Further tags

Το Ελληναριό, αγλάισμα λεξιπλασίας μίας πλειάδας λέξεων παρεμφερούς κατηγοριοποίησης (αληταριό, πουσταριό, πουταναριό, καραπουτσαριό, κτλ) περιγράφει ένα σύνολο ετερόκλητων στοιχείων, τα οποία εν προκειμένω αυτοπροσδιορίζονται ως γνήσιοι Έλληνες, πατριώτες και σωτήρες του έθνους. Η ανωτερότητα του έθνους και η αδικία που αντιμετωπίζει είναι τα βασικά σπέρματα στην ιδεολογία του Ελληναριού.

Το Ελληναριό υιοθετεί μία επιλεκτική και ψευδοεπιστημονική προσέγγιση, αποκλειστικά για θέματα εθνικού ενδιαφέροντος, με στόχο να αποδείξει την ανωτερότητα της φυλής και του έθνους. Διαβάζει βιβλία που πωλούνται σε συσκευασία ντουζίνας τηλεοπτικά σε εκπομπές που ο τηλεπατριώτης αλυχτάει και ωρύεται και μπορεί να έχει άποψη περί παντός επιστητού.

Αποφασιστική στιγμή στην εξέλιξη του Ελληναριού ήταν η δεκαετία του '80. Χαρακτηριστική στιγμή ήταν το γεύμα στο εστιατόριο νησιού ή παραθαλάσσιου θέρετρου, όπου παρατηρώντας την αλλοδαπή οικογένεια βορειοευρωπαίων που έτρωγε σαλάτα σχολίαζε την τσιγκουνιά τους, προσθέτοντας στους συμπαριστάμενους ότι «όταν αυτοί ήταν στα δέντρα, εμείς χτίζαμε Παρθενώνες ».

  1. Σχόλιο σε προσωπικό blog:
    Αθάνατο ελληναριό
    Κι εκεί που νομίζεις ότι τα έχεις ακούσει όλα, αγαπητοί αναγνώστες, προσγειώνεται με τεράστια ταχύτητα στην κεφάλα σου, κεραμίδα μεγατόνων!

  2. Σχόλιο σε ιστοσελίδα με θέμα τους Ολυμπιακούς του 2004:
    Τι δουλειά έχει το καφρο-Ελληναριό στο Ολυμπιακό Στάδιο;
    Κάναμε τελικά (παρά τις αρκετές μαλακίες, σε γενικό σύνολο) ΠΕΤΥΧΗΜΕΝΟΥΣ (οργανωτικά) αγώνες και έρχονται οι «μέχρι-χτες-καμία-σχέση-με-το-άθλημα» (πού ξανάδαν στίβο οι κάφροι;;;) που πήγαν μόνο για να κάνουν «όλε» στον Κεντέρη και αμαυρώνουν την καλή συνολική εικόνα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για ειδική περίπτωση ψωλίτας. Και πάλι δηλαδή έχουμε να κάνουμε με κοπέλα που αρέσκεται να καβλώνει τους δύστυχους άντρες και να συναναστρέφεται με πολλά κοντάρια (ή και όχι τόσα πολλά). Αυτό που περιγράφει την περίπτωσή της, είναι ότι κυκλοφορεί συχνά- πυκνά έξω ξεβράκωτη! Φοράει φούστες, τζινάκια, κολλανάκια, αλλά το μέσα απουσιάζει. Η δράση της μπορεί να εντοπιστεί και στα γυμναστήρια, όπου μερικές φορές χρησιμοποιεί κολλάν, αλλά δίχως εσώρουχο. Στόχος της να προσελκύσει το μέγιστο αριθμό αντρών.

- Είδα την Άντζι σήμερα στο γυμναστήριο... φορούσε ένα κολλάν και διαγραφόταν ο κώλος της...
-Χμμ... και το στρινγκ της να υποθέσω;
- Αμάν... τώρα που το λες δεν το είδα... δεν πρέπει να φορούσε τίποτα...
- Και αυτή είναι ξεβρατογκόμενα τελικά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εναλλακτική ονομασία της τρέλας, που λάνσαρε ο γνωστός τηλεκαφενόβιος αθλητικογράφος Γεωργίου, αναφερόμενος σε διάφορους προπονητές με αλλοπρόσαλλες αγωνιστικές επιλογές. Παραπέμπει στο γνωστό συμβάν νοσηλείας του Μπάρκουλη σε ψυχιατρικό ίδρυμα.

Ρε τι έκανε πάλι αυτός ο Φερέρ; Μιλάμε ο τύπος πάσχει από οξεία μπαρκουλίτιδα!

(από Khan, 21/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψακί-μουνί: η γυναίκα - κοπέλα που δεν κάνει χρήση του ξυραφιού στο συγκεκριμένο σημείο ή έχει να κάνει μπάνιο από το Πάσχα. Συνήθως χρησιμοποιείται για κοπέλες πού έχουν κάνει το σεξ καθημερινότητα... και όχι με τον ίδιο άντρα!

  1. Πω ρε φίλε χτες γάμησα μία ψακομούνα, τρία προφυλακτικά έβαλα.

  2. Μέσα σε μπαρ-κλάμπ (αντροπαρέα)
    - Ρε φιλέ ωραία γκόμενα αυτή.
    - Άσε ρε μαλάκα, αυτή είναι ψακομούνα, έχει πάρει όλη την περιοχή.

βλ. και παρτόλα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάθε Μουνί Έχει μία Χοντρή Φίλη.

Πείτε την αλήθεια, όλοι το έχετε παρατηρήσει!

-Τσέκαρε τα μωρά που έρχονται...
-Ποια μωρά; Εγώ ένα βλέπω, την άλλη που την κυκλοφορεί;
-Δίκιο έχεις... ΚΑ.Μ.Ε.ΧΟ.Φ. γαμώτο, ΚΑ.Μ.Ε.ΧΟ.Φ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χλευαστικός χαρακτηρισμός οπαδών του ΠΑΟ για τον δημοσιογράφο Κώστα Γκόντζο, τον οποίο θεωρούν νούμερο ένα τσάτσο της διοίκησης Βαρδινογιάννη.

Ο χαρακτηρισμός περιέχει σαφές σεξουαλικό υπονοούμενο (ομοιότητα σχήματος τουλούμπας και πέους) και επίσης ειρωνεύεται τον υπέρβαρο σωματότυπο του δημοσιογράφου. Ο πρώην πρόεδρος της ομάδας Ν. Πατέρας είχε αποκαλέσει έτσι τον Γκόντζο κατά την διάρκεια ραδιοφωνικής του συνέντευξης.

- Ρε φίλε είδες τι έγραψε πάλι ο Τουλούμπας;
- Έλα μωρέ, δεν τον ξέρουμε τόσα χρόνια τι τσάτσος είναι;

Ο περί ου ο λόγος, από όχι και τόσο κολακευτική σελίδα στο φατσοβιβλίο... (από Vrastaman, 02/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προσβλητικός όρος που χρησιμοποιείται για την ξiνή, δύστροπη γυναίκα. Λέγεται και για τις μπουρναζογκόμενες που παριστάνουν τις δύσκολες. Δυνητικά και για όσες έμειναν στο ράφι.

Ρε Σταμάτη, φοβερή γκόμενα η Γιάννα.
– Άσε ρε Νίκο με την ξυλομούνα! Αυτή όπως πάει θα μείνει στο ράφι!

Δες και -μούνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μαϊμού.

Από τον Cheeta, τον θρυλικό χιμπατζή του Ταρζάν.

- ΜΟΥ ΤΗΝ ΔΙΝΕΙ ΠΟΥ ΚΑΘΕ ΛΙΓΟ ΚΑΙ ΛΙΓΑΚΙ ΚΑΠΟΙΟΙ ΠΗΔΑΝΕ ΣΑΝ ΤΗΝ ΤΣΙΤΑ ΑΠΟ ΣΤΑΤΟΥΣ ΣΕ ΣΤΑΤΟΥΣ ΚΑΙ ΑΠΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΣΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑΖΟΥΝ ΤΑ ΠΑΝΤΑ!!! ΠΟΣΟ ΜΑΛΛΟΝ ΟΤΑΝ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΤΟΥΣ ΔΕΝ ΚΟΛΛΑΝΕ ΠΟΥΘΕΝΑ!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
εδώ

- Είδα τον Τζόρβα επιτέλους σε καλή κατάσταση, να εμπνέει μια κάποια σιγουριά στην άμυνα, να σώζει αρκετές φορές την ομάδα κυρίως με τις σωστές τοποθετήσεις του. Διότι ο τερματοφύλακας δεν είναι καλός όταν εκτινάσσεται σαν την Τσίτα δυο μέτρα πέρα, αλλά κυρίως όταν ξέρει να τοποθετείται σωστά και όταν κάνει καλές εξοδους. εκεί

- Oleg Deripaska, a cheeta look-alike without the chimp’s charm and good manners.
Τάκης Θεωδορακόπουλος, παραπέρα

(από Vrastaman, 08/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε ένα ποίημά του για μια αγαπημένη γυναίκα, ο Σεφέρης γράφει: «Για μια Ελένη, για ένα άδειο πουκάμισο». Το άδειο πουκάμισο (και η Ελένη που εδώ δεν απασχολεί), σημαίνουν ότι το νόημα της ζωής είναι το κενό, η φθορά και το απατηλό (οι άγγλοι χρησιμοποιούν την παπαριά: elusive).

Η φράση «άδειο πουκάμισο» έχει έκτοτε αυτονομηθεί και χρησιμοποιείται δίκην κυριολεξίας και εσφαλμένα για να περιγράψει και το χαμένο κορμί, τον τιποτένιο / ουτιδανό, αυτόν που δεν έχει μπέσα / άντερα (βλ.τελευταίο παράδειγμα).

Σύνοδος Ευρωζώνης: Θριαμβολογίες για ένα άδειο πουκάμισο. (από εδώ)

Η επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης θα ήταν θετική εξέλιξη, αλλά χωρίς ιδιαίτερη σημασία. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για «άδειο πουκάμισο». (από εδώ)

Ανάπτυξη χωρίς απασχόληση είναι ένα άδειο πουκάμισο. (από εδώ)

Μη ξεχνάς ότι για μιά καραπουτανάρα, για ένα άδειο πουκάμισο, σφαζόσαντε οι Αχαιοί με τους Τρώες επί 10 χρόνια, σε ένα πόλεμο που δε θα κράταγε πάνω από που δε θα κράταγε πάνω από ένα μήνα αν δεν ερχόσαντε στα μαχαίρια Αχιλλέας κι Αγαμέμνονας για χάρη μιας άλλης πουτάνας. (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καλομαθημένος. Αυτός που τον έχουν στα «όπα-όπα» και «την περνάει πούδρα» (= ζει μια ζωή με ανέσεις).

Συνήθως χρησιμοποιείται ως περιπαικτικός χαρακτηρισμός για οποιονδήποτε απέχει από κάθε μορφή σκληραγώγησης.

- Απο το μισό μέτρο έπεσε ο μαλάκας και κατέληξε με 3 κατάγματα!!
- Πούδραααααας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified