Selected tags

Further tags

Ό,τι ανέλπιστο και ευπρόσδεκτο προκύπτει λόγω συμμετοχής σε συγκεκριμένη αδιάφορη ή και δυσάρεστη διαδικασία / κατάσταση. Μια κουραστική δουλειά, μια βαρετή αγγαρεία ή μια απεχθής συγκυρία, μπορεί να έχει παράπλευρο όφελος (οικονομικό, σεξουαλικό και ταλιμπάν), τα τυχερά της.

Ο παπάς, που αναγκάζεται να ξεποδαριάζεται από σπίτι σε σπίτι για να διώχνει τα κατσιμπουχέρια, έχει τα τυχερά του: παίρνει μισθουλάκο τσεπώνει και τα χαρτζιλίκια - που ενίοτε απαιτεί, άλλο εκείνο, δεν έχει να κάνει. Σε αυτή την περίπτωση το όφελος είναι μονομερές, ο παπάς γελάει και ο άντρας της θειας που κάνει το ευχέλαιο κλαίει.

Ο υδραυλικός που τον καλούν απρόοπτα και του χαλούν τα ούζα στο καφενείο, έχει τα τυχερά του: πα να φτιάξει το σωλήνα, ρίχνει και κανα πουτσαρίκο στην κυρία του σπιτιού που, τι να κάνει κι αυτή, βαρέθηκε να βλέπει μενεγάκη. Σε αυτή την περίπτωση η βλάβη της υδροδότησης έχει τα τυχερά της και για την κυρία, σο κοινό το όφελος.

Ο σωματοφύλακας, με το επικίνδυνο έργο του, έχει τα τυχερά του (βλ. μήδι)

Η γιαγιά Αντιγόνη - άσχημο πράμα τα γηρατειά: Εχει και η τρίτη ηλικία τα τυχερά της! Πριν κάμποσους μήνες είχα μια κατάκτηση! Μη γελάτε σκασμένα, νομίζεται ότι είναι προνόμιο των νιάτων;

Ο φαντάρος - άσχημο πράμα η θητεία : ...και ολη μου η θητεια ηταν σε ενα γραφειο εφοαδιασμου οταν ημουν στον εβρο και εβγαινα για ψωνια 2 φορες την εβδομαδα και ειχα και τα «τυχερα» μου. (σ.ς. γαμούσε ο φαντάρος)

Κρίση - άσχημο πράμα η κρίση: Έχει και η κρίση τα τυχερά της…. [...]Έχουν την εντύπωση ότι ήμαστε κορόιδα. Σίγουρα τα πράγματα δεν είναι καλά, αλλά και αυτοί τα κάνουν χειροτέρα. Πάντως, εγώ την ευκαιρία μου τη βρήκα και την τσίμπησα και άσε τη κρίση να λέει τα δικά της!

Το βυζί της Ριχάνας (sic). (από Galadriel, 11/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ήχος του ντεφιού είναι ρυθμικός μεν, ενδεχομένως τσαχπίνικος, αλλά σίγουρα έντονος και άκομψος. Εξάλλου το ντέφι είναι στην ορχήστρα για το κέφι, εύκολο και βολικό για αξιοποίηση της γλάστρας, η οποία αρκεί να είναι διακοσμητική και δε χρειάζεται να έχει καμιά επιπλέον καλλιτεχνική αξία: αυτή είναι για το ντέφι.

Για το ντέφι είναι κάποιος / κάτι που χαρακτηρίζεται ως κραυγαλέο, άκομψα εντυπωσιακό, τ. λατέρνα, κάτι που κάνει μπαμ με την κακή την έννοια.

Άμα το τραβήξεις και στα άκρα, παίζει και με την έννοια «εξώλης και προώλης» ε, τόσος εντυπωσιασμός πια, τόσο μπαμ, τόσο γλαστρέ κατάσταση, τρώμε και καναν πουτσαρίκο να περνάει η ώρα και κάνουμε και τη βαβούρα μας έτσι να μας προσέχουν όλοι να γουστάρουμε. Σε αυτή την περίπτωση γίνεται συνώνυμο με την αντίστοιχου κάλλους έκφραση για το γάιδαρο καβάλα.

Το «ούτε για το ντέφι» απαξιωτικότερο ακόμα, λες δαν ζίροου σαν να λέμε.

Μποτέ σε νυχάδικο:
-Τι θα βάψουμε; Κάτι διακριτικό ως συνήθως;
-Χμμμ λέω να το γυρίσω σήμερα, έχω κέφια. Κάνε μου ένα κόκκινο μπαμ, ένα τελείως για το ντέφι.


-Ε ρε έπρεπε να ήσουν από μια μεριά να δεις την Σοφία τι φορούσε στο σεμινάριο.
-Η Σοφία που είναι πάντα στην τρίχα;!
-Καλά, χαιρετίσματα... Όλος ο κόσμος ήταν με κοστούμι - ταγιέρ κι η Σοφία ήρθε με ένα ντεκολτέ μέχρι τον αφαλό ρε μαλάκα, εντελώς για το ντέφι!
-Βρήκε γκόμενο;
-Ε ναι.


Ποιματάκι:
Αντί να είναι καλλονή, καμία αλανιάρα
που βλέποντάς την τουμπεκί όλα τα παλικάρια

θα κάνουνε και μια σιωπή στα πλήκτρα θα επέφτει,
είναι ένα κοριτσόπουλο που ούτε για το ντέφι.

δεν θα ‘τανε κατάλληλη, να το κρατά, να παιζ’,
-λέω- για να γινότανε τη νύχτα μια ντιζέζ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απάντηση πασπαρτού σε ερωτήσεις ρητορικές, ενοχλητικές, ανόητες ή αδιάφορες. Σημαίνει ανάλογα με την περίσταση:

  1. Πολύ σωστό το ερώτημά σας, την αυτήν απορία έχω και εγώ.
  2. Κι εγώ πού θες να ξέρω;
  3. Άσε τώρα, πού να σου εξηγώ.
  4. Καλά που το κατάλαβες.
  5. Παράτα μας.

Δηλώνει: Συμφωνία και σύμπνοια με τον ερωτώντα, συνήθως επί ρητορικών ερωτημάτων.
Ή: Απροθυμία απαντήσεως στην ερώτηση. Αποφεύγουμε ν’ απαντήσουμε επιστρέφοντάς την. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο ηλίθιον της ερωτήσεως, ή στο αδιάκριτον αυτής. Το χρησιμοποιούμε δλδ όταν είμαστε υπεράνω του νοητικού επιπέδου του συνομιλητή μας, κι ενώ γνωρίζουμε την απάντηση, ξέρουμε επίσης ότι αυτός δεν πρόκειται να την καταλάβει, οπότε τη χρησιμοποιούμε για να μη χάνουμε το χρόνο μας, ή όταν είμαστε προδήλως αναρμόδιοι για ν’ απαντήσουμε την ερώτηση, ή, τέλος, και όταν έχουμε χεσμένη τη φωλιά μας.

Παρατίθενται ενδεικτικώς ερωτήσεις που χρήζουν της ως άνω απαντήσεως:

(Μετά από πολύωρο ζάπινγκ στα τηλεοπτικά παράθυρα που καλύπτουν την αναζήτηση πρωθυπουργού): -Μα καλά, πόσο μαλάκες είναι επιτέλους;

-Μα αφού το είχα προγραμματίσει το ντιβιντί, γιατί δε γράφηκε τίποτε;

-Αμάν, πού τα’χω αφήσει τα κλειδιά μου ρε συ;

-Όχι, πες μου, φαίνομαι για μαλάκας;

-Ρε φίλο, τι έγινε το μαύρο που είχα στο συρτάρι μου;

-Τι είναι αυτά εδώ τα κοκκινάδια στο λαιμό σου;

-Από ποιους παράγοντες εξαρτάται το ύψος μιας ισοβαρικής επιφάνειας; Η εξάρτηση από τους παράγοντες αυτούς μεταβάλλεται όσο μειώνεται η πίεση μιας ισοβαρικής επιφάνειας;

Got a better definition? Add it!

Published

Εκθέτω. Ξεμπροστιάζω. Παίρνω τα κρυμμένα και τα φέρνω στο φως του ήλιου, εκεί που όλοι μπορούν να τα δουν. Κατ' επέκταση ξεφτιλίζω.

Λάκα είναι το ξέφωτο στην ύπαιθρο, το ανοιχτό πεδίο, το αβέρτο. Όταν κάτι βγαίνει στη λάκα είναι ορατό σε όλους και εκτεθειμένο. Όπερ έδει δείξαι. Τα παραδείγματα περιλαμβάνουν και επεξηγήσεις, το πρώτο για τη χρήση του λήμματος, το δεύτερο για την επεξήγηση του «λάκα» από μόνο του (προφ ως τώρα υπήρχε πάντα η ανάγκη διευκρινήσεων, τώρα υπάρχει πια ο παρών κανονικός ορισμός, πάει κι αυτή η εκκρεμότητα).

Μην τα μπερδεύετε με: την απόλυτα λεξικογραφημένη λάκα - βερνίκι (χαρακτηρίζει και έπιπλα ενίοτε λόγω βαφής), τη φυ-λάκα και βεβαίως τον μα-λάκα. Αυτά βγαίνουν στο γούγλε γούγλε βέβαια αλλά καμία σχέση.

Εκεί: [...] Αμα πάλι έδειχνε κάποια τσόντα, υποτίθεται, για εκείνη την εποχή π.χ. ο ηθποποιός να φιλήσει την ηθοποιό, [...] Αλλες πάλι συντηρητικές γυναίκες έλεγαν δυνατά: «Κοίτα την παλιοβρόμα που δεν ντρέπεται, πάει ...; χάλασε ο κόσμος, τα βγάλανε ούλα στη λάκα». Τα βγάλανε ούλα στη λάκα σήμαινε ότι τα βγάλανε όλα στη φόρα και δεν σέβονται κανέναν. Ακούς εκεί να φιλιώνται σαν τα γαϊδούρια. Θεός φυλάξοι καιτί άλλο έχουμε οι κακόμοιροι ακόμα να ειδούμε.

Εδώ: Πατέρας: όταν θα πεθάνω γιε μου να μη με θάψετε αλλά να μ' αφήσετε στη 'λάκα' ( ύπαιθρο )
Γιος : ¨Μα θα σε τρώνε τα όρνια πατέρα..
Πατέρας: Ε ! Τότε να μου αφήσετε δίπλα μου και τη μαγκούρα για να τα διώχνω..

Γκιώνα: Η τοποθεσία "Λάκα Σπανάκι" ανεβαίνοντας για την Βαθιά Λάκα. Στο βάθος η Πυραμίδα. (από Galadriel, 10/11/11)Γκιώνα: Η Βαθιά Λάκα το καλοκαίρι.. (φωτός του Bear) (από Galadriel, 10/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Όχι απλά σίγουρα, αλλά κατευθείαν, αμέσως και ενθουσιωδώς. Σίγουρα προς μία κατεύθυνση και μάλιστα με τεράστια ταχύτητα - με όσα, μαλλιά, χίλια χιλιόμετρα την ώρα που λέει ο λόγος.

Ως προς τη ταχύτητα, συναφές με τα σούμπιτα, αλλά και στο καπάκι, dt, πατ-κιουτ, σφαιράδην, τσακ μπαμ, στο πιτς-φιτίλι.

Ως προς τη βεβαιότητα, αντίστοιχο ανάλογα με την περίσταση με τα αβλεπί, αεράτα, άκοπα, ανοιχτά, για πλάκα, γκαραντί, εύκολα, κανονικά, σβηστά, στάνταρ, χαλαρά.

Εδώ ενθουσιώδης βεβαιότητα: «Στην ΑΕΚ με τα χίλια» - Το ενδιαφέρον που φέρεται να έχει εκφράσει η ΑΕΚ για τον Θανάση Κανούλα έχει ενθουσιάσει τον νεαρό μέσο.

Εδώ ταχύτητα: Καλπάζει με... τα χίλια το AIDS στη χώρα μας

Εδώ βεβαιότητα και ταχύτητα και τα πάντα όλα: Λίλα με τα χίλια (μήδι 1).

Λίλα με τα χίλια σύμφωνα με τα τριφύλλια τους - Παράδειγμα 3 (από Galadriel, 09/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Είμαι λάθος;»: Έχω δίκιο με τα χίλια, στανταράκι, όποιον και να ρωτήσεις με στηρίζει, η άποψή μου είναι γαμάτη ασφαλώς, έτσι δεν είναι;

Η απάντηση που αναμένεται σε αυτήν τη ρητορική ερώτηση είναι «όχι ρε φίλο, τι λες τώρα, είσαι σωστός, είσαι μεγαλειώδης, είσαι τιτανοτεράστιος και στην τελική αφού εσύ δεν κάνεις λάθος ποτέ κι έχεις και εκφραστικά πόδια».

Συναφές με το «κάνω λάθος;» περικλείει μεγαλύτερη δραματικότητα: Όταν κάνω λάθος σημαίνει ότι αναγνωρίζω στον εαυτό μου τη δυνατότητα να κάνει και τίποτα σωστό, μια αυτοπεποίθηση μου 'χει μείνει και παίζει τελικά να 'ναι και στραβός ο γιαλός. Αντιθέτως αν είμαι λάθος θα πει πως σίγουρα είμαι εγώ που αρμενίζω στραβά, ο δρόμος που 'χω πάρει γενικώς στη σκέψη και στην ύπαρξη είναι αγύριστος. Ενδελεχής ανάπτυξη εδώ.

Σχετικό το πιο μέινστριμ «έχω λάθος» (υπονοείται το «άποψη»). Είμαι λάθος; Όχι δεν είμαι. Και αυτό σωστό.

Ναζιάρα: Επιμένω να είμαι ρομαντική. Είμαι λάθος;;; Δεν ξέρω. Τελικά τόσο αιθεροβάμον είμαι ; Ανώριμη; Ρομαντική; Ονειροπόλα; Επιμένω να είμαι συναισθηματική . Έχω κι εγώ τα ελαττώματά μου ...;

Τρολ: ΕΙΜΑΙ ΛΑΘΟΣ ΠΟΥ ΕΙΜΑΙ ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΚΟΥΜΠΑΡΑ ΜΟΥ; Ναί είναι άλήθεια .Ισως τό βλέπει .Βοηθείστεμαι τί νά κάνω ; Υπάρχει όμως μιά μικρή διαφορά ήλικείας. Εγώ 55 -καί ή κομπαρούλα μου 34.Υποφέρω !!!!!!! [sic]

Σκληρός: «Είπα στη Mέρκελ «Κοίτα, αν το σχέδιό σου έχει αποτέλεσμα, τότε είμαι λάθος», «Αν όμως αν δεν έχει αποτέλεσμα, τότε θα χρειαστείς ένα νέο σχέδιο και εγώ είμαι αυτός που μπορεί να το εφαρμόσει», απάντησε ο κ. Σαμαράς στις επίμονες πιέσεις της κ. Μέρκελ να συναινέσει υπέρ του Μεσοπρόθεσμου.

(από Galadriel, 09/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γειά σου αμόρε!

Η φράση «για περάστε γιατσεμόρε» ακούγεται στο τραγούδι του «Θίασου» του Αγγελόπουλου σε πολλά μέρη του έργου. Έσπαζα το κεφάλι μου να καταλάβω τι λέει, μέχρι που κάποτε μου το εξήγησε μια από τις ηθοποιούς που έπαιξε στο έργο: ήταν προσφιλής χαιρετισμός προς τους περαστικούς, από γυναίκες που έκαναν τον κράχτη σε επιχειρήσεις θεάματος. Επειδή όμως η λέξη «αμόρε» ήταν άγνωστη στα λαϊκά στρώματα (γεια σου Αλέκα με τα ωραία σου) , αυτοί άκουγαν ό,τι ήθελαν.

Για περάστε, γιαξεμπόρε!

με ανάλυση... (από MXΣ, 08/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αστειατόρικη έκφραση που σημαίνει «είσαι ωραίος» ή σωραίος. Λέγεται επιβραβευτικά όταν κάποιος έχει κάνει ή πει ή εξιστορήσει κάτι ωραίο. Δηλαδή από τον χαρακτηρισμό ναζωραίος για τον Χριστό κρατάμε μόνο το τέλος «ωραίος». Πιθανότατα επέδρασε και αυτό το ανέκδοτο για την έκφραση, η οποία πάντως είναι, νομίζω, λιγότερο συχνή από τα ζαγωραίος και Ζαγοράκης.

  1. - Παιδιά αφήστε θα κεράσω εγώ, αύριο είναι τα γενέθλιά μου!
    - Ναζωραίος!

  2. Ο παλιός είναι ωραίος, κι ο νέος είναι Ναζωραίος (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Είναι το σημείο (επίσης η κίνηση προς αυτό ή η δημιουργία αυτού) το οποίο παρέχει κάποια κάλυψη, συνήθως από τα στοιχεία της φύσης. Συντάσσεται συνήθως με την λέξη «κάνω» (βλ. παράδειγμα).

Τοπικός ιδιωματισμός που απαντάται από την ανατολική πλευρά του Νομού Καβάλας έως και όλη την Θράκη.

Δεν γνωρίζω καθόλου για την ορθογραφία της λέξης, την ετυμολογία ή το γένος, η ορθογραφία που χρησιμοποίησα είναι στην τύχη. Οποιοσδήποτε έχει πληροφορίες παρακαλώ να συμπληρώσει.

  1. Έλα προς τα δώ που κάνει λίγο κοητί ρε, τζάμπα σε χτυπάει ο αέρας εκεί.

  2. Μήτσο κάνε λίγο κοητί ρε να ανάψω μια τσιγάρα.

  3. - Χτες μας θέρισε η βροχή ρε μάγκα πάνω στο βουνό.
    - Δε λες πάλι καλά που βρήκαμε εκείνο το πεσμένο δέντρο και έκανε λίγο κοητί;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γυναικείος αυνανισμός.

Και εξηγούμαι: όσοι έχετε διαβάσει το λήμμα ανεμοκιθάρα είστε εξοικειωμένοι με την κίνηση του παιξίματος φανταστικής κιθάρας (παίξιμο στον αέρα). Αν εστιάσουμε στο δεξί χέρι του «κιθαρίστα», τότε θα καταλάβουμε πως η παλινδρόμησή του πάνω από τις χορδές, προσομοιάζει σαφώς με την επαναλαμβανόμενη κίνηση του χεριού της γυναίκας πάνω από την κλειτορίδα κατά τη διάρκεια του γυναικείου αυνανισμού.

Για καλύτερη απόδοση του νοήματος, η έκφραση δύναται να συνοδευτεί και από αντίστοιχη χειρονομία παιξίματος «ανεμοκιθάρας ». (Όπως η λέξη «μαλάκας» συνοδεύεται από την αντίστοιχη χειρονομία).

- Τι γίνεσαι ρε Μαίρη; Πώς ήταν το καλοκαίρι στη Μύκονο;
- Ε, μέτρια πράγματα...
- Τι; Δεν σου την έπεσε κανείς; Δεν έγινε τίποτα τόσες μέρες;
- Τι περίμενες να γίνει; Αφού όλοι εκεί τον τινάζουν τον κουραμπιέ ...
- Κατάλαβα... Δηλαδή με σόλο κιθάρα την έβγαλες στις διακοπές...!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified