Further tags

Δουλειά χωρίς καλή πληρωμή - δεν τρώγεται, όπως δεν τρώγεται και το κοτσάνι.

Άσε ρε - η δουλειά είναι κοτσάνι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πούττος=μουνί, κότσιρος=κουράδα.
(που τα μούνναρα στα πούτταρα τζιαι που τα σκατά στα κότσιρα)
Είναι η γνωστή φράση: «από το κακό στο χειρότερο».

- Άκουσες ποιος διορίστηκε υπουργός δικαιοσύνης; Ο Παπαδόπουλος. Αυτός που ακούστηκε κάποτε ότι τα έπαιρνε χοντρά για να καλύπτει τις βρωμιές των μπάτσων.
- Πεεεε.... Που τα μούνναρα στα πούτταρα τζιαι που τα σκατά στα κότσιρα.

Κι από τα σκατά στον Κότσιρα... (από Khan, 09/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λές όταν κάτι δεν έχει λογική. Δεν έχει σκελετό. Δεν ξέρεις από που αρχίζει (και αν αρχίζει) και που τελειώνει.

Ή όταν κάτι δεν έχει καθόλου βάση. Όταν κάτι δεν «στέκει». Όταν είναι ανυπόστατο.

- Ο Γιάννης λέει πως κατέστρεψε το βίντεο με τα.... ξέρεις...
- Αυτό που λέει δεν έχει ούτε μύτη ούτε κώλο. Γιατί το βιντεάκι δεν έπεσε ποτέ στα χέρια του. Εγώ το έχω! :)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν δανείσουμε χρήματα και δεν τα πάρουμε ποτέ, όταν μας χρωστούν από τη δουλειά χρήματα και δεν μας πληρώνουν. Όταν παρέχουμε μια υπηρεσία και δεν ανταμειβόμαστε, όλα αυτά είναι τα λεγόμενα πιστολιάσματα.

Συναντάται επίσης και ως έφαγα πιστόλι και συνοδεύεται με το προπαρασκεύασμα μυρίζει-βρωμάει μπαρούτι (άρα θα φάμε πιστόλι).

  1. — Τι έγινε ρε σε πλήρωσαν από τη δουλειά;
    — Γάμησε τα φίλε, εδώ και τρεις μήνες τίποτα, μου βρωμάει μπαρούτι η δουλειά, θα φάμε κανένα πιστόλι, δεν τη γλιτώνουμε!

  2. — Δάνεισα στο Νίκο, θα μου τα δώσει πίσω λες;
    — Καλά είσαι μαλάκας, γιατί δε ρωτάς πρώτα; Πρόκειται για μεγάλο πιστολέρο!

  3. — Σε πλήρωσε;
    Σκατά, έφαγα πιστόλιασμα.

(από tractioner, 08/04/11)(από tractioner, 08/04/11)

Δες ακόμη: πιστολιάζω, πιστόλα, πιστολέρο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μακροσκελές κείμενο.

Ο όρος ξεκίνησε να συναντάται στους διαδικτυακούς χώρους π.χ. blogs, forum κ.λ.π.

Επίσης συναντούμε και το σεντονάκιας, δηλαδή ο ''πολυλογάς'' του πληκτρολογίου.

- Πω, ρε φίλεεε, τι είναι αυτός ρε συ; Κατεβάζει σεντόνια ολόκληρα, θα πάθουν τα δάχτυλα του!
- Καλά ρε, δε τον ήξερες, σεντονάκιας από τους λίγους, μιλάμε.

αφιερωμένο στους σεντονάκηδες (από Khan, 08/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ψυχοσωματική κατάσταση της γυναίκας όταν βρίσκεται στις μέρες της περιόδου.

- Μου τα πρήξε η διευθύντρια σήμερα για το project.
- Άσε και εμένα μία από τα ίδια. Όλη την εβδομάδα θα τρώμε στα μούτρα τις μουνοσιχτιριές της...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ενώ το πίξελ ή εικονοστοιχείο (<PICture ELement = στοιχείο εικόνας) είναι ένα «σημείο» μιας εικόνας που εμφανίζεται στην οθόνη ενός υπολογιστικού συστήματος, δηλαδή, για το υπολογιστικό σύστημα, ένα δείγμα πληροφορίας, το πήξελ με ήτα είναι μονάδα μέτρησης του πηξίματος. Εφαρμόζεται σε μούνες και συνήθως μετριέται σε μέγκα-πήξελ ή γκίγκα-πήξελ.

Άσ' τα να πάνε, 5-1 με παίζει, μιλάμε για τρελά γκίγκα-πήξελ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε πλήρη ανάπτυξη: «όρμα Τζακ και τα κόκαλα δικά σου!»

Ξεκίνησε ως συνεργιστικό πρόσταγμα προς τον πιστότερο μας φίλο και μετεξελίχτηκε σε τζενέρικ προτροπή τ. βουρ στον πατσά, έμπαινε γιούτσο, γιούργια στα κουλούρια και όποιον πάρει ο χάρος!

Έχει πρακτικές εφαρμογές τόσο σε θέματα μάσας όσο και υποθέσεις φασώματος. Να μην συγχέεται με το τον χαζομούνη τζακ ή το «όρμα Τσακ».

Πάσα: Μπετατζής.

- Όρμα Τζακ και ο κακοποιός δικός σου...Γερμανικοί ποιμενικοί σκύλοι καταφθάνουν σύντομα στη χώρα μας για να επιβάλουν την τάξη. (εδώ)

- Αν αντέχεις και για δεύτερο στο καπάκι όρμα Τζακ, αλλά θα κάνεις κάμποση ώρα να τελειώσεις μετά. Και πρέπει να προσέχουμε ένα πράγμα σημαντικό: μην συνεχίζουμε με το ίδιο προφυλακτικό κι έχουμε δράματα
(εκεί)

- Γιώργος Πάντζας: Μας έχει στοιχειώσει αυτό το λάγνο βλέμμα σάτυρου (η επιστημονική ορολογία είναι ‘όρμα Τζακ’) κάθε φορά που βλέπει κομμάτι γυναικείας σάρκας πάνω από τον αχίλλειο τένοντα στις αξεπέραστες θεατρικές και όχι μόνο παραγωγές που συμμετέχει. This guy gives me the creeps. Όχι όμως περισσότερο από τον νέο μετεωρολόγο του ΑΝΤ1
(παραπέρα)

- Επέδραμον Ιάκωβε και τα οστά ημέτερα
(φατσοβιβλίο)

Αυτός ο Τζακ (αντεροβγάλτης) δε χρειαζόταν παρότρυνση για να ορμήσει  (από GATZMAN, 05/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για αστεϊσμό που περιγράφει σαρκαστικά την δια χειρός επαναληπτική παλινδρόμηση επί φλεβοφόρας κρεατόβεργας με σκοπό την αυτοϊκανοποίηση (AKA μαλακία)...

Η φράση αυτή προέρχεται από την λίγο-πολύ γνωστή σε όλους μας επαναληπτική καραμπίνα, κοινώς χράπα χρούπα, και χρησιμοποιείται για την χιουμοριστική περιγραφή της ανδρικής αυτοϊκανοποίησης και ενίοτε για να καταδείξουμε ένα συγκεκριμένο άτομο που συνηθίζει να επιδίδεται σε αυτό το είδος της ψυχαγωγικής άθλησης!

- Τί έγινε Γιαννάρα χθες με το Τζενάκι, της έριξες κανά μανίκι;!
- Άσε με ρε μαλάκα με την ξενέρωτη, σπίτι την έβγαλα τελικά με Τζουλιάδα στο ντιβιντί... και χράπα της και χρούπα της!!!

Spas-12, 12 gauge pump-action shotgun. (από Tsatsaras the Pimp, 05/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκμεταλλεύομαι την αδυναμία κάποιου. Βγάζω τα γούστα μου σε κάποιον που δεν είναι πλέον ικανός να αντισταθεί, λόγω αδυναμίας ή κάποιας μεγάλης ανάγκης.

Η πράξη ενέχει χαρακτήρα καιροσκοπικό και της τέλεσής της συχνά προηγείται επιμελής προπαρασκευή του θύματος, ώστε να καταστεί αυτό ευεπίφορο στις διαθέσεις μας.

Ισχύει για φυσικά πρόσωπα, ΠΑΕ, κράτη κ.λπ.

  1. Αδελφέ βρίσκουν και τα κάνουν. Υπάρχει συνδεσμίτης (προεδρος συνδεσμου) που έπαιρνε πίπες ραδιοφωνικές στον Τζιγγερ και τώρα το παίζει νο1 στο οπαδιλίκι. (από εδώ)

  2. Βρήκε και έκανε ο Θρύλος, 6-0 την Κλάψα.

  3. Το θράσος των Σκοπιανών δεν έχει όρια, βέβαια βρίσκουν και κάνουν εξαιτίας και της δικής μας ανοχής. (από εδώ)

(από jesus, 05/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified