Αυτός που έχει μικρό πέος.
- Ο Τάκης γάμησε την Πόπη.
- Αυτός την γάμησε, αυτή το κατάλαβε; Ο τύπος είναι φίφας.
Αυτός που έχει μικρό πέος.
- Ο Τάκης γάμησε την Πόπη.
- Αυτός την γάμησε, αυτή το κατάλαβε; Ο τύπος είναι φίφας.
Βλέπε και φίφα.
Got a better definition? Add it!
Αυτός που επιδίδεται σε σατανιστικές πρακτικές.
Στο βιβλίο της «Τρελή για άντρες» η Τζόις Κάρολ Όουτς περιγράφει μεταξύ άλλων την φρίκη της ζωής που προτείνουν τα σατάνια.
Got a better definition? Add it!
Έτσι αποκαλούμε κάποιο προσφιλές άτομο όταν θέλουμε να το πειράξουμε χαριτολογώντας.
- Πού εξαφανίστηκες μωρή παπαρόσκονη; Έναν μήνα έχουμε να μιλήσουμε, το ξέρεις;
Got a better definition? Add it!
Διακριτική αναφορά σε πρόσωπο αμφιταλαντευόμενης σεξουαλικής ταυτότητας και σε περίπτωση που η κόμη συνδυάζεται με κοινό εφαρμοστό, πολυχρησιμοποιημένο, ασπρόμαυρο πουλόβερ το οποίο καθιστά εμφανές το αφύσικο μέγεθος του στήθους.
-Να σου πω... Θα έρθει η Μαρία τελικά;
-Ναι ρε γαμώτο... και θα φέρει και τον Φι...
-Όχι ρε πούστη!!!
Got a better definition? Add it!
Η γυναίκα που είναι φτιαγμένη για να κάνει σεξ διαρκώς καθώς δεν το χορταίνει ποτέ. Η νυμφομανής.
- Θα βγω απόψε με την Κάτια, λες να καταφέρω να κάνω κάτι μαζί της; - Είσαι σοβαρός; Η κοπέλα είναι πουτσόδουλη! Θα περάσεις πολύ καλά!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο κολλητσίδας, το άτομο που δεν ξεκολλάει από μια παρέα, δεν συνειδητοποιεί πότε η παρουσία του είναι κουραστική, και δεν έχει την ευγένεια να αποσυρθεί διακριτικά.
Τον βαρέθηκα τον Γιώργο! Δεν είναι να του πω πότε θα βγω για καφέ με την κοπέλα μου, και έρχεται και κολλάει σα βδέλλα και ξεχνάει να φύγει!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Πρωτόγονο επιφώνημα που μας παραπέμπει στον άνθρωπο της προϊστορικής εποχής που δεν ήταν και το πλέον αντιπροσωπευτικό δείγμα νοημοσύνης. Δηλώνει τον χαζό άνθρωπο, μειωμένης αντίληψης.
Καλά μια ώρα εξηγούσα στον Μήτσο πώς θα πηγαίνουν με αμάξι στο αεροδρόμιο και στο τέλος δεν κατάλαβε τίποτα και πήρε ταξί να πάει. Ο τύπος είναι εντελώς ουγκ!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο βαριεστημένος, αυτός που σπανίως βγαίνει απο το σπίτι του και δεν έχει κοινωνική ζωή.
-Θα πάμε σε λίγο για καφεδάκι, θα έρθεις;
-Μπα, λέω να μείνω μέσα να δω καμιά ταινία.
-Αμάν πια ρε μούχλα! Βγες και λίγο έξω να σε δει ο ήλιος!
Got a better definition? Add it!
Published
Ο πανέμορφος άντρας.
Βγήκα χτες με την Σοφία και της την έπεσε ένας θεός που ούτε η ίδια δεν το πίστευε!
Δες και θεά.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified