Selected tags

Further tags

1. Εξάρτημα-εργαλείο συγκράτησης, γνωστό κυρίως από τους ηλεκτρονικούς.

Στην ουσία είναι ένα μεταλλικό μανταλάκι με οδοντωτά άκρα μπροστά και μονωμένα τα πίσω (μύδι #1). Το ένα από τα δύο πίσω άκρα είναι ενωμένο είτε με καλώδιο, είτε με ένα σταθερό στέλεχος (μύδι #2), όπου (αυτό το τελευταίο) βοηθάει αργυροχρυσοχόους, μοντελιστές, ηλεκτρονικούς και λοιπούς να συγκρατούν προς επεξεργασία διάφορα μικροαντικείμενα, εξαρτήματα και τέτοια.

Αν το ένα από τα δύο πίσω άκρα τώρα είναι ενωμένο με καλώδιο, το άλλο άκρο του θα καταλήγει είτε σε άλλο κροκοδειλάκι (μύδι #1α) (ώστε να γίνονται πρόχειρες ηλεκτρολογικές συνδέσεις, όπως για παράδειγμα όταν μένουμε από μπαταρία και εξυπηρετικός άνθρωπος μας δίνει λίγο ρεύμα από την μπαταρία του[μύδι #1αα]), είτε σε υποδοχές για ηλεκτρονικό πολύμετρο (μύδι #1β) (ώστε να πιάνει το προς μέτρηση σημείο με αποτέλεσμα σταθερότερη μέτρηση).

Η ονομασία προήλθε από το σχήμα που θυμίζει το κεφάλι του γνωστού ερπετού.

2. Τα είδη ένδυσης της εταιρίας Lacoste, λόγω του λογοτύπου της (μύδι #3).

3. Είδος ανυψωτικού μηχανισμού (γρύλου) που κάνει την εμφάνισή του σε όλα τα βουλκανιζατέρ και τα συνεργεία αυτοκινήτων (μύδι #4).

Τα κύρια σημεία του γρύλου είναι ο λεβιές, ο υδραυλικός μηχανισμός και το σημείο ανύψωσης. Έτσι η κίνηση από το λεβιέ μεταφέρεται μέσω του υδραυλικού μηχανισμού στο σημείο ανύψωσης με τρόπο που βασίζεται στην αρχή λειτουργίας της τρόμπας.

Έχει επικρατήσει λόγω της ευχρηστίας του και της αντοχής του. Διαθέτει ροδάκια και μεταφέρεται εύκολα ελκόμενος από το λεβιέ με τον οποίο γίνεται και η ανύψωση ενώ αντέχει την κακομεταχείριση του συνεργείου και τα μεγάλα βάρη αυτοκινήτων και ημιφορτηγών.

Πιθανολογώ ότι η ονομασία δόθηκε από την νοητή ομοιότητα με το γνωστό ερπετό παραλληλίζοντας τις ρόδες με τα πόδια του ζώου και τον λεβιέ με την ουρά του.

4. Πεταλουργικό εργαλείο το οποίο μοιάζει με ιδιόμορφη μεγάλη πένσα και επιτυγχάνει την σύσφιξη του πετάλου, μετά την τοποθέτηση και το κάρφωμά του στην οπλή (δηλαδή έτσι + μύδι #5).

Κι εδώ έχουμε την προέλευση της ονομασίας από την, κατά κάποιο τρόπο, ομοιότητα με το εν λόγω ζώο.

  1. Πανεύκολο! Απλά με ένα κροκοδειλάκι, αυτό με το καλώδιο, ένωσε τις δυο επαφές και δες αν δίνει τάση 5V, αν όχι θα φταίει 'κείνο 'κει το παπαράκι που είναι πίσω από την δίοδο που είναι δεξιά από την φακή.

  2. Όλο δεν έχει δουλειά και δεν έχει δουλειά ο Παναγιωτάκης και όλο με κροκοδειλάκια σκάει στη καφετερία!

  3. - Ρε μάστορα, αφού το ανυψωτικό δεν κουνάει τι το έβαλες πάνω το αμάξι;
    - Α, ναι. Ε, κατέβασ' το απ' το ανυψωτικό, πάρε τα τέσσερα κροκοδειλάκια, σήκωσε και χώσου. Άντε!
    - (Η ασφάλεια πάει περίπατο γμτπνγμ!)

  4. Τέλος, με το κροκοδειλάκι σφίγγουμε το πέταλο στην οπλή, λιμάρουμε, γυαλίζουμε και είμαστε έτοιμοι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Σταματάω απότομα το εν κινήσει όχημά μου, φρενάροντας. Αυτό συμβαίνει όταν εμφανίζεται ένα ξαφνικό εμπόδιο, ή αν είμαι άτσαλος αρχάριος οδηγός.

Αντίθετο του σανιδώνω.

  1. Κατά τ' άλλα, η λέξη είναι περασμένη στα λεξικά και είναι συνώνυμη του μένω Προκόπης και των συναφών λημμάτων.

1.α. Το κοκάλωσε μες στη μέση, σταμάτησα με το ζόρι και τον πλάκωσα στις κόρνες, όταν πήγα δίπλα και του την είπα γέλαγε ειρωνικά και κοίταγε με απάθεια.

1.β. Αφού προχωράει λίγο το λεωφορείο, το κοκαλώνει ξαφνικά (δεν ήταν σε κεντρικό δρόμο αλλά σε στενό -ούτε καν σε στάση δεν ήταν εκεί που το κοκάλωσε), ανοίγει τις πόρτες και μου φωνάζει άγρια να κατέβω κάτω!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το άτομο που καταπιάνεται με ένα αντικείμενο (συνήθως όχημα) και άσχετα με τις δυνατότητες του οχήματος το φέρνει μονίμως στα όριά του.

Κοίτα τον καυλομάχο, πάλι σούζα-πάντα το πάει το μηχανάκι! Είναι κι αυτός καλός καυλομάχος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η θέση πάρκινγκ στα κρητικά.

Ενίοτε δηλώνει και τον τρόπο με τον οποίο έχει παρκάρει κάποιος, ιδιαίτερα αν έχει παρκάρει χάλια.

  1. Έκανα μισή ώρα να παρκάρω γιατί δεν έβρισκα πουθενά ρεμίζα.

  2. Κοίτα ρεμίζα τον γάιδαρο, πάνω στο πεζοδρόμιο...

(από S.Nebelung, 16/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δοκιμή sample ναρκωτικών, όπου κάποιος μεσάζων φέρνει κατ' οίκον δείγμα δωρεάν (όπως παλιά με τις επιδείξεις τάπερ), προκειμένου να εξακριβωθεί η ποιότητα και να αγοραστεί μεγαλύτερη ποσότητα.

- Πήρε ο Γιώργος τηλέφωνο και είπε ότι ψώνισε.
- Έχει τίποτα καλό για μας;
-Να του πω να φέρει τίποτα από 'δώ, να κάνουμε ένα test drive; Κι άμα είναι, παίρνουμε κι εμείς από ένα ταληράκι.
- Πάρε Γιώργο!

Σ.τ.Μ. Η συνήθης μονάδα μέτρησης σε δραχμές ήταν 5.000 και άνω (ανά πεντοχίλιαρο), οι δραχμές αντικαταστάθηκαν από τα ευρώ από το 2001 (Ν. 2842/2000), η συναλλαγή στο παράδειγμα υπολογίζεται σε δραχμές, άρα η πράξη τελέστηκε πριν την 01-01-2001 και φέρει πλημμεληματικό χαρακτήρα, οπότε σήμερα έχει υποκύψει στην πενταετή παραγραφή του άρθρου 111 παρ. 3 ΠΚ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρνητική έννοια: βαριά ογκώδης τετράχρονη μοτοσικλέτα συνήθως πολλών κυβικών και είδους ON-OFF δυσκίνητη στην κίνηση.

Θετική έννοια: καθαρά χωμάτινη μοτοσυκλέτα τετράχρονη που βοηθάει τον αναβάτη σε δύσκολα σημεία παρέχοντας καλή πρόσφυση.

Αρνητικό.
- Πούντος ο μαλάκας, τρεις ώρες τον περιμένουμε... Ζεστάθηκε ο φραπές!
- Πού να έρθει με το τρακτέρ ο μπαγλαμάς... Αυτό θέλει αεροδιάδρομο!

Θετικό.
- Ωχ κοίτα [τον πούστη!]... Κοίτα ανηφόρα που ανέβηκε!!!
- Ωραιοοοόςς... Αλλά είναι και το τεσσεράμισι τρακτέρ!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τρέμουλο του τιμονιού αυτοκινήτου ή μηχανής που παρατηρείται σε ταχύτητες περίπου 100 χ.α.ω. και που οφείλεται συνήθως σε πλημμελή ευθυγράμμιση ή ζυγοστάθμιση των τροχών του οχημάτου.

Μην περιμένετε χαριτωμενιές και μαλακιούλες, ως άσχετος με το θέμα αγγαρεία κάνω, ποινήν εκτίω. Και καταγγέλω από αυτό εδώ το βήμα τους σύσσλανγκους που, ενώ το έχουνε με την αυτοκίνηση, κάνουνε την κορόιδα και αφήνουνε τον παππούλη να βγάλει το μπουλόνι από την μπουλονότρυπα. Αίσχος!!!

  1. Από τότε που έβαλα τα καινούργια λάστιχα όταν φρενάρω το τιμόνι τρέμει αρκετά. Ειδικά σε ταχύτητες 90 και άνω τότε σου προκαλεί ανησυχία. Σε μιά βόλτα στον λαστιχά μου, μου είπε ότι από τη στιγμή που τρέμει μόνο στο φρενάρισμα δεν φταίνε τα λάστιχα αλλά κάτι άλλο. Μπορεί και οι δισκόπλακες να έχουν στραβώσει μου είπαν [...]

Δες αρχικά αν τα λάστιχά σου έχουν φαγωθεί ποιό πολύ από τη μέσα πλευρά η από την έξω πράγμα που σημαίνει ότι δεν έγινε καλή ευθυγράμμιση ή όταν έχεις σταθερή ταχύτητα χωρίς να φρενάρεις σου «κοσκινίζει» το τιμόνι όταν το κρατάς πολύ ελαφρά (με το ένα δάκτυλο) αυτό σημαίνει ότι δεν έγινε καλή ζυγοστάθμιση. Αν όλα αυτά που είπα είναι εντάξει τότε πήγαινε ποιό πέρα δηλαδή για δισκόπλακες Στον ξάδερφό μου

  1. Είναι καθαρά θέμα ελαστικού ή ζυγοστάθμισης. Και στο δικό μου όταν άλλαξα λάστιχα και το πήγα για δοκιμή είχε κοσκίνισμα στο τιμόνι. Το πήγα πίσω και ήταν στραβό το λάστιχο [...] τον μάστορα

  2. Οταν φτιαχτηκαν τα ρουλεμαν του τιμονιου, και μετα απο δοκιμες του μπροστινου, παρατηρησα οτι αφηνοντας τα χερια απο τα 100 και κατω φτανοντας στα 20-15 αρχιζει να κοσκινιζει το τιμονι, και ακουμπωντας το ενα χερι αμεσως διορθωνει. Με τα δυο χερια δεν το καταλαβαινεις καθολου. Θελω μαλλον ακτινολογηση; επειγόντως

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεταχειρισμένο, σε αυτο-μότο αργκό.

Εκ της συντομογραφίας μεταχειρ/ο. Βοηθάει βέβαια το ότι ακούγεται σαν γιαπωνέζικη μάρκα και καλά.

- Άκουσα 4 γνώμες από 2 μηχανικούς της Yamaha και από 2 από διάφορα συνεργεία.Να ξεκινήσω απ'τα διάφορα συνεργεία.Ο ένας μου είπε να του έδινα την μεταχείρο επειδή με γνωρίζει,να την ρεκτιφιάρει να κρατήσω τα λεφτά μου που θα τα έδινα «τζάμπα».Δηλαδή να είχα κανένα μεγαλύτερο πρόβλημα μετά.Ο τύπος ήταν expert. Δεν πήρχε,πραγματικά.Ο 2ος μηχανικός μου είπε,μπορείς να πάρεις μεταχείρο καμπάνα ή να διορθώσεις κ τη δική σου αλλά ρε φίλε ήξερες πως την πήγαινε το προηγούμενο χέρι την μεταχείρο;πως δούλευε;μπορεί ο προηγούμενος να της είχε αλλάξει τα πέταλα στα απότομα γκάζια κ να την βάλεις εσύ κ να σου δώσει σε καμιά θερμοκρασία τον κινητήρα στα χέρια...
(εδώ)

- Δεν θα πάρω μηχανάκι. μεταχείρο ή καινουργίλα η κατάληξη είναι ίδια. = δεν μας παίρνει, οικονομικά, εργατικά, ΔΝΤακά, βάλε και την αεροπλανάτη παντόφλα μετά την στούκα , @@ μάντολες και χαλβαδόπιττα αμυγδάλου. Και σταμάτα να με κουρδίζεις, δεν χρειάζεται, είμαι αυτοκουρδιζόμενο πορτοκάλι.
(εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μάλλον παλιομοδίτικο σλανγκορήμα που έχω δεκαετίες να ακούσω να χρησιμοποιείται στην καθημερινή ομιλία. Επειδή τα φράγκικά μου είναι μάλλον φτωχά, άνοιξα κι εγώ το Le Petit Robert όπου και έμαθα τα εξής ενδιαφέροντα:

Το ρήμα adresser σημαίνει μεταξύ άλλων α) εξαπολύω πλήγμα προς κάποια κατεύθυνση και β) παραπέμπω σε αρμόδιο (και, συνεκδοχικά, λέω εγώ τώρα, καθοδηγώ/υποδεικνύω σε κάποιον την ενδεδειγμένη ενέργεια). Προφάνουσλυ, από αυτή την δεύτερη έννοια προκύπτει και η σημασία εκπαιδεύω που έχει το ρήμα, γούτσου-γούτσου το καλό σκυλάκι, άμα δεν μού φέρεις τις παντόφλες μου δεν έχει κοκό.

Αν και, όπως ελέχθη, η χρήση του ρήματος έχει μάλλον υποχωρήσει έως εξαφανιστεί στον καθημερινό λόγο, εν τούτοις αυτό διασώζεται ακόμα στο νέτι και με μιά τρίτη σημασία, την οποία ομολογώ ταπεινά (είμαι ένα άθλιο φίδι) πως αγνοούσα. Αυτήν της επένδυσης / επικάλυψης κάποιας επιφάνειας με κάποιο υλικό, έννοια η οποία όμως πρέπει να ανάγεται στο αγγλικό ρήμα to dress. Επειδή όμως εδώ μπαίνουμε σε τεχνικά θέματα, να υπενθυμίσω ότι σας έχω ματαίως ξαναζητήσει να μη με μπλέκετε σε τέτοια δύσκολα.

  1. [...] (ο Πολυδεύκης) του ντρεσάρει ένα κροσέ, πάρτον κάτω τον Άμυκο και μάλιστα νεκρό. Έτσι καθαρίζουνε τα παλληκαράκια.

(Από μνήμης αυτό, από την Ελληνική Μυθολογία του Τσιφόρου. Δεν ξέρω πότε ακριβώς την έγραψε, αλλά σίγουρα θα είχε αντικειμενική, σοβαρότατη δυσκολία να τη γράψει μετά το 1970 αν με εννοείτε...).

ΜΕΘΟΔΟΣ ΡΑΠΙΣΜΑΤΟΣ 1) Low Tech
ΧΑΣΤΟΥΚΙ -ΣΥΝΟΔΕΥΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ «ΝΑ ΣΟΥ ΝΤΡΕΣΑΡΩ ΚΑΜΜΙΑ ΜΑΠΑ».
ΣΕ ΜΕΤΡΙΑ ΑΝΕΠΤΥΓΜΕΝΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΣΥΝΔΕΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ «ΠΑΛΙΚΑΡΙΑ»! εδώ.

ΘΕΕ ΜΟΥ ΚΑΙ ΤΙ ΔΕ ΘΑ ΕΔΙΝΑ ΓΙΑ ΝΑ ΜΟΥΝ ΣΤΗ ΘΕΣΗ ΣΟΥ ΗΛΙΑ ΝΑ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΤΗΣ ΝΤΡΕΣΑΡΩ ΤΙΣ ΜΑΠΕΣ ΠΟΥ ΤΗΣ ΑΞΙΖΟΥΝ
(κι αυτό διαδικτυακό).

  1. Ο ΝΤΡΕΣΑΡΙΣΜΕΝΟΣ ΑΝΤΡΑΣ. Είναι, άραγε, η γυναίκα υποδουλωμένη στην καταπιεστική εξουσία των ανδρών; Παρ' όλο που είναι φεμινίστρια, η Εστέ Βιλάρ υποστηρίζει το αντίθετο: Υποδουλωμένος είναι ο άνδρας, που αμείλικτα τον «εκμεταλλεύεται» η γυναίκα. «Από μικρό τον μαθαίνουν να υπακούει στη γυναίκα: στη μητέρα του, στη συμβία του και μητέρα των παιδιών του αργότερα. Η γυναίκα με την κατάλληλη χρησιμοποίηση του σεξ, δαμάζει τον άντρα της, τον ντρεσάρει να κάνει ότι θέλει. Ικανοποιεί τις σεξουαλικές ορέξεις του, με αντάλλαγμα την εξασφάλιση της διατροφής και της συντήρησης της δικής της και των παιδιών της». εκεί.

  2. Εγω στο superb το περναω με μικροϊνα και νερο και λαμπει μεσα!! Οταν παρω το 303 Aerospace θα το ντρεσαρω και θα ηρεμησω απο τη σκονη!!!!!

[...] Επειδη θελω να ντρεσαρω και εγω τα δικα μου..Στην αρχη με τι τα καθαρισες; Εβαλες καθολου apc; [...] Μηπως θελουν λιγο apc πριν μπει το dressing ωστε να κολλησει καλα;

(Από ιντερνετικό αραμπαδο-φόρουμ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι χαρακτηρίζεται ένα μηχανάκι μικρού κυβισμού και ιπποδύναμης, και συνήθως όχι καλά συντηρημένο. Πρέπει να προέρχεται από τα παλιά δίχρονα, αλλά τώρα που δεν έχει πολλά δίχρονα, λέγεται συνήθως για παλιά μηχανάκια (άσχετα αν είναι δίχρονα ή τετράχρονα), έως 100 κ.ε., κακοσυντηρημένα. Συντάσσεται μόνο με οριστικό άρθρο, δεν λες πχ «θα πάω στην Ομόνοια με πρα-πρα», λες «θα πάω με το πρα-πρα», εξ ου και το άρθρο στον ορισμό.

Εγώ θα αργήσω να έρθω γιατί θα πάρω το πρα πρα, παραγγείλτε εσείς.

(από Khan, 01/02/14)

Βλ. επίσης πρι-πρι, πιρπίρι, πραπρά, παρπάρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified