Το φιλί με γλώσσα. Συνώνυμα: γλωσσόφιλο. Βλέπε και τριπλογλώσσι.

  1. Μην έχεις στο μυαλό σου γαλλικά φιλιά με γλώσσες-μέδουσες. Το 61% των γυναικών προτιμούν ένα φιλί μικρό και γλυκό. «Φίλησέ την απαλά γύρω από το στόμα, το πρόσωπο, το λαιμό και τα αφτιά της» προτείνει η Jennifer Worick, συγγραφέας του «Worst Case Scenario Survival Handbook: Dating and Sex». (απο το διαδίκτυο)

  2. Αν εξαιρεθούν τα «γαλλικά φιλιά» μεταξύ ερωτικών συντρόφων, στη Γαλλία ο χαιρετισμός και ο αποχαιρετισμός συνοδεύονται από τον ελάχιστο αριθμό φιλιών -ένα- ή από τον μέγιστο -δηλαδή τέσσερα. Τώρα, πότε δίνεται το ένα και πότε τα τέσσερα αποτελεί ένα αίνιγμα που μέχρι σήμερα δεν κατέστη δυνατό να βρει τη λύση του. (απο το διαδίκτυο)

Περι της του ενλόγω προέλευσης... (Του Κωστή Τζωρτζακάκη) (από vikar, 27/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως γνωστόν τοις πάσι, υπάρχουν γυναίκαι αι οποίαι ύστερα από πεολειχίαν θέλουν να ασπαστούν στο στόμα το σύντροφό τους μετά πάθους. Τοιαύτη κατηγορία γυναικών λέγεται «Φιλοπίππου», κατά το (λόφο) Φιλοπάππου.

Φαίδων: «Ώστε συνευρεθήκατε σεξουαλικώς μετά του γκομενακίου το οποίο σου συνέστησα; Εύγε! Πώς ήτο;»
Αρμόλαος: «Φρικτά λέγω! Ήλαβον μου πίπα, ετελείωσα, πτύει και ύστερον ήθελε να με ασπαστεί στο στόμα! Αίσχος λέγω!»
Φαίδων: «... όντως αίσχος!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση - ήχος που προέρχεται από τα μικιμάου.

  1. Λιγουρεύομαι κάτι, τόσο πολύ, που μου τρέχουν τα σάλια και τα μαζεύω με αναρρόφηση: σλουρπ! Παραδείγματα 1, 2, 3.

  2. Καταπίνω με λαχτάρα κάτι υγρό, κυρίως πηχτό, με αναρρόφηση επίσης: σλουρπ! Παραδείγματα 4, 5, 6.

Παίζει ιδιαιτέρως για λιγούρια.

Αντίστοιχες εκφράσεις - ήχοι: λυγμ, κλαψ, σνιφ, γκλουπ, σμπαρακουάκ, μούμπλε μούμπλε κ.λπ.


Ασίστ: vip από εδώ.

Παράδειγμα 1
- Μάνα μου, τι τούρτα είναι αυτή! (σλουρπ - τα σάλια).

Παράδειγμα 2
- Κάτια κοίτα τα κόκκινα λουμπούτιν στην βιτρίνα! (σλουρπ - τα σάλια).
- Χέσε με ρε, αυτά κάνουν ένα μισθό, βολέψου με μιγκάτο.

Παράδειγμα 3
- Παναΐτσα μου, κόψε ένα μωρό ρε! (σλουρπ - τα σάλια).
- Κόψε κάτι και συ μωρέ, σιγά το μωρό.

Παράδειγμα 4
Ένα μωρό πίνει λαίμαργα το γάλα από το μπιμπερό του (σλουρπ - το γάλα).

Παράδειγμα 5
Ένα κοριτσάκι ρουφάει λαίμαργα το μιλκσέικ φράουλα (σλουρπ - το μιλκσέικ).

Παράδειγμα 6
Μια ρουφοκαβλέτα ρουφάει λαίμαργα τα πάντα όλα μετά την πίπα (σλουρπ - το σπέρμα).

-Τι χαμογελάς ρε συ, λιώνει και θα λερωθούμε, γλύφε!!! (σλουρπ) (από Galadriel, 18/03/09)Nothing Sucks like a Hoover! (από Vrastaman, 19/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εισαγωγή εις την ιερά τέχνη του φιλιού (κοντολογίς: Kisses 101)

Ως γνωστόν, γενεαί και γενεαί εραστών έχουν κατηγοριοποιήσει τα φιλιά εις διαφορετικάς κατηγορίας ανάλογα με την τεχνική των. Πχ. οι ένδοξοι ερασταί παλαιοτέρων εποχών αναφέροντο εις το φιλί της κουμπάρας, το γαλλικό φιλί, ήτοι ασπασμός μετά χρήσης γλωσσής. Κατ' άλλους βέβαια, γαλλικό φιλί εστί η πεολειξία, αλλά αυτό δεν αφορά την εδώ πραγματεία. Ο ιχθυοασπασμός λοιπόν ή κατά του μαλλιαρούς δημοτικιστάς ψαρόφιλο είναι κατηγορία ασπασμού.

Έννοια ψαροφίλου

Εν τη διάρκεια του ψαροφίλου τα χείλη των ασπαζόντων ενόνοντω και αποκολλόντω κατά τακτά χρονικά διαστήματα, ούτως προκαλείται κενό δια προσρόφηση αέρος μετά του χαρακτηριστικού ήχου ωσάν να επρόκειτο δια προσρόφηση σαλιγκαρίου τινός από το κέλυφός του (ηχομίμησις: ιουφιουιουφφφιου!). Έτεραι φοραί, παρατηρείται και εξαγωγή αέρος παρά του κενού των ζεύγων των χειλίων και δια τούτου παράγεται οξύς συριστικός και βραχύς ήχος, ήτοι: σσσφιουου! Άλλοτε δε, ο ήχος θυμίζει προσρόφηση τούρκικού καφέ, ήτοι: σσφιουουου! Εν πάσει περιπτώσει, προ αυτών των ήχων υπάρχει ο εξίσου αποκρουστικός βραχύς ήχος αποκολλώσεως υγρών χειλίων, δλδ: σλομπ!

Δια λόγους συντομίας αλλά και αηδίας δεν θα αναφερθούν όλοι οι ήχοι αν και το θέμα χρήζει ιδιαιτέρας μελέτης και χρήσις εμετοσακκούλας (πόσους αηδιαστικούς ήχους δύνασαι να αντέξεις φίλε αναγνώστα;).

Η χρήση ψαροφίλου αποτελεί ασπασμόν της χειρίστου διαλογής διότι εκνευρίζει αμφότερους τους ασπασθέντες και τους γύρω αυτών (οι αηδιαστικοί ήχοι που λέγαμε). Οι τρίγυρω άνθρωποι ψάχνουν ποίο παράθυρο έχει χαραμάδαι και ποίος πίνει καφέ μετά θορύβου.

Επίμετρο-επίλογος-ηθικό δίδαγμα

ΑΠΟΦΥΓΕΤΕ ΤΟ ΨΑΡΟΦΙΛΟ ΠΡΟ ΟΙΑΣΔΗΠΟΤΕ ΘΥΣΙΑΣ !

(Ευτέρπη:) - Εις την σαλιγκαροπροσρόφιση αγαπητή μου, ίσως το κατέχει! Μα όταν ασπαζόμεθα νομίζω ότι φυσάει βορινός άνεμος και σφυρίζει από τα παράθυρα! Οποία κατάστασις! ΠΛΕΟΝ !

(Φαίδων:)
- Η ατάκα ΠΛΕΟΝ είναι δική μουου!

(Ευτέρπη:)
- Ρούφα τα σαλιγκάρια σου μετά συριγμού και δικής μας βδελυγμίας εσύ!

(από Vrastaman, 23/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φιλί (στο στόμα, εννοείται) «με γλώσσα», που λέγαμε κάποτε. Και καλούα προχωρημένο φιλί και όχι ό,τι κι ό,τι. Γιατί όταν φιλάς αδιάφορα ή διστακτικά, δεν τα δίνεις όλα, ακουμπάς τα χείλη του άλλου και δατς ιτ.

Συνταγές επιτυχίας θα βρείτε σε κάποια από τα παραδείγματα.

  1. French kiss.Αυτό το φιλί δημιουργήθηκε από τους Γάλλους και είναι το γνωστό σε εμάς γλωσσόφιλο! Μετα το παιχνίδι με τα χείλια, ο ένας παρτενέρ βάζει τη γλώσσα στο στόμα του άλλου και την κουνάει κυκλικά. Φαντασιώσου και πειραματίσου με τη γλώσσα σου, κάνοντας διάφορα παιχνιδάκια, κουνώντας την άλλοτε κυκλικά άλλοτε πιο αργά άλλοτε πολύ πολύ γρήγορα δεξιά αριστερά! Δες το σαν παιχνίδι και διασκέδασέ το! Και πάρε το πάνω χέρι, κατευθείνοντας εσύ τον σύντροφό σου. Και να θυμάσε, όσο περισσότερο τόσο το καλύτερο! Μην βιαστείς να τελειώσεις. Το φιλί αυτό κρατάει λεπτά ολόκληρα! Έχε το στόμα σου όσο πιο ανοιχτό μπορείς για να διευκολύνεις τον παρτενέρ σου! Υπάρχουν σχετικά βίντεο, για να τα δείτε πατήστε ΕΔΩ!

  2. egw eimai 12 kai filhsa enan pou agapaw polu pisteveis omws pws einai kako pou filhsa s afthn thn hlikia me glwssofilo;

  3. Ναι....η έκφραση «γλωσσόφιλα» πείραξε την «παρθένα» την Σκορδ... που έχει φάει πούτσους σε όλες τις τρύπες της και έβγαζε τα μπούτια της έξω

  4. δεν εχει ουσια το να προχωρησετε σε γλωσσοφιλο αν δε σας «βγαινει» αυθορμητα. Ισως οπως λεει κι ο φιλτατος Μονοφθαλμος δεν εχετε χημεια. Καλυτερα το πρωτο σου γλωσσοφιλο να το κανεις με καποιον που θα σου βγει εντελως αυθορμητα κι ουκ προσχεδιασμενα.

ούλα από το νέτι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλαιομαμαδίστικη έκφραση (σε περιορισμένη πιά χρήση) για την πίπίλα. Υποθέτω ηχομιμητικό από το μπου-μπου του ταπωμένου στόματος του μωρού. Συνώνυμο (επίσης παλαιομαμαδίστικο) η σώπα -που το κάνει να σωπάσει.

  1. Πέντε χρονώ γα(ϊ)δούρι κι ακόμα με τη μπουμπού στο στόμα...

  2. Πάρε τη μπουμπού να μη γ(κ)ρινιάζεις (Προχωρά κατεβάζοντας αργά το φερμουάρ του παντελονιού).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψωλογλειφίδα η οποία κατά την διάρκεια του μινέτου μετουσιώνεται από κοινή μούνα, κυριολεκτικά, σε στόμα και μουνί ένα πράμα.

Άλλη μια λατρευτική σλανγκιά του σλανγιωτάτου Ανδρέα του Εμπειρίκου

...Τι γλύκα!... Τι γλύκα!... Φλώσσυ μου είναι Πα... ΠΑράδεισος αυτό που κάνεις!... είσαι, λοιπόν, και πούτα... πουτίτσα... Άγγελος μαζύ και πούτα!... Αγγελοπούτα!... Στοματομούνα!..... Ψωλογλείφα!.... Ώωωωωχ!.... Ώωωωωχ!.... Μουμούνα μου!.... Άααααχ!... Ωωωωωχ!...
(Ἀνδρέας Ἐμπειρῖκος «Ὁ Μέγας Ἀνατολικός», Τόμος Β', σελ. 25)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του τσιμπουκόστομα, κυρίως χρησιμοποιείται ως βρισιά, προκειμένου να υποχρεώσουμε τον υβριζόμενο αντίπαλο στη σιωπή, αφού θεωρείται ότι το στόμα του έχει ως μοναδική χρηστική αξία το να παίρνει πίπες, οπότε δεν θα πρέπει να το χρησιμοποιεί επιπλέον και για να μιλάει/ εκφέρει τη γνώμη του/ πιάνει σε αυτό πράγματα και πρόσωπα που τον υπερβαίνουν και τα λερώνει αναφέροντάς τα λεκτικώς κ.ο.κ. Μικρή διαφορά από το απλό τσιμπουκόστομα είναι ότι το πουτανόστομα παίρνει πίπες επί πληρωμή, οπότε είναι ακόμη μεγαλύτερη ξευτίλα.

  1. Καλα να παθεις κωλομπουτσουρα να γαμας ολα οσα σου συμβαινουν κωλοαπογονε του χιτλερ που τροει χουμους και ψοφαει απο βαλλιστικη επιθεση κωλοκαριολη παλιολεσβια πούστη σαμαρα ο κασιδιαρης σας γαμαει μεσα στο σπτι σου γαμο το κωλοκερατο της πουτάνας και του πουστη που σε γαμησε ανθρωπο και μαλακισμενο κατασκευασμα φατη στον κωλο σου μπασταρδοποιημενο ανανδρο τσογλανι πολιτικος φτωχος ξυλο απελεκητο καριολη κωλοπαιδι κωλογιδοβοσκε κερατα γαμωπουστα που πιανεις στο πουτανοστομα σου τις ανακριτριες τσογλαναραιε της κορινθιας αλβανομεταναστη βλακα τωρα στη φυλακη ευχομαι να μπεις μαλακισμενο σκατοτσογλανακι κωλοπαιδο (Το βρισίδι συνεχίζεται αρκετά ακόμη εδώ).
  2. re shiloputane an me ksana piasis mes t putanostoma sou pou mono pipes kseri na kami kales ena s spasw tha s aniksw ti kele s orkizume s to tha se skotosw (Από Ασκ, μάλλον για κυπριακό ιδίωμα πρόκειται).
  3. Που να τα βγάλεις πέρα με το πουτανόστομα τους! Και πάλι οι γυναίκες από πάνω! (Σχέσεις).

Σπανιότερα μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε σαδομαζοχιστικές φαντασιώσεις με θετικό πρόσημο, ή, μάλλον, με αρνητικό πρόσημο με την κα(υ)λή έννοια, για να περιγράψει κάπως πιο κυριολεκτικά κάποιον που όντως έχει διαπρέψει στην πεολειχία.

  1. Η Καίτη με έπιασε από το αυτί και με έφερε μπροστά στα δύο πέη αναγκάζοντάς με να πλησιάσω σε απόσταση αναπνοής το ένα. - Έλα καριόλα! Άνοιξε το πουτανόστομα σου να πιπώσεις το γαμιά μου! Είπε επιτακτικά η Καίτη. (Από κίνκι μπλογοτέχνημα).
  2. -Και τώρα οι δυο μας βρωμότσουλο! Άνοιξε το χυμένο σου πουτανόστομα και άρχισε να μιλάς. Κλαίγοντας με λυγμούς , άρχισα να διηγούμαι την ιστορία μου. Όλα ξεκίνησαν όταν γνώρισα την Κυρία Βάνα η οποία μετακόμισε στο διπλανό διαμέρισμα όπου κατοικούσα ως φοιτητής. Φυσικά η Κυρία Βάνα ήταν μια Γυναίκα που δεν μπορούσε να αφήσει κανέναν ασυγκίνητο. (Από μπλογοτέχνημα που χρησιμοποιεί την αφηγηματική τεχνική in media res).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα καλιαρντά είναι το λαρύγγι. Ο Ηλίας Πετρόπουλος το ετυμολογεί από το τσαρούχι (<τουρκικό çarık) στη λογική ότι λέμε και η γλώσσα μου έγινε τσαρούχι.

Αβέλα κανικό σήμερα το απόγευμα γιατί αβέλα κράκρα για πούλη με πρόγευμα μουτζό και βαθιά τσαρουκού για να τζασάρω τα φλόκια μου. (Από καλιαρντή κριτική στο Μπου, λίγο ντεκαλιαρντέ αφού αναφέρεται σε ηρακλωτές ντάνες).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified