Selected tags

Further tags

Πραγματικά διατηρώ ακόμα ενδοιασμούς για το αν το λήμμα αποτελεί σλανγκιά, αλλά έχει ακουστεί και ακούγεται τόσο συχνά, που ίσως τελικά να είναι.

Και φυσικά αναφερόμαστε στα συμπαθή σκυλάκια ράτσας κόλεϊ, όπως είναι σωστά, που όμως λόγω της επιτυχίας και φήμης της γνωστής σειράς Λάσσυ κάμποσα χρόνια πριν, έφτασε το όνομα να αντικαταστήσει την ίδια την ράτσα...

Για την ιστορία, η Λάσσι βασίζεται σε μυθιστόρημα του Έρικ Νάιτ πάνω στο οποίο βασίστηκε αργότερα (δεκαετία '50-'60) η ομώνυμη σειρά.

  1. - Αχ τι χαριτωμένο το σκυλάκι σας, Λάσσι είναι , εεε;; - ...

  2. - ... Ποιος είναι ρε ο Μάκης ; - 'Ελα ρε, αυτός ο ψηλός που μένει δίπλα στου Στέφανου, με το σκύλο τον ωραίο... - Α ναι, τη Λάσσι! - Κόλεϊ βρε μαλάκα, έλεος!

(από rigo21, 12/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η χαρακτηριστική ύβρις που χρησιμοποιεί ο Βασίλης Λεβέντης, ο θρυλικός Πρόεδρος της Ενώσεως Κεντρώων, ήτοι του Κόμματος των Ηρώων, προς άπαντα φαρσέρ, που στην πραγματικότητα είναι δάκτυλος του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας. Οι τελευταίοι εννοείται ότι απειλούνται από τον ήρωα πολιτικό και μετέρχονται κάθε αθέμιτου μέσου για να τον παραγκωνίσουν.

Η λέξη απ' το «καθιζάνω» είναι η λόγια εκδοχή του «κατακάθι» και δείχνει την κουλτούρα και τον πολιτικό πολιτισμό του Βασίλη Λεβέντη.

Καθίζημα: Έχεις δίκιο Πρόεδρε, όπως τα λες! Δεν πάει άλλο με το ΠΑΣΟΚ! Για να ρίξεις πούτσο θες τρία χιλιάρικα! Πού θα πάει αυτή η κατάσταση! (Σ.ς.: 9 Ευρώ δηλαδή και διαμαρτύρεται! Αχ, αυτές ήταν εποχές, πριν το Ευρώ!).

Λεβέντης: Αυτό που λέτε, αγαπητέ φίλε, να πάτε να το κάνετε στα γραφεία του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας, στα καθιζήματα!

(από Khan, 05/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασικό μαργαριτάρι που έχει πλέον παγιωθεί ως η σλανγκική εκφορά του «οι μεν και οι δε». Πρβλ. αφενός, αφεδύο. Υπήρχε και ομώνυμη κωμική σειρά στον Αντένα. Μερικές φορές λέγεται με νόημα, όταν οι μεν κάνουν κάτι, ενώ οι δε δεν το κάνουν.

Άρης: - Πώς πάνε οι γκόμενές σου Μένιο;
Μένιος: - Με την μεν Λάουρα έχουμε ξεσκιστεί στο γαμήσι. Με την δεν Λίλιαν δεν... Πολύ απλά δεν...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

O προικισμένος και με πολλές αντοχές στο κρεβάτι ανήρ. Προέρχεται από την παιδική σειρά «Thundercats» που παρουσίαζε αιλουροειδείς υπερήρωες να μάχονται τις δυνάμεις του κακού.

Όλα τα λεφτά ήταν το σπαθί του αρχηγού Λάηο, το οποίο ξεκινούσε ως συνεσταλμένο εγχειρίδιο και διαστελλόταν σταδιακά μέχρι να γίνει μια σπαθάρα να!, μετά συγχωρήσεως, στους ρυθμούς της πολεμικής ιαχής: «Thunder! (Πρώτη δειλή στύση). Thunder! (Έχει στο μεταξύ θεριέψει). Thundercat! (Σπαθάρα να!!!) OOOOOOh! (Η τελική οργασμική ιαχή)».

Έτσι ενώ οι μικρότεροι των πρώτων τάξεων του Δημοτικού το φώναζαν ανυποψίαστοι, όπως προφανώς και οι εμπνευσμένοι συντελεστές της μαρβελιάς (εκτός κι αν ήθελαν να προσφέρουν μια πρώτη εξοικείωση με σεξουαλική διαπαιδαγώγηση), οι λίγο μεγαλύτεροι (τελευταίες τάξεις Δημοτικού) χρησιμοποιούσαν την ιαχή «Θάντερκατ» ως συνώνυμο της στύσης και του γαμησιού.

Γι' αυτό και από τις παιδικές μας αναμνήσεις έχει μείνει η έκφραση Θάντερκατ να σημαίνει τον ντούρο και ντούρασελ.

Ασίστ: Σάσα.

«Θάντερ! Θάντερ! Θάντερκατ! Οοοοοοοο!», φώναζε ο Πέρι στον Πιερ εκεί στην ζούγκλα με τα λιοντάρια και τους αίλουρους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην χώρα που ανθεί η φαιδρά πορτοκαλέα, οι καναλάρχες (ή, με την ευρύτερη έννοια, μιντιάρχες) αποτελούν μια από τις πιο αδηφάγες και διαπλεκόμενες φυλές των Μασάει.

Οι καναλάρχες ασκούν μπαμπέσικη πολιτική επιρροή με γνώμονα τα πραγματικά τους επιχειρηματικά συμφέροντα, ήτοι την μεγιστοποίηση κρατικών και κοινοτικών γατοκεφάλων που νέμονται οι κατασκευαστικές και εργοληπτικές εταιρίες που ελέγχουν. Για να πετύχουν τον σκοπό αυτό, επιλέγουν και λιβανίζουν τους ευκαιριακούς τους πολιτικούς συμμάχους, αλλάζοντας πάντα στρατόπεδα κατά το δοκούν.

Δεδομένου ότι η πίτα των μεγάλων δημόσιων έργων είναι πεπερασμένη, και καθώς οι κοινοτικές στρόφιγγες ήδη σφίγγουν, το απροκάλυπτο αλληλοσφάξιμο μεταξύ τους αναμένεται να κλιμακωθεί στο εγγύς μέλλον με άνευ προηγουμένου λύσσα.

Φυσικά, κάθε ομοιότητα τέτοιων λυκοκαυγάδων με τις στρατηγικές κινήσεις ευυπόληπτων καναλαρχών όπως των κ.κ. Λαμπράκη, Αλαφούζου, Κοντομηνά, Μπόμπολα, Κυριακού, Κουρή και Βαρδινογιάννη είναι απόλυτα τυχαίες.

  1. Ο ΑΛΑΦΟΥΖΟΣ Ο ΤΡΙΣΜΕΓΙΣΤΟΣ Ο ΤΙΤΑΝΟΤΕΡΑΣΤΙΟΣ ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΣ ΚΑΝΑΛΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΛΑΔΟΣ
    (από εδώ)

  2. Τράπεζες, εργολάβοι, καναλάρχες και εκδότες έχουν ακεραία την ευθύνη για την κρίση με τα golden boys και τα τσιράκια τους, αφού χρησιμοποίησαν άκρατες μορφές δανεισμού για τις δικές τους επιδιώξεις, αλλά και για τη λεηλασία λαϊκών και ασφαλιστικών αποταμιεύσεων με καταστροφικά αμοιβαία, δομημένα ομόλογα και κάθε μορφής τοξικές επενδυτικές εφαρμογές, που δεν έχουν πάψει ακόμη να τις διαφημίζουν.
    (από εδώ)

  3. Σε μια πρωτοφανή επίδειξη δύναμης επιδόθηκαν άνδρες της προσωπικής ασφάλειας του καναλάρχη Μίνωα Κυριακού. Γρονθοκόπησαν και ξυλοκόπησαν πρόεδρο δημοτικού συμβουλίου που «τόλμησε» να τους επισημάνει την παράνομη κατεύθυνση που ακολουθούσε το αυτοκίνητο στο οποίο επέβαιναν, σε μονόδρομο της Νέας Ερυθραίας.
    (από εδώ)

  4. Καναλάρχης Ισλαμιστικού σταθμού στη Ν.Υ. αποκεφάλισε τη σύζυγό του γιατί του ζήτησε διαζύγιο. (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το δηλητήριο το οποίο καταδικάζονται να πάρουν όσοι παρακολουθούν το δελτίο του Star με αναρίθμητα χαζορεπορτάζ από τη Μύκονο ...

- Πάμε σήμερα κάτω;
- Βαριέμαι ρε μαλάκα..
- Και τι θα κάνεις μεσα ρε;
- Μάλλον θα κάτσω στην τηλεόραση, όλο και κάτι θα 'χει..
- Δες star!
- Ναι, γάματα... θα πάρω μια γερή δόση μυκώνειο, μου φαίνεται!

(από Vrastaman, 26/03/09)

Aπό εδώ στο lexilogia.gr

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που δεν μπορεί χωρίς την ημερήσια δόση του από τα σκουπίδια της tv και τις ειδήσεις του τρίπτυχου σεξοσκάνδαλο-ληστεία-ακρίβεια. Ο τηλετζάνκι. Συνήθως άτομο χαμηλού μορφωτικού επιπέδου, αλλά υπάρχουν και εξαιρέσεις.

Η κατάσταση του υποκειμένου λέγεται «τηλεμαστούρα». Στοιχίζει φτηνότερα από το μπαφάκι, αλλά πολλές φορές είναι μπουρούχα.

Η δικιά μου είναι τηλεμαστούρω. Με ένα «Sex & the city» και λίγο «Aξίζει να το δεις» έχει κλείσει.

Πουτσίλα μυρίζει... Πάλι καλά που δεν το είχε βάλει στον κώλο του, ο τηλεμαστούρης... (από Marco De Sade, 25/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κολλημένος με κάποιο συγκεκριμένο σήριαλ. Ελαφριά μορφή της ασθένειας η οποία μπορεί με τον καιρό να εξελιχτεί σε χρόνια και βαριά (έως θανατηφόρα για τον εγκέφαλο).

Η γυναίκα μου είναι τηλετζάνκι. Όταν παίζει τις «Νοικοκυρές σε απόγνωση» μπορώ να πηδάω άφοβα την μπέιμπι-σίττερ στο διπλανό δωμάτιο.

Το μπουγαδοκόφινο δεν βλέπω πουθενά (από Marco De Sade, 25/03/09)Πάντα υπάρχουν και χειρότερα... (από Marco De Sade, 25/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τηλεκαρπαζοεισπράκτορας. Αυτός που βαριέται να μασάει μόνος του και λαμβάνει αλεσμένη τροφή από τις κατσίκες των καναλιών. Πάσχει από τις ασθένειες του τηλεκαρπαζοεισπράκτορα, καθώς και από κατινισμό βαριάς μορφής.

Ο τηλεφάπας είναι ο καλύτερος φίλος του εισαγγελάτου.

Με πήρε ο ύπνος κι έγειρα... (από Marco De Sade, 25/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τηλεφάπας. Αυτός που στηρίζεται αποκλειστικά στην τι-βί για να διαμορφώσει άποψη. Ο καλύτερος πελάτης των τηλεδημοσιοκάφρων. Συνήθως εκτός από την σκλήρυνση κατά τσιμεντόπλακας, πάσχει και από οσφυαλγίες από τις πολλές ώρες που περνάει στον καναπέ.

Κάποια εκατομμύρια τηλεκαρπαζοεισπράκτορες και μερικοί πονηροί πανηγύρισαν...

Από μικρός στα βάσανα... (από Marco De Sade, 25/03/09)Γιά πελάτες που είναι γάτες... (από Marco De Sade, 25/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified