Μονάδα μέτρησης κόκας ή πρέζας ή (σε μερικές περιπτώσεις) μπάφου.
- Ρε μαλάκα, πόσο κοκό πήρες;
- Πέντε τζι πήρα, δε φτάνουν ρε;!
Μονάδα μέτρησης κόκας ή πρέζας ή (σε μερικές περιπτώσεις) μπάφου.
- Ρε μαλάκα, πόσο κοκό πήρες;
- Πέντε τζι πήρα, δε φτάνουν ρε;!
Got a better definition? Add it!
Απαξιωτικός χαρακτηρισμός για την πάλαι ποτέ (ουάου!) Σοβιετική Ένωση (Ε.Σ.Σ.Δ.)
Σήμερα εκπορεύεται κυρίως από «δεξιούληδες» και υπονοεί χώρες με αυταρχικό καθεστώς, υψηλό επίπεδο κρατισμού, γραφειοκρατία, διαφθορά και τα συναφή.
(Στο καφενείο) - Ρε Μήτσο, στο' χω πει, στην Ελλάδα από το 74 και μετά μας κυβερνάνε οι αριστεροί, πάρτο χαμπάρι, είμαστε Σοβιετία, όλα τα περιμένουμε από το δημόσιο, πώς θα έρθουν επενδύσεις έτσι;
Got a better definition? Add it!
το Χρι, το Κω, το Φλω
Η μανία που έχουν στη Σίφνο (ίσως κι αλλού, δεν ξέρω) να λένε 1-2 μόνο συλλαβές από τα ονόματα και να τα κάνουν όλα ουδέτερου γένους.
Ο Χρήστος, ο Κώστας, η Φλώρα, η Ευγενία, ο Απόστολος, ο Μανώλης, η Κατερίνα, ο ... Σφυρίζων, γίνονται το Χρι, το Κω, το Φλω, το Ευγέ, τ' Από, το Μανώ, το Κατέ, το Σφυ.
Με κοίταξε κι ύστερα άρχισε να μου χαμογελά: ― Είσαι φχαριστημένος, Μανώ μου;…
― Γιάντα δε μου τηλεφώνησες να κατέβω να σε πάρω απ’ τις Καμάρες; με μάλωσε η κεράτσα.
― Γιάντα να σε βάλω σε κόπο;
― Θα σου ‘στελνα τ’ Από να σ’ ανεβάσει με τη γαδάρα του. (από δω)
Την πολύ ιδιαίτερη γλώσσα των Σιφνιών ανάδειξε στο έργο του ο Μανόλης Κορρές (1922-1998), θεατρικός συγγραφέας και πεζογράφος.
Got a better definition? Add it!
Υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ.
Συντόμευση της καβάντζας, βλ. καβάντζα.
Μωρό μου έχω πιει μια κάβα, μόνο εσύ λείπεις.
- Με τη Γιάννα τι έγινε τελικά;
- Τίποτα, την έχω για κάβα τώρα.
Got a better definition? Add it!
η τακτική του να ισχυρίζεσαι ότι έχεις ανακαλύψει κάτι, ενώ υπάρχει για χρόνια, δεκαετίες η ακόμα και αιώνες.
Ανακάλυψε η μάνα μου ότι από το youtube μπορεί να κατεβάσει τραγούδια και το λέει σε όλον τον κόσμο. Ο κολομβισμός σε όλο του το μεγαλείο!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Σημαίνει στην πούτσα μου, δηλαδή δε με νοιάζει, δε με απασχολεί, έχω γραμμένο κτλ. Ακολουθεί απόπειρα ετυμολόγησης:
στην πούτσα μου -> στη μπούτσα μ' ->ζ' μπούτσα μ' -> ζμπούτσαμ
Αντίστοιχα και ζμπούτσασ, ζμπούτσατ, κ.ο.κ.
Ζμπούτσαμ ρε φίλε, το χάλασες, θα το πληρώσεις! Τελείωσε!
βλ. και ζμπόυ τσομόυ / στον μπόυ τσο μόυ, ζμπότσομ
Got a better definition? Add it!
Θα σου τηλεφωνήσω.
Δεν πρόκειται απλώς περί συντομογραφίας, αλλά λέγεται πλέον έτσι ακριβώς και προφορικά (παίζει 2-3 χρόνια τώρα σίγουρα, μπορεί και παραπάνω).
-Θα μου πεις όταν είναι η ώρα;
-Ναι ρε, κουλ. Θα σου τηλ.
Got a better definition? Add it!
Συντομογραφία της έκφρασης τέλος πάντων.
- Η παρτίδα σκακιού που παίξαμε χτες ήταν κερδισμένη για σένα αλλά φέραμε στο τέλος ισοπαλία.
- Τέσπα. Φιλική ήταν.
Got a better definition? Add it!
Η εκμετάλλευση στα κομμέ, -δεν ξέρω αν είναι αυθεντικό κομμέ, είναι περισσότερο κάτι σαν το ψυχανάλα, θεωρείται κάπως πιο μαγκίτικο να κόψεις αυτή την κατάληξη που καθιστά τη λέξη κάπως λόγια.
Το βρίσκουμε ήδη (1954) στο άζμα σε στίχους Χρήστου Γιαννακόπουλου και μουσική Μιχάλη Σουγιούλ "Σβήστε με απ' τον χάρτη".
Σβήστε μ’ απ’ το χάρτη
μια γυναίκα αγάπησα και μου βγήκε σκάρτη
μια γυναίκα αγάπησα και μου βγήκε σκάρτη
Είμαι για κρεμάλα
για
φιγούρα μ’ ήθελε και για εκμετάλλα
για φιγούρα μ’ ήθελε και για
εκμετάλλα
Είμαι για κρεμάλα
Ασφαλώς έχει και πολιτικοοικονομική διάσταση "εκμετάλλα αθρώπου από άθρωπο" κτλ. Γενικά είναι μεν παλαιός μαγκίτικος σχηματισμός, αλλά λέγεται και σήμερα για να αποφορτίσει μια συζήτηση μαγκίτικα να μη φανεί ότι χρησιμοποιούμε υπερβολικά τεχνικούς όρους ξέρωγω.
Got a better definition? Add it!
Στα καλιαρντά, η πουτάνα με αποκοπή της αρχής, όπως και στο τάνα, και μετά με ηχηροποίηση. Βλ. και ντανιά= πουτανιά.
Και τώρα μαέστροι γίναν στο πιασμάν
της πούλης μας,
στο
πρεζαντέ επάνου
και το τσουρνό το σέρνει ρουλεμάν
ντάνες εκαταντήσαμε, Χαβάη Κατελάνου.
(Από καλιαρντοστιχούργημα).
Η άλλη η ντάνα, που λέει ο Αυτοχτό, ετυμολογείται από το ιταλικό andana < λατινικό indago- inis = στοιχισμός, στοίβαγμα. Είναι, επομένως, ο,τιδήποτε στοιβάζεται, μεταξύ άλλων και παράταξη πλοίων που έχουν ελλιμενισθεί με σειρά ώστε το πλευρό του ενός να βρίσκεται δίπλα στο πλευρό του άλλου.
Got a better definition? Add it!
Συντόμευση λέξης με παράλειψη τμήματός της (π.χ. προκατασκευασμένο --> προκάτ)