Further tags

Η λέξη χρησιμοποιείται κυρίως όταν πρόκειται να γίνει χαμός σε μια κατάσταση, για να δηλώσει το χάος, την βία.

  1. Καλά αυτή η ταινία γαμάει, κάτσε να την δούμε, σε λίγο αρχίζει και το ματομούνι.

  2. Πωπω, τι ματομούνι είναι αυτό; Πάμε να φύγουμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν πρόκειται για κάποιο τετραψήφιο αριθμό σύνδεσης με κάποια υπηρεσία του Ελληνικού Δημοσίου.

Είναι συνδυασμός συμβολικών αριθμών σε χρήση στους κύκλους των χρυσαύγουλων και των ομοϊδεατών τους της αλλοδαπής. Εφόσον το 88 το έχουμε, ας καταγραφεί εδώ ότι το 14 συμβολίζει το εκ δεκατεσσάρων λέξεων ρατσιστικό σλόγκαν του David Lane «We must secure the existence of our people and a future for White Children», ή, εναλλακτικά, «Because the beauty of the White Aryan woman must not perish from the earth».

Δεδομένου ότι οι ως άνω φράσεις πραγματεύονται την ανωτερότητα της αρίας φυλής, προσωπική άποψη του γράφοντος είναι ότι οι 14 λέξεις συνιστούν αφόρητο βερμπαλισμό.

Θα αρκούσε μία και μόνο: Παπ-αριές.

14/88
ΗΣΑΣΤΑΝ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ
ΗΜΑΣΤΕ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ
ΕΡΧΟΜΑΣΤΕ

@14/88
Τώρα εσύ με αυτό το nickname είσαι Έλληνας πατριώτης ; Εκτός και αν απευθύνεσαι σε Γερμανούς (αν και δε νομίζω ότι θεωρούν τους ναζί πατριώτες).

(Χοντρικά και από μνήμης αυτό. Ανταλλαγή σχολίων σε ιντερνετικό ειδησεογραφικό σάιτ).

SIEG HEIL 14/88!! DIE FAHNE HOCH!!! THA TOUS KSESKISOUME TOUS THOLOKOULTOURIARAIOUS ANARXOAPLYTOUS KAI THA TOUS STILOUME STA STATOPEDA SYNGKETRVSIS NA GINOYN SAPOYNI!!! ELLAS H TEFRA!!! HEIL HITLER!!!

(Ρε ασιχτίρ που θα βάλω και το λίνκι...)

(από Vrastaman, 10/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως επίθετο, με την έννοια: όσο πρέπει, αρκούδως.

Εκνευριστική ψιλοτρεντουριά.

- Χόρτασες;
- Τόσο όσο!

- Είναι υγρό το μουνί της Μάρως;
- Τόσο όσο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σ' ακολουθώ, σε έχω πάρει στο κατόπι.

Διφορούμενη φράση που λέμε πειρακτικά σε κάποιον (με τον οποίον έχουμε οικειότητα) που προπορεύεται.

- Λαλάκηηηη, σ' έχω πάρει από πίσω!
- Επ! Τι έγινε φίλε, καλά είσαι;
- Μια χαρά, τώρα παρκάρω, τα λέμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γαμιόλα ή κοινώς καριόλα.

Έχει διαφορά με την πουτάνα γιατί αυτή πηγαίνει με όλους ενώ η φακιόλα πηγαίνει με όλους εκτός από σένα. Επίσης χρησιμοποιείται και σε καθημερινές εκφράσεις για να δώσει περισσότερη έμφαση.

Εκ του fuck-ιόλα.

- Τελικά τι έγινε με το Μαράκι; Την πήδηξες;
- Όχι...η φακιόλα δεν μου έκατσε.

- Τι έμαθα Κωστάκη; Σε γουστάρει η χωριάτισσα; Θα κάνεις τίποτα μαζί της;
- Για κανένα φακιόλη λόγο! Ούτε να μου τον ακουμπήσει δεν θέλω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχει ένας αστικός μύθος για ένα παιχνίδι που παίζεται ως εξής:

Τέσσερα ή και περισσότερα καρφιά μαζεύονται σε ένα σπίτι και μη έχοντας τίποτα καλύτερο να κάνουν παίζουν το μπισκότο. Αρχίζουν και βαράνε ταυτόχρονα και όποιος τελειώνει, τελειώνει πάνω σε ένα μπισκότο. Ο τελευταίος που δεν έχει τελειώσει...τρώει το μπισκότο.

Συνεπώς η έννοια του μπισκότου είναι διπλή:

α. Παίζω το μπισκότο: Βαριόμαστε πάρα πολύ, κωλοβαράμε

β. Τρώω το μπισκότο: Αποτυγχάνω παταγωδώς. Σκατάσταση. Κάθομαι στο παγωτό

α.
- Έλα ρε, τι λέει; Τι κάνατε χτές;
- Τίποτα, σκάσανε από εδώ οι άλλοι και μαλακιστήκαμε.
- Και τι κάνατε δηλαδή;
- Παίζαμε το μπισκότο ρε μαλάκα, τι κάναμε, τίποτα....

β. - Ρε, έχεις τσιγάρα;
- Όχι, ούτε εσύ έχεις;;;
- Όχι....φτουυύ. Και τώρα τι θα κάνουμε;;
- Τώωωρα, θα φάμε το μπισκότο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Έχει βαρέσει σκληρό» σημαίνει πως κάποιος ή κάτι έχει αποτύχει σε αυτό που προσπαθούσε να επιτύχει, παρομοιάζοντας την κατάσταση με την «αποτυχία» ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή στον οποίο υπάρχει κάποια βλάβη στον σκληρό δίσκο.

Συνήθως βλάβες στον σκληρό δίσκο σημαίνουν όχι μόνο αδυναμία στην χρήση του υπολογιστή, αλλά και απώλεια αρχείων και αποθηκευμένων δεδομένων και είναι δύσκολο να επανορθωθούν.

- Άσε, χθες ο Νίκος με έστησε 3 ώρες, είχε ξεχάσει το ραντεβού μας...
- Ααα καλά, ο Νίκος έχει βαρέσει σκληρό προ πολλού...

Βλ. και: σκληρός δίσκος, χτύπησε ο σκληρός.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτή η σύντομη καταχώριση επέχει θέση ταπεινής προσθήκης και φόρου τιμής σε αυτό εδώ το ιπτάμενο, οινο-πνευματώδες λήμμα, του οποίου δεν είναι άξια ούτε τα ποδάρ.... εεε τα ποτήρια να πλύνει.

Γνωρίζω παλαιόθεν αυτή την συνώνυμη της ντίρλας και του κουρούμπελου έκφραση, ενίοτε τη χρησιμοποιώ κιόλας, αλλά αγνοούσα ότι πρόκειται περί ιδιωματισμού της Δυτικής Ελλάδας, από Πελοπόννησο και Ήπειρο μέχρι Κέρκυρα, σύμφωνα με τα διαδικτυακά ευρήματα.

Στον ήδη υπάρχοντα ορισμό κάτι είχε σχολιάσει ο Τζήζαντας, προφ το μεθύσι εννοούσες Χριστούλη μου. Εκμεταλλεύομαι την χικ! πραότητα και την καλοσύνη Σου για να το χικ! καταγράψω ως ξεχωριστό λήμμα.

  1. Δαυλί: Καιόμενο ξύλο - μεθυσμένος πάρα πολύ («αυτός έγινε δαυλί«) Μπιρ ντουβάρ μπενίμ

  2. Μετά από ένα με ενανίμισυ χρόνο, ο μασκαράς ο Μπάλιος, μεθυσμένος γκρεμοτσακίστηκε από τ' άλογο και σκοτώθηκε. Λέγανε τάχατις ότι πρόγκηξε τ' άλογο και αυτός ήτανε δαυλί στο μεθύσι, το πέταξε τ' άλογο και πιάστηκε το ένα του πόδι στη σκάλα της σέλλας του [...] μπιρ ντουβάρ

  3. Δαυλί: Αναμένο κομμάτι ξύλου, μεταφορικά ο μεθυσμένος. σενίν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συμπληρωματική έκφραση, στο τελείωμα μιας πρότασης, η οποία χρησιμοποιείται όταν κάποιος:

  1. Δεν παίρνει στα σοβαρά, είναι χαλαρός με μια κατάσταση ή αδιαφορεί για ένα αντικείμενο.

  2. Αντιμετωπίζει με περίσσια ευκολία μια κατάσταση.

1α. - Παίζω πολλά χρόνια μπάσκετ... - Πας για πρωταθλητισμό ή παίζεις για τ' αρχίδια σου;

1β. - Καλά, ο μαλάκας ο Πέτρος το 'χει ρημάξει το αμάξι! - Αυτό είναι το παλιό ρε...το χει για τ' αρχίδια του...

  1. - Στον τελικό θα κερδίσεις όμως; - Ποιόν; Τον Σάκη; Αυτόν ρε τον έχω για τ' αρχίδια μου..!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκάζ του κλασικού ουστ, τουτατέστιν: ξεκούμπα, ξεπαρεού.

Τζιμπήσαμε την ρίζα ούστ από τους γαλλαίους (oust) που την τζιμπήσανε από τους λατίνους (obstare) που με την σειρά τους την λεηλάτησαν από τους αρχαίους ημών (ἵστημι), μη χέσω. Είναι ασαφές εάν η μετάλλαξη του ούστ σε ούρτ αποτελεί random εγκεφαλοκλάνι ή εάν συνετέθη επί τουτού από αστειάτορες μαοϊστές ή λοιπούστηδες σλάνγκους. Όπως μας πληροφορεί ιουρασικός σύσλανγκος, το λήμμαν εκφέρεται τουλάστιχον από τα ογδόνταζ -- συνήθως, σε συνδυασμό με (β)ρε ή μωρή.

Βλ. επίσης: ούρτ τακ τακ Μογγόλε.

Πάσα από δουπού: gihaza.

- Ουρτ, μωρή παρθενώπη! (εδώ)

- Ουρτ ποντικοί..Ουρτ και στις οχιές τις διμούτσουνες..
(εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified