Further tags

Α ΠΡΟ.ΠΟ. που το Υπουργείο Δημοσίας Τάξης μετονομάστηκε σε Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, για να ακούγεται λιγότερο παρώ και λίγο περισσότερο προχώ, του βγήκε αμέσως το αρκτικόλεξο ΠΡΟ(στασία).ΠΟ(λίτη) (πώς λέμε ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. ένα πράμα;) που θυμίζει το ομώνυμο τυχερό παίγνιο (και τα δύο σχετικά με ποδόσφαιρο εξάλλου). Ωσεκτουτού, ο Υπουργός ΠΡΟ.ΠΟ., εν προκειμένω ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, ονομάζεται προπατζής. Το χρησιμοποιούν κυρίως δεξιοί για να σατιρίσουν τον κατά την γνώμη τους καικαλουισμό της μετονομασίας, αλλά και γενικότερα όσοι θα έβαζαν τον εν λόγω Υπουργό ως στόχο για βελάκια.

  1. Ο ΠΡΟΠΑΤΖΗΣ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΚΑΝΕΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΑΠΟ ΘΕΜΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΗΝ ΠΙΟ ΑΝΑΣΦΑΛΗ ΧΩΡΑ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟΝ ΠΑΚΗ ΤΗΣ ΝΔ,ΤΟ ΕΧΩ ΠΕΙ ΑΠΕΙΡΕΣ ΦΟΡΕΣ ΠΑΠΑΡΑ ΠΡΟΠΑΤΖΗ ΘΑ ΓΙΝΕΙΣ Ο ΠΑΚΗΣ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ,ΑΛΗΘΕΙΑ ΡΕ ΥΠΟΥΡΓΕ ΠΡΟΠΑΤΖΗ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΕΠΕΙΣΟΔΙΩΝ ΑΠΟ ΓΑΥΡΟΥΣ ΚΑΙ ΒΑΖΕΛΟΥΣ ΘΑ ΤΟΥΣ ΤΙΜΩΡΗΣΕΙΣ ΜΕ ΥΠΟΒΙΒΑΣΜΟ ΚΑι θα τουσ αποκλεισεισ απο τισ ευρωπαικεσ διοργανωσεισ,σιγα ρε μασησαμε,ειπαμε εχθροσ σου ειμαστε εμεισ ο λαοσ του παοκ,αντε ρε καραγκιοζη προπατζη,απελασε ολουσ τουσ εγκληματιεσ λαθρομεταναστεσ που μπαινουν οποτε θελουν στην χωρα μασ και τα ξαναλεμε.
    (Φωνακλάς, ατονιστης και ασιγματιστήσ εναντίον προπατζή σε εθνικοσοσιαλιστικό βλόγιον).

  2. Αυτά ο Προπατζής τα βλέπει...;;; Τα ΜΜΕ θα τα δούνε...;;; ΝΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΑΙΣΧΟΣ...!!! Πόση ανοχή ακόμα...;;;
    (Αγανάχτηση στον Ελκόσμο).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για ποδοσφαιρικό όρο ο οποίος μετακύλησε και στην χρηματιστηριακή ορολογία και υποδηλώνει μετοχές ιδιαίτερα άθλιων εταιρειών, όπως τα αλήστου μνήμης χαρτιά Ιντερσατ, Χαλυβδόφυλλα, Γκάλης, Ippotour, κλπ, τα οποία με την χειραγώγηση των λεγόμενων «λόμπι» έφεραν τρελά αλλά πρόσκαιρα κέρδη στους αλογομούρηδες το 1999. Στη τελευταία ανάλυση, η απονενοημένη επιλογή τους οδήγησαν στην μεγαλύτερη ανακατανομή πλούτου (προς το χειρότερο) στην ιστορία της νεότερης Ελλάδας. Ανεμομαζώματα, δηλαδή, διαβολοσκορπίσματα.

«...η Finansbank ! το σαπάκι των 800 εκ που αγοράστηκε 3,5 δις και τώρα ΒΟΥΛΙΑΖΕΙ την ΕΤΕ...» (από Blog)

«Πάντα στο νου σου νάχεις τα γερά χαρτιά...μην βασιστείς ποτέ σου στα »σαπάκια«.»(από Blog)

«τι εγινε κυριε καραμανλη. τα ζομπυ αρχισαν παλι παιγνιδι στην σοφοκλεους. ολες οι σκατοφυλλαδες αρχισαν να διαφημιζουν τα περιφεριακα χαρτια της πλακας και να καλουν τον λαο να συμμετασχει στο παρτυ...καμμια εκατοστη σαπακια αρχισαν το χορο.υπαρχει εισαγγελεας;» επιτροπη κεφαλαιαγορας;« (από Blog)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λαμόγιο ή και λαμόγιας, είναι συνώνυμο του απατεώνα ή κομπιναδόρου.

Η λέξη προέρχεται από το ιταλικό «la moglie» (λα μόγιε - η γυναίκα), και συγκεκριμένα από τους χαρτοπαίκτες της Νάπολης. Όταν κάποιος απο αυτούς κέρδιζε και ήθελε να φύγει από το τραπέζι για να μη χάσει πάλι τα λεφτά του, έλεγε «la moglie, la moglie», ότι τον φώναζε δηλαδή η γυναίκα του, και τα έπαιρνε κι έφευγε.

Πω ρε πούστη, πάλι μ' έκλεψε στα ρέστα αυτό το λαμόγιο στη λαϊκή!

moglie (από GATZMAN, 16/11/10)Le Carte Nnapoletane (από HODJAS, 17/11/10)

Βλ. και λαμόγια, moya.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως προκύπτει από το α' παράδειγμα, μάλλον χαρτοπαικτικής προέλευσης εξαφανισμένη, ρετρό έκφραση που (κατέληξε να) σημαίνει κάτι που έχουμε πρόχειρο, σε πρώτη ζήτηση, καταπώς μας τα λέει το β' τοιούτον. Ως άσχετος με τον τζόγο του 19ου αιώνα (και των επόμενων δηλαδή αλλά ας μην το κάνουμε θέμα), αγνοώ τι ακριβώς σήμαινε η φράση στα χαρτοπαικτικά συμφραζόμενα, και το β' παράδειγμα είναι από μνήμης, δηλαδή ο Πολυχρόνης, οι εύζωνοι και άλλα τέτοια ωραία. Άμα ξέρει κανείς, ας πει.

- Ποιός θα κόψη, ανεφώνησεν ο Θεμιστοκλής κρατών υπό την χείρα του την τράπουλα των παιγνιοχάρτων.
Ο κύριος με το στρατιωτικόν μούσι εκράτει ήδη το σπαθί και τα χαρτιά εκόπησαν.
- Έτοιμα!...Τα γυρίζω.
Ο άσος ευρέθη φάτσα και ο ρήγας εις τον πρώτον λύκον και οι δύο δυνατοί πονταδόροι έχασαν.

Ι. Κονδυλάκης Οι Άθλιοι των Αθηνών (1895), εκδ. Νεφέλη.

Σε κάποιο κείμενό του ο Τσιφόρος γράφει πως οι γυναίκες έχουνε το κλάμα στον πρώτο λύκο για να τουμπάρουν τους άντρες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνουσιάζομαι ως παθητικός /-ή ερώμενος /-η, συνήθως στις μορφές του κάθησε, του έκατσε. Η προέλευση της φράσης αφορά στο κάθημα επί του πέοντος, κυρίως στις στάσεις Cow-girl και Reverse Cow-girl, ενώ κατά προέκταση και στις υπόλοιπες στάσεις, ακόμη και σε αυτές που ο πέων διεισδύει αφ' υψηλού.

Η έμφαση είναι στην συναίνεση, στην κατάνευση του ερωμένου /-ης να ολοκληρωθεί η σχέση με σεξ, ως ευόδωση σχετικής προσπάθειας του ερώντος. Ενίοτε χρησιμοποιείται και υποτιμητικά για τον ερώμενο /-η.

Κατ' επέκταση, χρησιμοποιείται ευρύτατα για οποιαδήποτε ευόδωση οποιουδήποτε σκοπού. Λ.χ. σου κάθεται η πουτάνα η τύχη, ένα λαχείο, Τζόκερ, Λότο, αλλά και ένα γκολ, μια φάση, ένα μεταπτυχιακό, μια παρουσίαση. Χρησιμοποιείται τόσο πολύ που συχνά λησμονείται η σεξουαλική προέλευση της έκφρασης.

Βλ. και μου έκατσε, καθώς και τα κάτσε στην F-Laplace, κάτσε στο παπί μου, κάτσει-δε-κάτσει, ό,τι κάτσει και άλλα.

  1. 50χρονος μαχαίρωσε 19χρονη γιατί δεν του «έκατσε» (εδώ).

  2. Κι αν σου κάτσει; Σε έναν Πατρινό πάντως έκατσε και κέρδισε 1.600.000 Ευρώ (Εδώ).

  3. Του Ολυμπιακού... του έκατσε!!! (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση, που ενδέχεται να πρωτοεμφανίστηκε και ως παροιμία, η οποία δηλώνει την σπατάλη μέχρι τελευταίας δεκάρας του αποταμιευμένου (συχνά σε πολύ δύσκολες έως απάνθρωπες συνθήκες) προϊόντος του εργατικού μόχθου σε ευτελείς και εφήμερες ασχολίες και δραστηριότητες. Κατά μία άποψη, η φράση ειπώθηκε από μετανάστες που έχοντας φάει χρόνια και χρόνια να δουλεύουν σε χώρες του εξωτερικού, επέστρεψαν στην Ελλάδα και κατασπατάλησαν τις οικονομίες τους εν μία νυκτί.

Η ίδια η φράση έχει ξεφύγει από τους παλιννοστούντες και χρησιμοποιείται σε πιο γενικό περιβάλλον με τη σημασία που διατυπώνεται στην επάνω παράγραφο. Κοινώς, δουλεύουμε σαν τα σκυλιά και καταναλώνουμε σαν να μην υπάρχει αύριο. Με το που πιάνουμε λεφτά, σπεύδουμε αμέσως να τα σκάσουμε σε οτιδήποτε μας γυαλίσει ή μας κάνει να ξεφύγουμε λίγο από τη μίζερη πραγματικότητα. Βγάζουμε και ξοδεύουμε επιτόπου με τελικό στόχο να ρεφάρουμε. Κάποιοι το αποκαλούν ηττοπάθεια, κάποιοι άλλοι μικροαστισμό και έλλειψη προνοητικότητας στους χαλεπούς αυτούς καιρούς, κάποιοι σπεύδουν να διατυπώσουν οικονομικές θεωρίες και να αναλύσουν τάσεις του κύκλου του χρήματος. Και κάποιοι άλλοι απλά δεν δίνουν δεκάρα.

Ασίστ: Γιαγιά Αθανασία

  1. ΑΡΑΙΓΟΛΟΥΗΔΕΣ: Τσιμπήσαμε ένα 100euro και εφαρμόζουμε το ρητό ότι βγάλαμε στα ξένα στο μ….. και στην ταβέρνα. (Εδώ)

2.Δεν νομίζω ότι η Ανακοίνωση του Harijohn προσφέρεται για να αναπτύξουμε θέμα περί δημοκρατικών κλεισίματων δρόμων.
Εδώ μιλάμε για ξεπέτσωμα της τσέπης των πολιτών και αν χρειαστεί θα βοηθήσω και στο κλείσιμο της Αθήνας για όλη την ημέρα, ειρηνικά πάντα
Μακάρι να παραλύσουν τα πάντα για να καταλάβουν ότι ο κόσμος δεν γουστάρει να πληρώνει αδιαμαρτύρητα τις λαμογιές κανενός Αν δεν υπάρξει συμμετοχή του κόσμου του χρόνου θα διπλασιαστούν.
Αρκεστείτε λοιπόν στο να δηλώσετε αν πράγματι συμφωνείτε σε αυτή την πορεία και τα υπόλοιπα είναι θέμα που μπορεί κάποιος να ανεβάσει στην Γενικά Συζήτηση.
Προσωπικά θα συμμετάσχω γιατί δεν αντέχει το πετσί μου το Δούλεμα και ακόμη γιατί σαν Δ.Υπάλληλος σηκώνω το 82% του βάρους των φόρων αυτού του κράτους.
-Εδώ είναι που κολλάει αυτό που λέμε ''ότι βγάλαμε στα ξένα ,στα μο#$^νια και στην ταβέρνα'' (Εκεί)

3.Εδώ πάει το ότι βγάλαμε στα ξένα στο νιμού και στην ταβέρνα...
Σε ρηχά νερά σημερα οι επιλογές μου αφού αυτούσιο δεν πέρασε τίποτα...το ότι κλαίει επίσης όλη η Ευρώπη απο αυτά που έσπασαν επίσης δεν μου λέει τίποτα...η χασούρα μου σήμερα ήταν αρκετή απ' την στιγμή που μπήκα στο τριπάκi του Live βλέπε κάτι Μάντσεστερ κάτι Γιουβέντους κάτι Τότεναμ μην σου πώ...Μεγάλες ομάδες είναι τρώνε γκόλ στην έδρα τους νωρίς..ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΘΑ ΑΝΤΙΔΡΑΣΟΥΝ...ΝΑΙ ΜΩΡΕ ΠΩΣ.... (Παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το βιδάνιο είναι ένα συγκεκριμένο ποσοστό χρημάτων που παίρνει από κάθε κερδισμένο παίκτη αυτός που διοργανώνει ένα παιγνίδι χαρτιού, π.χ. ο καφετζής. Αυτή είναι η αμοιβή του για τον χώρο που προσφέρει, τα τραπέζια, τις τσόχες, τις τράπουλες και το σέρβις. Πολλές φορές, ανάλογα με την συμφωνία, περιλαμβάνεται και οτιδήποτε καταναλώσουν οι παίκτες.

Προέρχεται από το ρώσικο свидания (ζβιντάνια) = αποχαιρετισμός, το δικό μας «άντε γεια». Δηλαδή στη συγκεκριμένη περίπτωση η πληρωμή κατά το τέλος του παιχνιδιού.

Κι άρχιζε να πίνει με δίψα έπινε όσα λεφτά είχε, έπινε βερεσέ, έπινε και τα βιδάνια (από το «Τράτα Κουλουριώτικη», Καϋμοί στο Γρυπονήσι, του Γιάννη Σκαρίμπα)

(από nikolaosvlas, 19/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δοκίμως είναι κερδίζω, άντε να δεχτούμε ότι μπορεί παλιότερα να υπήρχαν και εναλλακτικοί τύποι όπως κερδαίνω και κερδεύω. Το κερδάω είναι μάλλον αργκοτική μορφή και ίσως έχει ενδιαφέρον για τη γαμοσλανγκοτέτοια το φαινόμενο αυτό αντικαταστήσεως της κατάληξης -ίζω μέσω λαϊκότροπης απλοποίησης.

Το κερδάω λέγεται σε αθλητικό πλαίσιο, τ. κερδάει η ομάδα, αλλά έχει χρησιμοποιηθεί και ειρωνικά, τ. σώθηκα. Είναι πολύ της μοδός φέτος το 2015 στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων της κυβέρνησης συριζανέλ, χρησιμοποιούμενο από κριτικούς της για να ειρωνευτούν κινήσεις που υποτίθεται ότι γίνονται για λόγους εντυπωσιασμού χωρίς κάποιο πρακτικό αντίκρυσμα κ.ο.κ.

Περισσότερο στον α΄ πληθυντικό: κερδάμε.

  1. Ρε γίνεται να κερδαω βάζελο και αεκ? Τέλος, αυτό, άντε γεια, Πειραιάς, είσαι στο μυαλό κάτι σαν πακιστανικό κινητοοοοο. (Από Τουίτερ).
  2. Ως τώρα κερδάω !!!!!! Να μάθεις Σήφη ποιος είναι ο καλύτερος. (Από Φέισμπουκ).
  3. Κερδάμε αδέλφια! Ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά! Όλοι στο συλλαλητήριο συμπαράστασης στην Κυβέρνηση που διαπραγματεύεται σκληρά! (Εδώ, ειρωνικώς)
  4. Στάθης Κουβελάκης... Καθηγητής πολιτικής φιλοσοφίας: "Η Ελλάδα, λέγοντας όχι, δεν έχει απολύτως τίποτα να χάσει". Από το Παρίσι μιλούσε ο κύριος, στο Λονδίνο ζει. Ο ένας με τη θεωρία των παιγνίων, ο άλλος με τις πολιτικές φιλοσοφίες.... Σωθήκαμε... Κερδάμε... (Από το Φέισμπουκ)

Και ένα μπόνους παράδειγμα για τουκανιστές:

Ψηφάμε ... κερδάμε ... καβαλάμε! (Εδώ, οι τουκανιστές θα το προσέξουν).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

πολύ μαρκόνι έπεσε

Σε χαρτοπαίγνια μπαζών (όπως μπριτζ, βίδα ,μπελότα κ.λπ) κατά τη διαδικασία της αγοράς που προηγείται του καθεαυτού παιξίματος όπου και αποφασίζεται τί είδους συμβόλαιο θα παιχθεί (χωρίς ατού ή με ποια φυλή της τράπουλας για ατού, με πόσες μπάζες θα κερδίσει ο άξονας που θα αναλάβει εκτέλεση) αναλόγως το μπαζοπαίχνιδο , η συννενόηση για πόντους, ισχύ φύλλων για να βρεθεί αυτό που συμφέρει καλύτερα τους υποψήφιους εκτελεστές πρέπει να γίνεται νόμιμα με τον εγκεκριμένο τρόπο, ΠΑΝΩ στο τραπέζι και ΜΟΝΟ (ούτε πάνω απ' το τραπέζι, ούτε κάτω). Έτσι συνθηματικά όπως πάτημα στον κάλο του ποδιού, σπρώξιμο κάτω απ' το τραπέζι , ξύσιμο αυτιού, τρίψιμο αυτιού και μύτης, βήξιμο, λοξοκοίταγμα και λοιπά που εκτός από συναισθηματική φόρτιση από την ευφορία που πηγάζει από το παιχνίδι φέρουν και άλλες προσυμφωνημένες παγαπόντικες πληροφορίες για να την πατήσουν σα βλάκες οι του αντίπαλου άξονα - ομάδας, ανήκουν στο σύστημα "Μαρκόνι", ήτοι των πουστοκλεψιώνε ασυρμάτου τηλεπικοινωνίας προκαθορισμένου κώδικα (εκ του Μαρκόνι που ως πειραματικός φυσικός ούτε εκείνος φέρθηκε και πολύ τίμια, καθώς έκλεψε την πατέντα των ραδιοκυμάτων από τον Τέσλα και την οικειοποιήθηκε πλήρως).
Κατ' επέκταση, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε περιπτώσεις όπου αθέμιτη βοήθεια χρησιμοποιήθηκε για τη διεκπαιρέωση κάποιας εργασίας - αξιολόγησης για την οποία ο υποβαλλόμενος έπρεπε να φέρει εις πέρας με τις δικές του δυνάμεις και μόνο (σχολικά διαγωνίσματα με κινητά σκονάκια ή σινιάλα ή ψιθυρίσματα, ίσως και κινητά τηλέφωνα, νοήματα στον συμπαίκτη της παντομίμας κάτω απ' τη μύτη της αντίπαλης ομάδας κ.λπ.)και συμπεριλαμβάνει κάθε είδους συνεννόηση εκεί που δεν πρέπει να υπάρχει, ούτε ως παρεμβολή για βοήθεια, διαταράσσοντας τα βάιπς, έστω για καλό των υπαρχουσών ραδιοσυχνοτήτων των παρευρισκομένων.

 

1. - Τί έγινε; Πώς τα πήγες στο τουρνουά;
- Ρε πούστη μου δε χάσαμε ούτε ένα παιχνίδι, αγοράζαμε σαν τους τρελούς, δεν αφήναμε αντιπάλους εύκολα, αφού είχαμε πόντους να μας την πούνε, αλλά, αλλά.. Πάλι κερδίσανε οι γνωστοί άγνωστοι...
- Τί διάολο, το κοκαλάκι τη νυχτερίδας έχουνε;
- Χέσε με κι εσύ... Αφού πολύ μαρκόνι έπεσε κι αυτήν τη φορά. Καλά, έτσι και τους τσακώσω, κατευθείαν στον πρόεδρο. Μα καλά, για πόσο μαλάκες μας περνάνε;;
2. - Τί να σου πω!΄Εχασες που δεν ήρθες να δώσεις αρχαία...Ένα σου λέω, μέχρι και οι πέτρες αντιγράψανε...
- Εμ..Ήθελα νά'μαι καλό παιδί και είπα να κάτσω να διαβάσω αυτήν τη φορά. Αφού δεν ήμουν έτοιμη...είπα να μην το ρισκάρω.
- Πολλή φάση, έχασες. Θα παραξενευτώ αν δεν περάσαμε όλοι ή έστω οι περισσότεροι... Πολύ μαρκόνι έπεσε, μωρ' αδερφάκι μου. Δεν ξέρω αν τον Σεπτέμβρη θα είναι η ίδια κι αν θα ξαναγίνει τέτοιο τζέρτελο.Χαλασμός! Η Καλλιόπη μας έφερνε μέχρι με κινητό τις απαντήσεις!
3. - Ψιτ! Στο 3α τί έβαλες;
- Θα σου πω μετά!
- Όλο μετά μου λες κι όλο τίποτα Με τον Τάκη πολύ μαρκόνι έπεσε κι εδώ στον ψωριάρη τίποτα; Πες μου και μένα...
- Καλά ρε πρήχτη... Δες την κόλλα από δω με τρόπο... Θα του κάνω νόημα να σου στείλει και το σκονάκι.

Got a better definition? Add it!

Published

Λέξη με εξαιρετική επίδοση στις παράλληλες, συνεκδοχικές ή και ολωσδιόλου άσχετες σημασίες. Μια λέξη μπαλαντέρ (αν και στην τράπουλα ο παπάς είναι άλλο φύλλο!)

  1. Ο ρήγας, αυτό το είπαμε. Αλλά όχι λόγω επιβλητικότητας, λόγω γενειάδας. Κανονικά η εικόνα δείχνει ένα βασιλιά, εξ ου και το Κ (king), αλλά οι Έλληνες τον είδαν παπά.

  2. Το παιχνίδι «εδώ παπάς, εκεί παπάς, πού 'ν' ο παπάς», που, αν και παίζεται με τραπουλόχαρτα, δεν είναι χαρτοπαίγνιο.

Εγκυκλ.: Ο παπατζής τη στήνει σ' ένα πεζοδρόμιο, μ' ένα ελαφρό διπλωτό τραπεζάκι (για να μπορεί να το μαζέψει στα γρήγορα και να γίνει μπουχός μόλις παραστεί χρεία). Πάνω στο τραπεζάκι έχει τρία φύλλα, από τα οποία ένα είναι παπάς (ρήγας). Τα δείχνει ανοιχτά στον παίχτη, εκείνος στοιχηματίζει κάποιο ποσό, μετά ο παπατζής τα κλείνει και με ταχυδακτυλουργικές κινήσεις τα φέρνει βόλτες στο τραπέζι ανακατεύοντάς τα, επαναλαμβάνοντας τη μαγική επωδή «εδώ παπάς, εκεί παπάς, εδώ παπάς, εκεί παπάς...», μέχρι που κάποια στιγμή τα ακινητοποιεί και λέει «πού είν' ο παπάς;». Ο παίχτης δείχνει ποιο χαρτί νομίζει ότι είναι ο παπάς, ο παπατζής ανοίγει τα χαρτιά, ο παίχτης έχει κάνει λάθος, χάνει τα φράγκα του και πάει στη δουλειά του.

Το παιχνίδι αυτό έχει κηρυχθεί παράνομο από πολύ παλιά. Σήμερα δεν υπάρχει κανείς που να αγνοεί ότι δεν υπάρχει περίπτωση να κερδίσεις τον παπατζή (εκτός αν σ' αφήσει να κερδίσεις μικροποσά στην αρχή για να σε δελεάσει να ποντάρεις περισσότερα). Οι μόνοι που κερδίζουν είναι οι βαλτοί κράχτες, τα λεγόμενα λαμόγια (αυτό εσήμαινε αρχικά η λέξη). Ωστόσο, το παιχνίδι παραμένει επικίνδυνο, εξ άλλων, παράπλευρων λόγων: όπου τη στήσει ένας παπατζής, θα συγκεντρωθεί ένα έστω και περιορισμένο πλήθος περίεργων, που θα συνωθούνται για να δουν τους άλλους να χάνουν τα λεφτά τους και να νιώσουν την κρυφή χαρά ότι οι ίδιοι ήξεραν πού είναι ο παπάς, και μέσα σ' αυτό το στριμωξίδι δρουν άνετα οι πορτοφολάδες, που συνήθως είναι συνέταιροι με τον παπατζή.

Το ίδιο παιχνίδι παίζεται και με τρία μικρά αδιαφανή ποτηράκια ή δαχτυλήθρες, γυρισμένα απίστομα, που το ένα κρύβει από κάτω ένα στραγάλι ή μια μπιλίτσα.

  1. Κλωναράκι χασισιάς σε εντελώς ακατέργαστη μορφή, με τα φύλλα και τα ανθάκια. Τα ανθάκια της κάνναβης έχουν κάτι μυτούλες που σχηματίζουν θυσάνους (εξ ου και η ονομασία φούντα), που με λίγη φαντασία θυμίζουν γένια, όθεν και η λέξη (βλ. και παπαδέρα).

  2. Η πρώτη χάντρα του κομπολογιού. Είναι μεγαλύτερη από τις υπόλοιπες, και από την τρύπα της (μόνο αυτής) περνάνε και οι δύο άκρες του κορδονιού. Λέγεται και τσαμπουκάς. (Πηγή: Vrastaman).

  3. Το φίλτρο εισερχόμενου αέρος στη μηχανή του αυτοκινήτου, όπως με πληροφορεί ο Αυτοκτονημένος (ευχαριστώ!).

  4. Επίτευγμα μεγάλης δεξιοτεχνίας στη μουσική εκτέλεση, στη φράση «παίζω παπάδες». (Βλ. και παπάδες).

  5. Φρ. τρώω παπάδες: δεν έχω τι να φάω, περνάω φτώχειες.

  6. Φρ. βρέχει παπάδες: βρέχει πολύ δυνατά, βρέχει καρεκλοπόδαρα / καλέκλες, βρέχει με το τουλούμι. (Πηγή: Hank).

  1. Φουλ του άσσου με παπάδες.

  2. Στον παπά τα κονομούσα
    και σε σένα τ' ακουμπούσα,
    γιατί σ' είχα στην καρδιά μου,
    τέλεια νοικοκυρά μου.

Έπαιζα και δαχτυλήθρες
μα εσύ μου ξηγιόσουν τρίχες
κι έτρωγες τα τάληρά μου
μ' άλλονε, νοικοκυρά μου.

(Ευ. Παπάζογλου, «Παπατζής»)

  1. -Μα πόση ώρα κάνεις να το στρίψεις;
    -Θέλει τρίψιμο, είναι σε παπάδες.

  2. Όχι ρε γαμώτο! Μου 'σπασε το κορδόνι του κομπολογιού, σκόρπισαν οι χάντρες, κι ενώ τις μάζεψα όλες, δε βρίσκω τον παπά! Κρίμα στο κομπολόι!

  3. [Δεν έχω ιδέα από αυτοκίνητα, ας φτιάξει κανείς ένα καλό παράδειγμα.]

  4. Ο μπασίστας δεν πρέπει να παίζει παπάδες. Εμένα μ' αρέσει να είναι λιτός και σταθερός, να στηρίζει τα άλλα όργανα. Θέλει μαγκιά να ξέρεις να παίζεις λίγα.

  5. Μου 'πανε μην μπλέξεις τα σκυλιά με τους ροκάδες,
    μα έτσι και δε δούλευα θα τρώγαμε παπάδες,
    έπιασα λοιπόν δουλειά σε μαγαζί.

(Γ. Γιοκαρίνης, «Νοσταλγός του Rock'n'roll»)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified