Further tags

Μοντάζ, copy/cut and paste.

(Σε τμήμα γραφιστών)
Προϊστάμενος: Η δουλειά αυτή έχει πολλή κοπτοραπτική.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ορολογία που προέρχεται κατευθείαν από τους υπολογιστές. Στην ορίτζιναλ εκδοχή έχει να κάνει με την συσσώρευση δεδομένων από τον υπολογιστή, με σκοπό όταν ξεκινήσει η κυρίως διαδικασία (προβολή μέσου ή κάψιμο δωδ. πχ) να είναι εξασφαλισμένη η συνεχής και απρόσκοπτη ροή δεδομένων.

Στην καθημερινή γλώσσα έχει περάσει ως η απαραίτητη διαδικασία απραξίας που προηγείται μιας οποιασδήποτε κυρίως διαδικασίας. Από τη διαφορά φάσης ανάμεσα στην ανάθεση καθήκοντος και την εκτέλεσή του, μέχρι τον απελπιστικό χρόνο που χρειάζονται κάποια άτομα όταν ξυπνάνε το πρωΐ.

- Πάρε το μαλάκα τηλέφωνο νωρίς, γιατί αυτός θέλει τρεις ώρες να μπαφεριάσει πριν κουνήσει τον κώλο του. Δεν πρόκειται να φύγουμε ποτέ αν τον περιμένουμε να νιώσει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φυλακή. Ειδικότερα, το βαθύ και ανήλιαγο κελί. Είναι παραφθορά της τούρκικης λέξης zindan που ακριβώς σημαίνει μπουντρούμι.

Χρησιμοποιείται και κυριολεκτικά (βλ. παράδειγμα 1) αλλά είναι μάλλον σπάνιο. Πιο συνηθισμένη είναι η έκφραση για το γκιζντάνι (βλ. παράδειγμα 2) που σημαίνει ότι κάτι είναι Γ.Τ.Π. (γου-του-πού), φορ δε πουτς ον δε ράιντ και τελείως για φτύσιμο.

Μια ειδική χρήση της λέξης (βλ. παράδειγμα 3) συναντάμε στο τραπέζι της πόκας. Στο γκιζντάνι λέμε ότι βρίσκεται/πάει κάποιος που χάνει πολλά και συνεχώς αγοράζει κάβες ή βγάζει λεφτά απ' την τσέπη.

  1. (Από το www.mpakouros.com)
    Άιντε να σε δούμε παλικάρι, που είσαι εσύ. Αν δεν ήταν ο Κολοκοτρώνης σήμερα θα μιλούσες σερβοκροάτικα, και θα σε λέγαν Αμπντούλ. Θα ήσουν δε σε κάνα τουρκικό γκιζντάνι...

  2. - Άσε με ρε, με τον πάλτουρα... Αυτός ο παίκτης δεν κάνει ούτε για την Αναγέννηση Επανομής... Για το γκιζντάνι είναι...

  3. - Τι έγινε, Γιαννάκη; Καλό κόλπο πήρες... Ρέφαρες; - Είσαι καλά, κόρη μου; Στο γκιζντάνι είμαι, κανονικά... Χίλια γιούρια χωμένος είμαι...

Ένα πολύ γλυκό τούρκικο τραγουδάκι για το Μπόντουμ. Αφιερωμένο εξαιρετικά στους απανταχού ανεξίτουρκους... (από HODJAS, 21/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χιουμοριστικός αυτοσαρκασμός κάποιου.
Θέλει να πει ο ποιητής, πως ενώ δεν έχει στον ήλιο μοίρα, συνεχώς αναζητά την καλομοίρα. Η αντίθεση μπαίνει για να δώσει έμφαση. Αν η ατάκα αυτή δεν λέγεται για να λέγεται, αλλά είναι προϊόν αυτοκριτικής και απόφασης για αλλαγή του πεπρωμένου, μπορεί να οδηγήσει κάτω από συγκεκριμένες συγκυρίες στην εξέλιξη του ατόμου.
Ή, να το πούμε πιο χαλαρά: «Θα γυρίσει ο τροχός, θα γαμήσει κι ο φτωχός».

- Είσαι ευχαριστημένος από τη ζωή σου ρε Κωστάκη; Εγώ πάντως χάλια είμαι.
- Τι να σου πω αδελφέ; Ένα ξέρω. Μπορεί να έχω γεννηθεί από φτωχά αρχίδια πλην όμως έχω πλούσιες ανάγκες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα του Χ. Κλυνν που εκφράζει την πεποίθηση πως δεν μπορεί να βελτιωθεί η μοίρα των φτωχών ακόμα κι αν το γύρισμα του τροχού φέρει στο προσκήνιο κάτι που αυτοί έχουν σε υπερεπάρκεια τώρα. Θέλει μάλλον να πει ο ποιητής πως, ακόμα κι αν συμβεί αυτό, το σύστημα θα βρει τον τρόπο να συνεχίσουν αυτοί να είναι στην απέξω και να συνεχίζουν να υπάρχουν οι ταξικές διαφορές.

Συζήτηση μεταξύ μικρομεσαίων:
- Το μαγαζάκι μου καλά πάει. Έχουν πει πως θα μας δώσουν επιδοτήσεις. Έτσι σιγά σιγά θα γίνω καρχαρίας.
- Αχ...αχ. Ρε φίλε ακόμα κι αν σου δώσουν επιδοτήσεις, νομίζεις πως θα σε αφήσουν οι λοιποί μεγαλοκαρχαρίες που είναι ήδη στα κόλπα, να τους πάρεις πελατεία; Θα σε εξαφανίσουν σε dt καημένε.
Ξύπνα Βασίλη... Όταν τα σκατά πάρουν αξία, οι φτωχοί δε θα 'χουν κώλο. Πότε θα ξυπνήσεις επιτέλους;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται όταν κάποιος γίνεται παρ΄ελπίδα αποδέκτης εύνοιας ή υλικής απολαβής και κατόπιν θεωρεί αυτή δεδομένη.

Ο όρος πετσά αναφέρεται γενικά στο κρέας, στο ψαχνό, σε μια εποχή που σκύλοι (αλλά και άνθρωποι) την έβγαζαν vegan. Όταν λοιπόν ο εν λόγω σκύλος εξασφάλιζε κανένα κοψίδι, μετά φυσικά σνομπάριζε τις λαγάνες (μέχρις ότου η ανάγκη τον επαναφέρει στην σκληρή πραγματικότητα).

- Κοίτα ρε συ, η Κατερίνα μια ζωή έπαιρνε το λεωφορείο να πάει στο χωριό, μια φορά την πήρα με το αμάξι και τώρα κάθε πρωί μου φορτώνεται!
- Εμ, σα μάθει ο σκύλος στα πετσά, όλο πετσά γυρεύει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έντονη αντίδραση της συζύγου/φιλενάδας σε μικρά ή μεγάλα «παραστρατήματα» του συζύγου/φίλου της. Εξέλιξη της παλαιότερης φράσης: «έπεσε παντόφλα».
Από τη γνωστή (αλλά όχι ιδιαίτερα σικ) μάρκα παντοφλών De Fonseca, η φράση χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις όπου το αρσενικό του σπιτιού διαπράττει λόγω ή έργω αδίκημα έναντι της συζύγου/σχέσης του. Η απόκλιση από την επιτρεπόμενη (εκ της συζύγου φυσικά!) συμπεριφοράς μπορεί να είναι:
μικρή: - Πάλι δεν πέταξες τα σκουπίδια;
μεσαία: - Γιατί κοιτάς τη δεκαεννιάχρονη απέναντι;
μεγάλη: - Με ποιαν «έβλεπες το ματς» στο Baalux χτες;
τεράστια:- Με την καλύτερη μου φίλη ρε καθίκι; (ως γνωστόν το «φταίει ο ΟΤΕ» δεν πιάνει!)

Όπως αντιλαμβάνεται κανείς, η παραπάνω κλιμάκωση είναι σχετική και η σημαντικότητα εξαρτάται απολύτως από την κάθε γυναίκα (βλ. θεωρία του χάους και ατέρμονες προσπάθειες κατανόησης της λειτουργίας του γυναικείου μυαλού με λογικές μεθόδους).

Το «έπεσε ΝτεΦονσέκα» χρησιμοποιείται συνήθως από φίλους του θύματος (καμία γυναίκα δεν χρησιμοποιεί εύκολα μια φράση που υποδεικνύει old school κατινιά τύπου παντόφλας, εκτός αν γίνεται χιουμοριστικά ή με τις φίλες της) και συνοδεύεται με το κατάλληλο ύφος και χροιά φωνής:
α. Επιθετικά σε έντονο ύφος για να συνέλθει το θύμα και να δείξει τσαγανό
β. Με περίλυπο ύφος για να υποδηλώσει κατανόηση και αλληλεγγύη
γ. Γελώντας για να δώσει ελαφρύ τόνο στην κατάσταση.

Σε κάθε περίπτωση, η φράση χρησιμοποιείται ως γενικός όρος για την «τιμωρία» στην οποία υπόκειται το θύμα ανεξαρτήτως εάν η τιμωρία αυτή εκφράζεται με λόγο, χειροδικία ή άλλη έκφραση θυμού εκ μέρους της «αδικημένης» (π.χ. ρούχα στο δρόμο, γρατζούνισμα αυτοκινήτου, CD στην πυρά, κλπ.)

Γενικό: - Άσε Μήτσο, θυμάσαι που βγήκαμε το Σάββατο οι αντροπαρέα και γυρίσαμε στις 5; Έπεσε μια ΝτεΦονσέκα την Κυριακή, άλλο πράμα…

Επιθετικό: - Ξύπνα ρε μαλάκα Τάκη που σου ’χει ρίξει τη ΝτεΦονσέκα της αρκούδας η γκόμενα! Σχόλασέ την!

Συμπάσχoν: - Σε καταλαβαίνω Γιώργο. Χτες δεν έβαλα πλυντήριο και μού ’ριχνε ΝτεΦονσέκα η Μαρία όλο το βράδυ…

Χιουμοριστικό: - Μάγκες θα μαζευτούμε σήμερα να δούμε μπάλα ή θα πέσει ΝτεΦονσέκα;

Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

α. Οι νεότερες (και της μοδός) σαγιονάρες που σχεδόν στο σύνολό τους κατασκευάζονται από αφρώδες υλικό (με κάποιες παραλλαγές σε δέρμα). Σε αντίθεση με τις κλασσικές, λεπτές κίτρινες σαγιονάρες που κυκλοφορούσαν τις δεκαετίες του 70 και του 80, οι νέες διατίθενται σε άπειρους συνδυασμούς χρωμάτων και σχεδίων.
Αναβιωτές του είδους, οι εταιρίες beachwear και streetwear, πρωτοστατούσης της Βραζιλιάνικης Reef. Με το μπουμ της αγοράς, όλες οι εταιρίες αθλητικών ειδών μπήκαν στο παιχνίδι, παρασύροντας και τους μεγάλους οίκους μόδας οι οποίοι ως συνήθως έφτασαν το είδος σε επίπεδα υπερβολής.

β. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, flip-flop χαρακτηρίζονται οι περιπτώσεις όπου δημόσια πρόσωπα (ως επί το πλείστον πολιτικοί), είναι αρχικά υπέρ ενός θέματος και ξαφνικά είναι κατά (ή το αντίστροφο). Η φράση χρησιμοποιείται κυρίως σε περιπτώσεις εκλεγμένων προσώπων (Γερουσιαστές και μέλη του Κογκρέσου), όπου η αλλαγή της γνώμης τους συνδυάζεται με την αντίστοιχη αλλαγή της ψήφου τους για κάποιο νομοσχέδιο.
Τα flip-flop παίζουν μεγάλο ρόλο στις εκλογές (ως όπλο στα χέρια αντιπάλων), ειδικά όταν έχουν προκύψει για σημαντικά νομοθετήματα (π.χ. αμβλώσεις, συντάξεις, υγεία, άμυνα, μεταναστευτική πολιτική). Παράδειγμα: ο Δημοκρατικός υποψήφιος για τις προεδρικές εκλογές του 2004 John Kerry, κατηγορήθηκε ως flip-flopper λόγω των θέσεων και ψήφων του στη Γερουσία, στο θέμα του πολέμου στο Ιράκ.

Στην Αγγλία, χρησιμοποιείται η φράση: U-Turn.

  1. Φίλε είδες τα φετινά flip-flop της Volcom; Απίθανα σχέδια.

2. - Καλά, ο Τατούλης πριν λίγο καιρό δεν έλεγε ότι δεν θα υπερψηφίσει το χωροταξικό νομοσχέδιο; Πώς και το ψήφισε τελικά; - Άσε με μωρέ, αν ήταν στην Αμερική θα τον λέγανε flip-flopper!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ήχος που κάνουν οι παντός είδους πλαστικές παντόφλες, όταν ο χρήστης τους σέρνει τις φτέρνες του. Όπως είναι λογικό, το είδος ευδοκιμεί το καλοκαίρι και είναι ανεξάρτητο ηλικίας και φύλου, αν και οι άρρενες έχουν πλεονέκτημα λόγω μεγέθους πέλματος, αριθμού αντιπροσώπων και συνδυασμού ψευτομαγκιάς/βαρεμάρας (κάτι σαν το κρεμασμένο χέρι στο αυτοκίνητο ένα πράγμα).

Μυστήριο παραμένει η διαφορά του ήχου ανάμεσα στο δεξί και αριστερό πόδι, στην οποία οφείλεται και η διαφορά στα φωνήεντα της φράσης. Για τους άντρες, οι πληροφορίες που θέλουν τη διαφορά να οφείλεται στην τοποθέτηση των καλαμπαλικιων στην ανάλογη πλευρά άρα και μετατόπιση βάρους, αποτελούν αντικείμενο επιστημονικής μελέτης.

Η ένταση, χροιά και διάρκεια του ήχου εξαρτάται τόσο από τον χρήστη όσο και από την παντόφλα. Για παράδειγμα, οι νεότερες και πιο μοδάτες σαγιονάρες (βλ. Flip-Flop), που είναι κατασκευασμένες από αφρώδη υλικά κάνουν σαφώς λιγότερο εφέ από τις κλασσικές, ημιάκαμπτες Μιτσούκο και ΝτεΦονσέκα. Εάν δε, η παντόφλα έχει στο πέλμα «κενά» τύπου βεντούζας, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα μαζέψει χαλικάκια τα οποία αυξάνουν το ηχητικό αποτέλεσμα, προς απόγνωση των παρευρισκομένων.
Αντίστοιχα, τα τσόκαρα και σαμπώ λόγω των υλικών κατασκευής τους, δεν μπορούν να παράγουν το φραστ-φρουστ και περιορίζονται σε υπόκωφους, στακάτους ήχους.

Όπως αναφέρθηκε το όλο εφέ εξαρτάται από τον χρήστη και την παντόφλα. Έτσι λοιπόν εκτός από τους ερασιτέχνες, καθημερινούς φραστ-φρουστέους, υπάρχει και ο απόλυτος εκπρόσωπος, λόγω του οποίου άλλωστε, δημιουργήθηκε και η φράση: ο παλιός.
Ο παλιός στρατιώτης λοιπόν και συγκεκριμένα, αυτός που θέλει κάτι μέρες να απολυθεί αλλά είναι ακόμη στο στρατόπεδο, συνδυάζει τα χαρακτηριστικά για το τελειότερο φραστ-φρουστ:
- απόλυτη βαρεμάρα (το πόδι δεν υψώνεται ποτέ πάνω από 20mm από το έδαφος)
- πλήρη αδιαφορία για τη δημόσια εμφάνισή του (απολύομαι ρε!)
- το απόλυτο όπλο, το οποίο παρέχει στον στάνταρ εξοπλισμό των μαχητών του ο Ελληνικός Στρατός: την καφέ-τσιρλί λαστιχένια παντόφλα, οι προδιαγραφές της οποίας, αποτελούν όπως αντιλαμβάνεστε ύψιστο στρατιωτικό μυστικό (κάτι σαν τεχνολογία Stealth).

Ψυχολογικές μελέτες στις τάξεις του ΕΣ μάλιστα, τείνουν στο συμπέρασμα ότι η αδιαφιλονίκητη αρχοντιά, επιβολή και αρχηγία του παλιού επί των νέων, οφείλεται σε μεγάλο μέρος στο απόλυτο φραστ-φρουστ.

Σε κάποιες περιπτώσεις, η φράση χρησιμοποιείται ως σύνθημα-παρασύνθημα μεταξύ δύο ατόμων, όπως το γνωστότερο: - «επ!» - «ωπ!».

- Ήμουνα στη σειρά για το τηλέφωνο χθες και σκάει ο Μάκης ο παλαίουρας με φανέλα, μαγιό και σαγιονάρα, φραστ-φρουστ κατευθείαν στην αρχή της ουράς... Ποιος να του μιλήσει που μετράει 4 και σήμερα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Fucked
Up
Beyond
All
Recognition

Ακρωνύμιο το οποίο εικάζεται ότι εφευρέθη πριν τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο από μηχανικούς/επισκευαστές τηλεφωνικών θαλάμων, οι οποίοι φτάνοντας στον θάλαμο προς επισκευή έπρεπε να αναφέρουν την κατάσταση στα κεντρικά, συχνά μέσω πολύ κακής γραμμής άρα έπρεπε να χρησιμοποιούν σύντομες φράσεις για να ακουστούν. Η φράση σημαίνει ότι μια κατάσταση/αντικείμενο είναι εντελώς χάλια.

Η πρώτη καταγεγραμμένη περίπτωση χρήσης αναφέρεται στο περιοδικό Yank του Αμερικάνικου στρατού τον Ιανουάριο του 1944.

Παρόμοιο ακρωνύμιο είναι το SNAFU: Situation Normal - All Fucked Up με πρώτη καταγραφή το περιοδικό «Notes and Queries» τον Σεπτέμβριο του 1941.

Όπως είναι λογικό (για τη δεκαετία του '40) και οι δύο αναφερθείσες καταγραφές, δεν ανέφεραν τη λέξη fucked αλλά fouled.

- Μεγάλε άκουσα ότι έσκασες με 100 σε κολώνα χθες το βράδυ. Το αυτοκίνητο πώς είναι;
- Άσ' τα αδερφέ, FUBAR...

Το ομώνυμο κόμικ αμερικανικής στρατιωτικής Ιστορίας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου με ζόμπι (από Khan, 27/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified