Selected tags

Further tags

αρχίδια + Ουσ (ή + Ρήμα):

Επιρρηματική χρήση της λέξης. Δηλώνει απαξίωση, διάψευση, δυσπιστία, κλπ

- Η Μάρα Μεϊμαρίδη έχει πάρει 4 διδακτορικά...
- Αρχίδια διδακτορικά έχει πάρει. Το ξέρω από πρώτο χέρι. - Μα το είπε και στην τηλεόραση!
- Καλά, αρχίδια τηλεόραση βλέπεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Λιακόπουλος. Μεταφορικά, αυτός που βλέπει παντού φαντάσματα, εξωγήινους και συνομωσίες.

- Ρε, το είδες αυτό εκεί ψηλά;
- Χαλάρωσε ρε Λιακό!

(από xaxac, 30/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι μαλακίες, τα ανούσια και περιττά λόγια.

- Και πώς περιμένεις να την ρίξεις ρε ηλίθιε, όταν για μία ώρα της μιλάς για τα ζώδια; Άσ' τις πούτσες και μπες στο ψητό!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση για να δηλώσει ότι αυτά που ειπώθηκαν ήταν αρλούμπες ή και ανακριβή. Περιέχει και μια δόση ειρωνείας προς αυτόν που έκανε τη δήλωση.

Έχει ειπωθεί και σε γερμανιστί «άρεν, μάρεν, κουκουνάρεν».

Άμεσα παράγωγα είναι τα εξής:
κουκουνάρια, κουκουνάρεν, κουκουβάουνες (για μεγαλύτερη έμφαση) ή και πολύ απλά κούκου (για να δηλώσει μια άρνηση).

  1. - Άκουσα οτι ο Ολυμπιακός θα πάρει τον Ρονάλντο.
    - Άρες, μάρες, κουκουνάρες.

  2. - Ο Γιάννης θα πάρει Porsche, το έμαθες;
    - Χαχαχαχα, κουκουβάουνεν ρε, αυτός δεν έχει δεκάρα!

  3. - Ρε, το βράδυ λέμε για Ρέμο. Είσαι ψήνακης;
    - Κούκου, έχω διάβασμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κουφό, χαζομάρα, κάτι το οποίο περιμένεις να πει μια ξανθιά.

Εάν δε το άτομο που εκφέρει αυτού του είδους τα μαργαριτάρια, το κάνει συνεχώς μπορούμε να πούμε ότι μιλάει «ξανθά»

Άρα μετά το ποδανά, τα καλιαρντά, τα γαλλικά, τα θεσσαλονικιώτικα, τα σλανγκ, τις ντοπιολαλιές, τα σιχτίρια, τον γουτσισμό, την σεφερλίτιδα, την τρεντογλωσσούζ, μια νέα λεκτική περιπέτεια αλλά και πηγή έμπνευσης ήρθε να προστεθεί στην Ελληνική γλώσσα και στο slang.gr!

Τα ξανθά, πετάγονται σε καθημερινές συζητήσεις αλλά και στα πρωινάδικα από ξανθές, ξανθούς αλλά δυστυχώς και προς κατάρρευση του μύθου της χαζής ξανθιάς, από πολλούς άλλους ανεξαρτήτου φύλου και χρώματος μαλλιών.

Σε αντίθεση με πολλούς άλλους ελληνικούς γλωσσικούς λαβύρινθους, τα ξανθά χαρακτηρίζονται από μια αφέλεια, ένα νάζι και μια βαθιά αθωότητα που προσφέρουν σε όλους τον γέλωτα και την χαρά.

Βαριές μορφές των «ξανθών» είναι ο αντζελισμός αλλά και ο τιραμισουρεαλισμός.

Σε συνδυασμό με Ανορθογραφική Παράτονη Ακρόαση, τα ξανθά γίνονται ακατάληπτα από όλους…

  1. - Γιατί γελάτε έτσι ρε μαλάκες, μήπως πέταξα κανά ξανθό;

  2. - Καλά, χθες, βγήκαμε με δύο γκόμενες, μας τρέλαναν! Μιλούσαν ξανθά όλοι την νύχτα! Δεν μας άφησαν άντερο! Σκέτο ανέκδοτο! Η μια μάλιστα γυρνάει και μου λεει: «Ioρδάνη σε λένε ; έχεις καμιά σχέση με τον ποταμό ;» Αχαχαχαχαχ!
    - Γαμήσατε, γαμήσατε;
    - Ωραία μέρα σήμερα, ε; Πάμε παραλία;

  3. - Πάλι δεν κλείσαμε μπούτι χθες βράδυ… Πρώτα για φραπέ, ήρθε και ένας τρίποδος και πήραμε CD από την μαύρη αγορά, μετά επήγαμε να φάμε είδη υγιεινής, μετά σε ένα μπαράκι, αλλά τι να πω, αυτοί οι δύο δεν ήταν του δικού μας βεγγαλικούς… Ιδίως αυτός ο Ιορδάνης, ο μάνατζμεντ, όλο μου μιλούσε για μειονότητες αλλά όπως ξέρεις εγώ μόνο πλεονεκτήματα έχω, χελλόου… Τελικά τους παρατήσαμε ξυλιασμένους και εκεί που περπατούσαμε για σπίτι βλέπω μια μπανανόφλουδα... Ακόμα πονάει ο κώλος μου από την τούμπα…
    - Μπράβο Μαιράκι, βλέπω μιλάς πολύ καλά τα ξανθά!
    - Mα βρε Ντόλυ μου, μελαχρινή είμαι…

Eγώ επίσης τραγουδώ και ξανθά! (από MXΣ, 05/07/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μερικές φορές όταν βαριόμαστε απελπιστικά, ή έχουμε το ένα χέρι μέσα από το μποξεράκι και παράλληλα μιλάμε με τους φίλους μας στο messenger ή στο facebook, πατάμε όποιο κουμπί βρούμε εάν δεν συζητάμε κάτι ουσιώδες.

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πολλές καταστάσεις.

Βαρεμάρα:
«- re mlk... ti kwlokairos einai aytos...
- sadsafdfdsadsdfsadsafa»

Έκπληξη:
«- phra to kainourio i pod :D
- asddasasdsadasdasdassadasdas oreos»

Δυσάρεστη έκπληξη:
«- ase ti epatha shmera... irthe h dikia sou kai mou ekatse, kai gw fysika den antistathika. den tha me bgaleis kai pousth...
- asdsfddfsdsfdssdfsdafasdafsdsdsdsdsdsdsdsddasfdsfadfas :S:S:S»

Διακοπή συζήτησης:
«- gEia C t kNc;
- adsdas»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη που χαρακτηρίζει ανούσιες και πολλές κουβέντες.

Ένας άλλος τρόπος για να πεις στον συνομιλητή σου να σταματήσει να σου μιλάει γιατί σε έπρηξε.

Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί με όσα μπούρου κρίνεται απαραίτητο από τον ομιλητή.

  1. Με άρχισε στα μπουρουμπούρου.

  2. - Μαλάκα πήγα εχτές στον δικό μας, πέτυχα το Μήτσο τον φλώρο και είχε δίπλα του έεεεενα μουνιιιιί! Αφού έπαθα πλάκα ρε σου λέω, είναι δυνατόν τέτοιο άτομο...
    - Μπουρουμπούρου...

  3. Με έβαλε κάτω και μπουρουμπουρουμπουρουμπουρουμπουρου δε σταμάταγεεεεεε!

βλ. και μπούρου-μπούρου μαλακίες, μπίρι-μπίρι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Σφυρίζω:
    α. αδιάφορα
    β. μάγκικα
    γ. ανυπόμονα
    δ. με υπονοούμενο.

  2. Το ακατάσχετο μπίρι-μπίρι περί ανέμων και υδάτων.

  3. Το χαζοχαρούμενο άτομο ή αυτός που κάνει τον γερμανό ή ο άκυρος, ο απάλευτος.

  4. Ο επιπόλαιος, ο ό,τι νά 'ναι.

  5. Συνώνυμο του χελόου!, του κουκουρούκου κλπ.

  6. Οι υπεκφυγές και οι δικαιολογίες.

  7. Συνώνυμο του και ταλιμπάν, και τα ρέστα παγωτά.

Παμπάλαια έκφραση, μιας και υπήρξε επιθεώρηση του 1925 (Αντώνης Βώττης και Γρηγόρης Κωνσταντινίδης) με αυτόν τον τίτλο (ο Χότζας θα το θυμάται), βλ. εδώ.

Βλ. και φιρουλί φιρουλό, το οποίο προήλθε από το φιρουλί φιρουλά, κι έτσι απαντάμε και στην απορία του γράφοντα.

  1. α. απαξιώ να δώσω οποιαδήποτε άλλη απάντηση !!! φιρουλί φιρουλά (<--- αδιάφορο σφύριγμα αλά ντόναλντ ντακ !!!) (από το νέτι)
    β. Ένα χαμίνι άρχιζε να σφυρίζει:
    φιρουλί φιρουλά έχασες την ευκαιρία κυρά,
    φιρουλί φιρουλό δεν μπορείς να βρεί γαμπρό,
    φιρουλί φιρουλέ πού’ναι η προίκα σου καλέ,
    φιρουλό φιρουλί τα ξόδεψες σε πατσουλί,
    φιρουλί φιρουλάκι δώσε πίσω το τζιπάκι,
    φιρουλί φιρουλάκι θα είσαι ένα ζητιανάκι,
    φιρουλί φιρουλί πάνε όλοι οι γαμπροί…
    (από το νέτι)
    γ. Γιατί το ξενοδοχείο έχει έναν όροφο που έχει μετατρέψει σε σαλόνι και έχει δωρεάν καφέδες. Και ποτά. Και snack. Ούτε ένας στο μηχάνημα του καφέ, υπέροχα. Press: Expresso. Αναμονή. Φιρουλί, φιρουλά. Επ! Επ! Ινδός με αθλητικό τρεξίματος, jean και ΜΑΥΡΗ ΦΟΥΝΤΩΤΗ ΓΟΥΝΑ ΓΙΑ ΠΑΛΤΟ απλώνει το δάχτυλο με το χρυσό δαχτυλίδι στο αριστερό χέρι, τεντώνει το μουστάκι ταβανόβουρτσα και ρωτάει πόσο κάνει το κρασί. (Δεύτερος expresso στην ίδια κούπα, η εμπειρία του Ινδού δεν γίνεται να χαθεί. Press: Expresso. Αναμονή. Φιρουλί, φιρουλά. Είμαι ένας αθώος τουρίστας, φιρουλί φιρουλά, περιμένω τον expresso μου, φιρουλί φιρουλά, φιρουλί φιρουλά).
    (από το νέτι)

  2. - Πώς πήγε το συνέδριο;
    - Όλο φιρουλί φιρουλά και τελικά τίποτα. Μια από τα γίδια.

  3. είσαι στη δουλειά...χτυπάει το τηλέφωνο και σε φωνάζει ο προιστάμενος....πάς και σου λέει ότι να από δω η μαίρη..η κοπέλα που θα σε αντικαταστήσει....δείξτης μερικά πράγματα....οκ την παίρνεις και της δείχνεις δύο μέρες και αυτή είναι φιρουλί φιρουλα...τέρμα άχρηστη....και μαθαίνεις ότι την παίρνει κι ο προιστάμενος...τα παίρνεις και της την λές με τον γυναικείο τρόπο σου και αυτή βάζει λόγια σ αυτόν κι αυτός σε πιέζει με διάφουρος τρόπους εργασιακά κι αυτή φιρουλί φιρουλά κι εσύ κόλαση και ειρωνία....η ερώτηση θάρρους είναι τί θα του έκανες τις επόμενες 5 μέρες...;;;
    (από το νέτι)

  4. Η «φιρουλί-φιρουλά» ανακοίνωση της ΕΣΗΕΑ περί της τήρησης του δημοσιογραφικού απορρήτου, δεν αποτελεί και άποψη ΟΛΩΝ των δημοσιογράφων
    (από το νέτι)

  5. Τραλαρό, τραλαρί… :)
    Όπως και να το κάνουμε πάντα κάνει καλό να ακούμε εγκώμια για το πρόσωπό μας, πόσο μάλλον όταν αυτά γίνονται στο χώρο της δουλειάς. Έτσι δεν είναι;
    Φιρουλί, φιρουλά… :)
    Καλό Σαββατοκύριακο…

  6. Και μη μου λες παπαριές και φιρουλί φιρουλά, περιμένω μια σοβαρή απάντηση και θα την έχω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άδεια λόγια χωρίς νόημα. Από την εικόνα του γουδιού που χτυπάει κανείς ενώ είναι άδειο.

- Αυτόν βρήκες να πιστέψεις; Αέρας κοπανιστός είναι ρε!
- Τι εννοείς; Μένει στο Γουδή;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται ευρύτατα από τους Πατρινούς, αλλά και από τους δυτικοελλαδίτες γενικότερα. Υπάρχει και η ορθογραφία Μοιραλέικα, αλλά δεν είναι ετυμολογικά σωστή.

Η ερμηνεία είναι απλή και δεν θέλει πολλή φαντασία. Όπως συμβαίνει με τα αρχίδια καπαμά και τα αρχίδια μέντολες αναλόγως και εδώ πρόκειται για μαλακίες, για τρίχες, για γελοιότητες.

Ας κοιτάξουμε τώρα και την προέλευση της έκφρασης.

Πολλοί θεωρούν ότι είναι εφεύρεση του πάλαι ποτέ βουλευτή Αχαΐας, Μένιου Κουτσόγιωργα, ο οποίος την έκανε γνωστή πανελληνίως. Για την ιστορία, όταν γνωστός εκδότης ζήτησε από τον Κουτσόγιωργα να σχολιάσει τις φήμες για το σκάνδαλο Κοσκωτά, εκείνος απαξίωσε το ζήτημα, με τον χαρακτηρισμό 'αρχίδια Μιραλέικα'.

Στην πραγματικότητα όμως, άλλη είναι η καταγωγή της έκφρασης. Και συγκεκριμένα, το ένδοξο Μιράλιο ή Μιράλι, μικρό χωριό λίγο έξω από την Πάτρα.

Τι το ξεχωριστό έχουν τα απίδια των Μιραλιωτών; Ό,τι και τα Καλαβρέζικα, φαντάζομαι!

(Από τον Ιστό)

''Τό Πανεπιστήμιο πρώτα είναι χώρος
εκπαίδευσης καί μετά παραγωγής πολιτικής.
Όλα τ΄άλλα είναι αρχίδια Μοιραλέικα
(τό κατά Κουστόγιωργα 1ο,ψαλμός 6ος
στίχος 5ος).

Αναστάσης.''

βλ. και μπαρούφα (-ες)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified