Further tags

Γνωστό '80's είδωλο, πρωταγωνιστής μιας μεγάλης κολλεκτίβας ελληνικών ταινιών τύπου «Ρόδα, τσάντα και κοπάνα». Ο πιο γωστός ρόλος του είναι το «αλάνι», μηχανόβιος, σκληρός αλλά ευαίσθητος όταν γνωρίζει τον αληθινό έρωτα.

Ο όρος Γαρδέλης χρησιμοποιείται για μηχανόβιους που κάνουν συνήθως επίδειξη της «ρόδας» τους σε ανυποψίαστες κοπέλες τύπου Σοφίας Αλιμπέρτη (αυτός που μόλις σε έχει πάρει ο ύπνος και κάνει γύρους το τετράγωνο με ταχύτητα λες και παίρνει μέρος σε ράλλυ).

Έρχεται ένας φίλος σου όλο χαρά, να σου δείξει την καινούργια του ρόδα που μπορεί να είναι κι ένα απλό παπί και γκαζώνει με ύφος «Καβαλάω Harley, μάγκες».

Εκεί εσύ γυρνάς και λες: «Καλώς τον Γαρδέλη!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δείχνει το άτομο που περνά πιο πολύ χρόνο στο γυμναστήριο παρά στο σπίτι του προκειμένου να φτιάξει το ιδανικό σώμα για λόγους υγείας, για να πάρει μέρος σε κάποιο διαγωνισμό (σπανιότερα), ή για να το εκθέτει σε κοινή θέα στη παραλία το καλοκαίρι με ανάλογες αξιώσεις (συχνότερα).
Το όνομα προέρχεται απο τον Arnold Schwarzenegger
διάσημο bodybuilder-ηθοποιό και νυν κυβερνήτη της California των Η.Π.Α.

- Θα έρθει απόψε μαζί μας για ποτάκι ο Δημήτρης;
- Αποκλείεται, πάλι στο γυμναστήριο θα πάει. Θέλει λεει μέχρι το καλοκαίρι να έχει φτιάξει σώμα! - Α, την έχει δει και πολύ σβάρτσος!

Βλ. και σφίχτης, σφίχτερμαν, μπονταίος, πρησμένος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα άτομα που είναι πολύ ποζάρες, με γουστέλλειψη και κάνουν τα πάντα για να τραβήξουν την προσοχή των άλλων, κυρίως με έξαλλη εξωτερική εμφάνιση, χρησιμοποιείται συχνότερα για τις Barbie.

-Είδες τι φοράει πάλι σήμερα; Το μίνι δε φτάνει ούτε στον αφαλό!
-Αφού είναι σουργελέισον ρε!

Δες και -έισον, -έισιον.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση-φόρος τιμής στον γνωστό ποδοσφαιριστή. Χαρακτηρίζει τις κοπέλες οι οποίες είναι εμφανίσιμες αλλά συνήθως είναι βαμμένες σαν κλόουν και ντυμένες λες και πάνε στην «κλινική live». Τα άτομα αυτά προσπαθούν να τραβήξουν τα ανδρικά βλέμματα περπατώντας συνεχώς πάνω-κάτω, δεξιά-αριστερά, οριζιντίως-καθέτως, κάνοντας δηλαδή πολλά χιλιόμετρα. Ο δικός τους αγωνιστικός χώρος είναι πανεπιστημιακοί χώροι και κυρίως τα αναγνωστήρια όπου επικρατεί μια σχετική ησυχία και ο χτύπος των τακουνιών τους ταράζει τα λιμνάζοντα νερά.

-Πωωωω ρε Μπάμπη τι μωρό είναι αυτό;
(2 λεπτά μετά)
-Ρε Μπάμπη η κουκλάρα ξαναπέρασε. κοίτα!
(2 λεπτά μετά)
-Μπάμπη Μπάμπη, πάλι πάλι!
(2 λεπτά μετά)
(Μπάμπης): Ξέρω ρε μαλάκα, τον είδα τον Καραγκούνη, με τόσα χιλιόμετρα που 'χει κάνει, σκάσε και διάβαζε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γυναίκα εκλεπτυσμένων ή, απλά, ακριβών εμφανισιακών γούστων.

Η τυπική κυριλογκόμενα δεν θα διάβαζε Άρλεκιν, αλλά βλέπει «Σεξ εντ δε σίτι». Γουστάρει να ακούει μπουζούκια (πρόκειται λοιπόν και για μπουζουκομούνι) ή τζαζ –αλλά σπάνια κάτι το ενδιάμεσο.

Το ενδυματολογικό της προφίλ συχνά πλησιάζει τα όρια του κιτς, υπερβαίνοντάς τα μόνο κατ' άλλες γκόμενες και ποτέ κατά τους επίδοξους εραστές της –τους οποίους, καθώς συνήθως πρόκειται για τρελό παγόμουνο, πρώτα θα τους φαλιρίσει και μετά, ίσως, τους κάτσει από φιλότιμο ή από πλήξη.

Ανομολόγητο όνειρό της, να ήταν διεθνούς φήμης σταρ και να κατοικούσε σε κάποια κοσμοπολίτικη μεγαλούπολη κατά τα στάνταρ των παραγωγών χόλιγουντ, σε διαμέρισμα που κατά το ήμισυ τουλάχιστο θα αποτελούνταν από δωμάτια-γκαρνταρόμπες, σπα και γυμναστήρια.

Προϊόντος του χρόνου η τυπική κυριλογκόμενα συσσωρεύει φαρμάκι για την ξοδευμένη της ζωή, και άνθρωποι απέναντι στους οποίους είναι ακόμα κάπως ειλικρινής μπορούν να είναι μόνο τα παιδιά της –τουλάχιστον μέχρι και αυτά να ενηλικιωθούν.

Η τυπική κυριλογκόμενα τελικά είναι από τους ανθρώπους που, κατά το κλισέ, ακόμα και αν είναι αρκετά έξυπνοι που να μπορούν να αναπτύξουν εκλεπτυσμένο γούστο, την ικανότητά τους αυτή τη διοχετεύουν αποκλειστικά στο λεγόμενο «φαίνεσθαι».

Προφανώς, μπορεί κανείς ανάλογα να μιλά και για κυριλογκόμενους.

Παράβαλε: λαμέ γκόμενα, βλαχομπούρμπερη, ταγάρι, τρέντουλο

  1. Απ' τη δεξιά πόρτα του Ντάτσουν ξεπροβάλλει ένα άπαιχτο, αλφαδιασμένο, δίμετρο, με γαλανά μάτια, σαρκώδη χείλια, φυσικά μεταξένια μαλλιά, φιδίσιο κορμί, μες στα Ντόνα Κάραν και το χρυσαφικό. Μιλάμε για την ιδανική δόση αθωότητας με υποψία προστυχιάς, ένα μωρό 20-22 ετών, κυριλάτο, με φοβερό ταμπεραμέντο και αριστοκρατική κοψιά, με το πανάκριβο φουλάρι του, το καπέλο του, με τα όλα του. Παγώνει, σας λέω, κυριολεκτικά το Κολωνάκι, παθαίνει την πλακάρα της η μπουρζουαζία: «Πού το χτύπησε τέτοιο «παιδί» ο τζίψι;». Χεράκι χεράκι ο Αθίγγανος με την άπαιχτη κυριλογκόμενα, να φιλιούνται και να κοιτάζονται τρυφερά και ν' ακούγεται σ' όλη την πλατεία ένας γδούπος (και ουχί ψίθυρος) καρδιάς που πολύ θα ζήλευε κι αυτός ακόμη ο Μανούσος Μανουσάκης. (από διαδικτυακό φόρουμ)

  2. - Χάζευα αγγελίες και βρήκα μια για ένα Fuego Turbo του '86 με 300 ευρώ, έστω πως το αμάξι δεν είναι κοτέτσι, το χτυπάω και το φέρνω στη νορμάλ μορφή του [...]. Η απορία είναι τι αντίχτυπο θα είχε σε ένα ανυποψίαστο γκομενάκι αν έσκαγα σε ραντεβού με αυτό;
    - Αν και δεν είμαι γκομενάκι απαντώ: Το ανυποψίαστο γκομενάκι θα έβγαζε ένα χλευασμό, μια υπεροψία, ένα για ποια με πέρασε, μα τι του βρήκα κτλ, όσο τσόλι και να ήταν ή όσο κυριλογκόμενα και να ήταν. (από διαδικτυακό φόρουμ)

Δες και -γκόμενα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το υπερβολικά trendy άτομο, που πάντα φοράει μοδάτα ρούχα, βάζει ένα κιλό ζελέ στο μαλλί και γενικά συμπεριφέρεται όπως η μάζα των νέων (π.χ. καπνίζει, γελά σαν χάχας όλη την ώρα), θυμίζοντας άτομα σε διαφημίσεις της Vodafone.

- Ρε συ τι έχει πάθει ο Στέλιος; Τελευταία ντύνεται πολύ μοδάτα, φοράει γυαλιά rayban και έχει κάνει και trendy κούρεμα...
- Άσε, φαίνεται χάλασε κι αυτός, έγινε πολύ Vodafone.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από διαφήμιση των 80ς με τον Παπαναστασίου: Ο Παπαναστασίου εμφανίζεται ως ο απόλυτα τρέντι της τότε εποχής, κι αρχίζει να απαριθμεί ένα ένα τα ρούχα του με δομή πρότασης: «-άκι; Εισαγόμενο!». Λ.χ. «Μπλουζάκι; Εισαγόμενο!». (Εννοείται «εισαγόμενο απ' το εξωτερικό»). Καμαρώνοντας. Στο τέλος η διαφήμιση τον δείχνει να πηγαίνει (αν θυμάμαι καλά) ή σε Υπηρεσία για Απόρους ή σε Ταμείο Ανεργίας. Το κοινωνικό μήνυμα της διαφήμισης ήταν ότι αν λόγω τρεντοσύνης δεν στηρίξουμε τα εγχώρια προϊόντα θα καταλήξουμε άποροι κι άνεργοι. Αντιθέτως, ο επιμένων ΕλληΝΙΚΑ!

Αλλά έμεινε ο Παπαναστασίου να λέγεται «ο εισαγόμενος». Κι επειδή ήταν μια προδρομική μορφή τρέντουλου έμεινε η φράση: «Μα ποιος είσαι; Ο εισαγόμενος;». Πρβλ.το «Μα ποιος είσαι; Ο Μερεντόνας;» της ίδιας εποχής.

Συνώνυμα: μεγάλος, τεράστιος, ανοξείδωτος, τρισδιάστατος, ευρυζωνικός, ασύρματος.

Σλάνγκος 1: Κι άλλη αγγλιά λημματογράφησες; Μα ποιος είσαι; Ο εισαγόμενος; Στηρίζουμε τις ελληνικές σλανγκιές ρεεεεεεεε!
Σλάνγκος 2: Καλά ρε φιλάρα, αλλά αν εσένα η γκόμενά σου, αρχίζει να σου λέει έρχομαι, έρχομαι, να μην σου έχει μάθει το slang.gr τι σημαίνει;
Σ.1: Θα της απαντήσω γκελ μπουρντά, που είναι και ελληνικό!

Μήδι; Εισαγόμενο απ\' το συσιφόνι! (από Dirty Talking, 18/05/09)Από την ταινία "Λαλάκης ο Εισαγόμενος" με τον ομώνυμο ήρωα. (από the_inq, 18/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για τους φίλους, ο Σωκράτης Κόκκαλης. Όταν στο πετάξει κάποιος, είναι συνήθως γιατί θέλει να δειχτεί ότι και καλά είναι χωμένος στα σχετικά θέματα. Παίζει στα πλαίσια του προσφιλούς εδώ στο ελλαδιστάν, ευγενούς αθλήματος του name dropping (να αραδιάζεις ονόματα διάσημων δεξά κι αριστερά, προς ψάρωμα των αδαών συνομιλητών σου, που θ' αποθαυμάσουν την οικειότητα σου με τα εν λόγω σελέμπριτι. Το name dropping είναι ειδικότης του πιαριτζή, είδος που συγγενεύει στενά με τον αεριτζή. Ανοίγουμε όμως τεράστιο θέμα, οπόταν το λήγω εδώθε.

Ενδιαφέρουσα πάντως η λατινογενής κατάληξη (Crocus). Τι να ήθελε να πει ο ποιητής;

- Για θυμήσου ρε μαλάκα, πόσους προπονητές έχει αλλάξει τα τελευταία πέντε χρόνια ο γαύρος;
- Φίλε μου βάζεις δύσκολα κι είναι περασμένη ώρα... Αφού έτσι είναι, ο Κρόκους γουστάρει να τρώει προπονητές για το πρωινό του.

(από johnblack, 21/05/09)(από ironick, 13/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκιστί, το μοντέλο, εφόσον είναι γυναίκα, εντάσσεται στο θηλυκό κλιτικό σύστημα. Προσδίδεται έτσι στην λέξη μεγαλύτερη οικειότητα και χάρη. Και μοντέλος για τους άντρες- μοντέλα. Το συνήθιζε πολύ η Ανίτα Πάνια στο Χρυσό Κουφέτο.

Να 'ρθούνε οι μοντέλες μας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σ’ ένα εναλλακτικό αλλά πολλά υποσχόμενο παρελθόν, μετά τον διωγμό των Γερμανών, την απελευθέρωση της Ελλάδας από τους Σοβιετικούς και την κολεκτιβοποίηση, σε ένα χωριό στην ορεινή Θεσσαλία, ο Μοέβιους Παχατουρίδης*, γνωστός και ως Κοκακόλας - λόγω του κολλήματός του με την κόκα που μασούσαν παραδοσιακά οι αγρότες στα υπηρεσιακά τους τρακτέρ, Εβραίος δεύτερης γενιάς με Πόντιο πατέρα, αποφάσισε να εγκαταλείψει την αποτυχημένη παραγωγή πατάτας και -αφού πούλησε τις τελευταίες πράσινες που είχε ως «Νέα Ποικιλία Στάρκιν» - και, σε αντίθεση με τον αδερφό του Κωστίκα Γκόλντστιν, να αναζητήσει την τύχη του στο Νέο Χαμσαΐριον των ΗΠΑ (όλο ευθεία από Αλαμπάμα, δεξιά στην Αλμπουκέρκη). Εκεί και αφού όργωσε τα αεροδρόμια διδάσκοντας μαζί με έναν άλλον τεμέτερον τον Χάρε τη Κρίσνα, αποφάσισε να κάνει κάτι με τη ζωή του και έτσι σκέφτηκε να ανακατέψει τις δυο μεγάλες του αγάπες (την κόκα και την ζάχαρη που θες μετά) με τον μέλανα ζωμό που έδιναν στα φεστιβάλ της ΚΝΕ με κουπόνια και να τα πουλήσει ως τρόπο ζωής. Από τότε άρχισε ο χρόνος σοβαρά να κυλά and the rest, as they say, is history. Η φράση, όπως την παραδίδει ο θρύλος, πρωτακούστηκε με την επιστροφή του πρωτότοκού του στην Νέα (πλέον) Κολεκτίβα από τον ιερέα του Λένιν που τον πρωτοείδε.

Στην πραγματική ζωή, η φράση αφορά και περιγράφει τη συμπεριφορά όσων, ενώ κινούνται κοινωνικά μεταξύ της τάξης των φτωχομπινέδων και των χωριατομεσαίων, επιδεικνύουν, κατά περιπτώσεις, συμπεριφορά αναντίστοιχη, κυρίως σε ότι αφορά τις καταναλωτικές τους συνήθειες και τις εν γένει χρηματοχαλαστικές τους διαθέσεις, και μάλιστα τέτοιες που θα έκαναν έναν υγιή καταθετικό λογαριασμό να λιποθυμήσει και τον Μαρξ να ξανακολλήσει με UHU τις αλυσίδες.

Εξωφρενικές αεροτομές στο Ford Ka, ηχοσυστήματα 10.000 Ευρώ σε Fiat πεντακοσαράκι, δυο μήνες διακοπές στο Πουκέτ για τον Μάκη τον βοηθό υδραυλικού, σαμπάνιες με γραμμάτια στα μπουζούκια, εορτοδάνεια, διακοποδάνεια, γαμοδάνεια (politically correct: νυμφευοδάνεια) και λοιπά γαμήσια και δάνεια που θα εξαγρίωναν οποιονδήποτε Μαρξιστή, είτε είναι του Καρόλου είτε του Γκραούτσο και θα έκαναν το υποκείμενο να οδεύει στη καταστροφή με την ίδια λεβεντιά που κάνει τη μύγα να φωνάζει «Άρπα την» στο παρμπρίζ.


*ένα μικρό tribute στους Α.Μ.Α.Ν.

1).(Based on a true story) -…Ναι; Τάσο; Τάσο εσύ; -Ναι! Έλα ρε μπαμπά, εγώ είμαι… -Που είστε, γαμώ το φελέκι σας;... Έρχεστε; -Ε… Όχι ακόμα ρε μπαμπά… Την Παρασκευή λέμε… -Ε;!!... Την Παρασκευή; Στην Κρήτη είστε ακόμα; -Ε… Ναι ρε μπαμπά... την Παρασκευ… -Ποια Παρασκευή, γαμώ το μυαλό σου… Ποιος θα οδηγήσει το φορτηγό ως την Παρασκευή; Ο μπούτσος μου; -Ρε μπα… -Μπαμπάκια μαλάκα. Φύγατε για πέντε μέρες και περάσαν είκοσι. Τσακίσου και η δουλειά περιμένει. Του κοκακόλα ο γιός είσαι;

2) (Based on a fictional story)
[Χορός νέων, σφριγηλών και ιδρωμένων οικοδόμων. Ο κορυφαίος του Χορού, σκυφτός, οδύρεται με ελαφριά ξενική προφορά. Ο ιερέας του Λένιν, όρθιος, με τα χέρια ανοικτά, και το βλέμμα στραμμένο στον ουρανό, άνω θρώσκει την καρδίαν και ψάλλει]
-[Ιερέας του Λένιν] Σώσον Λέεεενιν την καθοδήηηηγα και ευλόγησον το προλεταριάτο σου. Νίκας τοις εν βουνεύσι κατά καπιτάλων δωρούμενος και το Σον φυλλάτον δια του Σφυριού σου πολίτευμα.
-[Χορός] Πάαααπαρήγα, Παπαρήγα, Παπαρήγα, Παπάαααρηγα (κατά το «Αλληλούια»).
Στο σημείο αυτό, ο ιερέας του Λένιν πλησιάζει με τρόπο τον πρώτο του Χορού.
- Του Κοκακόλα ο γιος είσαι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified