Κάνω σεξ ενεργητικά, ήτοι κάνω σεξ σε μια γυναίκα. Ως εκ τούτου απαντάται στην περιγραφή της σεξουαλικής πράξης από άνδρες. Συναντάται στην Ήπειρο και στη Ρούμελη κυρίως.
Τα κατάφερε τελικά. Τη φαρμάκωσε τη χήρα ο άτιμος!
Κάνω σεξ ενεργητικά, ήτοι κάνω σεξ σε μια γυναίκα. Ως εκ τούτου απαντάται στην περιγραφή της σεξουαλικής πράξης από άνδρες. Συναντάται στην Ήπειρο και στη Ρούμελη κυρίως.
Τα κατάφερε τελικά. Τη φαρμάκωσε τη χήρα ο άτιμος!
Got a better definition? Add it!
Κάτι το εξαιρετικής ποιότητας, όπως θεωρούνται ότι είναι πάντα τα αυτοκίνητα της ομώνυμης Γερμανικής μάρκας.
Έλα να πάρεις! Οι φράουλες είναι μερσεντές! (από τη λαϊκή αγορά στη Φυλής)
Got a better definition? Add it!
Παλαιάς κοπής ρήμα που εννοεί την πράξη της αφόδευσης δηλαδή την αποβολή των περιττωμάτων από τον πρωκτό κατά τη διαδικασία της πέψης.
Με λίγα λόγια είναι το χέσιμο στην γιαγιαδίστικη σλανγκ. Σκοπός του λήμματος είναι να καμουφλάρει τη χυδαιότητα που εκπέμπει το χέσιμο σαν λέξη και σαν έννοια και να του δώσει έναν πιο καθώς πρέπει τόνο.
Το λήμμα προέρχεται προφανώς από την θέση που παίρνει το σώμα όταν κάνουμε τα κακά μας, δηλαδή το χοντρό μας, δηλαδή όταν χέζουμε.
Στις μέρες μας το λήμμα σπανίως χρησιμοποιείτε με σοβαρό ύφος ενώ τις περισσότερες φορές λέγεται χάριν αστεϊσμού.
Η αποτυχία της μακροημέρευσης του λήμματος έγκειται στο ότι η κωδικοποίηση αυτή διαδόθηκε πολύ γρήγορα, με αποτέλεσμα να ταυτοποιηθεί άμεσα με την ίδια την πράξη χάνοντας έτσι το νόημα της ύπαρξής της.
Έχω την εντύπωση ότι αντικαταστάθηκε από την γενική έκφραση «πάω στο μέρος», το οποίο σιγά-σιγά μετατράπηκε σε καμπινέ και κατέληξε να λέγεται τουαλέτα (κυρίως μετά την απενοχοποίησή της και την εδραίωση μέσα στα σπίτι μας), έκφραση που δεν φανερώνει την άμεση επιθυμία μας για τα τεκταινόμενα μέσα σε αυτό.
- Χα χα! εξάρες!
- Γκγκχχμμ.
- Τι έχεις βρε Μανώλη; Μια ώρα τώρα σε γλέπω και σφίγγεσαι!
- Κωστή συγνώμη αλλά θα το τελειώσομε μετά το πλακωτό. Πρέπει να πάω να κάτσω.
- Αργείς;
- Κάθομαι!
Ευφημισμοί της τουαλέτας: Άη Γιώργης, ακράτητος, αποχωρητίζομαι, αρμέγω τη μονορώγα, αρμέγω τη σαύρα, βγάζω το φίδι από την τρύπα, βγαίνω, γεννητούρια, γραμμάτιο, είμαι ευάλωτος, θηρίο, θρόνος, καθαρίζω, κάθομαι, καλλιόπη, κάλπη, κουβέντα με το δήμαρχο, μέρος, μετράω χάντρες, μου χτύπησε βαλβίδα, μπαταριά, νούμερο δύο, πάω να αδειάσω τη βάρκα, πίπιρουμ, ρίχνω μια ψήφο, ρίχνω τον οβολό μου, σκοράρω, στέλνω φαξ / φαξάκι, συνάντηση με τον πρόεδρο, σύσκεψη, χαιρετάω τον ξάδερφο, χοντρό / κάνω το χοντρό μου, ψιλό / κάνω το ψιλό μου.
Got a better definition? Add it!
Από την γαλλική λέξη «début», που σημαίνει πρώτη εμφάνιση. Συνώνυμο του «επανακυκλοφορώ».
Χρησιμοποιείται για την πρώτη και εκθαμβωτική εμφάνιση που πραγματοποιεί κάποιος μετά από μεγάλη απουσία από τις νυχτερινές εξόδους, κυρίως μετά από χωρισμό.
- Θα πάμε πουθενά απόψε; - Θα ακολουθήσεις; Εσύ έχεις να μας κάνεις την τιμή μήνες! - Ε,ναι λοιπόν. Απόψε ντεμπουτάρω!!!
Πάρ' το απόφαση επιτέλους! Πλύσου, ντύσου, στολίσου! Πρέπει να ντεμπουτάρεις!
Got a better definition? Add it!
Έκφραση που περιγράφει την επιτυχημένη κατάληξη προσπαθειών, ύστερα από καλά μελετημένες κινήσεις.
Προέρχεται από διαφήμιση παιδικών βιβλίων εκμάθησης σχεδιασμού σκίτσων (βλ. πρώτο παράδειγμα), το οποίο συνήθως προβαλλόταν σε κανάλια τύπου Τηλετώρα, 0-6, High Channel, Κανάλι 5 κτλ, όπου ένα τυχαίο παιδάκι περιέγραφε τις κινήσεις του, καθώς σχεδίαζε το κεφάλι ενός ζώου, μάλλον γάιδαρου ή κούνελου, και στο τέλος ολοκλήρωνε με την εν λόγω θριαμβευτική έκφραση.
Πρώτα σχεδιάζω το κεφάλι, έτσι στρογγυλό, ...μετά φτιάχνω μια μύτη... ύστερα τα δόντια του... τα ματάκια του... τα αυτιά του... και έτοιμος ο Φώντας!
- Να σου πω ρε συ, πως το συνδέω τώρα το XBOX;
- Ε ρε μαλάκα πάλι, κοίτα για να μην ξαναρωτάς: συνδέεις με αυτό το καλώδιο την τηλεόραση με το XBOX εδώ, το άλλο το βάζεις στην κονσόλα και την άλλη άκρη στην πρίζα, συνδέεις τα χειριστήρια εδώ, και έτοιμος ο Φώντας. Μην ξαναρωτήσεις, σε γάμησα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Εμφάνιση και συμπεριφορά που καταδεικνύει αυτόν τον ορισμό, η οποία προκαλεί χλευασμό, ρεζίλεμα, απαξίωση από τους άλλους.
Τι ντύσιμο είναι τούτο, για τα πανηγύρια... τελείως σουργελέ.
από το σούργελο
Got a better definition? Add it!
Λέγεται για τον αντίπαλο πού επιφέρει συντριπτική ήττα λόγω απροσδόκητης κρυφής υπεροχής.
Όταν οι Πέρσες έκαναν εισβολή στην Ελλάδα, οι Αθηναίοι τους τον έπαιξαν στα δύο κωλομέρια πρώτα στον Μαραθώνα και αργότερα στην Σαλαμίνα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Έχει περάσει η ώρα, είναι αργά και κάτι παραπάνω...
[i]- Παλικάρι μου τι ώρα γύρισες χθες το βράδυ;
- Αργάμισι![/i]
Συνηθισμένη έκφραση, ευφυολόγημα από τα νιάτα και όχι μόνο.
Καλά ρε, τι περιμένουμε, ο Κωστής, το βλέπω να 'ρχεται αργάμισι!
βλ. και σλανγκιές διαφημιστών
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η ανεμοθύελλα. Κρητική Διάλεκτος.
Ιντα γίνε, ... μα ίντα ανεμοτσάπουρο έπιασε ίδια δα;
Got a better definition? Add it!
Μάλλον εκ του μπιστάω, που σύμφωνα με μυαλά του σάη σημαίνει χτυπάω με ένα ευρύ φάσμα σημασιών. Το μπιστάρι είναι ό,τι και ο μπίστος, και χρησιμοποιείται ειδικά στην ιδιόλεκτο των σκεϊτάδων για να σημάνει την εντυπωσιακή πτώση από την σανίδα του skateboard, την τούμπα, το σκότωμα, το αποτυχημένο landing.
Defte Labete MPISTARI ( salonika skate slang dialektos, o tonos sto A , mpistari = toumpa , bail , skotoma , pesimo , apotuximeno landing , oti ponaei x0ax0ax00x )
to podi mou meta apo mia orea mera sto nafplio me full skate ... efuga apo ena megalo gap me ollie north(gia gnostes tou skate) kai sto langing prosgiothika me gonia 70 moirwn ston astragalo mou
to gap gurw sta 1.50 upsos kai 3 metra mikos (Εδώ).
Got a better definition? Add it!