Further tags

Δρόμος, συνήθως του κέντρου της Αθήνας, με μεγάλη πιθανότητα και συχνότητα εμφάνισης ναρκομανών (κατά προτίμηση σε οριζοντιωμένη στάση).

-Ρε Μήτσο πάμε μια μέχρι Εξάρχεια για κανα μπυρόνι;
-Πωπω ρε φίλε, όποτε βγαίνω μαζί σου όλο σε πρεζοδρόμια κάνουμε βόλτα.

Got a better definition? Add it!

Published

Η Μεσσήνη (πόλη του νομού Μεσσηνίας, Πελοποννήσου).
Αναφέρεται έτσι, κυρίως από τους ντόπιους και δη τους Καλαματιανούς. Η λέξη πιθανώς προκύπτει από το βούρκος + βουκόλος, επειδή παλαιότερα η πόλη είχε πολλά νερά (βούρκους) καθώς και κτηνοτροφικές μονάδες.

Βουρκόλοι, αναφέρονται και οι οπαδοί του Μεσσηνιακού, από αυτούς της Καλαμάτας -της πιο γνωστής ομάδος του νομού (υποτιμητικό σχόλιο, φυσικά).

  1. - Θα πέσετε ρε, και τότε θα σας πετύχουμε και θα σας ρίξουμε 3 μπαλάκια για προθέρμανση, μόνο! (προς οπαδό της Καλαμάτας aka Μαύρη Θύελλα) - Αντ' από 'δω χάμω ρε Βουρκόλε.... Ανέβα κατηγορία και μετά έλα να μου μιλήσεις.

  2. - Μαλάκα, έσκασε στο ΤΕΙ ένα πιπίνι, έμαθα είναι από τη Βουρκολία!
    - Άντε ρε, καλή φάση...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νησί της άγονης γραμμής. Έχει φανταστικές παραλίες, 0.4 κατοίκους, ένα γαϊδούρι, έναν πάγκο που πουλάει μόνο μπαταρίες, λεμονάδες Κλιάφα και προφυλακτικά, και μια ελιά στη μέση. Πρόκειται για τον ιδανικό προορισμό για τους εντεχνindie, τα μέλη της νεολαίας συνασπισμού και νεανίες βορείων προαστίων σε κρίση επαναστατικότητας, διότι εκτός από τα παραπάνω έχει τουλάχιστον τρεις συλλαβές όπως κάθε σχετικό νησί που σέβεται τον εαυτό του.

Όλα αυτά θα ήταν ωραία αν η Ίφκινθος (if + κινθος) υπήρχε. Στην πραγματικότητα αποτελεί ιδανική απάντηση στον μονόλογο ενός από τους παραπάνω ενώ κοκορεύεται για το πόσο ωραία πέρασε στην Κάσο, την Ελαφόνησο, ή την Οινούσα. Εκεί ο αναφέρων την Ίφκινθο απολαμβάνει την έκφραση των συνομιλητών του που τολμούν να μην γνωρίζουν αυτόν τον επίγειο μικρό παράδεισο.

- Που λες Μάκη, άλλο πράμα η Μακρόνησος... Παραλίες, σκηνές δίπλα στην θάλασσα, κάτι ψαρούκλες ναα (μετά συγχωρήσεως), μόνο 4 κάτοικοι και μια καντίνα... Ιστορικό υποόβαθρο... Αυτές ήταν διακοπές...
- Νταξ... Μακρόνησος... Λαστ Γίαρ... Εγώ φιλαράκι πήγα Ίφκινθο... Τι να μου πεις και συ...
- Ίφκινθο; Τι είναι αυτό ρε Μάκη;
- Καλά τίποτα δεν ξέρεις; Εκεί ήταν εξόριστος τον 15ο αιώνα ο Ολλανδός πρωτοαναρχικός Φαν Μπρόικελεν... Άλλη φάση αγόρι μου, τι να κλάσει η Μακρόνησος...

Ουτοπίες της καθομιλουμένης και της αργκό: Γκουαλνταμπουγκντάλα, Δρυμίκλανα, Ίφκινθος, Κουραδόκαστρο, Κωλοπετεινίτσα, Λέτσοβο, Σέκλανα, Τζιβιτζιλοχώρια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

γαμιστρώνας, γαμηστρώνας

Γαμιστρώνας είναι ένα σπίτι (συνήθως «γκαρσονιέρα», εκ του γαλλικού γκαρσόν (=αγόρι), που χρησιμοποιείται είτε από έναν εργένη (ο οποίος δεν μπορεί να το κάνει στο σπίτι του λόγω μάνας), είτε από παντρεμένο, για εξωσυζυγικές σχέσεις.

Αυτό το δυάρι το νοικιάζει ένας λεφτάς, αλλά δεν μένει εδώ. Θα το χρησιμοποιεί φαίνεται για γαμιστρώνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ξεπεσμένο κωλόμπαρο, όπου μαζεύονται άντρες τύπου Ζαχόπουλου -με μπάκα ως το Σύνταγμα- και χαμουρεύουν τις γκόμενες στους καναπέδες, δείχνοντας και καλά ότι η γκόμενα είναι μόνο για αυτούς. Συναντάται κυρίως στις ακριτικές περιοχές της χώρας.

- Πού να πάμε ρε μαλάκα καθημερινή. Δεν θα έχει πουθενά κόσμο.
- Πάμε σε κανά ζαχοπουλάδικο να γελάσουμε;

Ταιριάζει κι εδώ... (από Khan, 06/10/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα μέρος πολύ μακρυνό, που πολλές φορές δεν ξέρουμε πού είναι.

-Τι λες; Πάμε διήμερο στο Λαγονήσι;
-Οχου, όρεξη έχεις να τρέχουμε στα παπάρια του Δία... Πάμε κάπου πιο κοντά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο στρατό σημαίνει «Κέντρο Ψυχαγωγίας Μονάδων». Επειδή όμως στον συγκεκριμένο χώρο έχει μόνο άντρες, σημαίνει και το μέρος που είναι γεμάτο άντρες.

- Πάμε για ποτό σε εκείνο το μπαράκι;
- Όχι ρε, Κ.Ψ.Μ. είναι το μαγαζί.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μέρος το οποίο μαγνητίζει τον γυναικείο πληθυσμό ή που συχνάζουν πολλά κορίτσια.

Καλά... πήγα χθες σε ένα club... σκέτη μουνοπαγίδα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μέρος στο οποίο συχνάζουν gay.

Χρησιμοποιείται για gay club - bar - cafe.

Συνάντησα τον x σε ένα πουστράδικο.

Got a better definition? Add it!

Published

Το ντεκολτέ που φανερώνει πληθωρικό στήθος, το αντίθετο του αβυζαλέου.

Ενώ την είχαμε συνηθίσει με φόρμες και τζιν, στο πάρτι φορούσε ένα φοβερό φόρεμα με σκίσιμο από πίσω κι ένα ντεκολτέ... Βυζούβιος φίλε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified