Η χρησιμοποίηση του καυλιού, δηλαδή, το σεξ (εκτός φυσικά αν γίνεται λεσβιακά). Οτιδήποτε εμπεριέχει καυλί.
- Καλά, ρε. Η Χριστίνα είναι τέλεια στο καυλόχρηστο. Μάλλον γι' αυτό την λένε όλοι «καυλοχρηστίνα».
Η χρησιμοποίηση του καυλιού, δηλαδή, το σεξ (εκτός φυσικά αν γίνεται λεσβιακά). Οτιδήποτε εμπεριέχει καυλί.
- Καλά, ρε. Η Χριστίνα είναι τέλεια στο καυλόχρηστο. Μάλλον γι' αυτό την λένε όλοι «καυλοχρηστίνα».
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Του πουλιού το γάλα, αλλά με πιο χυδαίο τρόπο.
Την θέση του «σπέρμα» μπορεί να πάρει οποιαδήποτε ονομασία του σπέρματος (π.χ. χύσι, ψωλόχυμα, τσουτσουνόζουμο κ.τ.λ.).
- Δε μου λες πορνουλίτσα μου... σου αρέσει ο πουρές; Εννοώ, κάνεις τα πάντα στο καυλόχρηστο;
- Και του μουνιού το σπέρμα. Εξαρτάται και φυσικά πόσα θα δώσεις.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το απόγειο διασκέδασης των προεφήβων στις δεκαετίες '70 και '80 ήταν τα συγκρουόμενα αυτοκινητάκια στο λούνα παρκ. Η πρώτη φορά που καθόσουν στο τιμόνι - και το μαγικό κουδούνι που έδινε ώθηση στο ηλεκτρικό αυτοκινητάκι, αφού έδινες την μάρκα στον χλεμπονιάρη υπεύθυνο. Χωρίς να έχουν τρελό γκάζι, με το κομπλέ ανάποδο διαφορικό για να πιάνει η όπισθεν, ήταν η χαρά του ατζαμή, καθώς σκοπός πέραν της οδήγησης ήταν και ο εμβολισμός κάποιου φίλου ή γονέα που ήταν σε ένα άλλο αυτοκινητάκι.
Στα δικά μας τώρα. Η έκφραση «συγκρουόμενα» αναφέρεται σε σταυροδρόμια, φανάρια, στροφές ή κακοφτιαγμένους δρόμους, όπου τα ατυχήματα είναι σε ημερήσια διάταξη. Ιδίως από οδηγούς που δεν γνωρίζουν τις παγίδες στα συγκεκριμένα επικίνδυνα σημεία.
- Ρε, τί έγινε; Διαφημίζεις τσιρότα;
- Άσ' τα να πάνε. Μια καρακάξα με διεμβόλισε έξω από την Πειραιώς, στην Πολυτεχνείου.
- Α, εκεί στα συγκρουόμενα... Πάλι καλά την γλίτωσες. Εγώ είχα σπάσει πόδι εκεί. Φρόντισε ένας ταρίφας για αυτό.
Got a better definition? Add it!
Μου φτάνουν τα χρήματα. Πιο πολύ χρησιμοποιείται στο αρνητικό δεν βγαίνω, δε βγαίνω, μάνα μου. Σχετικό και το (δεν) βγάζω τον μήνα / τον χρόνο κ.τ.λ.
Τώρα με την κρίση δεν βγαίνω με την καμία.
Got a better definition? Add it!
Σημαίνει εκπορνεύομαι, και γενικά, αλλά κυρίως ως τραβεστί, ως τραβέλι, ή ως τρανσέξουαλ, λόγω ασφαλώς του ότι η αμαρτωλή λεωφόρος Συγγρού είναι τόπος πιάτσας για τους τοιούτους. Μεταφορικά, λοιπόν, χρησιμοποιείται για ακραίες περιπτώσεις ξεφτίλας, όπου κάποιος αναγκάζεται να εκπορνευτεί (κυριολεκτικά ή ηθικά), αλλά να χάσει και τον ανδρισμό του.
Μπάτσοι, γουρούνια, τροχονόμοι και ο Τζίμης Πανούσης με αφορμή την οικονομική κρίση βγαίνουν και πάλι στη Συγγρού.
Got a better definition? Add it!
Η στύση που προκαλείται χωρίς λόγο. Ή με λόγο που δεν καταλαβαίνουμε, τέλος πάντων.
- Γιατί δε σηκώνεσαι ρε, να πεις την προσευχή;
- Τι λες, ρε; Έχω μεγάλη ανακάβλωση. Όλοι θα την δουν.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Δοκίμως, «ο ειδικός επιστημονικός όρος αφασία (στερητικό α- και -φέτος από το ρήμα φημί = λέγω) αναφέρεται σε κάθε μερική ή ολική απώλεια γλωσσικών ικανοτήτων σε ενήλικες και παιδιά και γενικότερη ανικανότητα λόγου. Στην περίπτωση της αφασίας το άτομο δεν μπορεί να μιλήσει, να αποδίδει το σωστό νόημα στις λέξεις, να κατανοεί και πολλές φορές να διαβάζει». (Δες εδώ για περισσότερα).
Τώρα, στην σλανγκ, τα παραπάνω λαμβάνονται είτε με την κακή, είτε με την καλή έννοια.
Με την κακή έννοια είναι μια μεταφορά για την γενικευμένη απάθεια και την παθολογική έλλειψη αντίδρασης. Ιδίως όταν γίνονται κοσμογονικά γεγονότα, και κάποιοι μένουν παθητικοί θεατές, επειδή έχουν εθιστεί στη νάρκωση.
Με την καυλή έννοια, εννοούμε ως αφασία μια κατάσταση νιρβάνας, όπου την έχουμε ακούσει, ή την έχουμε ακούσει στέρεο, βρισκόμαστε σε trance, στην καρακοσμάρα μας και δεν ανταποκρινόμαστε στα ερεθίσματα του εξωτερικού περιβάλλοντος. Πλην πρόκειται για μια έκσταση, την οποία την επιδιώκουμε ως απελευθέρωση και ένταση βιώματος. Είτε με ψυχοτροπικές ουσίες, είτε με ψυχολογικά ντοπαρίσματα, είτε και με μη τεχνητές μεθόδους. Πρόκειται για την εμπειρία του αρρήτου ως επέκεινα της φάτιδος, είναι δηλαδή στο γλωσσολογικό και ψυχολογικό επίπεδο ό,τι είναι το ανύπαρκτο ή το ανύπαρκτο στο γκουγκλ στο οντολογικό επίπεδο. Σχετικό και το εϊτιλάτο αφασία δικέ μου.
Επίσης, θετική είναι η αφασία, όταν κάποιος είναι ήρωας, δεν μασάει τον μπούτσο του, και αδιαφορεί πλήρως για τις προειδοποιήσεις, προκειμένου να κάνει κάτι ηρωικό, εκκεντρικό ή παράδοξο. Δεν τον ενδιαφέρει δηλαδή η κοινή γνώμη και η κοινή λογική.
Είναι ευνόητο, νομίζω, ότι η κακή σημασία της απάθειας είναι περισσότερο μια μεταφορά, ενώ κυρίως οι καλές σημασίες της νιρβάνας και του ηρωισμού έχουν σλανγκικό ενδιαφέρον. Ο όρος φορέθηκε πολύ στην σεβεντίλα και την εϊτίλα. Παρήχθησαν από αυτόν τα ουσιαστικά αφασίας, αφάσιος και αφασιόπαιδο.
Η λεηλασία μέσω ΔΝΤ και η αφασία του Ελληνικού λαού! [...]
Πώς να αντιδράσεις όταν βρίσκεσαι σε απόλυτη αφασία τόσα χρόνια και ο εγκέφαλός σου έχει λαπαδιάσει από το καθημερινό τηλεοπτικό πορνό που σου πλασάρεται από το πρωί ως το βράδυ και έχουν εθιστεί σε αυτό όλες οι ηλικίες…; [...] Μπορούν να σε κλέβουν απροκάλυπτα και να σε λεηλατούν, να σου παίρνουν ό,τι κατακτήθηκε με αγώνες, να σου φορτώνουν τα χρέη και να σου στέλνουν το λογαριασμό, να μοιράζουν την πατρίδα σου και να κάνουν μπίζνες στην πλάτη σου και συ να παραμένεις στην αφασία σου!!! Ήσουν και είσαι σε τόση αφασία που (βάζω στοίχημα) θα απορούν και αυτοί που έστηναν την κομπίνα σε βάρος σου με τόση επιμέλεια, μεθοδικότητα και μυστικότητα… Θα έχουν μείνει με ανοιχτό το στόμα και με την απορία: “Μα καλά, .ηταν τόσο εύκολο να τους τα πάρουμε όλα και να μην ανοίξει ρουθούνι…; Γιατί το κουράζαμε τόσο καιρό…;” [...] Μείνε στην αφασία σου και καλή τύχη! Ίσως όταν δεις το παιδί σου να πεθαίνει από την πείνα και τις αρρώστιες να ξυπνήσεις… ‘Ισως πάλι απλά να ήσουνα μία “φούσκα” που επιμελώς καλλιεργήθηκε… Ένα τίποτα, ανίκανο για οτιδήποτε καλύτερο… Ένα κορόιδο που θα το εκμεταλλεύονται και θα ζουν σε βάρος του οι άλλοι… (Εδώ).
Αστυνομικοί σε αφασία! Την οργή της ρωσικής αστυνομίας προκαλεί video που κυκλοφορεί στο διαδίκτυο και δείχνει τέσσερις μεθυσμένους αστυνομικούς να χορεύουν ημίγυμνοι πάνω σε ένα περιπολικό! Όπως έγινε γνωστό οι τέσσερις άνδρες από την περιοχή Krasnoturinsk στην κεντρική Ρωσία, γιόρταζαν την προαγωγή ενός συναδέλφου τους… αλλά μάλλον το παράκαναν. Ήπιαν πάρα πολύ βότκα, χόρεψαν προκλητικά πάνω στο περιπολικό, μέχρι και τις σειρήνες χρησιμοποίησαν… για πλάκα! (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Ό,τι και τα στραβώνω και τρώω στράβα, δηλαδή θυμώνω, εκνευρίζομαι, τσαντίζομαι, ώστε να στραβώνω το πρόσωπό μου, κάτι με χαλάει και μου χαλούλου ή μου χαλούμι την διάθεση. Το ρήμα τρώω δηλώνει τον απολύτως παθητικό χαρακτήρα του βιώματος που το υποκείμενο το υφίσταται εξωγενώς, όπως λ.χ. και στο τρώω φλασιά. Μιλάμε δηλαδή για μια ομηρική ψυχολογία, όπου τα αισθήματα έρχονται απ' έξω και τα τρώμε δίκην τροφής ή πούτσας. Όποιος ενδιαφέρεται για το ρήμα «τρώω» στην σλανγκ μπορεί να το αναζητήσει στο σάιτ μας για να δει πόσα πολλά αντικείμενα συντάσσονται μαζί του.
Πιο ειδικά στην σεξοσλάνγκ, αναφέρεται στην περίπτωση όπου ο/η ερώμενος/-η δέχεται CIF (=Cum In Face, δηλαδή εκσπερμάτιση στο πρόσωπο), όπου ελλείψει μπαζοκόφτη τα φλόκια πάνε στα μάτια, με αποτέλεσμα ένα παροδικό στράβωμα που συνοδεύεται από το επιφώνημα το μάτι μου! Επιβεβαιώνονται έτσι οι ιατρικές θεωρίες του 19ου αιώνα που διατείνονταν ότι η μαλακία προκαλεί τύφλωση, έστω παροδική. Η δεύτερη χρήση, πάντως, δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη δικτυακώς.
Σημειωτέον ότι και στις δύο χρήσεις συνήθως είναι στον Αόριστο («έφαγα στράβωμα»), αφού την στιγμή που το τρως δεν μπορείς και να το ανακοινώσεις.
- Το στραβωμα που εφαγα φιλε μου, το φαγαν και αλλοι ελληνες που μεναν εκει και παντρευτηκαν τσεχες! Και θυμαμαι πολυ καλα οταν μου λεγαν για το ποσο μεγαλες πουτανες ειναι και τους κοιταζα με απορια...και αισθανομουν και θυμο γιατι μιλαγαν ετσι για αυτες!!! «θελεις να γινεις ο 7ος μου λεγαν;» Και εγω πανω στον μεγαλο ερωτα που βιωνα δεν τους πιστευα ουτε χιλιοστο!! (Διάλογος εδώ).
β. μα έφαγες το στράβωμα κι έφυγες μακριά μου,
τίποτα δεν λογάριασες και ράγισε η καρδιά μου
(Ποίηση των Μετάληρα).
γ. - Αλήθεια, τι κάνει ο Πέρι;
- Αφού έφαγε το στράβωμα από τον Πιερ έγινε πιστός οπαδός της εθνικής ιδεολογίας της yvoitrienité του Φελίξ Χουφουέ και τώρα κολλάει αφίσες με τον Ουαταρά στο Αμπιτζάν.
Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.
Got a better definition? Add it!
Από τους φοιτητές χρησιμοποιούμενο, σημαίνει «δίνω μάθημα». Λέγεται χωρίς άρθρο, ενδεχομένως με την πρόθεση σε.
- Πώς πήγε η εξεταστική;
- Κατέβηκα σε έξι, πέρασα τα πέντε. Σεπτέμβρη μυρίζει πτυχίο.
- Θα κατέβεις αύριο Φυσική;
- Δεν έχω διαβάσει χριστό. Θ' αράξω σπίτι.
Got a better definition? Add it!
Ο τοίχος του μπιλιάρδου σε μορφή υποκοριστικού. Προκύπτει από το «μπρικόλα» που σημαίνει το ίδιο.
Μάλλον παράγεται από το αγγλικό μπρικ (τούβλο), εξ ου και ο τοίχος. Η κατάληξη ιταλίζει όμως και ίσως να οφείλεται στο ότι το έχω ακούσει να λέγεται έτσι από επτανήσιους.
Χρησιμοποιείται μεταφορικά στη φράση «μου 'φυγε το μπρικολέτο» και έχει την έννοια ξαφνιάστηκα, εξεπλάγην, μου 'φυγε το τσερβέλο, το καφάσι, κλπ.
Η λέξη και η έκφραση κυκλοφόρησε για λίγο στα τέλη του '80 και μετά εξαφανίστηκε, τουλάχιστον εγώ δεν την ξανάκουσα. Όποιος γνωρίζει κάτι παραπάνω, ελεύθερα να συμπληρώσει και να τροποποιήσει τον ορισμό.
Βλέπε και γαλλικό.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified