Further tags

Απευθείας μεταφορά της αγγλικής λέξης off που σημαίνει, πολύ χοντρικά, εκτός. Υπάρχουν ευάριθμες ελληνοποιημένες χρήσεις της λέξης, με διαφορετική σλανγκική αξία η καθεμία (από εξαιρετική έως καθόλου), τις οποίες θα προσπαθήσουμε να καταγράψουμε σε μία καταχώρηση. Κάθε συμπλήρωση ευπρόσδεκτη.

1. Στην έκφραση είμαι οφ.

α) Έχω εξαντληθεί τόσο πολύ που έχω βγει «εκτός μάχης», έχω κατεβάσει ασφάλειες, είμαι χώμα. Πιθανώς σχετίζεται και με την ομώνυμη αγγλική ένδειξη σε συσκευές και μηχανές (on-off). Λέγεται και ως βγαίνω οφ.

i. - Πώς είσαι έτσι ρε σαν το πούτσο μου ξενύχτη;
- Φίλε, από χθες το απόγευμα είμαι στην γύρα. Από μπαρότσαρκα σε μπουρδελότσαρκα τρέχω. Έχω βγει οφ εντελώς.

ii. - Θα στρώσουμε σήμερα το λάπτοπ όπως μου υποσχέθηκες;
- Να τ’ αφήσουμε για αύριο μωρό μου; Όλο το πρωί γαμήθηκα στους δρόμους και τώρα είμαι οφ, λέω να την πέσω.

β) Είμαι τελείως λάθος. Έχω παρανοήσει ολοκληρωτικά μια κατάσταση. Βρίκομαι εκτός θέματος. Αν αυτό επαναλαμβάνεται και με χαρακτηρίζει, έχω ξεφύγει, είμαι αλλού. Πρβλ. και την σχετική χρήση του άκυρος. Επίσης πρβλ. την αγγλική αντίστοιχη to be off που για ανθρώπους σημαίνει βρίσκομαι εκτός, αναχωρώ, ενώ για μηχανές παρουσιάζω βλάβη, είμαι αρρύθμιστος.

i. - ... και με ρωτάει «σ’ αρέσει ο Αλμοδοβάρ;». Ε, και την λέω «για αλλαγή του Χαβίτο καλός είναι». Και γυρίζει και με λέει...
- Αρχηγέ, εδώ ήσουν οφ εντελώς. Ο Αλμοδοβάρ ρε συ δεν είναι αυτός που έγραψε τον δον κιχώτη;

ii. - Μίλα παιδάκι μου σε μένα, πες μου, σε δέρνει ο αλήτης; Γιατί κάτι σφαλιάρες ακούω κάθε βράδυ, κάτι βογκητά...
- Γιαγιά είσαι τελείως οφ, άλλος τις τρώει και βογκάει σ’ αυτή τη σχέση...

iii. - Για πείτε, κι εσείς με προσφυγή στο συμβούλιο της επικρατείας το απαντήσατε;
- ...
- Τι με κοιτάτε ρε παιδιά, τι απαντήσατε στο πρακτικό;
- Μάλλον είσαι οφ. Σήμερα δίναμε ποινικό αν θυμάσαι.
- Ναι ρε, τελευταίο μου μάθημα για πτυχίο είναι.
- Δεν πιστεύω να ξενοίκιασες κιόλας;

iv. - Μπορείς να μου πεις τώρα αυτός τι σκάλωμα έφαγε με μένα; Γιατί με κοιτάει και γελάει, να σηκωθώ και να τα κάνω όλα πουτάνα μες στο λεωφορείο;
- Ξεκόλλα, δεν τον βλέπεις που είναι οφ το άτομο;

γ) Η συμπεριφορά μου, από ηθικής άποψης, έχει ξεπεράσει τα όρια, έχω παρεκτραπεί. Και εδώ προσιδιάζει στο «άκυρος», με την άλλη του σημασία αυτήν την φορά. Αξίζει να αναφέρουμε και τα συνώνυμα ποδοσφαιρικά: είμαι φάουλ και είμαι οφσάιντ, το οποίο μάλιστα περιέχει και την εξεταζόμενη λέξη.

- Αφού χωρίσατε ρε φίλος, τι ζόρι τραβάς που της είπα να βγούμε;
- Είσαι πολύ οφ ρε συ, είσαι πολύ οφ... Αλλά δε φταις εσύ, εγώ φταίω που σε θεωρούσα κολλητό και σου τά ’λεγα όλα...

δ) Ως σύντομη εναλλακτική του είμαι οφλάιν (offline).

- Είσαι στο msn να σου στείλω ένα γαμάτο λινκ;
- Όχι, είμαι οφ τώρα, στείλ' το όμως και θα το δω όταν μπω.

2. Στην Αεροπορία και το Ναυτικό.

Το ρεπό του φαντάρου, αυτή είναι ίσως η πιο ταιριαστή λέξη.

Στους δυο αυτούς κλάδους, λόγω διαφορετικής νοοτροπίας και παραδόσεων από τον στρατό ξηράς, μεγαλύτερων απαιτήσεων για τεχνική εξειδίκευση, λιγότερων εγκαταστάσεων, αλλά και λόγω εισόδου περισσότερων κληρωτών απ' όσων πραγματικά χρειάζονται, πολλοί σμηνίτες και ναύτες μένουν με λίγα ή καθόλου πρωινά καθήκοντα (μάγειρες, γραφείς, σιτιστές κλπ). Όταν λοιπόν συμβαίνει ο κληρωτός να μην έχει υπηρεσία το βράδυ, όχι μόνο βγαίνει εξοδούχος ή διανυκτερεύων, αλλά, κατά παγία πρακτική, μένει εκτός στρατοπέδου έως το μεσημέρι της ημέρας που έχει υπηρεσία, χωρίς να χρεώνεται άδεια. Και αυτό, συνοπτικά, είναι το οφ.

- Πάλι έξω είσαι ρε μουνί;
- Έκανα δυο υπηρεσίες κολλητά και πήρα δέκα οφάκια μαζεμένα.
- Α ρε μοδίστρα, να σ' είχα εγώ στο Πολύκαστρο... Αναβολή θα χτυπούσες με το εικοσιπέντε-μία το δικό μας... Γαμώ τα οφ σας γαμώ...
- Δεν σε χαλούλου καθολούλου...

3. Στην έκφραση οφ τόπικ (off topic).

Σημαίνει εκτός θέματος και χρησιμοποιείται απολύτως κυριολεκτικά σε διαδικτυακές συζητήσεις όπου κάποιος πετάει άσχετα και γαμάει την συζήτηση.

Από εδώ:
«Οπαδικό φόρουμ είμαστε και φυσικά θα υπάρχει και πλακίτσα! Και νομίζω πως σποραδικά οφ-τοπικ δεν μας πειράζουν! Αλλα δυστυχως πολλές φορές χάνεται η ουσία του εκάστοτε τόπικ! Υπάρχει και το Ο,τι να 'ναι για οφ τοπικ που είναι ον τοπικ!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μαλακιοβόλο άνευ οπισθοδρομήσεως.

Τουβλοβόλο άνευ οπισθοδρομήσεως.

Στρατιωτική αργκό για τα φανταράκια μας όταν λένε διάφορα περίεργα / χαζά / παλαβά.

Το άνευ οπισθοδρομήσεως αναφέρεται στο Π.Α.Ο, αρχικά του «πυροβόλο άνευ οπισθοδρομήσεως». Όπως λοιπόν όταν αυτό το όπλο βάλλει κατά του στόχου δεν παράγει οπισθοδρόμηση, έτσι και οι μαλακίες εκτοξεύονται χωρίς ο εκτοξευτής να οπισθοδρομεί σε αυτά που λέει.

Δεν παραθέτω περισσότερες πληροφορίες για το ανωτέρω όπλο. μιας και είναι απόρρητο από το Βιετνάμ!!!

Τι λε ρε παλιόψαρο που μας γέμισες με Μ.Α.Ο και Τ.Α.Ο με αυτές τις μαλακίες που λες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει, μεταξύ άλλων:

  • Σκουραίνω την επιφάνεια αντικειμένου λόγω διάβρωσης π.χ. υγρασία, θερμότητα, καπνός, ουσίες κλπ.
  • Αποκτώ μπρονζέ επιδερμίδα κάνοντας ηλιοθεραπεία ή εκτελώντας χειρωνακτική εργασία στην ύπαιθρο.
  • Ψηφίζω αρνητικά / θάβω κάποιον υποψήφιο. Προέρχεται από τις προ αιώνος εκλογές με μολυβένια σφαιρίδια στην γκαζον τενεκεδένια κάλπη, που ήταν μισή μαύρη «ΟΧΙ» και μισή άσπρη «ΝΑΙ» εξ ου και το «μαύρο δαγκωτό» ως δεδηλωμένη αρνητική ψήφος.
  • Στεναχωριέμαι / πήζω.
  • Πέφτει η στρατιωτική μονάδα σε δυσμένεια κατόπιν άνωθεν διαταγής λόγω παράβασης π.χ. κλοπής πολεμικού υλικού / αυτοκτονίας κληρωτού κλπ.
  • Αλλάζει status η στρατιωτική μονάδα κι από βυσματική γίνεται τσατσοπαγίδα (για τους μη εγκαίρως πληροφορημένους) είτε λόγω δυσμένειας όπως ανωτέρω, είτε λόγω έλλειψης εργατικών χεριών π.χ. αποφασίζεται η επόμενη ΕΣΣΟ να πάρει λιγότερους κληρωτούς είτε λόγω αλλαγής διοικητή π.χ. έρχεται κάνας στρατοκαβλάντης.
  • Πλακώνω στο ξύλο και χρωματίζω τον αντίπαλο στην απόλυτη εκδήλωση του μπλε-μαραίν.
  1. - Είδες πως έχει καταντήσει ο Τάκης; Έχουν μαυρίσει τα δόντια του απ’ τη ζου.

  2. - Πού μαύρισες έτσι χειμωνιάτικα; Για σκι ήσουνα;
    - Ναι, είπα να κάνω διακοπές.
    - Αράχοβα;
    - Όχι, Μεγάλο Πεύκο...

  3. - Μετά τα γεγονότα του Δεκέμβρη και τις πυρκαγιές του καλοκαιριού, ο κοσμάκης είδε κι απόειδε, τη μαύρισε την κυβέρνηση στις εκλογές κι ο πρωθυπουργός έφυγε νύχτα.

  4. - Έχει μπει η άνοιξη, όλος ο κόσμος διασκεδάζει έξω κι εγώ τη βγάζω στο γραφείο από σκοτάδι σε σκοτάδι. Έχω μαυρίσει ρε πούστη μου!

  5. - Τα’ μαθες; Ανακαλούνται όλες οι άδειες!
    - Γιατί ρε γαμώτο;
    - Έπεσε μαζική δηλητηρίαση στην ταξιαρχία, ακούστηκε απ’ τα Μ.Μ.Ε., έφτασε στ’ αυτιά του Α/ΓΕΣ, πλακώσανε Ε.Δ.Ε. και τα τέτοια, γάμησέ τα!
    - Καλά κι εμείς τί φταίμε;
    - Ε, δεν καταλαβαίνεις; Ο δίκας έχει χεστεί γιατί τρίζει η καρέκλα του, θα’ ρθουν και τίποτα κλάραμπελ (Σ.Σ. γαλονάδες με διπλά φύλλα δρυός στο κεραμίδι του πηλικίου, «κλάρες») για επιθεωρήσεις, άντε ξανά-μανά βαψίματα και καθαρισμοί, είναι άρρωστοι κι οι μισοί φαντάροι, ετοιμάσου για πούτσα με λέπι φίλο!
    - Πανάθεμα το μάγειρα που μας μαύρισε τη μονάδα καλοκαιριάτικο!

  6. - Πού θα δηλώσεις μετάθεση;
    - Δέλτα-δέλτα Σαλαμύκονος (Διεύθυνση Διοικήσεως), αφού είναι μισή ώρα απ’ το σπίτι μου στο Περιστέρι, άσε που σημαίνει «Δεν Δουλεύω» απ’ οτι μου’ πανε...
    - Δεν τα ξέρεις καλά! Το καλό που σου θέλω βάλε γρήγορα βύσμα για πλας Σούδα να σε παίζει 15-10 οφφ, γιατί στη Μπακαουκία πάνε όλα τα μαμούθ! Το μεγάλο βύσμα τρώει το μικρό κι εσένα σε βλέπω να λιώνεις στα καζάνια! 100 υπηρετούν στη δέλτα-δέλτα, 10 εμφανίζονται στην πρωινή κλήση και 3 μένουν για αγγαρείες, χώρια που σε ξαποστέλνουν σε άλλες υπηρεσίες για θελήματα. Έχει μαυρίσει η δέλτα-δέλτα! Ξέρεις πώς τη λένε τώρα; «Δανείζουμε Δούλους»...

  7. - Έκανε να σηκωθεί ο Μητσάρας, να πει την κουβέντα του στην απέναντι παρέα λόγω παρεξήγησης και πριν τελειώσει, πλακώνουνε κάτι μπεχλιβάνηδες και τον κάνουνε τόπι! Μιλάμε, τον μαυρίσανε για τα καλά! Εμ, βλέπεις ήθελε να κάνει φιγούρα στη γκόμενα ότι δε μασάω κι έβαλε και στα μπατζάκια του...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απαραίτητη προϋπόθεση για χρήση της παραπάνω έκφρασης είναι η προηγούμενη διατύπωση ορισμένου αιτήματος ή άποψης από το συνομιλητή και η ύπαρξη κάποιας μορφής του ρήματος «μπορώ» μέσα σε αυτή.

Η έκφραση μπορέλι καταδεικνύει την αδυναμία εκπλήρωσης του προαναφερθέντος αιτήματος εκ μέρους του ομιλητή ή τη διαφωνία του ως προς τις απόψεις του συνομιλητή.

Προέρχεται από τη ρίζα του ρήματος «μπορώ», ενώ ο αγαπημένος πρώην παίκτης του Παναθηναϊκού μπορεί να αντικατασταθεί και με άλλα (πάντα σχετικά με μπάλα) ονόματα.

Ιδιαίτερη σημασία πρέπει να δίνεται στην ηχητική ομοιότητα του επιλεγμένου όρου με τη μορφή του ρήματος «μπορώ» που έχει προηγηθεί, ενώ, για έμφαση ή ειρωνεία, προτιμάται η «ξερή» χρήση (βλ. παραδείγματα).

  1. (Χρήση μέσα σε πρόταση, φιλικά - εδώ στο τηλέφωνο)
    - Έλα ρε Γιάνναρε... Απεργούνε οι ταρίφες και μόλις κατέβηκα απ'το ΚΤΕΛ. Μπορείς να έρθεις να με πετάξεις μία σπίτι να μη γαμηθώ στα λεωφορεία;
    - Καλώς μας ήρθες φίλε αλλά δυστυχώς μπορέλι, το αμάξι είναι συνεργείο εδώ και δυο βδομάδες, έχω χτίσει πολυκατοικίες στην κίτρινη φάρα...

  2. (Μονολεκτική πρόταση για ειρωνική διάθεση)
    - Αν η ΑΕΚ κάνει 1-2 καλές μεταγραφές τον Ιανουάριο μπορεί να χτυπήσει πρωτάθλημα.
    - Μπορμπόκης.

  3. (Έμφαση στην ηχητική ομοιότητα}
    - Τι έγινε τελικά με το γκομενίδι που φάσωνες χτες;
    - Αν δεν ήμουν κομμάτια θα μπορούσα να την είχα πάρει σπίτι αλλά μετά από τόσα σφηνάκια μπορούσια...

Δες και και μπορέλι, χοσέ μπορέλι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μία άλλη εκδοχή του πασίγνωστου ακρωνυμίου σε όλο το μοδιστρόκοσμο είναι: «124 Πούστηδες Βασανίζουν Εσένα».

Ουδέν

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γάλλος ονομάζεται επίσης και ο νεοσύλλεκτος στην Αεροπορία.

Παραταγμένοι παρουσιάζονται όλοι ταυτόχρονα και απ' έξω ακούγονται σαν γαλοπούλες (ή γάλλοι... κάτω απ' τ' αυλάκι).

- Ρε σειρούλα δεν πας σκοπιά για μένα; Νυστάζω...
- Ποια σειρούλα και μαλακίες ρε κωλογάλλε!!! Προχώρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για το θρυλικό πιστόλι Parabellum 08, κοινώς Luger, που σχεδίασε ο Georg J. Luger το 1898 και κατασκεύαζε η Deutsche Waffen und Munitionsfabriken.

Το λούγκερι χρησιμοποιήθηκε από γερμανούς κατά τους δύο παγκοσμίους πολέμους και διακρίθηκε τόσο για την θανατηφόρο ευθυβολία του όσο και το ντιζαϊνάτο λουκ που ακόμα γοητεύει στρατόκαυλους συλλέκτες, ναζούς, λούγκρες φετιχίστριες, κ.α.

Χρησιμοποιείται κυρίως στην Κρήτη, όπου το λούγκερι θεωρείται μαστ οικογενειακό κειμήλιο του παππού που ξεπαστρεύε γερμαναράδες στον πόλεμο.

Ασίστ: Χαλικού.

- Παπαρα Ελληνα, που δεν κατεεις μπλιο τη κρητικη τη διαλεκτο. Ετσα και την αλληνα βολα με ξαναμανισεις εχω για σε, ενα πιστολι λουγκερι και λουγκερενιες σφαιρες...
(εδώ)

- Πάντως άμα σέρνεται ειδικά πας και με το λούγκερι και κάνεις τη δουλειά σου...
(Χαλικού, εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καραβανέζικος όρος που τον χρησιμοποιούν οι παλιοσειρές κατά την εκτέλεση καψονιού (ΣΩ.ΒΕ, σωματική βελτίωση το λένε).

Ο παλαίουρας φάνταρος προς το νεούλι:

Πάρε 20, ρε παλιομπακαλιάρε υπηρεσίας και καπάκι... ακόμααα;;;; ρεεεεε θα σε πήξω, θα σου πιω το αίμα με το μπουρί από την σόμπα ρεεεεε, κ.α.π.π (και άλλα πολλά παρεμφερή).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοιμήσης, υπναλέος. Έχει δλδ τις τούφες στο τσεπάκι.

Αυτός που κοιμάται όρθιος.

Αυτός που κοιμάται και στον ύπνο του.

Και γενικότερα ο αργόστροφος, όποιος δεν πολυστροφάρει. Ο βραδείας καύσεως τύπος, που παίζει να καίει μαζούτ ή κάρβουνο.

Λέγεται πολύ στο στρατό, ενίοτε ως το αντίθετο του μάχιμου.

  1. (στρατός)
    - Λοιπόν, μάζεψε και κανα δυο τρεις μάχιμους ακόμα, και πηγαίντε στην αποθήκη, εκεί που έχουμε τα αρχεία. Θα ξηλώσετε τα παλιά σιδερένια ράφια για να περαστούν καινούργια.. Και πρόσεξε μη μου κουβαλήσεις καναν τούφα όπως την προηγούμενη φορά, θέλω η δουλειά να γίνει στο τσακ-μπαμ.

  2. Τι τούφας αυτός ο Βασιλάκης ρε φίλε... Να του την πέφτει η γκόμενα χύμα κι αυτός να μη νιώθει κάστανο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι έλεγε επί Χούντας περιπαιχτικά ο κοσμάκης τον φαντάρο στο σύμβολο της 21ης Απριλίου, με το τρίπτυχο πουλί-φαντάρος-φωτιά (ότι ο Φοίνικας που αναγεννάται εκ της στάχτης του και κουραφέξαλα) και μετωνυμικώς ολόκληρο το σύμβολο.

Ο στρατιώτης Παπαδόπουλος 80η ΕΣΣΟ στη «Λούφα» (1984), δήλωσε αηδιασμένος «σας βαρέθηκα κι εσάς και το πουλί σας», αλλά έπρεπε να πάω φαντάρος για να καταλάβω για ποιο λόγο καίει την φωτογραφία στο τέλος...

Η έκφραση ήταν, λοιπόν, ένας από τους ελάχιστους θεμιτούς κι ακίνδυνους τρόπους εκδήλωσης αποδοκιμασίας προς στα ένστολα κωθώνια της 7ετίας, εκ μέρους του κατά τα λοιπά λουφάζοντος (και εν πολλοίς βολεμένου) ελληνικού λαού.

Άλλωστε, η σαρωτική επιτυχία της παντελώς στερουμένης καλλιτεχνικά (όπως λένε κι οι Λ. Νταράλας και Γ. Μουφλουζέλης στο ρεμπέτικο «εγώ δεν έχω βγάλει το σχολείο») ταινίας με τη ζωή του Μπελογιάννη το 1980, που υποστηρίχθηκε θερμά από μια «μεγάλη δημοκρατική παράταξη», εξηγεί την εκδίκηση της γυφτιάς.

Η εκδίκηση τελείωσε, ο αγώνας δικαιώθηκε. Η γυφτιά παραμένει.

Τελοσπάντων για να μην τα πολυλογούμε, το εύστοχο σκώμμα αφορά στην εικονιζομένη πυροβασία του φανταράκου πάνω στις φωτιές του συμβόλου, κατ’ αναλογίαν προς το έθιμο των αναστενάρηδων (τ' «αναστενάρια») κυρίως στις Σέρρες, στη Βέροια, στη Δράμα και πιο γνωστά στο Λαγκαδά, όπου γίνονται παγανιστικο-χριστιανικές τελετές απόδοσης τιμών προς τους αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη (21-23 Μαΐου), με ξυπόλητους χορευτές πάνω σε πυρακτωμένα κάρβουνα, κρατώντας την εικόνα των αγίων.

Τώρα, άλλοι λένε περί διονυσιακή παράδοση, άλλοι πρωτοχριστιανική, άλλοι ότι πρόκειται περί ινδικού μάμπο-τζάμπο. Μήτε γω ήμουν εκεί – μήτε σεις να το πιστέψετε. Άσε που η εξήγηση του φαινομένου απαιτεί μια μπουγάδα σεντόνια και θα’ χουμε γκρίνιες (και είμαι και αναρμόδιος και βαριέμαι κιόλας βρε αδερφέ)!

Ο Τζιμάκος λέει στην «Ελλάδα στα κάρβουνα» (1989) ότι «πυροβατεί σε αναμμένα σκατά». Πράγματι, οι κάτοικοι του κέντρου του Κλεινού Άστεως, έχουν την έμμεση εμπειρία του αναστενάρη, αφού παίζουν καθημερινά κουτσό στα κουραδόστρωτα πεζοδρόμια για να πάνε στη δουλειά τους, μιας και οι μεγαλοκυράδες αφήνουν με τακτ τα μαντρόσκυλα να αφοδεύουν χύμα στο κύμα. Καλά τα λέει η Αρβελέρ λοιπόν. Ο Ελληνικός Πολιτισμός έχει συνέχεια...

Πάντως, κάτι αναφέρει ο Εμ. Παπαζαχαρίου στην «Πιάτσα» (1980) για τ’ αναστενάρια, σεβόμενος την παράδοση, ενώ το όντως απόκοσμο βλέμμα των πραγματικών αναστενάρηδων του Λαγκαδά στην ταινία «Τρελλός, παλαβός και Βέγγος» (1967), υποδεικνύει ότι μάλλον θα πρέπει να πάρουμε το δρώμενο στα σοβαρά. Βέβαια, αν επιχειρούσαν οι μουσάτοι Myth Busters ν’ ανακατέψουν την επιστήμη για να εξηγήσουν το φαινόμενο, μάλλον θα τους πλάκωναν στις μαγκουριές τίποτα παπάδες. Έτσι, let sleeping dogs lie. Για πάντα.

Acknowledgement: από έμμεση ασσίστ στο μήδι του panos1962 εδώ.

- Θες να δεις τη συλλογή μου από παλιά νομίσματα;
- Αλήθεια το λες, ή το πάμε για καβάλες;
- Όχι ρε, αφού σου λέω. Μαζεύω χρόνια τώρα.
- Κι εγώ! Έχω και τρούπιες δεκάρες απ’ τον παππού μου, ανταλλάζεις;
- Αμέ! Έχω πολλά εικοσάρικα με τον Αναστενάρη, αν τα θες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified