Further tags

Ο ταλαίπωρος, ο άνθρωπος που τρέχει και δε φτάνει, που το φυσάει και δε λέει να κρυώσει. Πάντα ολοκληρώνει κάτι ακριβώς κατά την εκπνοή της προθεσμίας και πάντα έχει κάτι ακόμα να κάνει.

Ο χαρακτηρισμός προφανώς προκύπτει απ' τον δημοφιλή ηθοποιό Θανάση Βασιλείου Βέγγο, ο οποίος στις περισσότερες ταινίες του πρέπει να θρέψει 17 στόματα, να παντρέψει 12 αδερφές, να κατεβάσει τη γάτα της γειτόνισσας απ' το δέντρο, να τρέξει λίγο γύρω από μια κολόνα προσπαθώντας να βρει το δρόμο του, να ανέβει σε ένα τρακτέρ ανάποδα και να ψάχνει το τιμόνι, να τον κυνηγήσει ο ιδιοκτήτης του σπιτιού του για το νοίκι και να βγει στο δρόμο με σακάκι, λουστρίνι κι από κάτω ριγέ σωβρακοφανέλα χωρίς καλό λόγο.

- Πετάξου μετά τη δουλειά να δεις αν είναι έτοιμα τα ρούχα στο καθαριστήριο. Και πάρε ντομάτες και ψωμί απ' το σούπερ μάρκετ. Και πήγαινε και δίπλα στη ΔΕΗ να πληρώσεις το λογαριασμό. Κι όπως έρχεσαι φέρε και τα παιδιά απ' το σχολείο.
- Αμάν ρε Σούλα, Βέγγος έχω γίνει! Πού να τα προλάβω όλα αυτά; Εσύ τι θα κάνεις δηλαδή;
- ΓΚΡΙΝΙΑ Τι θες να πεις;! Ότι δεν κάνω τίποτα; Ποιος καθαρίζει εδώ μέσα; Ποιος μαγειρεύει; Ποιος... ΓΚΡΙΝΙΑ
- Καλά καλά... πάω. Κι ευχαριστώ ε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο James Bond, όπως πρωτοακούστηκε σε ευτελές ελληνικό τραγούδι των 60's (περιλαμβάνεται στη συλλογή «Φόλα Παρτίδα»)

  2. Αυτός που είναι εξοπλισμένος με τα ακριβότερα και πιο εξελιγμένα γκάτζετ και τα επιδεικνύει πουλώντας μούρη.

  3. Ο ριψοκίνδυνος, αυτός που αντέχει και επιβιώνει και στις πιο αντίξοες συνθήκες, όλως παραδόξως χωρίς καν γρατζουνιά, συχνά συνώνυμο του Ράμπο, ή κομμάντο.

  1. ...Τζέμης Μποντ θα γίνω, για να σε αποκτήσω...
    ...θα γίνω, θα γίνω για σένα Τζέμης Μποντ

  2. (σε καφενείο χωριού):
    - Κρύψε ρε Σάκη το άη φον και μας κοιτάει όλο το χωριό!
    - Κάτσε ρε Μπάμπη, εσεμές στέλνω!
    - Στείλε από το δικό μου ρε μαλάκα, θα σε περάσουν για τον Τζέμη Μποντ! Μου έχεις κοτσάρει και το bluetooth στο αυτί, φιρί φιρί το πας να μας την πέσουν!

  3. - Τα έμαθες για τον Τάσο ρε ψηλέ;
    - Όχι, τι έκανε πάλι το θηρίο;
    - Ανέβηκε προχτές στην ταράτσα να φτιάξει την κεραία...
    - Και τον χτύπησε το ρεύμα;
    - Όχι, χειρότερα! Έπεσε στο κενό!
    - Τι λε ρε φίλε; Αυτός μένει και σε 5όροφη! Πού νοσηλεύεται να πάω να τον δω; Ή μήπως ήρθαν τα χειρότερα;
    - Εδώ είναι το αστείο! Ούτε γρατζουνιά! Έπεσε πανω σε καρότσα με σεντόνια, είχε λαϊκή από κάτω!
    - Τι λες τώρα ρε φίλε, Τζέμης Μποντ ο δικός σου...
    - Αλλά ο γύφτος τον κατσάδιασε γιατί του γκρέμισε την καρότσα...
    - Πω, απίστευτο, κάτσε λίγο να συνέλθω...

Χρήστος Κορωπιώτης «Τζέμης Μποντ» (από vikar, 12/08/11)(από Khan, 04/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δύο περσόνες που μας θυμίζουν την μαυρόασπρη εποχή της ελληνικής τηλεόρασης. Από το «Να η Ευκαιρία» Ροζίτα Σώκου και Σασά Ντάριο. Τα δύο άκρα των κριτών της συγκεκριμένης εκπομπής.

  • Ροζίτα (για κακοφωνίξ): Δεν με ικανοποιήσατε. Βαθμός 2 στα 10.
  • Ντάριο (για κακοφωνίξ): Έχετε πολλά περιθώρια βελτίωσης, και δεν ξέρω αν θα κάνετε ποτέ καριέρα, αλλά φαίνεται ότι το θέλετε πολύ. Εκτιμώ την προσπάθεια σας. Βαθμός 9 στα 10.
  • Ροζίτα (για φοβερό ταλέντο, μετά από μεγάλη ανάλυση): Έχετε προοπτική αν το κυνηγήσετε, έχετε τις βάσεις, και σας εύχομαι καλή επιτυχία από εδώ και πέρα. Βαθμός 7 στα 10
  • Ντάριο (για φοβερό ταλέντο): Με σαγηνεύσατε, είστε έτοιμος τραγουδιστής, τι κάνετε εδώ; Βαθμός 10 στα 10

Ως ήταν φυσικό, όπου υπάρχει βαθμολόγηση για το οτιδήποτε, τον αυστηρό κριτή τον αποκαλούμε Ροζίτα Σώκου, και τον κριτή που δεν του πάει καρδιά να βάλλει μικρό βαθμό, Σασά Ντάριο. Λάβετε υπόψη σας, όμως ότι η Σώκου δεν θα αποκτούσε τη φήμη της αυστηρής αν δεν υπήρχε η Σασά κατά πρώτο λόγο, και ο Γρηγορίου κατά δεύτερον, να μοιράζουν αβέρτα τα δεκάρια. Βέβαια, επειδή σε αυτόν τον κόσμο τους καλόκαρδους τους ξεχνάμε, έτσι και στην σλανγκ επικράτησε το Σώκου.

Βραδιά , και ο καθείς λέει τη γνώμη του:

- Μαρία: Εγώ θα βάλλω 9 στο Σάκη, και 10 στο Νορβηγό.
- Ελένη: Εγώ 10 στο Σάκη και 9 στο Νορβηγό.
- Σούλα: Εγώ, που είμαι και του έντεχνου, θα βάλλω 5 στο Σάκη και 6 στο Νορβηγό!
- Άντε μωρή Ροζίτα!! Εurovision βλέπουμε. Τι περιμένεις για να βάλεις 10; Τον Μπομπ Ντίλαν;

(από Khan, 08/09/09)Η γυναίκα του Πατώκου δεν είναι σαν την Ροζίτα Σώκου!  (από Khan, 08/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μπάτσος ειδικών αποστολών που κυκλοφορεί αντακάβα (under cover, παραλλαγμένος/ιν κόγκνιτο) στα στέκια των παρανόμων, διεισδύει στις συμμορίες και συγκεντρώνει εκ των ένδον στοιχεία για το συνδικάτο του εγκλήματος και την ιεραρχία των προσώπων μέσα σ' αυτό.

Πλείστες αμερικλάνικες ταινίες έχουν αντλήσει τη θεματολογία τους από τις εν λόγω αστυνομικές επιχειρήσεις, με κορυφαίες το Donnie Brasco (βασισμένο στην αληθινή ιστορία του Joseph Pistone, με τον Johnny Depp στον ομώνυμο ρόλο) και, φυσικά το θρυλικό Serpico με τον Al (fonso) Pacino στον ρόλο του πράκτορα Frank Serpico, ερμηνευμένο με τέτοια επιτυχία, που χάρισε την ταυτωνυμία «Σέρπικο» σε κάθε μπάτσο του συγκεκριμένου είδους.

Ο Σέρπικο παίζει συχνά την ζωή του κορώνα-γράμματα καθώς, αν αποκαλυφθεί ο διπλός ρόλος του από τους γκάνγκστερ τους οποίους συναναστρέφεται, είναι πολύ πιθανό να βρεθεί με ένα τρίτο μάτι, ενώ και στις περιπτώσεις που φέρει σε πέρας την αποστολή του, δεν τον αναμένει παρά μια πενιχρή αμοιβή (στα όρια της δημοσιονομικής λιτότητας) και μια ζωή στην εξορία με νέο πιστοποιητικό γέννησης και υπό πρόγραμμα προστασίας μαρτύρων.

ΥΓ: Ρισπέκ στη salina για το λ. σεκιουριτάς

  1. Έλληνες «Σέρπικο» κατά των εμπόρων ναρκωτικών. (εδώ)

2.«Σέρπικο» κατά φοροφυγάδων (εδώ)

Ο Frank Serpico κατά την τελετή αποφοίτησης του από την Αστυνομική Ακαδημία (από allivegp, 21/04/12)Ο Frank Serpico επί τω έργω, under cover (από allivegp, 21/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βλάκας. Βλάχος. Χαζός.

Κοίτα ο αγκόπ φόρεσε καρτέπιλα στην πόλη.

Από τον παλιό ηθοποιό Φίλιο Φιλιππίδη, ή Αγκόπ. Αγκόπ είναι ένα από τα κοινά Αρμένικα ονόματα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

α) Το ουίσκι μάρκας Jack Daniel's με μια δόση οικειότητας, σχεδόν τρυφερότητας, ή

β) Ο ηθοποιός Jack Nicholson, αποκαλούμενος έτσι κυρίως από φανς του, συνήθως αναφορικά με την περίοδο γύρω από τις ταινίες One Flew Over the Cuckoo's Nest (1975) και The Shining (1980).

α) Για πιάσε το θείο Τζακ να κάνουμε κεφάλι...

β) - Τι θα κάνεις απόψε; - Για μέσα με βλέπω, τηλεόραση... έχει τον θείο Τζακ κάπου νομίζω...

Επώνυμα ξίδια: μαλάμω (Μαλαματίνα), Ιωάννης Βαδιστής, ο Γιάννης που πορπατάει, Περπατόγιαννος (Johnnie Walker), πέρδικα, φάμους γκράους (Famous Grouse), εκατό πίπες (100 Pipers), δεκατεσάρ' (Cutty Sark), θείος Τζακ (Jack Daniels).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά κόσμον «Πατ Μορίτα».

Ο Ιάπωνας «sensei» που μετέτρεψε τον φλωρούμπα Ντάνιελ Λαρούσο στον - killing machine - Ντάνιελσαν.

Αφού προηγουμένως τον έβαλε να πλύνει μια μάντρα με αμάξια, να τα κερώσει, να τα γυαλίσει, να βάψει τον φράχτη του σπιτιού του, να του ξύσει το πάτωμα, να του βάψει το σπίτι, (στο director’s cut θα τον δείτε ακόμα και να μαδάει τις ελιές στα λιοστάσια του Μιγιάγκι), αποφάσισε ότι αυτό δεν ήταν παρά μια ταχύρυθμη μέθοδος εκμάθησης καράτε (αν ήταν έτσι θα βλέπαμε μπογιατζή και θα κλάναμε πουλόβερ), έπεισε και τον τζιτζιφιόγκο του ότι έγινε Τζετ Λι, τον έχωσε να διαγωνιστεί σ’ ένα τουρνουά καράτε ακούγοντας να βεβηλώνουν τ' όνομά του (ο εκφωνητής -που να τον πάρει ο διάολος!- τον αποκαλούσε «Μιγιάτζη»), εκεί είδε στον ημιτελικό να «τσακίζουν» το πόδι του κανακάρη του (πόδι, το οποίο έφτιαξε αφού προηγουμένως έτριψε τα χέρια του από ικανοποίηση γιατί το σακάτεμα του Ντάνιελσαν έδινε 3,75 στο παράνομο στοίχημα και ο ίδιος είχε ποντάρει ένα κάρο μπονζάι), στον δε τελικό τον είδε να δίνει τα ρέστα του και με χτύπημα βγαλμένο απ' το takken να κερδίζει έπαθλο και Ελίζαμπεθ Σου ταυτόχρονα.

Ο ανωτέρω άθλος του σχιστομάτη παππούλη, που όλοι θα θέλαμε να ήταν παππούς μας (αν και - άσχετο - προτιμώ Αλέξη Κωστάλα να είχα για παππού μου), να μεταμορφώσει σε καρατέκα ένα τσογλανάκι που ακόμα θα τις έτρωγε, με το πέρασμα των χρόνων έγινε μύθος και με το πρόσωπό του ταυτίζει κανείς κάποιον τον οποίον θεωρεί ότι τον έχει βοηθήσει ενώ βάδιζε στα χαμένα.

Μέγας Αλέξανδρος, Κομφούκιος, Ισαάκ Νεύτων, Λουκάς Βύντρα, Μίστερ Μιγιάγκι. Τίποτ' άλλο.

Συνων.: μέντορας, γκουρού (η τυρόπιτα είναι «κουρού»), sensei, master (για πιο υποτακτικούς), διδακτορικό (ως πτυχίο ανώτερο του master).

- Ρε συ Φιλώτα, ό,τι και να πω είναι λίγο... Μου έμαθες τη δουλειά όταν δεν ήξερα πού μου παν' τα τέσσερα, με σύστησες σε πελατεία, με έμαθες πώς να φοροδιαφεύγω και πώς να «σβήνω» τις μπριζόλες με κρασί και όχι με λεμόνι όπως έως τότε (για τον Θεό!) έκανα... Είσαι για μένα ο Μίστερ Μιγιάγκι μου!
- Καλά, καλά... Να σου πω, δεν περνάς αύριο από το σπίτι μου να περάσεις το δεύτερο χέρι στους τοίχους;
- Yes sensei...

Μίστερ Μιγιάγκι, κατά κόσμον Pat Morita (από poniroskylo, 27/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να τονίσουμε την τάση ενός ατόμου να προδίδει. Το καρφί, ο δοσίλογος.

- Του είπα τι έγινε χθες και το μοιράστηκε με όλο τον κόσμο ο Αρτέμης Μάτσας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χοντρός, το παχύδερμο. Ο όρος προέρχεται από το ρόλο του Μπίλια, που ενσάρκωνε σε ταινίες της δεκαετίας του '80 ο τότε υπέρβαρος Στήβ Ντούζος.

- Ρε εσύ το βλέπεις αυτό το μανούλι; Πάω να της την πέσω.
- Ώπα ρε Mπίλια... Με τέτοια εμφάνιση, δε θα πέσει η γκόμενα, άλλο
πράγμα θα πέσει
- Τι θα πέσει;
- Κρύα χυλόπιτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καημένος άνθρωπος, ο άνθρωπος για λύπηση.

Δεν τον αντέχω άλλο τον Γιώργο! Αφού χώρισε έχει γίνει σκέτος Βασιλάκης Καΐλας και όλο γκρινιάζει!

Τότε (από GATZMAN, 03/10/09)Τωρα (από GATZMAN, 03/10/09)(από Khan, 13/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified