Further tags

Παρακμιακή έκφραση που υποδηλώνει γκόμενα άγρια, μηχανή στο κρεββάτι, με απόδοση δίχρονης μηχανής.

Πω ρε μάγκα, το είδες το δίχρονο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νεολογισμός που χαρακτηρίζει τον ψηλό, αγέρωχο, γυμνασμένο, άγριο, βορειοευρωπαϊκής κατατομής και ψυχοσύνθεσης άνδρα, που έχει φανερά και κρυφά χαρίσματα, όπως ηγετικές ικανότητες, ανεξάντλητες δυνάμεις κ.ά. Προέρχεται από την καύλα και τον Αλάριχο.

- Σήμερα έσκισα τρεις γκόμενες.
- Ποιος είσαι ρε, ο Καυλάριχος;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μετά την ελληνική ταινία Σ(ούλα) Έ(λα) Ξ(ανά) με την Ζέτα Μακρυπούλια, ο όρος Σ.Ε.Ξ. υποννοεί την γεροντοκόρη, η οποία όμως είναι ευγάμητη.

-Ρε την καημένη τη Σοφία, την παράτησε ο Τάκης...
-Ναι ρε γαμώτο, Σ.Ε.Ξ. θα γίνει κι αυτή...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γκόμενα που έχει κορμάρα που φουσκώνει παντελόνια αλλά μούρη που εκτροχιάζει τρένα από την ασχήμια της .... και ωσεκτουτού η χρησιμότητά της είναι αυτή της γαρίδας: τρως το σώμα και φτύνεις το κεφάλι ...

- Κολλητέ τσέκαρε κώλο το μωρό...!!
- Το είδα αλλά η τύπισσα είναι γαριδογκόμενα, άμα γυρίσει πρόσωπο θα πάθεις εγκεφαλικό!....

βλ. επίσης γαρίδα, γκόμενα-γαρίδα, γυναίκα-γαρίδα και πεσκανδρίτσα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για σύμφυρση του μουνιού με το μανάρι. Μουνάρι είναι η ευσύνοπτη και γι' αυτό αναλώσιμη μουνίτσα, το μουναρδέλι. Όχι όμως με την παιγνιώδη και τσαχπινογαργαλιάρικη διάθεση που μεταδίδουν οι παραπάνω όροι.

Η λέξη «μουνάρι» με τη λαϊκότητά της ενέχει σοβαρότητα και περιγράφει το μουνί ως διακύβευμα: απηχεί το πώς γίνεται αντιληπτή μια ευγαμήσιμη γκόμενα στα μάτια ενός Α.Ε.Λ.Π.Α. - ως φορέας του αιδοίου, αντικείμενου πόθου αλλά και μίσους.

Επειδή ακριβώς είναι μάλλον ιδιόλεκτος των μη εκλεκτικών ως προς το μουνί, γραμματικά ο όρος είναι σχεδόν ελλειπτικός, απαντά κυρίως στον πληθυντικό: τα μουνάρια.

- Έρχομαι Θεσσαλόνικη...
- Καυλώς να 'ρθεις....
- Να σε δώ, να τα πούμε....
- Να σαι καυλά...
- Θα παίξουνε τίποτα μουνάρια;
- Κρατήθηκες λιγάκι πάντως, στο αναγνωρίζω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Πανγαμάτωρ είναι ο άνδρας ο οποίοις συνουσιάζεται ή ευβρίσκεται εις συνουσιαστικήν διάθεσην καθόλην την διάρκεια της ημερός!

Θέλγεται από όλα τα θηλυκά και η ερωτική του ζωή είναι... γαργαλιστική έως πικάντικη! Εύχρηστη δε η λέξη εις την φράση: «Ο Πανγαμάτωρ Χρόνης», εις την περίπτωση κατά την οποία γιγνώσκετε κάποιον ονόματι Χρόνη ή απλά ως λογοπαίγνιο!

Φιλήμον: «Α κοίταξον, ο Άδωνις!»
Σαρπηδόνας: «Αχ ναι, ο Άδωνις! Γνωστός και ως: ο Παναγαμάτωρ Χρόνης!»
Φιλήμον: «Αχχ και πότε θα έχομεν την ευφροσύνη να... περάσει και από μας! Αχχχ...!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Η γυναίκα, που όπως η Κάρε Ότις στην ταινία «Άγρια Ορχιδαία» κάνει τα αρχιδάκια του κάθε αρσενικού να παθαίνουν ταράκουλο από την υπερπαραγωγή σπερματοζωαρίων.

  2. Ο άνθρωπος που έχει μία ή περισσότερες από τις παρακάτω ιδιότητες σε άγριο βαθμό: αρχίδι, αρχιδόπουστας, αρχίδαμος, αρχιδολεβιές σπασαρχίδης ή και σλανγκαρχίδης-σλανγκαρχίδω.

Κάντε το τεστ του Vrastaman στο λήμμα σλανγκαρχίδης, ο - σλανγκαρχίδω, η κι αν έχετε 9 με 10 βαθμούς, τότε είστε άγρια (σλανγκ-)αρχιδαία, αγγλιστί: Wild Slang-orchid !

Άγρια Ορχιδαία & Αρχιδαία! (από Dirty Talking, 11/03/09)Άγρια Ορχιδαία απλώς. (από Dirty Talking, 11/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το Κορμί (με κεφαλαίο) αποτελεί απαύγασμα όλων των εξιδανικευμένων προδιαγραφών που καθιστούν ένα αμαρτωλό επιθυμητό στο τριχεπώνυμο και μη ανδρικό πλήθος.

(Αεριωθούμενη λεβεντομούνα ρωτάει τεχνοφοβικό Ελληνάρα πώς να συνδέσει το κινητό της με τον φορητό της υπολογιστή...)

... Α, δεν είναι τίποτα ... συνδέεις τα ψιψιψίνια με τα κοκοκόψαρα και οδήγα...

(Ντροπιασμένος, αλλάζει θέση και κλαίγεται σε αδιάφορο Ασιάτη συνεπιβάτη...)

.... To χάσαμε το Κορμί πατριώτηηηη...!!!!

(Διαφήμιση ΓΕΡΜΑΝΟΥ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(1) Στις παλιότερες γενεές, την εποχή του «Ζεν πρεμιέ»του ελληνικού κινηματογράφου, δήλωνε τον πολύ ωραίο άντρα.

(2) Στις μέρες μας, μετά το επεισόδιο με το ψυχιατρείο, η έννοια άλλαξε στο «τρελός».

(1) κορίτσια..... ο Μπάρκουλης!!! (κλασική ατάκα)

(2) Τι είναι αυτά που λες ρε;; Καλά, Μπάρκουλης είσαι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified