Further tags

Όταν για διάφορους λόγους βρισκόμαστε με μια παρέα που δε κολλάμε και απλά καθόμαστε χωρίς να μιλάμε. Εννοείται ότι βαριόμαστε μέχρι αηδίας.

- Καλά πέρασε με τη Ρία;
- Τι καλά ρε μαλάκα. Σκοπιά βάρεσα με τη πολυλογία της...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δηλαδή: για να αποκτήσεις κάτι που θέλεις, πρέπει να επιμείνεις.

- Την έπεσα στην Μαίρη και έφαγα άκυρο. Σκέφτομαι να πάω για άλλα, όμως την γουστάρω υπερβολικά πολύ ρε φίλε, έφαγα σκάλωμα...
- Θα ξαναπροσπαθήσεις, αργά η γρήγορα θα πέσει, κατά βάθος σε συμπαθεί και δεν της είσαι τελείως αδιάφορος. Αλλά αν δεν κλάψει το παιδί, δεν του δίνουνε βυζί, να το ξέρεις...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκίζομαι στην εξάσκηση, αναφέρεται κυρίως στις ασκήσεις μαθητών και φοιτητών.

Για να πάρεις καλό βαθμό πρέπει να εξασκιστείς στις ασκήσεις.

Got a better definition? Add it!

Published

Εφαρμόζω μετασχηματισμό Λαπλάς.

Για τη μεταβατική κατάσταση λαπλασίασε και –τσουπ!– σου βγήκε η κρουστική.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περίτεχνο ανάποδο σουτ σε αγώνα ποδοσφαίρου.

Η κίνηση έχει ως εξής: ενώ ο παίχτης βρίσκετε με την πλάτη στο τέρμα και, συνήθως, εντός της μεγάλης περιοχής, δέχεται μια πάσα που υπολογίζει ότι θα κατάληξη σε ύψος λίγο πάνω από το κεφάλι του, τότε με ένα σάλτο φέρνει το σώμα του σε παραλληλία με το έδαφος ενώ το αριστερό του πόδι (αν υποθέσουμε ότι ετοιμάζεται να σουτάρει με το δεξί) βρίσκεται ψηλότερα, για να δημιουργήσει αντίβαρο και να πάρει φόρα ώστε την κατάλληλη στιγμή, με δύναμη, να σουτάρει με το δεξί φέρνοντάς το αρκετά ψηλότερα από το αριστερό (και μετά πέφτει κάτω).

Η κίνηση αυτή των ποδιώνε, φέρνει στο μυαλό εικόνα ψαλιδιού που ανοιγοκλείνει, απ' όπου και η ετυμολογία.

Αγγλιστί: bicycle kick (ποδηλατοσούτ)

Εκπληκτικό τέρμα του Παντελή Καπετάνου με ανάποδο «ψαλιδάκι» έδωσε τη νίκη στην Κλουζ στην αναμέτρηση με την Τάργκου Μούρες (1-0) στέλνοντάς την στην κορυφή του βαθμολογικού πίνακα. (εδώ)

Ακριβώς αυτά. (από PUNKELISD, 04/03/12)Ψαλίδια στην τέχνη. Άντε όλο μπάλα. (από Galadriel, 06/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του ρίχνω γκόμενα.

- Πως πήγε χθες το ποτό; Να μαντέψω ότι έφαγες χυλόπιτα;
- Όχι βέβαια. Το γονάτισα το γκομενάκι! Αύριο θα έρθει κι απ' το σπίτι να δούμε DVD.

(από HardcoreGR, 02/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός για κάθε νέτο το οποίο είναι ήδη ψημένο για πάρτη μας, σε σημείο που να μην χρειάζεται να κάνουμε απολύτως τίποτα για να το ρίξουμε. Χρησιμοποιείται ενίοτε και για ψημένη κατάσταση σε οποιοδήποτε άλλο τομέα.

  1. - Θα τον σφυρίξεις στο Μαράκι;
    - Μην αγχώνεσαι, είναι ήδη στο φούρνο. Με έχει ξεπατώσει στα SMS από χθες που βγήκαμε, έχει λυσσάξει σου λέω.

  2. - Δεν βλέπω να κλείνει η μεταγραφή του Δομάζου.
    - Όχι ρε. Είναι στο φούρνο, στο λέω από πρώτο χέρι. Τα βρήκανε και με τον πρόεδρο στα λεφτά.

(από HardcoreGR, 05/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

...γιατί κάπου χάνεις!

Το λεπόν, τζιμπάτε ανεκδοτολογική αφήγηση:

Όταν κάποιος τρόμπας παπαρολογεί, τού λες «κάνε φσσς!»· μόλις αρχίσει να κάνει φσσς, αμέσως ακουμπάς το δαχτυλό στο κεφάλι του, κι εκείνος σταματάει έκπληκτος. Τότε ανακοινώνεις διθυραμβικά «από εδώ χάνεις».

(municipal school slang, ασίστ από Vrastakids)

(Γ.Α.Π., αγορεύοντας στο Ελ.Κοινοβούλιο)

- Πρέπει να είμαστε αξιόπουστοι έναντι της Ευρωπαϊκής Ενωσης και του χρηματοπιστωτικού συστήματος...
- Κάνε φσσς...

Κάνε μου λιγάκι φσσσ... (από Vrastaman, 05/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση παλιάς κοπής, μάλλον ξεχασμένη σήμερα, που για μια κοπέλα (τουτέστιν νέα και ανύπαντρη) σήμαινε πως είναι, μάλλον όχι και τόσο απροσδόκητα, αν και πιθανότατα ανεπιθύμητα, ολίγον έγκυος, οπότε «ψητό», το έμβρυο και «φούρνος», η μήτρα - κοιλιά.

Λιγότερο ευφημισμός και περισσότερο σεξιστική χοντράδα, προκαλούσε εκτός από γαμοσταυρίδια, έντονο προβληματισμό στον συνυπεύθυνο ή τους πιθανούς συνυπεύθυνους που θα προτιμούσαν να την είχαν κάνει κόμπο απ’ το να γίνουν ξαφνικά μπαμπάδες. Φυσικά, δεν το λες πως εξύψωνε τη φήμη της εν λόγω καρπερής, αν και η κοινωνία (δηλαδή, ουσιαστικά, οι γυναίκες) είχαν, ντεμέκ, απελευθερωθεί σεξουαλικά.

Θα μπορούσε να είναι απόδοση του αγγλικού με την ίδια σημασία «to have a bun in the oven» όπου «bun» = μικρό κέικ, κότσος αλλά και κωλαράκι και «oven» = φούρνος. Τουλάχιστον ένας μεταφραστής το είχε αποδώσει έτσι, στην εδώ σκηνή του δημοφιλέστατου μιούζικαλ Grease το 1978-1979.

Αλλά κι οι γείτονες Ιταλοί λένε «ne ha sfornato un altro»: «ξεφούρνισε άλλο ένα» για τον τοκετό καμιάς κουνέλας.

-Η Πάτυ έχει ψητό στο φούρνο.
-Τι;!;!
-Το σφύριξαν χθες στη μικρή.
-Ναι έ;…………Σταντέ;
-Στις καπότες μου.
-Δε γαμιέσαι λέω ‘γω;
-Μπααα!! Κάλλιο νονός.

(από Mr. Cadmus, 05/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published

Δεν αναφερόμαστε στο αιμοσταγές (αλλά και σέξι) βαμπίρ των Καρπαθίων, ούτε στην εν Ελλάδι μετενσάρκωσή του, αλλά στην ακατανόητη και μάλλον φλώρικη ενδυματολογική συνήθεια κάποιων συμπολιτών μας να σηκώνουν τον γιακά σε μπλουζάκια τ. Lacoste ή Polo, θυμίζοντας τον ομώνυμο σινεματικό ήρωα που είχε ως σήμα κατατεθέν τους σηκωμένους γιακάδες του μελανέρυθρου πανωφοριού του.

Γιατί όμως κάποιος τον σηκώνει τον γιακά; Αν και η συνήθεια πρέπει κατ' αρχήν να στιγματιστεί, όπως είπαμε, ως ακατανόητη, μπορούμε να επιχειρήσουμε ορισμένες προσεγγίσεις, κραξίματος χάριν. Μάλλον επρόκειτο αρχικά για ένα είδος σπρετσατούρας, δηλαδή δείχνω πως είμαι πολύ κουλ, δεν τα σκέφτομαι όλα, οπότε δεν σκέφτηκα να κατεβάσω τον γιακά, έτσι το βρήκα έτσι το φόρεσα, ή ξεχάστηκα να το κάνω, επιτηδευμένη ατημέλεια κιέτσ'. Ή ότι επειδή είμαι υπεραπασχολημένος, δεν έχω τον χρόνο να σκεφθώ τις τετριμμένες ενδεχομενικότητες της ένδυσής μου. Ωσεκτουτού, το σήκωμα του γιακά συνηθίζεται σε βουπουδίτες, που προσπαθούν να προμοτάρουν για τον εαυτό τους στυλ πολυάσχολου αλλά και κουλέζου μπίζνεσμαν- μάνατζερ. Εναλλακτικώς, ο γιακάς υποτίθεται ότι σε προστατεύει από δυνατούς ανέμους, οπότε αποτελεί συνήθεια ιστιοφλώρων και άλλων φλωρεντιών, που προσπαθούν να προσδώσουν λίγη αβαντούρα στην υπερβολικά βολεμένη ζωή τους. Ασφαλώς, είναι αστείο όταν κυκλοφορείς με σηκωμένο γιακά εντός λ.χ. ενός αεροστεγούς κλαμπακίου.

Βεβαίως, θα ήταν πιο ασφαλές να πούμε ότι το σήκωμα του γιακά είναι απλώς ένα στυλ, που δεν έχει ντε και καλά να κάνει με κάποια εξήγηση, και ερμηνείες όπως η σπρετσατούρα ή η περιπετειολάγνα επίκληση στην προστασία από τους ανέμους λειτουργούν μάλλον ως α πουστεριόρι αιτιολογικοί μύθοι. Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι καλύτερο να ψάχνει κανείς την συνάφεια του φαινομένου. Και εδώ νομίζω ότι πρόκειται μάλλον για ναϊντίλα και διαδόθηκε ως ένα κουλέζικο στυλ. Περαιτέρω, μπορούμε να διακρίνουμε ανάμεσα: α) στα νεαρά έφηβα παιδιά που σήκωναν τους γιακάδες χάριν κουλεζισμού, τα λεγόμενα και δρακουλίνια , β) τους μεσόκοπους και άνω, που ήταν είτε μεγαλοαστοί βουπουδίτες, είτε μικροαστούληδες που μιμούνταν ανεπιτυχώς τους πρώτους. Η όλη φάση πήγαινε πακέτο με την κουλτούρα των μπλουζακίων Polo και Lacoste, οπότε οι Δράκουλες ήταν και κροκοδειλάκια, συχνά και δαπόσκυλα. Απαραίτητο συμπλήρωμα ήταν και τα γυαλιά Rayban, έστω περιπτερέημπαν. Σήμερα που η μόδα έχει περάσει προ πολλού, ο κόμης Δράκουλας θεωρείται φριχτά πασέ τύπος, γραφικός και συχνά είναι late αντάρης αποτυχημένος, σαπιοκοιλιάς, καράφλας που παλιμ(κωλο)παιδίζει ασύστολα. Το ίνδαλμα του τοιούτου κόμη Δράκουλα είναι ο Γιώργος Λιάγκας. Πάντως, για τον σηκωμένο γιακά ως διακριτικό κλαμπάρχη δες εδώ.

Το κωμικό εφέ της έκφρασης βέβαια είναι ακριβώς ότι σε αντίθεση με τον ορίτζιναλ κόμη Δράκουλα που ήταν σκληρός και μοβόρος, ο σλανγκικός τοιούτος αποτελεί φλωρεντζέτουλα.

Η έκφραση κυκλοφορεί και ως γιακάς άλα κόμης Δράκουλας, Δράκουλας (σκέτο), Δρακουλίνι (=ο νεαρός Δράκουλας). Συνώνυμο: Καντονά.

  1. - Που πας ρε Δράκουλα με το γιακά σηκωμένο;!;!;!
    - ooooooooooooox, nta3 simera eida kai drakoulini, 8-10 xronon me to giaka sikomeno..ti exoun na doun ta matia mas sto mellon!
    - back apo 20imeres diakopes, oi drakouliarides dustixos kukloforoun akoma!
    - Άντε να δούμε πόσοι Δράκουλες θα κυκλοφορούν αυτό ΣΚ στο ποσείδι, ο θεός να μας φυλάει!
    (Εδώ).

  2. Γιατί για να είμαι ΔΑΠίτης πρέπει να φοράω πόλο μπλουζάκι με σηκωμένο γιακά αλα κόμης δράκουλας και να φοράω Ray Ban Aviator ή τα άλλα τα Carrera και δεν ξέρω ‘γω τι άλλο (Εδώ).

  3. Σε όσους σηκώνουν το γιακά του Λακόστ: Ο µόνος που το 'κανε πριν γίνει µόδα ήταν ο Κόµης Δράκουλας και όλοι ξέρουµε πως κατέληξε αυτή η ιστορία. (Εδώ).

  4. - Με εκνευρίζει αφάνταστα να βλέπω άντρες με σηκωμένους γιακάδες και με ύφος καυλ@μένου κόκορα. Ειδικά κάτι 50ρηδες με μπάκα και καράφλα, αλλά γιακά σε ανάταση, σαν τον Κόμη Δράκουλα...
    Άσε που ως μόδα πάλιωσε πια. Δέκα χρόνια πέρασαν από την εμφάνιση του φαινομένου. Ο Λιάγκας πάντως συνεχίζει ακάθεκτος!

Got a better definition? Add it!

Published