Selected tags

Further tags

Το πολύ ίσιο (και μάλιστα από τη φύση του ίσιο) αντρικό ή γυναικείο μαλλί. Συνήθως ξανθό και όχι πάρα πολύ χοντρότριχο, ούτε πολύ πυκνό, καλής όμως ποιότητας, γυαλιστερό, δεν πουτσοτριχίζει εύκολα, θέλει όμως συχνό λούσιμο γιατί λαδώνει την επομένη κιόλας. Χαρακτηρίζει κυρίως τους προερχόμενους από τις βόρειες χώρες, αλλά και -εν μέρει- από τις ΗΠΑ. Κανένα μαλλί δεν μπορεί να γίνει τόσο ίσιο με τεχνητό τρόπο.

Τα εξίσου πανέμορφα, ίσια και βαριά, μαύρα μαλλιά των προερχομένων από την Ανατολή (γυναικών), δεν λέγονται έτσι. Μάλλον γιατί το «πράσο» παραπέμπει σε κάτι το λεπτό και ανοιχτόχρωμο.

- Ωραία μαλλιά!
- Από πότε σου αρέσει το μαλλί πράσο, πάντα μου έλεγες ότι σου αρέσουν οι κατσαρομάλλες, κατάλαβα, μου λες με τρόπο ότι θέλεις να τα ισιώνω...
- Μα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλη μια ονομασία για το αιδοίο θηλυκού τύπου Λίλιαν.

Ετυμολογείται από το radix ('ρίζα') όπως το έλεγαν στο άξεστο Λάτιο (το agresti Latio του Οράτιου). Το λατινικό radix μας δίνει το αγγλικό radish και το γαλλικό radis, 'ραπανάκι'. Το σγουρό δίνει μια διεθνούς αναγνωρισιμότητας αίγλη (πιανίστας Δ.Σγούρος).

Η συλλογή του γνήσιου σγουρού ραδικιού απαιτεί «τράβηγμα», δηλαδή κόπο, ή τον αντίστοιχο του κόπου αντίκρυσμα, αν κάποιος μας το προσφέρει «στο πιάτο».

Συγγενή ανταγωνιστικά είδη το καυλοράπανο, το ήμερο ραδίκι, αλλά και το αντίδι (ανάλογα με το μικροκλίμα).

-Λίλιαν μ'έχεις λολάνει
και θα φάω μεγάλη φρίκη
αν δεν ξηγηθώ φιστίκι
στο σγουρό σου το ραδίκι.

(από pavleas, 12/02/09)(από pavleas, 12/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

σανό, τρώω σανό, ΣΑΝΟ, σανοφάγος

Το σανό χρησιμοποιείται από παλιά στην έκφραση "τρώω σανό": είμαι ανόητος, δεν καταλαβαίνω. (Συνώνυμο: τρώω κουτόχορτο). Εύκολη και η χρήση του σανοφάγου.
Κυριολεκτικά, το σανό (από την σλαβική seno) είναι τα ξεραμένα χόρτα (τριφύλλι, βρόμη κ.ά.), που θερίζονται πριν φτάσουν στην ωρίμανση και αποθηκεύονται για ζωοτροφή.

Πρόσφατα ο σλανγκόφιλος Β. Βενιζέλος το επανέφερε ως αρκτικόλεξο ΣΑΝΟ (Σχέδιο Ανάπτυξης Νέας Οικονομίας), συνώνυμο του 3ου, πρώτη φορά αριστερού μνημόνjου:

«Το μνημόνιο 3 στο νέο κόσμο του Όργουελ λέγεται Σχέδιο Ανάπτυξης Νέας Οικονομίας, ΣΑΝΟ», ανέφερε σκωπτικά ο κ. Βενιζέλος και υπερασπίστηκε την πολιτική της προηγούμενης κυβέρνησης, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Τίποτα δεν συγκρίνεται με αυτά που έχουμε βιώσει για να μην χρεοκοπήσει η χώρα και είχε όμως λοιδορήσει η σημερινή συγκυβέρνηση».
skai

Άντε και εις σανότερα!

  1. Φιλελε που τρωει σανο 40 χρονια #nd_kseftiles. Από δω

  2. Τέρμα πια τα παχυντικά μακαρόνια (23%), τώρα με ΣΥΡΙΖΕΛ μόνο αγνό, βιολογικό και διαιτητικό σανό #mnimonio_tsipra (εδώ)

  3. Ωραίο σανό μοιράζει τώρα ο Αλέξης. Και ακριβό, καμμιά 5άρα δις. Ααα, όλα κι όλα, είναι ακριβό γκομενάκι ο Αλέξης! (εδώ)

  4. Για πρωινό έχουμε ρούβλια με σανό κοπανιστό. (εδώ)

  5. Για να δούμε τι έλεγε ο Μπαρουφάκης για την επιστροφή στη δραχμή, αγαπητοί μου σανοφάγοι. ΦΑΤΕ ΣΑΝΟ ΓΙΔΙΑ ΣΗΜΕΡΑ:
    Από δω

  6. Σανοφαγος (ο) : ψηφοφορος Συριζα που αντι να παραδεχθει οτι εκανε λαθος στις 25/1, θελει να αποδειξει οτι η Γη ειναι τριγωνη. #sanofagos

  7. - Εχω μιλησει για την ΠΕΙΝΑ. Ερχεται σε παγκοσμιο επιπεδο μεσα σε 2 χρονια μαξ μαξ. η μονη προληπτικη στρατηγικη ειναι Παγκοσμιος Πολεμος..
    - Συγνώμη, πίστεψε κανείς ποτέ ότι ο μαλάκας, ο σανοφάγος κι ο ψεκασμένος ήταν κλειστά επαγγέλματα;;; (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γήπεδο Κλεάνθης Βικελίδης ή Χαριλάου μειωτικά, στη λογική ότι ο Άρης που έχει το παρατσούκλι σκουληκιάρης ή σκουλήκι δεν μπορεί παρά να στεγάζεται σε ένα σάπιο μήλο.

Από φόρα φιλάθλων:

  1. Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΠΑΟΚΑΡΑΣ ΜΑΣ ΣΤΟ ΣΑΠΙΟ ΜΗΛΟ ΠΡΙΝ ΤΩΝ ΑΓΩΝΑ ΚΥΠΕΛΟΥ ΜΕ ΤΩΝ ΚΟΛΟΓΑΥΡΟ.

  2. Γαμιεται ο αρης και το σαπιο μηλο.

  3. και ο Σαλπι κ βλέπω και τον Βιερι σκόρερ στο σάπιο μήλο!

Ρεβάνς (από Khan, 07/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που δηλώνει πλήρη αδιαφορία από το άτομο για μια συγκεκριμένη κατάσταση. Συνώνυμο με την έκφραση στ' αρχίδια μου, αλλά περισσότερο εύηχο. Εναλλακτική χρήση: «στον πούτσο μου γαρδένιες».

- Καλά ρε φίλε, φεύγεις για Γροιλανδία έτσι, χωρίς δουλειά, χωρίς να ξέρεις πού θα μείνεις;
- Φίλε εγώ θα πάω και στον πούτσο μου λουλούδια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν συμπληρώνεται από την φράση «και γύρω γύρω μέλισσες» δείχνει επιθετική αδιαφορία.

- Μαλάκα θα σε γαμήσει ο Σερίφης άμα δεν πας μάθημα!
- Στον πούτσο μου λουλούδια και γύρω γύρω μέλισσες...

(από Τσακ εις την μέσην, 29/07/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρχικά για να ξέρουμε για τι πράγμα μιλάμε να σας ενημερώσω ότι:

Τα γκόρτσα είναι τα φρούτα του δένδρου Αγκορτσιά (ή αλλιώς Γκορτσιά). Η Αγκορτσιά είναι ένα είδος αγριαχλαδιάς. Κατά βάση λοιπόν τα γκόρτσα είναι κάτι σαν αχλάδια ένα πράγμα.

Πάμε τώρα στον καθεαυτό ορισμό. Ορισμούς μάλλον, γιατί η έκφραση είναι πολυσήμαντη.

  1. Η φράση μου τίναξες τα γκόρτσα σημαίνει με κούρασες πάρα πολύ, με ξεθέωσες, με ξεπάτωσες, με ξεκώλωσες, με ξέκανες, με ξέσκισες, με ξεμούνιασες, μου έδωσες το μουνί στο χέρι, με πέθανες, με εξουθένωσες, με έφτασες στα όρια της φυσικής μου αντοχής. Όλα αυτά, το καθένα ξεχωριστά και όλα μαζί.

  2. Από τον παραπάνω ορισμό προκύπτει η δεύτερη σημασία της έκφρασης. Ένας άντρας μπορεί να χρησιμοποιήσει την έκφραση αυτή για να παινέψει τον εαυτό του σχετικά με την μεγάλη του αντοχή κατά τη διάρκεια του σεξ, καθώς και για την ποσότητα και την ποιότητα των οργασμών, της ευχαρίστησης και της ηδονής που μπορεί να προσφέρει στη σύντροφό του.

  3. Τέλος το τινάζω τα γκόρτσα σημαίνει δέρνω, πλακώνω στο ξύλο, αρχίζω στα μπουνίδια, με την απαραίτητη προϋπόθεση ότι θα είμαι ο αδιαμφισβήτητος νικητής του όλου διαπληκτισμού. Γενικεύοντας, σημαίνει ότι υπερνικώ με διαφορά τους αντιπάλους μου, ότι επιβάλλομαι δυναμικά, ότι είμαι ο καλύτερος με διαφορά.

Ετυμολογικά θα πρέπει να υποθέσω ότι το τίναγμα της Αγκορτσιάς για να μαζέψουμε τα φρούτα της θα πρέπει να είναι πάρα πολύ σκληρή και κουραστική εργασία. Γιαυτό και η έκφραση έμεινε υποδηλωτική μιας τέτοιας κατάστασης.

  1. - Σήμερα στο γραφείο έπεσε πολύ δουλειά. Μας τίναξαν τα γκόρτσα!!!!

  2. Νάρα: - Τάκηηηηη, θέλω κι άλλο... Τάκης: - Πας καλά μωρή; Μου τίναξες τα γκόρτσα και θες κι άλλο; Την πέφτω για ύπνο, κάνε παρτούζα μόνη σου... (Όπως είχε πει και ο Παπακωνσταντίνου: δεν πάει άλλο, μ' έχεις ξεκάνει κι από πάνω θέλεις κι άλλο!)

  3. Τάκης: - Νάρα, πάμε μωρό μου στο κρεβάτι να πηδηχτούμε, να σου τινάξω τα γκόρτσα!!!
    Νάρα: - Αχχχχχ Τάκη μου, τέτοια μου κάνεις και με τρελαίνεις!!!!!

  4. Τάκης: - Άσε ρε Μάκη χτες πλακώθηκα με τον πούστη τον Λάκη!!!!
    Μάκης: - Και, τι έγινε, ποιος τις έφαγε;
    Τάκης: - Του τίναξα τα γκόρτσα. Ένα με το δάπεδο τον έκανα. Αλοιφή τον έκανα σου λέω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ξεραμένο σύκο (γλύκισμα μεσσηνιακόν), αλλά και ο όρχις. Οιοσδήποτε εκ των δύο. Παρομοίωση αλλά και κατάρα.

  1. - Πάω για τάκλιν, αλλά τρώω μια στην τσαπέλα και μένω παγωτό φίλε. Μου πέσαν τα φρύδια.

  2. - Που να σου μαραθούν οι τσαπέλες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψιλοπαλιό παρατσούκλι των ΠΑΣΠιτών (παλιό, γιατί με τη γενιά της vodaphone έχουμε μπερδέψει τα μπούτια μας σ' ότι αφορά την αντιστοίχηση κώμης - κουλτούρας - πολιτικής θέσης κλπ. -....θα καταλάβετε). Το «φασολάκια» προκύπτει από το ιδιόμορφο και ομοιόμορφο της εμφάνισης των ΠΑΣΠιτών, το οποίο εθύμιζε σε ορισμένους τα συμπαθή ψυχανθή (πράσινο σώμα, όρθιο κοτσάνι). Μιλάμε για τις εποχές όπου ο ζιλές ήταν υποχρεωτικός. Από γνωστό φοιτητικό σύνθημα...(βλ. παράδειγμα).

Πράσινα μπλουζάκια, και τα μαλλιά καρφάκια
δεν είναι οι ΠΑΣΠίτες, είναι φασολάκια...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν το μαλλί είναι τελείως ίσιο χωρίς να πετάει ούτε μία τρίχα.

- Ωραίο μαλλί ρε Ρούλα...
- Φράπα, ε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified