Ο πολύ τσιγκούνης που έχει καβούρια στις τσέπες του.

Σιγά μην κάνει ανακαίνιση στο σπίτι του. Αφού τον ξέρεις τι καβουροτσέπης που είναι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τσιφούτης, τσιγκούναρος, ξηνταβελόνης, σπάγγος, φραγκοφονιάς, ψειροσκοτώνης, της οικονομίας, ο ξεραίνων το παξιμάδι, όλα αυτά.

Μαζεύει ο καρμιροσάκουλος, και δώστου...τι θα τα κάνεις καημένε; Ωρε, έχουν τα σάβανα τσέπες;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο παθολογικά τσιγκούνης. Λέγεται πως οι Σκώτοι είναι καρμίρηδες του θανατά.

- Πέντε πίτσες αμόλησα στου Παπαδόπουλου, και δεν άφησε πουρμπούρι ούτε το εικοσάλεπτο!
- Γελάσαμε πάλι! Ρε, τον έχουμε πελάτη από τότε που ανοίξαμε κι ούτε μια φορά δεν έχει αφήσει δεκάρα τσακιστή. Μιλάς για μεγάλο Σκωτσέζο!

(από σφυρίζων, 03/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γαμοσλανγκοπροθήμα βλαχο- προσδίδει σε σχεδόν οποιαδήποτε λέξη μια ουρδεσάνς χυδαίου και νεοπλουτίστικου. Σιγουράκι. Στα πλαίσια αυτά, βλαχοφιλελέδες αποκαλούνται τα πρηξαρχίδια που παπαγαλίζουν καμαρωτά χυδαίες φιλελέ ή νεοφιλελέ κασέτες, συχνά χωρίς να καταλαβαίνουν τι λένε.

Το εν λόγω μπινελίκι εξαπολύεται, inter alia:

Πάσα από το δουπού και πρώτο μήδι: ΜηΧεΣω.

1.Οι μόνες επιχειρήσεις που όταν κλείνουν συγκινούν τους βλαχοφιλελέδες είναι αυτές του ΚΚΕ Βλ.

2.ΠΟΙΟΣ ΠΟΥΣΤΗΣ ΡΕ ΜΑΛΑΚΕΣ ΕΜΑΘΕ ΤΟ TWITTER ΣΤΟΥΣ ΒΛΑΧΟΦΙΛΕΛΕ; ΚΑΛΑ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΣΤΟ FB; (Φωνακλάς, εδώ.)

3.αμα αρχίσουν οι βλαχοφιλελε τις ντοπιολαλιες γαμα τα Βλ.

4.Crash-test κλασικών φιλελέδων vs. βλαχοφιλελέδων: συγκρίνατε την αισθητική των μετεκλογικών δηλώσεων Στέφανου Μάνου και Θάνου Τζήμερου:

«Ελπίζω οι δυνάμεις που αναδείχθηκαν να μπορέσουν να συνεργαστούν να φτιαχτεί μια κυβέρνηση για να κυβερνηθεί η χώρα. Με τις δυνάμεις που διαθέτουμε θα βοηθήσουμε, γιατί κινδυνεύει να διαλυθεί ο τόπος» (Στ. Μάνος)

«...αναγνωρίζω πως είμαι προδότης, προδότης, προδότης (μπορείτε να το συνεχίσετε εσαεί), δοσίλογος, γερμανοτσολιάς, σκουλήκι που έκλεψε την ψήφο σας για δικό του όφελος, αλήτης, χαμερπής, κάθαρμα, μικροτσούτσουνη κομπλεξάρα (...) Εν τω μεταξύ, όλοι εσείς που πέσατε να κατασπαράξετε με λύσσα το πρώτο κόμμα που έγινε από ανθρώπους της διπλανής πόρτας, επειδή δεν τα έκανε όλα ακριβώς όπως τα είχατε στο μυαλό σας, να χαίρεστε την ανανέωση του πολιτικού σκηνικού που προέκυψε με την ψήφο σας ή με την αποχή σας.» (Θ. Τζήμερος)

@πορδοσάλτε (από σφυρίζων, 22/11/13) Το πέρασμα του Νίκου Ορφανού από τον ρόλο του Κίτσου στη βουλευτική έδρα με το φιλελέφτ Ποτάμι συνιστά μία κομβική στιγμή για τον ελληνικό βλαχοφιλελευθερισμό. (από Khan, 15/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τοπικός ιδιωματισμός από την Αρκαδία για τον τσιγκούνη. Για ιδιωματισμούς από την Αρκαδία δες εδώ. Για ενδιαφέρουσες υποθέσεις για την ετυμολογία του καρμίρης δες εδώ.

Πάσα (Δ.Π.): tzagos.

Δεν δίνει του αγγέλου του νερό ο καρμιροσάκκουλος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τσιγκούνης, αυτός που δεν δίνει τα λεφτά του.

Σίγα μην μας κερνούσε κιόλας ο γερολαδάς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από την παλιά καλή και ξένοιαστη εποχή της δραχμής, ο τσιγκούνης, φραγκοκίλερ, φραγκοφονιάς.

Πάλι μια μελιτζανοσαλάτα μόνο παράγγειλε στην ταβέρνα ο δραχμολάτρης και φυσικά μετά πλήρωσε ρεφενέ.

(από joe909, 04/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην σλανγκ της φυλακής είναι ο κρατούμενος για οικονομικά εγκλήματα που, όπως και να το κάνουμε, είναι μερικά κλικ πιο κύριλλος από τους άλλους που ο καλύτερος έχει σκοτώσει τη μάνα του. Βέβαια οι κακοί είναι έξω από την φυλακή.

Φέρανε έναν σοβαρό σήμερα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εντάσσεται στην ευρύτερη συνομοταξία των τσιγκουνοειδών, αλλά έχει ορισμένες ιδιαιτερότητες που τον διαφοροποιούν από τα υπόλοιπα είδη της συνομοταξίας.

Συνδυάζει μεταξύ άλλων τα σπάνια χαρίσματα της τσιγκουνιάς, καρμιριάς, ξινίλας και μούχλας. σε μια δοσολογία αξιοθαύμαστη για τη μη τύρηση του μέτρου.

Η απόλυτη κατάρρευση της ρήσης «τα πάντα εν σοφία εποίησες». Ετυμολογικά παραπέμπει σε μυτζήθρα και όλα τα μυτζηθροπαράγωγα.

Ο μιντζίρης απαντάται ελεύθερος στη φύση ή ως στέλεχος τραπεζικών, μεσιτικών, ασφαλιστικών οργανισμών, τομείς στους οποίους το προσόν της μιντζιριάς είναι περιζήτητο.

Στον ιδιωτικό τομέα, αν κάποιος αντιληφθεί ότι το αφεντικό του είναι μιντζίρης, το καλύτερο που έχει να κάνει είναι να ψάξει άλλη δουλειά και να φύγει άρον άρον. Να μην κοιτάξει ποτέ πίσω του και να μην μπει στο τριπάκι αποζημίωσης από τον μιντζίρη. Είναι πιθανότερο να βγουν του σπανού τα γένια παρά κάποιος να ξεγελάσει στα λεφτά έναν μιντζίρη.

Η σύνταξη του γερο-μιντζίρη αρκεί για ζήσει μιντζιροπρεπώς για 3-4 μήνες. Τα υπόλοιπα τα αποταμιεύει για τα δύσκολα γεράματα, ώστε να έχει ένα διαπραγματευτικό χαρτί απέναντι στους επίδοξους μιντζιροκόμους.

Το χειρότερο που μπορεί να σου συμβεί είναι να είναι ο πρώτος που θα συναντήσεις το πρωί. Χειρότερος και από μαύρη γάτα.

Το καλύτερο που μπορεί να σου συμβεί είναι να τον κληρονομήσεις. Θα βρεις σπίτια, χρήματα σε λογαριασμούς και πουγκιά με κοκοράκια στο λιγδιασμένο σεντούκι. Επειδή όμως η συναναστροφή με μιντζίρη κρύβει πολλές εκπλήξεις, είναι σοβαρό το ενδεχόμενο να φας τον γέρο μιντζίρη στη μάπα και να τον κληρονομήσει κάποιος άλλος ή τελικά να σε κληρονομήσει αυτός.

ΠΡΟΣΟΧΗ, Ο μιντζίρης «δαγκώνει».

<ντριιιιν>
<ντριιιιν><ντριιιιν>
- Ποιος διάολο να είναι πρωί-πρωί Κυριακάτικα. - Ρε συγκάτοικε, σήμερα δεν είναι 1η του μηνός;
- Ε! - Ο σπιτονοικοκύρης θα είναι. - Τον πούστη, τον μιντζίρη, γαμώ τα λεφτά του και τα σπίτια του. Μην του ανοίξεις του πούστη. <ντριιιιν><ντριιιιν><ντριιιιν><ντριιιιν>

Συνεχίζεται...

(από ironick, 19/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται (και) έτσι ο Εβραίος / Οβραίος / Ισραηλίτης / πεζοπόρος της Ερυθράς θάλασσας, κ.τ.ο.

Ο όρος χρησιμοποιείται επίσης για να χαρακτηρίσει κάποιον τσιγγούνη ή σπαγκοραμμένο.

Με απάλειψη του καταχρηστικού διφθόγγου -ια- απαντάται και ως τσαφούτης, με το «τσα» παχύ όπως στο αγγλ. channel (=κανάλι).

Συνώνυμο: (ε)ξηνταβελόνης

Ασσίστ: Χότζας, στο μνημειώδες σχόλιο του με τις χήνες του Καπιτωλίου για το λήμμα κάνω την πάπια.

- Σου αφήνει ο μπάρμπα-Μπρίλιος τουλάστιχον κάνα μπουρμπουάρ όταν του παραδίνεις το ντιλίβερι;
- Μπα, ο τσιαφούτης, αυτός δεν δίνει ούτε τ' Αγίου του νερό.

βλ. και τσιφούτης

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified