάγκυ και η βάτα των ογδόνταζ, δεν θα το αντέξω ξανά!

Δες και -ζ, -ς και εϊτίλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λεξιπλασία του Τζίμη Πανούση, προερχόμενη δηλονότι από το life-style και τον Ιωσήφ Βησσαριώνοβιτς Τζουγκασβίλι, τουπίκλην Στάλιν.

  1. Η κυρίως έννοια είναι το λαϊφστάιλ των σκληροπυρηνικών κουκουέδων, δηλαδή η απόλυτη αντίθεση στο καπιταλιστικό λαϊφστάιλ. Πρόκειται για το στυλ της Παπαρήγα της καλής, για ένα στυλ, όπου πρυτανεύει η απλυσιά, οι αξύριστες μασχάλες και, στις συντρόφισσες, φούστες τ. χριστιανόφουστα, γενικά όλα όσα μπορούν να εμπνεύσουν επαναστατική αλληλεγγύη και συντροφικότητα, αμέριστη αφοσίωση στον επαναστατικό αγώνα και σεξ απήλ μόνο για τεκνοποίηση των μελλοντικών μελών του κόμματος (trivia: sex στα λατινικά σημαίνει κόμμα). Επίσης, παντελή αδιαφορία για παρακμιακά φαινόμενα, όπως image-making, debates κ.ο.κ.

  2. Η παραπάνω είναι η ορθόδοξη έννοια. Με την ευρεία έννοια ο όρος μπορεί να χαρακτηρίσει το λαϊφστάιλ κάθε αριστερίζοντος, έτσι όπως περιγράφεται γλαφυρά σε λήμματα του athens as it really is, του Χαλικούτη, του Ιησού κ.ά. Λ.χ. πρόκειται για το λατέρνατιβ στυλ ενός νεανία αλτερνιού, που δεν έχει απαραίτητα ασχημindie, αλλά μπορεί και να έχει ομορφindie. Περιλαμβάνει οπωσδηπότουσλυ διακοπές στην Ίφκινθο και μαγείρεμα με το αλάτι από την μπαρικάδα Ιφκίνθου, χαϊμαλιά, τζιβομπίχλες, και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις. Με ευρύτατη καθόλου ορθόδοξη έννοια μπορεί να δηλώσει και το λάιφσταϊλ συνασπισμένου νεανία με μπόλικη τσίπρα μέσα του, κουκουλοφλώρου ή και το στυλ της διαδήλωσης.

  3. Τέλος, μπορεί καταχρηστικά να χρησιμοποιηθεί και για το ψαγμένο λαϊφστάιλ ψαγμένου αριστεροκράτη Μαρξ εντ Σπένσερ, που στην ιδανική αισθητική περίπτωση μπορεί να αποτελεί το αντίστοιχο του ναζιάρη στο έτερο άκρο του πολιτικού φάσματος (άλλωστε τα άκρα συμπίπτουν). Χαρακτηριστικές περιπτώσεις οι εστέτ Luchino Visconti, Heiner Muller και πολλοί άλλοι.

Ασίστ: Vrastaman.

«Από την εποχή του Λωτ μέχρι την εποχή του Λόττο το λαϊφστάιλ παίζει σημαντικό ρόλο στο πλασάρισμα των πολιτικών αρχηγών εκτός από την περίπτωση της συντρόφισσας της Αλέκας όπου σε αυτή την περίπτωση διαφοροποιείται κάπως και γέρνει προς το λαϊφστάλιν με τα δολοφονικά πατρόν της Ιωσηφίνας της δολοφονικής λούγκρας του βορρά με το παχύ μουστάκι». (Τζίμης Πανούσης, Δούρειος Ήχος, 1/6/09).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αριθμός τέσσερα (4) στην Αλεφάντειο διάλεκτο.

Αξιοσημείωτοι προσδιορισμοί του τέσσερα στον πληθυντικό αριθμό:
τέσσερες / τέσσαρες / τέσσαροι / τέσσαρις / τέσσεροι.

- Τι ώρα περνάει το λεωφορείο ρε μπάρμπα;
- Κατά τσ' τεσσαρσάμιση...
- Ε..;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραφθορά του ονόματος του Γάλλου συγγραφέως Albert Camus (Αλμπέρ Καμύ). Ψευτοκουλτουριάρης τυπάς, κυρίως από τον «καλλιτεχνικό χώρο» ή τον «χώρο της διανόησης» –ψευδοσυγγραφέας , ψευδομουσικός, ψευδοζωγράφος– ο οποίος έχει μεγάλη επιτυχία στις γυναίκες για έναν από τους παρακάτω λόγους –είτε, σε κάποιες περιπτώσεις, και για τους δύο.

α) Έχει, μέσω του αντικειμένου ενασχόλησής του πρόσβαση σε γυναίκες με «καλλιτεχνίζουσες/ ελευθεριάζουσες» τάσεις –λ.χ. μουσικούς, ζωγράφους, ηθοποιούς.

β) Λόγω θέσεως ισχύος πείθει τις γυναίκες να του κάνουν «χάρες» –λ.χ. καθηγητής πανεπιστημίου, υπουργός, σκηνοθέτης– αλλά όταν τον ρωτούν που οφείλει την επιτυχία του, την αποδίδει στην «κατάρτισή και το καλλιτεχνικό του έργο» και όχι στη θέση ισχύος. Λ.χ. καθηγητής πανεπιστημίου που εκδίδει ποιητικές συλλογές της μπόρας / υπουργός που ασχολείται με «αφηρημένη γλυπτική».

- Μαλάκα είδες κάτι απίστευτα γκομενάκια των οποίων το διδακτορικό επιβλέπει ο Πέτρος;
- Άσε με μωρέ με τον Αλμπέρ Γαμύ! Ας μην δούλευε στη σχολή Καλών Τεχνών και θα σου 'λεγα εγώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λολοπαίγνιο από τον γνωστό και μη εξαιρετέο Πρόεδρο της Ρωσίας Влади́мир Влади́мирович Пу́тин και το επίσης γνωστό και μη εξαιρετέο πουτανάκι.

Ορισμένες περιπτώσεις όπου εφαρμόζεται το λολοπαίγνιο:

  1. Πολιτικοί που συνεργάζονται με τον Πούτιν. Λ.χ. χρησιμοποιείται πολύ τελευταίως από αντιπολιτευόμενους τη συγκυβέρνηση ΣΑΝΕΛ οι οποίοι δηλώνουν έτσι ότι η προσπάθεια στρατηγικής συμμαχίας με τη Ρωσία σημαίνει απλώς ότι προσπαθούμε να ανταλλάξουμε μία εκπόρνευση με μια άλλη ενδεχομένως χειρότερη. Πουτινάκι είναι σε αυτήν την περίπτωση ο πολιτικός που μπορούμε με όχι πολύ μεγάλη φαντασία να τον φανταστούμε σε ερωτικές περιπτύξεις με τον Πουτινιάρη Βλαδίμηρο σε ρόλο Στέφανου Κορκολή να του λαγνοβοά "είσαι το πουτινάκι μου;". Επίσης, κάποιος που ο Πούτιν τον χρησιμοποιεί ως αχυράνθρωπο. Δεν χρειάζεται όμως να πηγαίνουμε τόσο μακριά: Σύμφωνα με τον πολύ εύστοχο σχετικό ορισμό, πουτανάκι είναι και ο "πολύ φανατικός θαυμαστής μίας μάρκας ή χρήστης ενός προϊόντος ή υπηρεσίας", οπότε πουτινάκι είναι το fanboy ή bitch του Βλαδίμηρου ή γενικά της Ρωσίας.

  2. Μια ειδικότερη σημασία είναι αυτός που γράφει υπέρ του Πούτιν και της Ρωσίας στα κοινωνικά μήντια. Ορισμένοι με έφεση στις θεωρίες συνωμοσίας θεωρούν ότι πρόκειται για τρόλια που πληρώνονται από τον Πούτιν, για πράκτορες με ψεύτικους λογαριασμούς κ.ο.κ. κάτι που δεν μπορεί βέβαια να αποδειχτεί και παραβλέπει εξάλλου το γεγονός ότι στην Ελλάδα υπάρχουν πλείστοι όσοι αυτόβουλοι πουτινιάρηδες, χρήσιμοι ηλίθιοι ή και άχρηστοι ηλίθιοι. Τα εν λόγω πουτινάκια ανταπαντούν ότι είναι απαράδεκτο να στιγματίζεται ως τρόλι όποιος απλώς εκφράζει μια πολιτική άποψη αντίθετη στην κυρίαρχη μονοτροπία.

  3. Εναλλακτικώς, αποτελεί γουτσιστική προσφώνηση για τον ίδιο τον Βλαδίμηρο ή μειωτικός χαρακτηρισμός που δείχνει την αδυναμία ή την εκπόρνευση του ίδιου του Πούτιν.

  4. Σεξιστικώς, τα εκ της Ρωσίας του Πούτιν ορμώμενα πουτανάκια ή άλλα ρωσίδια.

1.α. Ο Τσίπρας είναι το πουτινάκι των Ρώσων. (Από το Τουίτερ).

β. Βλέπω κοτζιά πουτινάκι στα εξωτερικά, βλέπω βαρουφάκη στο finance, γατάκι με φαίνεται κάτι διάβαζα οτι ήδη έκανε πίσω, και λαφαζάνη στο broken μηχανοστάσιο. πιστεύω ότι αυτό εδώ είναι παγκοσμίου ενδιαφέροντος δηλαδή ο κύριος "αριστερή πλατφόρμα" στο πόστο της Πολυπόθητης Παραγωγικής Ανασυγκρότησης. (Εδώ)

γ. τρελεβαντεεεεεεεεεεεεεεεεέεεεεέέ΄ε εισαί όλα τα λεφτά αρχηγόπουλο ο Βολοκολάμσκ καί τά πουτινάκια (Από βρις-οφ μεταξύ εβλογημένων αγριοχρίστιανων εδώ).

2.α.Τα πουτινάκια προσπαθούν να μας πείσουν ότι αυτό το σαράβαλο απείλησε υπερσύγχρονο αμερικανικό πλοίο. (Εδώ).

β.Θέλουν τα πουτινάκια να κρυφτούν κι η χαρά δεν τα αφήνει. (Από το Τουίτερ).

3.α.Ζούμε έναν μεγάλο έρωτα με τον Βλαδίμηρο. Κι έτσι όπως είμαστε αγκαλιά, του λέμε «είσαι το Πουτινάκι μου». Κι αυτός μας απαντάει κάπως έτσι, αλλάζοντας τη λέξη... (Από Φέισμπουκ).

β.Είναι και ασχημομούρα και μας το πίκρανε διπλά το Πουτινάκι μας..... (Η πρόεδρος της Λιθουανίας συνέκρινε τον Πούτιν με τους Χίτλερ και Στάλιν).

4.α.Λεω τωρα να προσλαβω τη Σβετλανα!! ηδη εγκατεστησα το σωλήνα (inox 2'')και η pipa δωρο!!! ανθεκτικη στην πεινα στη διψα,στο πηδημα!!! σκετο πουτινακι!!! (Εδώ).

β.Εναρμονιζόμενοι με τους γεωπολιτικούς προσανατολισμούς της πολυχρονεμένης μας κυβέρνησης, επιλέξαμε να περάσουμε τη χθεσινή Ανάσταση στη ρωσική εκκλησία της οδού Φιλελλήνων. [...] Κατά τα άλλα στο εκκλησίασμα κοζάραμε ορισμένα ωραία πουτινάκια, με τα κολλητά τους κλπ, αλλά όχι τις εξτραβαγκάντσες που κάνουν οι δικές μας οι ξετσίπωτες - πολλές ρωσίδες, γριές και νιες, φορούσαν αυτό το τσεμπέρι που καλύπτει το κεφάλι, σε μας φυσικά αυτό αποκλείεται δια ροπάλου διότι πώς θα δείξω αγάπη μου ότι πήγα κομμωτήριο κλπ. Αυτά σε γενικές γραμμές, and the year's. (Ένας γνωστός από τα παλιά, -a blast from the past που λέμε και στο χωριό μου περιγράφει την εξπήριανς από την Ανάσταση στη Ρωσική Εκκλησία της οδού Φιλελλήνων).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λατέρνατιβ. Ο σύγχρονος νέος που υποτίθεται ότι πάει κόντρα στο μουσικό, ενδυματολογικό και κοινωνικό κατεστημένο. Στην ουσία ένας επαναστάτης του κώλου, ένας μαλάκας του γλυκού νερού.

Ένας λατέρνατιβ τύπος:

  • Ακούει μουσικές που δεν του αρέσουν, απλά για να δείξει διαφορετικός και «ψαγμένος».
  • Θεωρεί τους Kaiser Chiefs ψαγμένη μουσική.
  • Θεωρεί τον Χατζηγιάννη ροκ.
  • Συχνάζει στο Γκάζι, επειδή είναι το πιο hot spot της πόλης, ακόμα και αν δεν του αρέσει.
  • Καπνίζει στριφτό, αλλά τα τσιγάρα του μοιάζουν σαν κακοτυλιγμένα πιτόγυρα.
  • Στο super market, στα ποτά, ακόμα ψάχνει να βρει το μπουκάλι του mojito.
  • Βλέπει μόνο ψαγμένες ταινίες που αυταπατάται ότι τις κατανοεί, αλλά στις 9 βλέπει τον «Λάκη τον Γλυκούλη».
  • Θεωρεί μια κουράδα σε αλουμινόχαρτο τέχνη και πληρώνει 500 ευρώ για να την βάλει στο σαλόνι του.
  • Με τους φίλους του συζητάνε για την δυσπρόσιτη γοητεία του τσαλακωμένου εγώ και για τον αβάσταχτα κατακερματισμένο πλούτο της εσωτερικότητας του κοινωνικού γίγνεσθαι. Κάνουν μια παύση και κοιτάζονται στα μάτια, προσποιούμενοι ότι συλλογίζονται, ενώ στην ουσία λένε από μέσα τους: «Τι μαλακίες είναι αυτές; Θέλω να δω ειδήσεις του Star ΤΩΡΑ!»
  • Φοράει και την παλαιστινιακή μαντίλα, επειδή είναι και επαναστάτης.
  • Προσπαθεί να εντάξει ξένες λέξεις στο λεξιλόγιο του, χωρίς καν να ξέρει τι σημαίνουν. Λέξεις τύπου «cult», «extravagant» κ.λπ.
  • Του «αρέσουν» τα ρακόμελα, είναι in. Άσχετα αν του προξενούν τάση προς εμετό.
  • Ένας φίλος του του λέει ότι, χθες το βράδυ έκανε one night stand 5 φορές (και του δείχνει την παλάμη του). Ο λατέρνατιβ νομίζει ότι αυτό είναι ένας cool όρος για τη μαλακία και από κει και έπειτα το χρησιμοποιεί και αυτός.

Στην ουσία ο λατέρνατιβ είναι ένας πολύ δυστυχισμένος άνθρωπος. Από μέσα του νιώθει ότι θέλει να σκίσει τα επιμελώς ατημέλητα trendy ρούχα του, να φορέσει το ριγέ σακάκι του το διπλοσταυροκουμπωτό, το καναρινί πουκάμισο, το άσπρο παντελόνι και το φούξια καστόρινο μοκασίνι του και να τα σπάσει στα μπουζούκια, ολοκληρώνοντας με έναν απίστευτο οργασμό χυδαίου τσιφτετελιού πάνω σε έναν δίμετρο λόφο από γαρίφαλα, στην πίστα της Στέλλας Μπεζαντάκου.
Κάθε φορά που βλέπει διαφήμιση του derti fm, μπορεί να δείχνει ότι το σιχαίνεται, μέσα του όμως ένας μικρός μπουζουκόβιος κλαίει, με τα δάκρυα να κυλάνε και να χάνονται στο δασύτριχο στήθος του. Το όνειρο ζωής του είναι να τον δείξουν οι ειδήσεις του Star και να δει live την Έφη Θώδη.

Αυτά όμως πρέπει να τα ξεχάσει, γιατί τώρα η Ελλάδα είναι Ευρώπη, πρέπει να εκσυγχρονιστούμε, να γίνουμε ξεχωριστοί και μοντέρνοι. Είναι χειρότερος από έναν απλό μπουζουκόβιο, γιατί δεν έχει τα αρχίδια να παραδεχτεί αυτό που του αρέσει και να είναι αυτός που πραγματικά θέλει.

...

Βλ. και εντεχνindie

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified