Further tags

Ο Τσιγγάνος, εις την ρατσιστικήν. Στον πληθυντικό: βρομά.

Ελεεινό λολοπαίγνιο του ονόματος Ρομ.

- «Βαποράκι» 10 ετών με εντολή του… μπαμπά! (Βρομ φυσικά). Ο «στοργικός» πα-τέρας είναι ένας 33χρονος τσιγγάνος που περιδιάβαινε τα στέκια τοξικομανών στον Πύργο, κρατώντας από το χέρι τον 10χρονο γιο του σαν καλός μπαμπάς!
(εδώ)

- Οι Βρωμ το ξέρουν ότι είναι ελληναράδες;
(εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητικά ο ρωμιός ως βρωμερός, υστερημένος και υποανάπτυκτος που ζέχνει το χνώτο του.

Δεν βρήκα διαδιχτυακά ευρήματα, ωστόσο το έχω ακούσει ως ανήκον στο ντίσκουρς δυτικόφιλων που παίρνουν έτσι (μια έστω ασθενή) ρεβάνς για τους πάμπολλους χαρακτηρισμούς που τους επιδαψιλεύουν Ελληναράδες και Ρωμιολάγνοι, όπως κουτόφραγκοι, αμερικανάκια, αμερικλάνοι, ευρωλιγούρηδες, εθνομηδενιστές, ανανιστές κ.ά. Δεν αποκλείω, πάντως, ο όρος να έχει προέλθει και από τους ίδιους τους Ρωμιολάγνους, καθώς ο συνδυασμός αυτοδοξασμού και αυτομεμψίας είναι ιδιαιτέρως χαρακτηριστικός του Νεοέλληνα-Νεορωμιού. Λ.χ. υπάρχουν ακραιφνείς οπαδοί της ιδεολογίας της Ρωμιοσύνης, που πανηγυρίζουν τον χαρακτηρισμό P.I.I.G.S. στη λογική ότι επιτέλους λέγεται η αλήθεια ότι δεν είναι δυνατό να συνυπάρξουν οι Φράγκοι με τους Ρωμαιοκέλτες. (Όπου Ρωμαιοκέλτες βλ. Ρωμιούς-Έλληνες, Κέλτες Ιρλανδούς, και νταξ Ιταλούς, Ισπανούς και Πορτογάλους που παρά το πέρασμα γερμανικών φύλων, όπως οι Λογγιβάρδοι, οι Οστρογότθοι, οι Βησιγότθοι, οι Βάνδαλοι και οι Σουαβοί είναι και καλά βαθιά εκλατινισμένοι και ρωμιοί στο φυλετικό τους υπόστρωμα και την κουλτούρα τους).

- Καλά, δεν λέω, κακώς επιτέθηκαν οι Αμερικανοί στο Ιράκ, αλλά οι μεγάλοι πολιτισμοί είναι συνυφασμένοι με την επεκτατικότητα. Μην ξεχνάμε και τον διάλογο των Αθηναίων με τους Μηλίους.
- Ε όχι κι εσύ, ρε Δημήτρη, όχι κι εσύ αμερικανάκι!
- Καλύτερα αμερικανάκι φίλε μου παρά βρωμιός!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο ελληνικής ιθαγένειας και διαμονής, νεαρής κατ' αρχήν ηλικίας, που πάσχει από δουλικό μιμητισμό του λεγόμενου «αμερικανικού τρόπου ζωής».

Το εν λόγω άτομο παραδοσιακά λατρεύει τα μακντόναλντς, την κοκακόλα, το σινιέ ντύσιμο, τα επώνυμα προϊόντα γενικώς σε κάθε καταναλωτικό τομέα. Εκδηλώνει το θρησκευτικό του αίσθημα με το επιφώνημα ΟΜΙΤΖΙ! Απεχθάνεται την κουλτούρα, όπου κι αν ελλοχεύει αυτή (π.χ. βιβλία χωρίς εικόνες). Το λεξιλόγιό του αποτελείται από 300 ελληνικές και 300 ίνγκρικ λέξεις.

Σημαίνει ταυτόχρονα ότι το άτομο εμφορείται από την αφέλεια και ηλιθιότητα του γνησίου αμερικανακίου. Που κι αυτές όμως επικαθορίζονται πολιτιστικά, δεν αναφέρονται δηλαδή στο IQ του ατόμου, αλλά στην παντελή έλλειψη ευφυΐας ελληνικού τύπου: ως αντίθετο δηλαδή του καπάτσος, ανοιχτομάτης, αετονύχης, διαβόλου κάλτσα κλπ. Δεν αμφισβητείται ότι το αμερικανάκι μπορεί να φοιτήσει στο Χάρβαρντ ή στο ΜΙΤ, να κατασκευάσει διαστημόπλοια και να βαδίσει στο φεγγάρι. Όμως παρά τις ικανότητές του αυτές, ο ταξιτζής θα του πάρει τριπλή ταρίφα, ο εστιάτορας θα του φουσκώσει το λογαριασμό και η γκόμενα θα του τα φάει τα λεφτά.

Η έκφραση δεν πολυφοριέται πλέον μ' αυτή την έννοια. Λεγόταν πολύ κατά την πρώτη 10ετία της μεταπολίτευσης, όταν, ελέω Θεοδωράκη, επιγόνων του και κομματικών νεολαιών, ο πολιτιστικός σωβινισμός ήταν στα ντουζένια του και ο πολιτικός αντιαμερικανισμός εκδηλωνόταν και σε πολιτιστικό επίπεδο. Το ρέκβιεμ του όρου νομίζω τραγουδήθηκε από τον Τζιμάκο στο επικολυρικό «κάλλιο να 'μαι πεθαμένος παρά αμερικανάαααακιιιι». Διότι οι γενιές που γεννήθηκαν από κει και πέρα γαλουχήθηκαν στην εταιρική κουλτούρα και μυθολογία, που είναι στην πραγματικότητα ο «αμερικάνικος τρόπος ζωής», από βρέφη, με τους διαφημιστικούς βομβαρδισμούς από την άσβεστη τηλεόραση της οικίας τους και τις παιδικές ταινίες της Ντίσνεϋ ως αφήγηση, με τρόπο που αυτή εδραιώθηκε στα κατώτερα στρώματα του υποσυνειδήτου τους. Υπ' αυτή την έννοια δε θ' αργήσει ίσως για πολύ η μέρα που θα είμαστε όλοι αμερικανάκια, αλλά δε θα το γνωρίζουμε.

  1. Σαν το Σαμουήλ στο Κούγκι
    μπαίνω μέσα στο μπουζούκι
    με ταξίμια με φυτίλια
    με βυζαντινά καντήλια. Στο βυζί του αμπαρωμένος
    θα τινάξω το καπάκι
    κάλλιο να 'μαι πεθαμένος
    παρά αμερικανάκι.

  2. – 60 Ευρώ.
    – Τιιιι; Για μια ρετσίνα και τρία πιάτα; Για φέρε δω το λογαριασμό, ο τύπος μας πέρασε για αμερικανάκια.

Τζίμης Πανούσης, «Σαν το Σαμουήλ στο Κούγκι» (1993) (από vikar, 01/09/11)(από Khan, 02/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάνω τις δουλειές του σπιτιού, το κοινώς λεγόμενο «νοικοκυριό» (σκούπισμα, ξεσκόνισμα, σφουγγάρισμα, μαγείρεμα) για το οποίο η «αφέντρα του σπιτιού» επαίρετο κατά την προ της καθόδου των Δωριέων (συγνώμη, διαγράφεται μια λέξη) Αλβανών εποχής, και το οποίο σήμερα αναθέτει κατά περίστασιν ή καθ' έξιν σε αμειβόμενη αντί 6.50 ευρώ την ώρα κυρία, συνήθως Αλβανίδα ή Bορειοηπειρώτισσα κατά δήλωσίν της.

Η φράση συνήθως εκφέρεται χαριέντως, σκωπτικώς ή μετ' αναστεναγμού, είτε κατά της εσχάτως ενσκηψάσης οικονομικής κρίσεως ή κατά του δικαιώματος των διακοπών, το οποίο δεν απεμπολούν πλέον ούτε η Αλβανοί. Μην εκπλαγείτε δε αν το ακούσετε και από Αλβανίδα που πρόκοψε στην Ψωροκώσταινα ως παραδουλεύτρα ή σύζυγος τοποθετητού πλακιδίων.

- Πήρε άδεια και η Λιντίτα (Ανατολή) και πρέπει ν' αλβανιάσω τώρα.
(από το άμεσο περιβάλλον μου)

- Η Λουμτουρί (Ευτυχία) σήκωσε ψηλά τον αμανέ και ζητάει αύξηση. Ας αλβανιάσω κι εγώ λίγο. (από τον ευρύτερο κύκλο μου)

- Αχ! Στο εξοχικό... δεν φτάνει που δεν έχω βοήθεια, λερώνουν τα παιδιά, έρχονται και οι φίλοι τους... κι εγώ όλη μέρα αλβανιάzω. Δε στέκομαι! Ούτε για μπάνιο δεν πάω. Να! Να! Είδες τι γίνεται; (σύζυγος κατασκευαστού πολυκατοικιών με τρία «σκαφάκια», το ένα μόνο φουσκωτό, το πάλει ποτέ μπετατζή)

- Πού να βρεις Αλβανίδα μέσα στον Αύγουστο; (από Αλβανίδα, δεύτερη σύζυγο ιδιοκτήτου mini market)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μη περιποίηση του αντρικού μορίου που το κάνει να γεμίσει τρίχες και να μοιάζει με μικρό θάμνο.

- Πω ρε φίλε το μπάνιο μετά τον αγώνα είναι φοβερό
- Κοίτα Σωκράτη...Chinese!
- Ου ρε βρωμιάρη!
- Xαχαχαχαχα!
- Xαχαχαχαχαχαχα!

(από Vrastaman, 23/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δοκίμως είναι (μεταξύ άλλων) είδος λαμπτήρα. Σλανγκικώς είναι ο παθητικός γκέι συναφώς και προς την έκφραση τον βιδώνει το γλόμπο. Δηλαδή η τοποθέτηση λάμπας μπαγιονέτ αποτελεί μεταφορά για την πρωκτική διείσδυση. Τώρα, με λίγη σλανγκική φαντασία, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι το πρωκτικό σεχ- μπαγιονέτ είναι πιο βίαιο, δίκην στάσης κεμπάπ από το σεξ βιδωτού λαμπτήρα, που πάει πιο σταδιακά- περιστροφικά. Ο όρος μπαγιονέτ μπορεί να σημάνει και την διείσδυση του πέους εν γένει (ιδίως την πρωκτική), πάντως συνήθως αποτελεί χαρακτηρισμό παθητικού ομοφυλόφιλου, όπως περιγράψαμε.

  1. Σου φάνηκε και σένα ότι είναι μπαγιονέτ ο σερβιτόρος; Αυτό το σπάσιμο του καρπού του ήταν κάπως.

  2. Και βιδωτή και μπαγιονέτ (κάπου εδώ).

(από Khan, 15/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Νεοέλληνας. Αυτός που τα γνωρίζει όλα. Αυτός που είναι ειδήμων επί παντός επιστητού.

Μη σλανγκικά, ο Homo Universalis χαρακτηρίζει τον εξιδανικευμένο Αναγεννησιακό άνθρωπο: ερευνητικό και κριτικό πνεύμα, φιλοπεριέργεια, και κυρίως μία τάση για ενασχόληση με κάθε αντικείμενο της τέχνης και της επιστήμης. Χαρακτηριστικά παραδείγματα: Ο ντα Βίντσι, ο Αβικέννας, ο Ισαάκ Νεύτων, ο Γαλιλαίος Γαλιλέι κ.ά.

- Ήρθα στην Ελλάδα διακοπές και έχω δει τον homo universalis σε όλο του το μεγαλείο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βουπού αποκαλούνται τα εκ βορείων προαστίων ορμώμενα ψωναρέ και πλουσιέξ ανθρωποειδή.

Τα κλισέ θέλουν τα αρσενικά του είδους να είναι μαμούχαλα βουτυρόπαιδα και τις βουπούδες γκομενίξ να διέπονται από υλισμό, εγωκεντρισμό, ηδονισμό του κώλου, μπιμποϊσμό και τρεντισμό.

Αντίστοιχα φαινόμενα παρατηρούνται παγκοσμίως: Βλ. τις Καλιφορνέζες valley girls, τις Νεοϋορκέζες JAP, τις Αγγλίδες essex girls, τις Γαλλίδες B.C.B.G., τις Ισραηλινές Frecha, και ταλιμπάν.

- Σε μας να σκάει ο τζίτζηκας (εντάξει, παραδέχομαι πως σε κάποιες φάσεις ο αέρας λυσσομανούσε) και οι βουπούδες να είναι με γαλότσα και ομπρέλα; Παίδες, απλά μετακομίστε!!! Ή, τελοσπάντων, αγοράστε εξοχικό στα Νότια!
(εδώ)

- O Θάνος ήταν ένα κλασικό ΒουΠου, με χαμόγελο Colgate, πλήρη εξάρτηση Timberland, μπαμπά μεγαλοδικηγόρο και φίλους αρκούντως φλώρους...
(εκεί)

- Ο ΒΟΥΠΟΥ ΜΑΚΗΣ ΒΡΙΖΕΙ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΟΥ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΘΗΚΑΝ ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΜΑΝΩΛΗ ΠΟΥ ΚΑΤΑΚΡΕΟΥΡΓΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΟΥΣ ΤΟΥ
(παραπέρα)

-------------------

  1. Το μαλλί τους ΠΟΤΕ (σχεδόν) δεν είναι το τελείως ίσιο, το ινδιάνικο, το πράσο ένα πράμα... Η ισιούρα θεωρείται κατωτέρου. Οι βουπούδες κάνουν περίτεχνα χτενίσματα, επιμελώς ατημέλητα κι έτσι, μπουκλέ και ψιλοκρεπαριστά, ενίοτε μαμαδίστικα και κυρατσέ.

  2. Ακόμη και στις ελάστιχες περιφτώσεις που έχουν ίσιο μαλλί - το οποίο τότε εξυπακόύεται πως είναι το νατουράλ τους - ΠΟΤΕ ΤΩΝ ΠΟΤΩΝ δεν το βάφουν στο κλασικό καραξανθό, το πλατινέ, το κιτρινιάρικο, το καναρινί, το ξανθό που όλοι εμείς οι κάγκουρες λατρεύουμε. ΠΑΝΤΑ ΑΝΤΑΥΓΕΙΕΣ, ιτς δε ρουλ. Το τίγκα ξανθό θεωρείται γύφτικο, καγκούρικο, φτηνό, δευτεράντζα, λάικα, μπουρναζιώτικο κλπ

  3. Συνήθως δεν βάφουν τα νύχια των ποδιώνε τους με καυλωτικά μπουρδελιάρικα κόκκινα χρώματα. Άντε κανά γαλλικό μανικιούρι ή λίγο βερνικάκι για να γυαλίζει και να θρέφει και καλά το νύχι.

  4. Δεν μπογιατίζονται στο πρόσωπο, μόνο βάφονται ελάστιχα και «διακριτικά», για τους γνωστούς λόγους: το σοβάτισμα είναι για τις γυφτο / καγκουρογκόμενες κλπ.

  5. Στας βραδινάς εξόδους τους προτιμούν τα περίφημα «αέρινα» κοριτσίστικα φορεματάκια που ζέχνουν αθωότητα και παιδικότητα (κι ας έχουν οι ίδιες μάστερ στα τσιμπούκια). Τα κολλητά / εφαρμοστά / φορέματα κάλτσα, αποφεύγονται μετα βδελυγμίας για τους γνωστούς λόγους. Γενικά οι βουπούδες αντιπαθούν το ξέκωλο ντύσιμο.

  6. Υπόδηση. Μπαλαρίνες, γενικά φλατ παπουτσάκια - σανδάλια, άντε καμιά πλατφόρμα απ' αυτές με το τακούνι-φελό. Αποφεύγονται γόβες στιλέτο.

  7. Από άποψη φυσιολογίας: οι βουπούδες έχουν συνήθως στρουμπουλά και ροδαλά μαγουλάκια, ακόμη κι αν είναι γενικά αδύνατες, λόγω της καλοζωίας, της παντελούς έλλειψης εγνοιών και του καθαρού αέρα που αναπνέουν στας Εκάλας και τας Πολιτείας.

  8. Σχεδόν ουδέποτε οι βουπούδες έχουν εκ φύσεως γραμμωμένα και στεγνά / άλιπα / σφιχτά κορμιά. Συνήθως είναι πλαδαρουά, με ψιλομεγάλες περιφέρειες, χοντρές γάμπες κλπ. Τέτοια μυώδη - μεσομορφικά τα λέμε εμείς οι γνωρίζοντες - σώματα είναι πολύ πιο πιθανό να συναντήσεις σε ξένες (αλβανέζες κυρίως) αλλά και κοπέλες λαϊκών στρωμάτωνε. Αν αι β.π. κάνουν ποτέ γράμμωση, θα την κάνουν μετά τα 30-35, με εκατό γυμναστές / personal trainers από πάνω τους, διαιτολόγους κλπ (...)

(johnblack, εδώ)

(από Khan, 15/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μαϊμού.

Από τον Cheeta, τον θρυλικό χιμπατζή του Ταρζάν.

- ΜΟΥ ΤΗΝ ΔΙΝΕΙ ΠΟΥ ΚΑΘΕ ΛΙΓΟ ΚΑΙ ΛΙΓΑΚΙ ΚΑΠΟΙΟΙ ΠΗΔΑΝΕ ΣΑΝ ΤΗΝ ΤΣΙΤΑ ΑΠΟ ΣΤΑΤΟΥΣ ΣΕ ΣΤΑΤΟΥΣ ΚΑΙ ΑΠΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΣΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑΖΟΥΝ ΤΑ ΠΑΝΤΑ!!! ΠΟΣΟ ΜΑΛΛΟΝ ΟΤΑΝ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΤΟΥΣ ΔΕΝ ΚΟΛΛΑΝΕ ΠΟΥΘΕΝΑ!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
εδώ

- Είδα τον Τζόρβα επιτέλους σε καλή κατάσταση, να εμπνέει μια κάποια σιγουριά στην άμυνα, να σώζει αρκετές φορές την ομάδα κυρίως με τις σωστές τοποθετήσεις του. Διότι ο τερματοφύλακας δεν είναι καλός όταν εκτινάσσεται σαν την Τσίτα δυο μέτρα πέρα, αλλά κυρίως όταν ξέρει να τοποθετείται σωστά και όταν κάνει καλές εξοδους. εκεί

- Oleg Deripaska, a cheeta look-alike without the chimp’s charm and good manners.
Τάκης Θεωδορακόπουλος, παραπέρα

(από Vrastaman, 08/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρατσιστική αναφορά σε άτομο αλβανικής καταγωγής με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Χρησιμοποιείται σε ουδέτερο γένος, ώστε να καλύπτει και τον αλβανό και την αλβανίδα. Μπορεί να αναφέρεται και για μη αλβανό, που έχει όμως τα χαρακτηριστικά των συμπαθέστατων κατά τ' άλλα γειτόνων: κουτοπονηριά, αλεπουδόφατσα, απλυσιά, αλμπάνικο σεξαπίλ...

Αυτά κι άλλα πολλά συνιστούν ένα αλμπάνι.

  1. Αλμπάνι πήδηξες ρε και είσαι και περήφανος; (σχόλιο ανώνυμου σε σεξοσάιτ σε ερωτική ιστορία με θέμα «Η εμπειρία μου με την αλβανίδα γειτόνισσα»)

  2. Καλή γκόμενα η Φουρέιρα αλλά μου είπαν οτι είναι αλβανίδα. Δεν ξέρω αν είναι αλήθεια, πάντως εμένα δεν μου κάνει για αρτίστι αλμπάνι...

  3. Τα αλβανικά ΜΜΕ κάνουν λόγο για ακύρωση της πρόσφατης συμφωνίας για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και άλλων θαλασσίων ζωνών μεταξύ Ελλάδος και Αλβανίας. Για δές που ξύπνησαν και τα αλμπάνια.. (από γνωστό φορούμιο)

Συνώνυμα: αλβανό / αλμπανό, νόζις, νόζης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified