Further tags

Κυριολεκτικά πούστικη συμπεριφορά, ανάρμοστο σεξουαλικό τσαλίμι, κραυγαλέα εκδήλωση ομοφυλοφιλίας. Συναντάται και μεταφορικά, ως ύπουλη ενέργεια, π.χ. «Κοίτα μη μου κάνεις κανένα πουστριλίκι, σε γάμησα», ή ακόμη και ως άγριο μπινελίκωμα: «Μ' άρχισε στα πουστριλίκια».

  1. Ήρθε κι ο Φιλήμωνας. Καλά, μιλάμε, να δεις πουστριλίκι η δικιά σου!

  2. -Γιατί δε ζητάς ένα ρεπό;
    -Τι λες, ρε συ, προχθές του ζήτησα μια ωρίτσα να πάω τη μάνα μου στο σταθμό και μ' άρχισε στα πουστριλίκια!

  3. Αν μου κάνεις πουστριλίκι, σε πήρε και σε σήκωσε!

Την άρχισε στα πουστριλίκια. (από panos1962, 15/11/09)Πουστριλίκια (από panos1962, 15/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο gay, κατά κύριον Βασίλη εκ Πατρέων, aka Φιδέμπορας, γνωστός γκεστ σταρ της Ελληνοφρένειας.

«Είστε όλοι γκέτσηδες στην Αθήνα».

(από Khan, 01/10/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξι τῆς Καστρινῆς διαλέκτου τῆς τοπολαλιᾶς τῶν Ἰωαννίνων, ποὺ σημαίνει μουνί, κατ' ἐπέκτασιν δὲ καὶ κοπέλλα, κορίτσι, γυναῖκα. Εἰδικῶς αὐτὴ ἡ λέξις τῆς Καστρινῆς ἔχει καὶ εὐρύτερη ἀπήχησι στὴν Ἥπειρο.

Ἐτυμολογικῶς, προκαλεῖ ἐντύπωσι ἡ ὁμοιότης μὲ τὴν πραγματικὰ «βαρειὰ» λέξι pachocho, ἡ ὁποία σημαίνει στὰ ἰταλικά, καὶ ἰδιαιτέρως στὴν τοπολαλιὰ τῆς Σαρδηνίας, προστυχόμουνο, βρωμόμουνο, παληόμουνο.

Ἡ Καστρινὴ διάλεκτος ὡμιλεῖτο ἐντὸς τοῦ περιβόλου τοῦ Κάστρου Ἰωαννίνων· ἀντιστοιχεῖ σὲ ἕνα εἶδος τοπικῆς κουτσαβακικῆς.

- Ψηλὸ πατchό, καμαρωτὸ χαράφ(λ)ωμα

Τουτέστιν:

- Ψηλὸ μουνί, καμαρωτὸ γαμῆσι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λεσβία (συνθηματικό). Παραπέμπει στις Σχολές ΣΒΙΕ.

- Γουστάρω τη Λία...
- Ξέχασε το, πάει Κορέλκο.

(από poniroskylo, 21/11/09)(από poniroskylo, 21/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη νεοελληνική κοινή: «Πήγαινε πλύνε τα πιάτα (σε παρακαλώ)».

Χρησιμοποιείται όταν η/οι παρευρισκόμενη /-ες γυναίκα /-ες έχει /-ουν υπερβεί κατά πολύ τα εσκαμμένα, και χρειάζεται να συνετιστεί /-ούν από το/τα κυρίαρχο /-α αρσενικο /-ά. Ήτοι, όταν πρόκειται δια θέμα δια το οποίο δεν πίπτει λόγος εις οιονδήποτε μη φέροντα έναν ή και πλείονας όρχεις.

Ισοδυναμεί με το αι γυναίκαι μέσα.

- Εγώ πάντως, Μήτσο μου, νομίζω ότι πάλι ο Ολυμπιακός θα το πάρει το πρωτάθλημα φέτος.
- Ίσα μωρή χαμούρα που έχεις και άποψη για τη μπάλα! Άει πά’ πλύ’ ντα πιάτα τώρα!
- Τι είπες ρε μισοριξιά; - Τίποτα αγάπη μου, με τον Βαγγέλη μιλούσα στο Σκάιπ. - Ρε μη χαζεύεις! Άντε, τελείωνε με το σφουγγάρισμα, έχεις και να μαγειρέψεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φακάτη (γκόμενα) = η γαμιστερή (και γαμάτη) η πολύ ωραία και επιθυμητή ([σλουρπ]...)

- Όλες οι φακάτες, στα πρωϊνάδικα μαζεύτηκαν.
- Μρρρρρρρ!

π.χ. (από spydel, 26/11/09)(από pvnrt, 26/11/09)

από το αγγλικό fuck

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός θήλεος.

Η περί ούσας ενδείκνυται μόνο δια μια συνεύρεση, τη τελέσει δε της πράξεως επιβάλλεται ο αποκλεισμός μελλοντικού συναγελασμού άπαξ και δια παντός, εν ανάγκη και με δραστικά μέτρα.

- Το βραδάκι Μάλια;
- Ωχ μωρέ, αφού δεν τις μπορώ τις Σούζαν και τις Χέδερ. Είναι πούτσο και γκρεμό!
- Τώρα, αυτό εμένα γιατί πρέπει να με χαλάει;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κωλάκιας είναι ο άντρας που γουστάρει περισσότερο τον κώλο στη γυναίκα, ενώ βυζάκιας αυτός που γουστάρει περισσότερο τα βυζάκια (ε ναι, αυτό το υποκοριστικό με έδωσε ήδη στεγνά, το ξέρω, αλλά δε μπορούσ' αλλιώς).

Λέγεται προφανώς για ετεροφυλόφιλους (ή άντε, αμφιφυλόφιλους) άντρες, αλλά ίσως και για ομοφυλόφιλες γυναίκες (δεν το ξέρω, ούτε και αν υπάρχει θηλυκός τύπος σ' αυτήν την περίπτωση).

Ο μέγας κοινωνιολογικός νόμος της διχοτόμησης εφαρμόζεται λοιπόν εδώ στο υπερπανίσχυρο φύλο. Και δεν πρόκειται βέβαια απλά για διάκριση σε τουρκόφιλους και ισπανόφιλους, αλλά για ζήτημα μεγάλου βάθους (ή όγκου, ανάλογα) που μπορεί να παρασύρει τον πιο πολλά βαρύ και όχι άντρα σε λυρικές ποιητικές εξάρσεις που θα ζήλευε κι' ο Λουντέμης, ή τον πιο σμπόκο κάγκουρα σε εμβριθείς αναλυτικές επιχειρηματολογίες που θα ζήλευε κι' ο Καστοριάδης, και όλα αυτά στα πλαίσια ενός αρχικού αντρικού δεσίματος ή ενός κατοπινού, με αμείωτη ένταση επανερχόμενου λάιτ μοτίφ, απ' αυτά που συχνά χαρακτηρίζουν τις αντρικές φιλίες.

Κάποιες αλήθειες για τους κωλάκηδες και τους βυζάκηδες:

  • Μπορεί να μην είσαι ούτε Πάοκ ούτε Άρης, ούτε Νουδού ούτε Πασόκ, ούτε κιθαρίστας ούτε ντράμερ, ούτε Μαντόνα ούτε Μάικολ Τζάκσον· αλλά είσαι είτε κωλάκιας είτε βυζάκιας.
  • Ο κολλητός σου ξέρει αν είσαι κωλάκιας ή βυζάκιας· η γκόμενά σου όχι απαραίτητα.
  • Ο σωστός κωλάκιας ξέρει τον καλό κώλο ακόμα κι' αν η γκόμενα στήνεται στα τέσσερα· ο σωστός βυζάκιας ξέρει τα καλά βυζάκια ακόμα κι' αν η γκόμενα ξαπλώνει τ' ανάσκελα.
  • Αν δεν είσαι ούτε κωλάκιας ούτε βυζάκιας είσαι αδερφή· αλλά όχι και αντίστροφα.
  1. Βυζάκηδες VS Κωλάκηδες...: Λοιπόν το προαιώνιο δίλημμα έρχεται να χτυπήσει την πόρτα και του αγαπητού μας φόρουμ! Το πράγμα είναι απλό. Ψηφίστε τι προτιμάτε περισσότερο, στήθος ή οπίσθια ΚΑΙ αιτιολογήστε! Χαζές επιλογές τύπου «και τα δύο» η «εγώ κοιτάω τον εσωτερικό της κόσμο» δεν υπάρχουν, κρίνονται απαράδεκτες και γενικά δεν μας απασχολούν. Γράψτε τις αλλού. Εδώ είναι καθαρά σαρκικού περιεχομένου θρεντ. (από φόρουμ)

  2. — Ποιά είναι η στάση που προτιμάτε στο σεξ;
    — Έχω την εντύπωση ότι για τους άντρες ισχύει το εξής: Αν είσαι βυζάκιας, από πάνω η γυναίκα. Αν είσαι κωλάκιας, στα 4. Αν είσαι μαλάκας, ιεραποστολικό.
    (από το μπουρδέλα τι βι)

(από patsis, 06/06/13)

Δες και Βυζιγότθοι και Οστρογόφοι. Ακόμη: μουνάκιας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ετυμολογικά η λέξη προέρχεται από το λατινικό charta visa ή, ελληνιστί, έγγραφο το οποίο έχει ελεγχθεί. Ο κάτοχος της βίζας λοιπόν, αφού έχουν ελεγχθεί τα ταξιδιωτικά του έγγραφα μπορεί να εισέλθει στη χώρα που τα εξέδωσε.

Παλιά, επί Ανατολικού μπλοκός, οι κάτοικοι χρειαζόντουσαν βίζα για να εξέλθουν του σιδηρούντος παραπετάσματος και φυσικά τέτοιες άδειες εκδίδονταν σπανιότατα (μη δει ο κοσμάκης τα αίσχη του καπιταλισμού και θολώσουν οι φακοί από τον καταναλωτισμό και πετάξει το πουλάκι).

Εμπνευσμένοι λοιπόν από τα άνωθεν, διάφοροι κακεντρεχείς περιπαίζουν τους λιγότερο ανεξάρτητους φίλους τους, που προτιμούν την ήρεμη οικογενειακή ζωή.

Κατ' αυτή την έννοια το έτερον ήμισυ του ατυχούς ανδρός πρέπει να του εκδώσει άδεια εξόδου από το σπίτι, για να μπορέσει και αυτός να δει κανά ματσάκι, να φάει με την παρέα του, να πιει έναν φραπέ βρε αδερφέ. Φυσικά ο αιτών βίζα θα πρέπει να έχει όλα τα απαραίτητα δικαιολογητικά έτοιμα προς εξέταση αν θέλει να έχει τύχη η αίτηση του (να έχει βάλει ηλεκτρική, να έχει αφήσει την πιστωτική του πάνω στο τραπέζι μαζί με μια ευχετήρια κάρτα για καλά ψώνια, να έχει πετάξει την πεθερά του ως το γιατρό γιατί που να παίρνει ταξί η γυναίκα, κλπ κλπ κλπ).

Ο δε ευτυχής λήπτης της βίζας υπογράφει όρους απαράβατους και καταχρηστικούς οι οποίοι αναλύονται αλλά δεν περιορίζονται στους εξής:

- Δεν θα πιω πάνω από δύο ποτά
- Δεν θα κοιτάξω άλλη γυναίκα
- Δεν θα αργήσω να γυρίσω
- Θα έχω το κινητό μου φορτισμένο και θα μένω πάντα εντός σήματος
- Θα ειδοποιώ ανά μισάωρο για την τοποθεσία μου
- Δεν θα πλησιάσω σε ακτίνα χιλιομέτρου ενοχλητικές εγκαταστάσεις
- Σε περίπτωση τυχαίας συναντήσεως με πρώην μου θα αυτοπυρποληθώ.

Για χρήσεις του λήμματος που αφορούν πιστωτικές δες εδώ.

  1. - Ε, παιδιά χάρηκα που τα είπαμε αλλά ήρθε η ώρα να την κάνω.
    - Τι έγινε ρε Σάκη, έληξε η βίζα;

  2. - Ρε λακαμά Μάκη, πάμε σε κανά κωλάδικο απόψε;
    - Τιλέρε απεόφοβε! Να το μάθει η Σουλάρα και να μου ανακαλέσει τη βίζα άπαξ και διαπαντός;;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα της οποίας η μουνοσχισμή ξεκινά κάπως πιο ψηλά από το συνηθισμένο και δίνει την εντύπωση ότι και το μοϋνί της είναι κει πάνω. Πιθανόν και να είναι και έτσι, δηλαδή ανατομικά να το έχει κάπως πιο μπροστά. Σε αυτό θα μας απαντήσουν οι έμπειροι του σάιτ.

Επίσης είναι η γυναίκα που προτάσσει το μουνί της σαν όπλο για να προχωρήσει στη ζωή. Εναλλακτικά, μπροστομούνα = γυναίκα ελευθερίων ηθών, πουτάνα.

  1. - Ρε παιδιά, να σας πω κάτι που δεν θα έπρεπε... Καλό γκομενάκι η Στέλλα, αλλά πολύ μπροστομούνα, το ψάχνω και δεν το βρίσκω...
    - Χέσε ρε μαλάκα, ιδέα σου είναι...

  2. - Είδες η κόρη της κυρίας Αντωνίας; Μια χαρά στο δημοτικό συμβούλιο είναι τώρα. Αυτά να βλέπεις...
    - Άσε με ρε μάνα με τη μπροστομούνα τώρα...

(από Vrastaman, 02/12/09)Για το λόγου το αληθές… (από panos1962, 02/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified