Further tags

Σε μια διαφήμιση της σοκολάτας- πραλίνας Μερέντα, στα '80ς, πάνω ακριβώς στα ντουζένια του ποδοσφαιριστή Ντιέγκο Μαραντόνα, υπήρχε η εξής σκηνή:

Ένα παιδάκι, που πριν είχε ψοφιμίλα, μόλις έτρωγε Μερέντα ξαναζωντάνευε, έμπαινε στον ποδοσφαιρικό αγώνα κι άρχιζε να ρίχνει τα γκολίδια πέντε - πέντε. Οι συμμαθητές του τον κοιτούσαν απορητικά και αναρωτιούνταν: «Μα ποιος είσαι; Ο Μαραντόνα;». Κι αυτός είχε έτοιμη την πληρωμένη απάντηση: «Όχι ο Μερεντόνα».

Η διαφήμιση ήταν τόσο μα τόσο γελοία, ώστε έκτοτε σλανγκίστηκε (για τους μεγαλύτερους) η ατάκα: «Ποιος είσαι; Ο Μερεντόνας;». Με ελληνοπρεπή κατάληξη σε -ας για αποτελεσματικότερη σλανγκική αίσθηση.

Συνώνυμα: ανοξείδωτος, αλκαλικός, τρισδιάστατος, υπερατλαντικός, υπερπόντιος, και τα λοιπά της λίστας μεγάλε.

Μεγάλε πέντε πέντε τα ανεβάζεις τα λήμματα! Ποιος είσαι; Ο Μερεντόνας;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από διαφήμιση των 80ς με τον Παπαναστασίου: Ο Παπαναστασίου εμφανίζεται ως ο απόλυτα τρέντι της τότε εποχής, κι αρχίζει να απαριθμεί ένα ένα τα ρούχα του με δομή πρότασης: «-άκι; Εισαγόμενο!». Λ.χ. «Μπλουζάκι; Εισαγόμενο!». (Εννοείται «εισαγόμενο απ' το εξωτερικό»). Καμαρώνοντας. Στο τέλος η διαφήμιση τον δείχνει να πηγαίνει (αν θυμάμαι καλά) ή σε Υπηρεσία για Απόρους ή σε Ταμείο Ανεργίας. Το κοινωνικό μήνυμα της διαφήμισης ήταν ότι αν λόγω τρεντοσύνης δεν στηρίξουμε τα εγχώρια προϊόντα θα καταλήξουμε άποροι κι άνεργοι. Αντιθέτως, ο επιμένων ΕλληΝΙΚΑ!

Αλλά έμεινε ο Παπαναστασίου να λέγεται «ο εισαγόμενος». Κι επειδή ήταν μια προδρομική μορφή τρέντουλου έμεινε η φράση: «Μα ποιος είσαι; Ο εισαγόμενος;». Πρβλ.το «Μα ποιος είσαι; Ο Μερεντόνας;» της ίδιας εποχής.

Συνώνυμα: μεγάλος, τεράστιος, ανοξείδωτος, τρισδιάστατος, ευρυζωνικός, ασύρματος.

Σλάνγκος 1: Κι άλλη αγγλιά λημματογράφησες; Μα ποιος είσαι; Ο εισαγόμενος; Στηρίζουμε τις ελληνικές σλανγκιές ρεεεεεεεε!
Σλάνγκος 2: Καλά ρε φιλάρα, αλλά αν εσένα η γκόμενά σου, αρχίζει να σου λέει έρχομαι, έρχομαι, να μην σου έχει μάθει το slang.gr τι σημαίνει;
Σ.1: Θα της απαντήσω γκελ μπουρντά, που είναι και ελληνικό!

Μήδι; Εισαγόμενο απ\' το συσιφόνι! (από Dirty Talking, 18/05/09)Από την ταινία "Λαλάκης ο Εισαγόμενος" με τον ομώνυμο ήρωα. (από the_inq, 18/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που δηλώνει επιδοκιμασία για κάποια πράξη ή αντίδραση ενός ατόμου σε κάποια κατάσταση.

- Χριστός Ανέστη...
- Μαγκιά του!

Στο 1:51. (από patsis, 30/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντ(ι)βέντσουρ είναι ο τύπος...

  • ...που ασχολείται μανιωδώς με το πιο μοδάτο «επικίνδυνο» σπορ. (πχ. το κάϊτ την παρούσα δεκαετία, bunjee jumping την προηγούμενη),
  • ...που επιβιώνει σε οποιεσδήποτε συνθήκες, και το ευχαριστιέται σαν γνήσιος ξάδελφος του Ταρζάν. Κάτι σαν τον Bear Grylls. Ενίοτε, χαστουκίζει κάνα λιοντάρι έτσι για να δείξει ποιος είναι o ρουμάνος στη ζούγκλα,
  • ...ο οποίος όταν βγει το βράδυ, τα κάνει πουτάνα. Ποτέ δεν είναι βαρετή η έξοδος μαζί του. Το καλύτερο φινάλε σε μια τέτοια έξοδο, είναι το αυτόφωρο, το χειρότερο το νοσοκομείο.
  • ...που είναι χύμα, και δεν λέει ποτέ όχι σε οποιαδήποτε πρόταση, άντρας έτοιμος για όλα. Δηλαδή ο τύπος «vivere pericolosamente».

Η έκφραση προφ προέρχεται από την αγγλική λέξη για την περιπέτεια (adventure), και έλκει την καταγωγή της, από τις καμπάνιες του Κάμελ και του Μάλμπορο, την δεκαετία του '80, με τις περίφημες adventure teams, και τους τυπάδες να χέζουν στο δάσος, γύρω από μια φωτιά, στη μέση του πουθενά.

- Τι κ΄ναι το τυπάκι ρε; Θα μας τρελάνει; Πέφτει με αλεξίπτωτο στη μέση του πουθενά;
- Και που να δεις παρακάτω τι πρόκειται να κάνει. Θα σε κουφάνει...
- Πολύ αντβέντσουρ ο τύπος. Και είναι αληθινά ρε, ή μας δουλεύουν, και ο τύπος έχει από πίσω του κάνα συνεργείο υποστήριξης;
- Τι να σου πω....

- Τι θα κάνουμε το βράδυ;
- Τι να σου πω; Αλλά έχε υπόψη σου, καλύτερα να πάμε για φαγητό, ήρεμα. Είπε ο Μάκης ότι θα φέρει τον ξάδελφο του, οπότε καλύτερα ήρεμα.
- Συμφωνώ, αυτός είναι πολύ αντβέντσουρ τύπος. Θα μας μπλέξει άσχημα με τις γνωριμίες του και το τσαμπουκαλίκι του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά, ειναι μια ευφάνταστη καρναβαλική αμφίεση (δες φωτό) που σκέφτηκε κάποιο τσικλίκι και κατάφερε πολυ πετυχημένα να συνδυάσει τον Νίκο Γκάλη με τον 'Αλις Κούπερ.

Μεταφορικά, γκάλης κούπερ μπορεί να χαρακτηριστεί κάποιος απο αυτούς τους σαρανταπεντάρηδες που εξακολουθούν να παίζουν ακόμα μπάσκετ και να πιάνουν για ώρες το γηπεδάκι της γειτονιάς κάνοντας ολντ φάσιον φιγούρες εμπνευσμενες απο τον Γκάλη (σπάσιμο όχι στον αέρα αλλα στο έδαφος), κηρύττοντας το ήθος στους νέους συμπαίκτες (μη βρίζετε παιδιά μου, εμείς είχαμε ήθος στα νιάτα μας), και έχοντας στυλιστικό ντρες κόουντ εμπνευσμένο από τα '80ς (παπούτσια στράικ, σταράκια, κορδέλες στα μαλλιά, μάλλινες φανέλες του Μίλωνα ή του Σπόρτινγκ για να ψαρώνουν οι νιούφηδες)

Πας όλο αγωνία στο γηπεδάκι για μπάσκετ και πάλι το γήπεδο είναι πιασμένο απο ΑΥΤΟΥΣ.

- Ψηλέ, πα' να φύγουμε.
- Κάτσε ρε να τους δούμε, έχουν χαβαλέ.
- Ωχ τι κάνει, ρε μαλάκα, αυτός με τα στράικ, σπάσιμο στο έδαφος;
- Θεός ρε, γκάλης κούπερ...

(από kapetank, 24/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που έχει τα μαλλιά του καρέ, κούρεμα που συνηθιζόταν στους άντρες κατά τα τέλη της δεκαετίας των έιτιζ ('80s) και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας των νάιντιζ ('90s), του 20ού αιώνα (να μην τα ξαναλέμε!).

Υπήρχαν ποικίλα είδη καρέ, που κυμαίνονταν από το κάπως πιο μακρύ «καπελάκι» (γκοφρέ ή κοφτό), μέχρι το ίσιο μακρύ μαλλί που κάλυπτε όλο το σβέρκο και περίσσευε ελαφρά κάτω από τη γνάθο. Συχνά άφηναν να μακρύνουν μόνο οι τρίχες που ξεκίναγαν από το πάνω μέρος του κεφαλιού, με τις εσωτερικές να είναι ξυρισμένες με την ψιλή. Έτσι, όταν έπιανες κότσο το μαλλί, αναδυόταν περήφανα το κατά το ήμισυ ξυρισμένο κρανίο σου.

Τα κουρέματα τύπου καρέ συνήθιζαν κυρίως οι καστανοί και ξανθοί άντρες, υπήρχαν όμως και σε μελαχρινή βερσιόν.

Αν και εκ πρώτης όψεως πούστικο ως κούρεμα, εκείνη την εποχή χαρακτήριζε τους τύπους που θεωρούνταν ταυτόχρονα τρέντυ και ποθητοί γκόμενοι.

Συνώνυμο: καρές, (πληθ.) καρέδες

Τον βλέπεις εκείνο τον καρεδάκια; Έχει ένα γκομενάκι σκέτη καύλα, αλλά άκουσα ότι της ρίχνει πολύ ξύλο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για έναν παλιοχαρακτήρα, κομπλεξικό, το λίγο μαλάκα αλλα κατα τ'αλλα καλό παιδί σε ήπιο τόνο για να μην παρεξηγηθεί.

Από την ταινία που μεγάλωσε την γένια μου, από τη δοξασμένη δεκαετία των έϊτις το «Βασικά καλησπέρα σας!».

Κούλα μ' ακούς, πολύ κωλόπαιδο ο Κυριάκος...

(από notheitis, 07/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειρωνικά γι' αυτόν που κάνει μεγάλη ζωή γεμάτη ταξίδια στο εξωτερικό και καλά, μύτινγκς*, είμαι-πολύ-μπίζι-με-διάφορες-μπίζνες* και γουαζά ναούμ'.

Ο όρος προέρχεται από τη χρυσή δεκαετία τον εϊτιζ και την τότε δημοφιλή τηλεοπτική σειρά «Δυναστεία» με τους Κάρινγκτονς και σια.

Υπήρξε και βιντεοταινία με τον Σωτήρη Μουστάκα το 1985

- Πάμε το σουκού για μπάνιο στη Λούτσα;
- Άσε έχω μπλέξει. Πρέπει να πεταχτώ μέχρι τη Ζυρίχη το Σάββατο και την Κυριακή να κατέβω Μιλάνο για κάτι δουλειές.
- Ηρέμησε ρε γιάπη ναούμε. Ποιος είσαι, ο Δυναστείας;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που έχει κάμποσες τρίχες στο στέρνο του και παραπάνω, ήτοι ερωτικό χαλί, το σταυρουδάκι να χάνεται στην φλοκάτη, γκρηκ λόβερ με τρίχα για πουλόβερ ένα πράμα. Πρόκειται για hommage στον (κατά πολλούς) γενάρχη του ελληνικού μπάσκετ Νίκο Γκάλη, του οποίου η θρυλική εϊτάδικη κίτρινη φανέλα (για τον Άρη μιλάμε όχι για βάζελους) άφηνε να φαίνεται το ερωτικό χαλί του. Οι κακές γλώσσες λένε ότι ήταν ένα από τα μυστικά του Γκάλη στο σκοράρισμα, γιατί ο αντίπαλος αμυντικός σιχαινόταν να κάνει άμυνα. Σημειωτέον, ότι οι τρίχες του γκάλη που σέβεται τον εαυτό του πρέπει να είναι και ιδρωμένες.

Επίσης, είναι άτομο που θυμίζει πολύ τα ένδοξα έιτηζ, για τον οποίο βλ. τα λήμματα γκάλης κούπερ και εϊτίλα.

Πάσα: Vikar.

- Πιάσε τρίχα!... Είναι γκάλης ο μπούστης...

(από Khan, 20/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πριν κάμποσα χρόνια, το 1981 αν δεν απατώμαι, ο γνωστός από τότε δημοσιογράφος Τέρενς Κουίκ παρουσίαζε το βράδυ της Κυριακής προς Δευτέρα, από την μοναδική και κρατική τηλεόραση, απ' ευθείας τα αποτελέσματα των τότε βουλευτικών εκλογών.

Εκείνο το βράδυ, πάρα μα πάρα πολλές φορές, ανέφερε τη φράση «συνδεόμαστε με Κ.Α.Ι.Ρ.Ο.», τα οποία και ήταν τα αρχικά από ένα τηλεφωνικό πληροφορικό σύστημα της εποχής για μετάδοση δεδομένων, που μάλλον μόνο ο ίδιος το γνώριζε, μιας και που ποτέ ξανά δεν ξανακούστηκε, τουλάχιστον τόσο επανειλημμένα.

Ο ίδιος έδειχνε να απολαμβάνει τη μυστηριώδη ανατολίτικη ατμόσφαιρα που δημιουργούσε η λέξη, χρησιμοποιώντας την κατά κόρο και αποφεύγοντας να δώσει ιδιαίτερες τεχνικές λεπτομέρειες γι' αυτήν, όπως θα όφειλε λόγω της συνήχησής της με τη γνωστή και όμορφη εξωτική πρωτεύουσα της Αιγύπτου, με την οποία όμως και δεν είχε απολύτως καμία σχέση.

Τόσο πολύ αναφέρθηκε εκείνο το βράδυ (γέμιζε το στόμα του Τέρενς, γελούσαν και τ' αυτιά του, όταν το' λεγε), έτσι ώστε να καταντήσει να γίνει σλόγκαν.

Τελικά σήμερα η φράση κατέληξε να σημαίνει επίδειξη αδιαφορίας, περιφρόνησης και κώφευσης στα λεγόμενα κάποιου.

Γενικώς η σύνδεση παραπέμπει σε τηλεφωνική τοιαύτη και μάλιστα, όταν πρόκειται για δημόσια υπηρεσία ή παράκληση («μια στιγμή να σας συνδέσω”), απαρρέκκλιτα σημαίνει ότι το τηλέφωνο που σας συνέδεσαν 1) δεν θα απαντάει ποτέ, 2) θα είναι συνεχώς κατειλημμένο, 3) εάν απαντήσει θα σας πουν ότι ο υπάλληλος απουσιάζει, 4) θα σας ζητήσουν να καλέσετε εσείς ... αργότερα επειδή είναι απασχολημένοι, 5) θα σας απαντήσουν ότι δεν γνωρίζουν, 6) θα σας απαντήσουν ότι δεν είναι αρμόδιοι, 7) θα σας επιπλήξουν που τους χαλάσατε την ησυχία.

Ουδόλως απορίας άξιον λοιπόν είναι, πως κάθε έκφραση που περιέχει το ρήμα «συνδέω», κατέληξε να έχει αρνητική εννοιολογική σημασία.

- Καλά ... εγώ του μιλούσα κι αυτός με είχε συνδέσει με Κάιρο.

(από iwn, 24/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified