Further tags

Παραδοσιακός τρόπος εκφοράς της λέξης «πουτάνα» στα Σφακιά.

Η προφορά έχει ως εξής: η πρώτη συλλαβή είναι τονισμένη σε βαθμό να δημιουργείται παύση μεταξύ αυτής και της δεύτερης και το «τ» ακούγεται σε δυο χρόνους (εξ ου και προτίμησα αυτήν την ορθογραφία), ενώ το αρχικό «π», ακόμα κι αν προηγείται «ν», δε γίνεται ποτέ «μπ» (διατήρηση που είναι σπάνια), ώστε ο ήχος φέρνει σε «πτ!»(ύελο).

Ως χαρακτηρισμός είναι αμετάκλητα απαξιωτικός για τη γυναίκα στην οποία αποδίδεται και συνδηλώνει παράλληλα την πρόθεση του χρήστη να απαξιώσει - αγνοώντας την - τη διαφοροποίηση ανάμεσα σε κατ' επάγγελμα και κατά ήθος (σύμφωνα με την αντίληψή του) πόρνες.

Να σημειωθεί ότι πολλές λέξεις οι οποίες (ακόμα και σε άλλα μέρη της Κρήτης) έχουν «ου» στην πρώτη συλλαβή, στα Σφακιά έχουν διατηρήσει το αρχικό «ο» ή έχουν παρεπιδραστικά μετατρέψει το «ου» σε «ο» (ή σε κάτι ανάμεσά τους), πχ. κουρντίζω - κορντίζω, κουλαντρίζω - κολαντρίζω, κουτάλα - κοτάλα, βούπα (το ψάρι γώπα) - βώπα, ακόμα και το κουρά μπορεί να ακουστεί ως κορά κλπ.

- Πού 'ναι μρε το Στραθιό;
- Αυτός μρε τά'ει μπλεμμένα με μια ποττάνα στα Χανιά και δε γατέω ίντα θα τ'αποβγάλει....

- Και πώς σου φανήκανε οι φίλες της ξαδέρφης σου;
- Ποττάνες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η υπέρτατη βρισιά ή και κατάρα.

Το να είναι κάποιος πούστης είναι ούτως ή άλλως μια κοινωνικά μη αποδεκτή ιδιαιτερότητα αλλά το να είναι κάνεις πούστης και άσχημος...

Βέβαια η κατάσταση επιδεινώνεται με την πάροδο του χρόνο όταν ο πούστης και άσχημος γίνεται πούστης, γέρος και άσχημος ή όταν μετά το νομοτελειακό πέσιμο του γέρου πούστη αυτός γίνεται: πούστης, κουτσός, γέρος και άσχημος.

- Είσαι μαλάκας ρε!
- Και εσύ είσαι πούστης και άσχημος.

(ανταλλαγή φιλοφρονήσεων)

Στο 0:41 ολέ ολέ ολέ (από knasos, 02/09/09)(από Desperado, 02/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες λαδοπoντικών:

A. [i]Λαδόποντιξ ο λίγδας[/i]

Ο εν λόγω 'πόντικας ενδέχεται να είναι λιγδοπρεπής επειδή:

  • Είναι εκ πεποιθήσεως άπλυτος και τσακωμένος με τα σαπούνια,
  • Επέλεξε λιγδογόνο επάγγελμα (πχ ψήστης, μηχανικός αυτοκινήτων, κα). Ανάλογα με τις διπλωματικές του σχέσεις με το Ρεξόνα, συχνά παραμένει λαδοπόντικας και εκτός ωραρίου,
  • Είναι βικτιμάς υπερβολικού τζελαρίσματος ή κακής χρήσης άλλου προϊόντος καλλωπισμού.

Β. Λαδο[i]ποντίξ ο τρωκτικός[/i]

Το λιγδερό λουκ δεν είναι ούτε απαραίτητη αλλά ούτε και ικανή συνθήκη για να χαρακτησιστεί τις λαδο[i]πόντικας[/I]. Οι κύριες υποκατηγορίες, σε αύξουσα σειρά κυριολεκτικής τρωκτικοσύνης, είναι:

  • Ο τσιφούτης γερολαδάς του χωριού, ο οποίος εκμεταλλεύεται την μονοπωλιακή του θέση πουλώντας ληγμένα γάλατα προς € 2 το λίτρο. Συνήθως λειτουργεί και ως τοκογλύφος ή/και παιδεραστής ή/και μαστρωπός του χωριού,
  • Το πάντα διψασμένο γιά έλαια κρατικό τρωκτικό (εφοριακός, ιατρός, πολεοδόμος, κλπ) που κάνει τον βίο αβίωτο σε όσους δεν το λαδώσουν με γρηγορόσημο,
  • Διάφοροι καθηγητάδες κ.α. pop ταγοί με αρρωστημένα μυαλά που ακατάσχετα παπαρολογούντα αναπόδεικτα μη-επιχειρήματα τους στο απυρόβλητο. Εκτός Ελλάδος (ίσως και Γαλλίας), αναγκαστικά θα ακολουθούσαν άλλο επάγγελμα,
  • Άτομα που σμιλεύουν την κοινή γνώμη, με κυρίαρχους τους μουμουέδες δημοσιοκάφρους οι οποίοι κυνικά παραδέχονται ότι έχουν, στην καλύτερη περίπτωση, σκοτώσει την μάνα τους,
  • Οι κακώς εννοούμενοι άρχοντες της πολιτικής, του κομματικού παρακράτους, της εκκλησίας και της αγοράς που νέμονταιτα δημόσια και κοινοτικά ταμεία εις βάρος του κερασφόρου φορολογουμένου.

A. Λάδοποντικες

- Ειχα και εγω CBR 400 RR και με εξαιρεση προβλημα με το ρευμα (ανορθωτες) δεν ειχε παρουσιασει τιποτα άλλο (...) σιγουρα μου εκανε ολα τα γουστα και χωρις να φτανω στα ραντεβου με τα πιπινια σαν λαδοποντικας...
(από εδώ)

- Κερι μαλλιων: Το χρησιμοποιουμε (με φειδω για να μην καταληξουμε σα λαδοποντικες).
(από εδώ)

Β. Λαδοπόντικες

- Σιχαμα, γαυρος, ψευτοδιανοουμενοαριστερος λαδοποντικας (της ρατσας Ψαριανου δλδ).
(από εδώ)

- Τα λεφτά που είναι; τα λεφτά που πήραν όσοι τα πήραν αυτοί οι κύριοι στην Ελλάδα από την ζίμενς αυτά που είναι; Εδώ μιλάμε για 200.000.000 εκατομμύρια ευρω λαδωμένα, ποίοι τα πήραν, πια κόμματα, πια αποκόμματα, ποιοι πολιτικοί είναι λαδοποντικες; Δεν με νοιάζει αν είναι πασόκος, νεοδημοκράτης, κουκουέ, σύριζα, Λαός, ΑΥΤΑ αν δεν βρεθούνε θα τα βρίσκετε μπροστά σας όλοι οι πολιτικοί όλων των κομμάτων, και όταν περνάτε από της εκλογικές σας περιφέρειες θα τρώτε πολλές ροχάλες...
(από εδώ)

- Εχουν πιαστει γιατροι με φακελακια, μηχανικοι να λαδωνονται στις πολεοδομιες, εφοριακοι, λαδοποντικες και σπανια καποιος απο αυτους απολυεται μετα απο πολυχρονες μαλιστα διαδικασιες.
(από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτό ακριβώς λέγεται ότι είπε ο Θεόδωρος Πάγκαλος στην Μάργκαρετ Θάτσερ, αν έχετε τον Θεό σας, ως υφυπουργός Εξωτερικών Ελλάδας ο ένας, πρωθυπουργός της Μ. Βρετανίας η άλλη. Είναι βέβαια δυσχερές να αποδειχθεί αν πρόκειται για ιστορική πραγματικότητα ή για αστικό μύθο. Πάντως, όπως γράφει το Βήμα, τουλάστιχον ο Μίμης Ανδρουλάκης περιέχει την ιστορία στο βιβλίο του «Ζητούνται Αλχημιστές» ως πραγματικό γεγονός. Το περιστατικό αναφέρεται ως εξής:

«Ποιος είναι αυτός ο χοντρός;» ψιθυρίζει η Μάργκαρετ Θάτσερ στον διπλανό της για τον Θ. Πάγκαλο, που αναπλήρωνε τον Ανδρέα Παπανδρέου σε ένα συμβούλιο κορυφής, όμως τα άτιμα τα μικρόφωνα το μεγέθυναν. «Σε έχει πηδήξει ποτέ χοντρός;» άφησε να του ξεφύγει τσαντισμένος ο Πάγκαλος, η αφηρημένη μεταφράστρια αυτομάτως το μετέφρασε και πάγωσε το συμβούλιο.

Επίσης, για μια πιο λάιτ, αλλά επίσης διασκεδαστική βερσιόν της σχέσης Πάγκαλου και Θάτσερ, βλ. το σχετικό άρθρο της Καθημερινής. Το άρθρο αυτό περιγράφει ένα ειδυλλιακό όχι τόσο μακρινό παρελθόν της ένδοξης εϊτίλας, όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου ζήταγε λεφτά από την Ευρωπαϊκή Ένωση, εκβιάζοντας ότι σε αντίθετη περίπτωση θα έθετε βέτο για την ένταξη Ισπανίας και Πορτογαλίας. Μάλιστα στην κρίσιμη συνεδρίαση αποχώρισε μαζί με τον ΥΠΕΞ του Χαραλαμπόπουλο για να κανονίσει την εκλογή του Σαρτζετάκη ως Προέδρου Δημοκρατίας στην Ελλάδα και άφησε τον νεαρότερο τότε Πάγκαλο μόνο του στην αρένα με τα θηρία. Ο πιο λάιτ διάλογος, όπως καταγράφεται στην Καθημερινή, έχει ως εξής:

Θάτσερ: - Excuse me, what is your name my boy;
Πάγκαλος: - Τeo.
Θάτσερ: - Are you sure you are qualified to negotiate;
Πάγκαλος: - Of course! Will negotiate.

Η Καθημερινή αποσιωπά το μπινελίκι πλην αφήνει να εννοηθεί ότι ο Πάγκαλος κατήγαγε διπλωματικό θρίαμβο, και η continental Ευρωπαϊκή Ένωση πλήρωσε ασμένως τα γαμησιάτικα στον «χοντρό».

Τι είχε διαδραματιστεί; Μπορεί ο ιστορικός να συμπεράνει ότι οι ηγέτες της ηπειρωτικής Ευρώπης είχαν σπασαρχιδιαστεί με την συμπεριφορά και το μοντέλο της Θάτσερ επί σειρά ετών. Χαρακτηριστική και η αλαζονεία της επί της προκειμένης συνδιάλεξης. Μην ξεχνάμε ότι Καγκελάριος της Δ.Γερμανίας ήταν ο «πληθωρικός» Χέλμουτ Κωλ που είχε κάθε λόγο να ταυτιστεί με τον Πάγκαλο και να χαρεί με την απάντησή του. Κάτι λοιπόν το ζήτημα χοντρός έναντι καρακάξας ως προς Γερμανία, κάτι το ζήτημα σοσιαλιστής έναντι νεοφιλελεύθερης ως προς Γαλλία -Μιτεράν- και Ιταλία -Κράξι-, ο Πάγκαλος είπε την κατάλληλη ατάκα στην κατάλληλη στιγμή.

Ας φύγουμε όμως από την ιστορική ενδεχομενικότητα και ας περάσουμε στο σλανγκικό καθολικό. Η έκφραση αποτυπώνει έναν σλανγκικό μηχανισμό που συνδυάζει δύο ήδη γνωστούς μηχανισμούς ήτοι το: θα γυρίσει ο τροχός, θα γαμήσει κι ο φτωχός και το σ' έχουνε γαμήσει τέτοια ώρα;.

Εν προκειμένω δεν μας ενδιαφέρει ειδικά ο χοντρός. Θα μπορούσε να είναι και κουτσός, φτωχός, κοντός κ.ο.κ. Θίγουμε μια συγκεκριμένη σλανγκική στρατηγική στο πλαίσιο του βρις-οφ. Ήτοι, όταν κάποιος σου αποδίδει έναν υβριστικό χαρακτηρισμό (που ενδεχομένως εμπίπτει στην πραγματικότητα), εσύ δεν τον αποκηρύσσεις, αλλά σπεύδεις να τον υιοθετήσεις μέσω της στρατηγικής πανηγυρισμού και υπονόμευσης (celebrating & undermining κατά Judith Butler). Δηλαδή, ναι, είμαι χοντρός, αλλά σε έχει γαμήσει ποτέ χοντρός να δεις την γλύκα; Θέτεις έτσι τον συνομιλητή σε ξενερουά ματ (όπως και στο «σ' έχουνε γαμήσει τέτοια ώρα»). Αν πει όχι, θα θεωρηθεί ως συναίνεση για επιτόπιο γαμήσι. Αν πει ναι, θα παραδεχτεί ευθύς εξαρχής την ήττα του. Οπότε η σλανγκική στρατηγική έχει εξασφαλισμένη επιτυχία.

Συν ότι μιλάμε για τους απόκληρους της κοινωνίας, χοντρούς, κοντούς, κουτσούς, φτωχούς, για τους οποίους πολλά θα μπορούσε να πει ένα ντιριντάχτα λήμμα, όπως λ.χ. το μπουρδελές. Φανταζόμαστε ότι ένας τέτοιος άντρας, στερημένος καθώς θα είναι, λόγω κοινωνικού αποκλεισμού θα γαμήσει πιο λυσσαλέα, πιο παθιασμένα, κοινώς θα γαμήσει σαν να μην υπάρχει αύριο, το οποίο φωτίζει έναν επιπλέον λόγο γιατί ο συνομιλητής μας θα έπρεπε να εύχεται να τον γαμήσει χοντρός.

Περιττό να πούμε ότι η εν λόγω στρατηγική δεν δουλεύει με όλες τις ομάδες κοινωνικής ετερότητας, λ.χ. δεν πιάνει το κόλπο για τρανσέξουαλ, κομμένες, εκτομίες, σπάδωνες και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις. Αν και στην αντιουσιοκρατική εποχή μας πάντα μπορείς να φορέσεις ένα strap-on και να κάνεις την δουλειά σου.

Trivia: Ο Θεόδωρος Πάγκαλος, σλανγκιστί Παν-κάλος ή Μεγάλος Τραγουδιστής είναι, ως γνωστόν, μια εξαιρετικά σλανγκενεργή προσωπικότητα για τον οποίο έχει σχηματιστεί πλούσια ανεκδοτολογική βιβλιογραφία. Έχει μείνει στην Ιστορία και για τις σεξιστικές του παρεμβάσεις και πέρα από την Θάτσερ. Λ.χ. λέγεται η εξής ιστορία εδώ:

Είναι ο Πάγκαλος και κατεβαίνει την Πανεπιστημίου με το φτωχικό του σαραβαλάκι. Στο φανάρι τον ρωτά μια κυρία ειρωνικά «Μα καλά κύριε Πάγκαλε, εσείς ένας ολόκληρος Πάγκαλος και οδηγείτε αυτό το αυτοκίνητο; Τι τα κάνετε όλα αυτά τα λεφτά που παίρνετε;» για να πάρει την απάντηση «Δυστυχώς τα τρώω με πουτάνες σαν κι εσένα.»

Disclaimer: Δεν κρίνεται το θέμα στην πολιτική του διάσταση, απλά καταθέτω την ακατάσχετη νοσταλγία μου για την ένδοξη εϊτίλα («μία είναι η δεκαετία» που λέει κι ο John Black), τότε που μπορούσαμε.

Vrastaman: H Μαριαχόμορφη σχολιάζει παπαραλήρημα του βέλτσιστου Khan.

Απάντηση Khan με ατάραχη ανωτερότητα: Σ' έχει γαμήσει ποτέ ο Βέλτσος;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ιερότερη θυσία που έκαναν οι αρχαίοι ημών, ήταν στην θεά Εστία. Το σπιτικό του καθένα, όσο ρημαδιακό κι’ αν είναι, αποτελεί ένα από τα διαχρονικότερα σύμβολα.

Το να καταφερθείς κατά της μητέρας κάποιου δεν συνεπάγεται και καλά προσβόλα. Άλλωστε, μπορεί η γκιόσα να είναι απεχθής κι αλκοολική σημαιοφόρος. Το ίδιο ισχύει για την πατρίδα, η οποία ενίοτε σου την φοράει όπου κι αν ταξιδέψεις. Όσο για τα ιερά και τα όσια, η ύπαρξη τους θεωρείται από πολλούς παντελώς ατεκμηρίωτη και θεωρητική, όπως και οι μονόκεροι.

Η λύση συνίσταται στο μόνο ίσως μπινελίκι-portmanteau που εμπεριέχει όλα τα στοιχεία του τρίπτυχου πατρίς-θρησκεία-οικογένεια. Θέλεις να προσβάλεις την ταυτότητα κάποιου συθέμελα; Δεν έχεις παρά να του γαμήσεις το σπίτι. Θα πονέσει, έστω κι αν είναι άστεγος. Κάθε ηλίθιος γνωρίζει ότι κι ο κοπριτάμπουρας χρειάζεται ένα σπιτικό, ένα καταφύγιο από τα ιπτάμενα γουρούνια. Καρατσεκαρισμένο.

- Βλαδιβοστόκ, Βλαδιβοστόκ, η ώχρα των σπιτιών σου ξεφλούδισε κι έπεσε πάνω στα πεζοδρόμια. Φύσηξε η περεστρόικα κι έγιναν ίσα και όμοια μέλη του κόμματος παλαιά και μέλη κάποιας πόρνης, που για μια τσίχλα, ένα μπλουτζίν πουλάει την ομορφιά της σ' εμπόρους καπιταλιστές, χοντρούς και ματσωμένους. Βλαδιβοστόκ, Βλαδιβοστόκ. Μαυρίζει η ψυχή μου έτσι που σε κατάντησαν ο Γκορμπατσόφ κι ο Γέλτσιν. Γαμώ το σπίτι σας γαμώ, κωλοαμερικάνοι!
(Τζιμάκος, από εδώ)

- Ο στίχος μου κάνει μπαμ
Κι εσύ κάνεις σαρδάμ
Σαν τον Σημίτη
Και μην ξεχνάς έλληνα πως σού γαμώ το σπίτι
Είσαι μπροστά μου σπουργίτι
Κι εγώ αετός αλβανικός
Σου κρύβω το φως
Και μέσα στο χώμα
Σε αφήνω να σέρνεσαι
Αφού ελληνάκο ακόμα
Δεν έχεις μάθει να φέρεσαι
Ποιος τολμά να αντιμιλήσει
Γιατί δεν είμαι ο αλβανός που έχεις συνηθίσει…
(GATE 32, «Έλληνας», από εδώ)

Δες και γαμώ + αντικείμενο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερζάμπλουτος, ο καρακαπιτάλας, αυτός που δεν έχει στην ιδιοκτησία του απλά ένα νησί, αλλά ολόκληρη την Πολυνησία και πάνω απ' όλα: δεν ντρέπεται καθόλου μα καθόλου να το δείξει.

Η ετυμολογία της λέξης δεν κάνει διαχωρισμό μεταξύ αυτών που έχουν γεννηθεί με το χρυσό κουτάλι στο στόμα, ή αυτών που αποκαλούνται κοινώς νεόπλουτοι. Το καπιταλόσκυλο είναι απλά ένας ακόμη φορέας του υπαρκτού καπιταλισμού, που δεν σταματάει μπροστά σε τίποτα και δεν λογαριάζει και τίποτα προκειμένου να βγάλει κέρδος και να προωθήσει τα αγαθά του καπιταλισμού. Είναι ο βέρος νεοφιλελεύθερος, ή μάλλον η πιο καθαρή ράτσα νεοφιλελεύθερου που μπορεί να προκύψει. Είναι αυτός που θα σε δαγκώσει αν δει πως χάνει έστω και ελάχιστο περιθώριο κέρδους. Και το χειρότερο απ' όλα (όπως τουλάχιστον φάνηκε από τα πρόσφατα διεθνή γεγονότα): είναι εξαιρετικά ανθεκτικό στις φόλες...

ΦΑΤΕ ΤΑ ΚΑΠΙΤΑΛΟΣΚΥΛΑ! ΓΕΜΙΣΤΕ ΦΟΛΕΣ ΤΟ ΚΟΛΩΝΑΚΙ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του χέστη, του φοβητσιάρη, αυτού που φοβάται υπερβολικά, και ως αποτέλεσμα αυτού τα κάνει πάνω του.

Προέρχεται απο την έκφραση τα έκανα πάνω μου, λόγω υπερβολικού φόβου. Όταν κάνεις τα χοντρά πάνω σου είσαι χέστης, ενώ όταν κάνεις το ψιλό, είσαι τσίσιας.

— Δεν μου λες, χαλβαδιάζεις το γκομενάκι εδώ και μία εβδομάδα, θα της την πέσεις, ή θα το συνεχίσετε στο μιλητό;
— Κωλώνω λιγάκι...
— Άντε ρε τσίσια...

Δες ακόμη: κατουρλής.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σούφρα είναι το χείλος του παχέος εντέρου σε slang γλώσσα. Σουφρίδα είναι ο ίδιος ορισμός.

Χρησιμοποιείται ανάμεσα σε προτάσεις για πιο βαρείς χαρακτηρισμούς.

Θα σου γαμήσω την σουφρίδα σου μαλάκα. (Κοινώς: Θα σου γαμήσω το κωλαράκι σου μαλάκα).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Πάτρα-Ιόνιο): υποτιμητικό «κοσμητικό» επίθετο για μικρομέγαλο παιδί ή ανυπόμονο δοκησίσοφο νεανία, με την έννοια των: χαζοβιόλη, παπάρι, σκατό, αρχίδι, παπαρίγκος, μηναριτζίκος, μαλακιστήρι = μικρός μαλάκας.

Αγνώστου ετύμου. Λόγω του ένθετου «γ», όπως προφέρεται σε συνδυασμό με την υποβολιμαία έννοια «παπάρι», θυμίζει αυτόν που «δεν βγήκε ακόμη απ' τ' αβγό» και κάνει κουτουράδες, αλλά ο Λευκαδίτης (από το 1947 εγκατεστημένος στην Πάτρα) αστικός λαογράφος Νικόλαος Πολίτης, στο βιβλίο του «Άντζουλος και Μαριετίνα» (θεατρικό με φόντο την παλιά Ζάκυνθο), στο γλωσσάρι του, το γράφει ως «παπάβουλο», με την ίδια σημασία -όθεν η εκτίμηση ότι ίσως να έχει σχέση με την παπική βούλα (;)

Πάντως, το ανωτέρω βιβλίο (Αχαϊκές εκδόσεις) έχει πολλά τυπογραφικά λάθη, πράγμα που δυσχεραίνει την περαιτέρω διερεύνηση...

ΕΚΔΟΧΗ Α:
Πιθανόν όντως να προέρχεται από σκώμμα κατά των Καθολικών που κατοικούν ακόμη την Πάτρα και τα Ιόνια νησιά, όπως και η έκφραση «τον κακό σου το φλάρο (και το μαύρο σου)» -εκ του φράρος / φρέρης = αδελφός (Καθολικός παπάς), αλλά και καπάκι καπνοδόχου σπιτιού ή πλοίου και πήλινης φορητής εστίας (Σίφνος). Η μαυρίλα ως εκ τούτου προέρχεται είτε από το ράσο είτε από την κάπνια, εκτός και αν, από το σχήμα του καπέλου των Καθολικών παπάδων, έλαβε την ονομασία του το εν λόγω καπάκι.

Άλλωστε οι ξεχωριστοί συνοικισμοί (βλ. Πάτρα, Σύρος, Ζάκυνθος, Κεφαλλονιά, Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη κτλ) Ορθοδόξων και Καθολικών Ελλήνων και μη, ουδέποτε τελούσαν εν αγαστή συμπνοία. Όπου είχε ιταλόφερτους ή ιταλοπρεπείς αρχόντους, πίνανε το αίμα του κοσμάκη και μόνον το πόπολο ήθελε ένωση με την Ελλάδα (που δεν αναγνώριζε τίτλους ευγενείας και μαλακίες από μιας ξαρχής στα Συντάγματά της).

Στην Πελοπόννησο, μετά την αποχώρηση του Μπραΐμη, στους Γάλλους στρατιώτες του Μαιζόν που κοιτάγανε να γαμήσουνε, οι Ελληνίδες έγρουζαν: «Χάσου σκύλε Φράγκε!». Παρ’ όλα αυτά, τα μπουρδέλα φύτρωσαν ατάκα σα μανιτάρια, με πρώτη και καλύτερη τη θρυλική Πατρινέλλα (βλ. Ν. Πολίτη «Το Καρναβάλι της Πάτρας»).

Στη Σύρο προεξέχουν δυο χωριστοί μακρινοί λόφοι με την Καθολική και την Ορθόδοξη εκκλησία αντίστοιχα, για να μην ανακατεύεται η ήρα με το στάρι (όπως εκατέρωθεν νομίζεται).

Η Ζάκυνθος επί Βενετσιάνων, στέναζε από τις ίντριγκες και την τρομοκρατία των μπράβων του κάθε κόντε, που δολοφονούσαν εν ψυχρώ ανάμεσα στις σκοτεινές αψίδες (portici της Μπολώνια), τους πολιτικούς ή εμπορικούς αντιπάλους του (βλ. Η. Πετρόπουλος «Υπόκοσμος και Καραγκιόζης», Κ. Θεοτόκης «η Τιμή και το Χρήμα», Σ. Σκιαδαρέσης «Κεφαλλονίτικες ιστορίες», Α. Λασκαράτος «Ιδού ο Άνθρωπος-Στοχασμοί», «Επαναστάτης Ποπολάρος» - κατά τα λοιπά χαζο-ταινία με τον Πρέκα).

Στη Σμύρνη του '22 οι Καθολικοί κάτοικοι χαίρονταν κι ευφραίνονταν με το ξεπάστρεμα των Ορθοδόξων, που τους έβλεπαν ανταγωνιστικά, οι δε Ιταλοί τροφοδοτούσαν ολοφάνερα από την αρχή τον Κεμάλ, πριν από την υπογραφή του συμφώνου Franklin-Bouillon, αφού είχαν τσινίσει από την αρχή κατά της ελληνικής κατοχής της Σμύρνης το 1919, όπως και στο Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας (1913), κατά της προσάρτησης της Νοτίου Αλβανίας – Βορείου Ηπείρου στην Ελλάδα (βλ. Δ. Σωτηρίου «Ματωμένα Χώματα», Η. Βενέζη «Το Νούμερο 31328», Τζ. Χόρτον «Η Μάστιγα της Ασίας», Φ. Κλεάνθη «Έτσι χάσαμε τη Μικρασία» κ.α.).

Στο τέλος του 1ου Παγκοσμίου, στο Βαλκανικό μέτωπο, όπου πολεμούσαν Ιταλοί κι Έλληνες πλάι-πλάι ως δήθεν σύμμαχοι, κάθε βράδυ έπεφτε κι ένας νεκρός και από τις δυο πλευρές, από μεταμεσονύκτιες εκατέρωθεν μαχαιριές στα μουγκά (Σ. Μυριβήλης «Η Ζωή εν Τάφω»).

Οι ιταλικές προβοκάτσιες της Αλβανίας και της Κέρκυρας (1923) και εν τέλει ο τορπιλισμός της «Έλλης» ανήμερα της Παναγίας το '40, συγκλόνισαν το πανελλήνιο.

Λίγο πριν ή λίγο μετά το '40, από την Πάτρα απελάθηκαν περί τους 10.000 (ή και παραπάνω) Ιταλοί στην πλειοψηφία τους Πουλιέζοι, (συνοικία «ιταλιάνικα» στον Άγιο Διονύσιο), που αποτελούσαν τότε περί το 1/4 του πληθυσμού της πόλης (βλ. Λ. Σωτηρόπουλος «Μαρτυρίες για το λιμάνι των Πατρών πριν το '60»).

Οι Δυτικοί Καθολικοί ή Προτεστάντες (ευγενικός τρόπος δήλωσης ότι δεν πιστεύεις σε τίποτα), ακόμη θεωρούν τους Ορθοδόξους κάτι σαν αιρετικούς, ενώ στα ελληνικά σχολεία και στις εκκλησίες, μαθαίνουν ακόμα στα παιδιά μας ότι, δήθεν «κάλλιο σαρίκι τούρκικο, παρά τιάρα παπική», μένεα πνέοντες κατά της Δύσεως για τη διπλή Άλωση (1204 & 1453), διότι έτσι βολεύει τον κλήρο, αφού οι ικανότατοι άρπαγες δυτικοί αποτελού(σα)ν πραγματική απειλή, ενώ οι μπουνταλάδες οι Τούρκοι τους χάιδευαν (ανάλογες μισαλλόδοξες μαλακίες μας ταΐζανε και για τους Εβραίους, ενώ ο Χριστιανισμός είναι μια εβραϊκή θρησκεία!).

Άσε που, προϊούσης της Αναγεννήσεως, οι Δυτικοί την έψαχναν τη δουλειά, ενώ το βυζαντινοσμανλίδικο παπαδαριό προτιμούσε το «πίστευε και μη ερεύνα», ταυτόχρονα καλλιεργώντας και κόμπλεξ «ανωτερότητας» (sic) των νεοελλήνων έναντι των «κουτοφράγκων» (δηλ. μορφωμένων Ευρωπαίων), πράγμα που συνεχίζεται και σήμερα με μύθους περί «Γκρήκ λόβερ» (μόνον εγχωρίως κυκλοφορεί τέτοιος όρος), μαγκιά-κλανιά με παπατζήδικα ψευτοκόλπα της πεντάρας στα «χαζά» Αμερικανάκια, αρβελέρειες γλυκόπικρες αναμνήσεις τρισχιλιετούς πολιτισμού και βάλε...

Παρά ταύτα η νεοελληνική παράνοια είναι ότι ενώ ο τουρκομερίτης Καραμανλής δήλωνε ευθαρσώς ότι «ανήκομεν εις την Δύσιν», στη συνέχεια ο αμερικανοθρεμμένος Παπαντρέας απειλούσε «Έξω από Ε.Ο.Κ. & Ν.Α.Τ.Ο.» και χαριεντιζόταν με τον Καντάφη, που πρώτα του στέλναμε όπλα και τώρα αρκείται να μαζεύει τα στρώματα θαλάσσης και τα μπρατσάκια, που παίρνει ο αέρας απ' τους λουόμενους στη Νότια Κρήτη...

ΕΚΔΟΧΗ ΒΟΥ:
Το 1986 Ο Φίλιππος Βλάχος εκδίδει τα «Χωριάτικα Βρωμόλογα» στο δικό του «τυπογραφείο κείμενα». Γράφει στο εισαγωγικό σημείωμα : «Το μικρό αυτό Γλωσσάρι είναι εφτανησιώτικο και έχει δύο πηγές : το «Λεξικόν ιστορικόν και λαογραφικόν της Ζακύνθου του Λεωνίδα Χ. Ζώη, και τα ορεινά χωριά της Βόρειας Κέρκυρας, όπου έζησα μέχρι το 1958. Σχεδόν όλες οι λέξεις που καταγράφτηκαν δεν ακούγονται πλέον, ενώ έχουν σβήσει τελείως μαζί με τα νανουρίσματα, και τα «άσεμνα» ταχταρίσματα. Οι μαμάδες δεν λένε στα παιδιά τους κώλος, μουνί, σκατά, αλλά ποπός, πουλί, κακά, και τις πιάνει υστερία όταν τολμήσει καμιά γιαγιά να ταχταρίσει το μικρό τραγουδώντας :

Όποιος έκλασε να πιει να την πορδοκαταπιεί να τη βάλει στο βαρέλι να την πιει το καλοκαίρι κι άλλη μία στη μπουρέλα να την πιει την άλλη μέρα.»

Στη συνέχεια, καταγράφει:

αρχίδι• παπάβγουλο, λιμπό (Σ.Σ. βλ. Καββαδίας: ρουφόλιμπα = ρουφοκαυλέτα στα κεφαλλονίτικα), αμελέτητο, καλό, λιόκι (Σ.Σ. βλ. μακεδονίτικα Ημαθίας: Δυο λιόκια στο τζαντέ = δυο αρχίδια λιάζονται, σημ. χέστηκε η φοράδα στο γενή-τζαμί / αλώνι) χέστηκε η φοράδα (μας) στ' αλώνι), βόλι, βαρίδι. Γούμενος καθούμενος τ’ αρχίδια του έλυε κ’ έδενε (Σ.Σ. Θυμίζει το: Δουλειά δεν είχε ο διάολος, τ’ αρχίδια του έσπαε κι έραβε / γαμούσε τα παιδιά του) (Σ.Σ. Χάριν καταγραφής, να προσθέσουμε και το ρουμελιώτικο «αγγειά» (π.χ. θα πάρεις τ’ αγγειά μου).

βυζιά• Εκείνα τα συκόφυλλα πολλή βαστάν δροσία και τα παχιά σου τα βυζιά πληγώνουν την καρδία.

γαμήσι• Ξύλο και γαμήσι δεν αλησμονιούνται. Ο χορός και το γαμήσι είν’ τση γυναικός η φύση Στο φαΐ και στο γαμήσι ο Θεός δεν κάνει κρίση.

γαμώ• όποιος θέλει να γαμήσει, πρέπει να χασομερήσει, νάχει άσπρα να χαλάσει και να μην τα λογαριάσει. Καθώς έτριψες θα γαμήσεις.

διάολος• καλόγερος θα να γενώ να σώσω την ψυχή μου μα δε μ’ αφήνει ο διάολος πού’ χω μες το βρακί μου
(Σ.Σ. Τούτο το Ζακυνθινό μαντιναδάκι, το λένε ακόμα στις αρέκιες της πόλης).
(Πηγή): http://kuk.blogspot.com/2005_01_01_archive.html

Δηλαδή, κατά τον Ζακυνθινό Φ. Βλάχο, παπάβγουλο σημαίνει νέτα-σκέτα «αρχίδι» (χωρίς ωστόσο να μας εξηγεί πού κολλάει ο παπάς / πάπας), όπερ δεν αποκλείεται, αφού ακόμα παρομοιάζουμε τα τρομπολίνια με αβγά -π.χ. λέμε όταν χτυπήσουμε στην «οικογένειά» μας, ότι «μου γίνανε ομελέτα», στην δε ισπανική και γερμανική αργκό οι όρχεις λέγονται αντίστοιχα και huevos / Eier = αβγά, ενώ μια και ο λόγος περί φαγωσίμου, οι Εγγλέζοι τα λένε spuds = πατάτες κι οι Ιταλοί το μουνί το λένε figa = σύκο…

Καλή όρεξη!

- Εμένα πάντως μάνα, δε μου το βγάζεις από το μυαλό, ότι η φωτιές του καλοκαιριού, είναι δουλειά της αντιπολίτευσης για να πέσει η κυβέρνηση!
- Άκου μυαλό που κουβαλάει είκοσι χρονώ παιδί... Παιδί μου, χάζεψες; Πού τ’ άκουσες αυτά τα πράματα;
- Στην τηλεόραση τα λένε...
- Άντ’ απο κεί βρέ παπάβγουλο, που ακούς τσι μούρλιες του ενού και τ’ αλλουνού!

Ο Σιορ-Διονύσιος (από HODJAS, 30/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μασκαράς, ο καραγκιόζης, ο γελοίος. Κυριολεκτικά σημαίνει αυτός που φοράει κουδούνια. Και πολύ παλιά, οι όχι τόσο οργανωμένες κοινωνίες κρέμαγαν κουδούνια στους τρελούς για να τους ξεχωρίζουν.

Επίσης οι μασκαράδες τον καιρό των απόκρεων, αποκαλούνται και κουδουνάτοι.

- Ο Δήμαρχος μας λέει ότι θα βάλει υποψηφιότητα και για άλλη τετραετία.
- Μας έχει για μαλάκες φαίνεται. Νομίζει ότι τέσσερα χρόνια δεν ήταν αρκετά για να καταλάβουμε τι σόι κουδουνάτος είναι κι αυτός, ο μπαγλαμάς.

Δες και -άτος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified