Selected tags

Further tags

Η έκφραση χρησιμοποιείται για να εκφράσει ισοπέδωση, κατάρρευση, ξεπεσμό η και απειλή.

  1. Μη μου κάνεις μαγκιές γιατί θα σε κάνω ένα με το χώμα.

  2. Ο πύργος κατέρρευσε κι έγινε ένα με το χώμα.

  3. Με τα ναρκωτικά που έμπλεξε ξέπεσε τελείως, έγινε ένα με το χώμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ραντάρ (radio detecting and ranging - ραδιοεντοπιστής, επί το ελληνικότερο) είναι βέβαια το ηλεκτρονικό εκείνο σύστημα που με τη χρήση ραδιοκυμάτων βοηθά στον εντοπισμό και την παρακολούθηση κινητών κι ακίνητων αντικειμένων – στόχων, εξυπηρετώντας τα μάλα στρατιωτικούς, μετεωρολόγους, ναυσιπλοείς, ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας και άλλους πολλούς.

Όταν λοιπόν εκτός τέτοιων σιναφιών λέμε πως έχουμε κάτι ή κάποιον στο ραντάρ, εννοούμε πως μας ενδιαφέρει, πως τον παρακολουθούμε από κοντά, πως ελέγχουμε τις κινήσεις του.

Αλλά μοιραία το σύστημα, όπως κάθε σύστημα, έχει κι αυτό τις αδυναμίες του. Έτσι, αν κάτι (π.χ. μικρό αεροπλάνο κάργα στο κοκό) κινείται στα μουλωχτά κοντά στο ύψος της επιφάνειας του εδάφους, (κάτω απ’ το πεδίο δράσης του ραντάρ) δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό. (Μια απ’ τις εξελίξεις του «βαποριού απ’ την Περσία» είναι «το Τσέσνα απ’ την Κολομβία»).

Η έκφραση αποτελεί μετάφραση των αγγλικών «fly/slip under somebody’s/ the radar» και σημαίνει πως κάτι συμβαίνει κρυφίως (κι ενίοτε δολίως και υπούλως), χωρίς να γίνεται αντιληπτό και χωρίς να τραβά την προσοχή (συχνότατα του νόμου, των ΜΜΕ άρα του κοινού) αν και θα έπρεπε.

Είναι η τεχνολογική εξέλιξη – ευφημισμός του «κάτι γίνεται κάτω απ’ τη μύτη κάποιου άλλου».

Ειδικότερα, στα πολιτικά σινάφια αναφέρεται στο παρασκηνιακό νταλαβέρι που συμβαίνει μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας (π.χ. μυστική διπλωματία, κατάστρωση μη ανακοινώσιμης ατζέντας και γενικά όλα αυτά που φοβίζουν το Βασίλη) και συμπληρώνει -κατά μια έννοια- τον διεθνή δημοσιογραφικό όρο «off the record» (ελληνιστί: «με κλειστό μαγνητόφωνο» και σλαγκιστί μεταξύ μας, Μεταξά), υπονοώντας πως κάποιοι τα κάνανε πλακάκια / τάτσι, μήτσι, κότσι.

1. Στο ραντάρ της Λίβερπουλ ο Ντιέγκο Περότι
(υπονοείται το ενδιαφέρον της ομάδας να αποκτήσει τον παίκτη)

2, Δεδομένου ότι ο χημικός δουλεύει «υπό πίεση» (παράνομο ντε είναι αυτό που κάνει), πιθανόν να χρησιμοποιήσει και ακάθαρτα υλικά για να μείνει κάτω από το ραντάρ. Δεν έχει την πολυτέλεια να παραγγείλει καθαρότατα χημικά από εταιρίες και να κινήσει τα βλέμματα πάνω του («τι τα θέλει αυτός αυτά όλα;»). (αναφέρεται στην κατασκευή ναρκωτικών)

3.Σήμερα το σκάνδαλο δεν είναι μόνο το βιτριόλι, αλλά το ότι χιλιάδες Έλληνες και αλλοδαποί ακροβατούν στην κόψη του «ηθικού και νόμιμου», κάτω από το ραντάρ της εργατικής νομοθεσίας. (αναφέρεται στο αίσχος που υπέστη η Κωνσταντίνα Κούνεβα)

4.Η κίνηση να παραγραφούν οφειλές προς το δημόσιο ύψους 24 δισεκατομμυρίων είναι η πρώτη και βασική κίνηση για αύξηση των εσόδων του δημοσίου το επόμενο διάστημα. Από αυτό το ποσό μεγάλο μέρος είναι όντως οφειλές από χρεοκοπημένες επιχειρήσεις ή αδύνατο να εισπραχθούν. Δεν υπάρχει όμως πλήρης διαφάνεια στη διαδικασία γιατί μεγάλο μέρος αφορά και μια ανεπίσημη -«κάτω από το ραντάρ»- παραγραφή χρεών διαφόρων μεγάλων επιχειρήσεων.
(υπονοείται πιθανή συνταγματική παραβίαση της παραγράφου 5 του άρθρου 4 του Συντάγματος –«οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους».)

5.Μα έχω καταθέσει εδώ και πολλούς μήνες δημόσια μια αναλυτική πρόταση με τίτλο «εδώ και τώρα επανατοποθέτηση του ελληνικού ζητήματος στην ευρωζώνη», που, εκτός των άλλων, περιλαμβάνει τη συντεταγμένη «αναδιάρθρωση» του χρέους, δηλαδή τον συνολικό αναπρογραμματισμό του και την de facto αναμόρφωση του μνημονίου με αναπτυξιακά κριτήρια, ενώ αναδεικνύει τις εγγενείς αντιφάσεις και ανισορροπίες της ευρωζώνης. Η υποδοχή της, κάτω από τα ραντάρ, ήταν εντυπωσιακή σε όλο το πολιτικό φάσμα.
(από πρόσφατη συνέντευξη του Μίμη Ανδρουλάκη)

(όλα από το δίχτυ)

Άντε απο κάτω απο τα ραντάρια... (από HODJAS, 18/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εναλλακτικά για το «την πουλεύω».

- Έλα να τον ιππεύσουμε σίγα σιγά, γιατί πέρασε η ώρα.
- Ρε καθίσετε μέχρι να φύγετε...

στο 0.58 λεει να την πουλέψω εν ετει 1981, μαλλον πιο παλια η εκφραση απ οσο νομιζουμε (από daisy_mantroskylos, 16/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική, καθημερινή σλανγκ. Συναντάται σχεδόν πάντα στο τέλος μιας πρότασης και σημαίνει εν κατακλείδι, στην τελική.

(βλέπε μήδι 1, γύρω στο 0:30)

(από Jonas, 16/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τεντζερέ-μπόι είναι στέλεχος τράπεζας κυρίως, αλλά και των ΔΕΚΟ κτλ. που υφίσταται μείον σε αμοιβές, κύρος κτλ (από χρυσό σε ασήμι και τώρα χάλκινο). Πρώτα ήτανε τα πρωτοκλασάτα γκόλντεν μπόιζ με τις εξωπραγματικές αμοιβές, τα χλιδάτα κάρα (βλέπε καγιέν), τα λαπτοπ και το κινητό (που μόνο καφέ δεν ψήνει). Καθως σφίξανε σιγά-σιγά τα πράγματα, τα γκόλντεν μπόιζ γίνανε σίλβερ μπόιζ, ε τώρα έχουνε γίνει χάλκιν μπόιζ..

Αλλά επειδή δεν είναι δόκιμος ο όρος χάλκιν μπόι και είναι και πιο περιγραφικό της υποβάθμισης αυτής, λέγονται (ν)τεντζερέ μπόι... από το χάλκινο σκεύος -και όχι μόνο, τον τεντζερέ.

Τεντζερέ μπόι, καλά αμειβόμενο στέλεχος με μπάρμπα στην Κορώνη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τον τρώω, τον πίνω, τον ρουφάω, ενν. όχι τον πικρό καφέ της παρηγοριάς όπως σαφώς ειρωνικά λέει ο ατσεγκές στον ορισμό του, αλλά τον πέοντα, είτε μεταφορικά, ή κυριολεκτικά.

Μου την κάθονται δηλαδή, εισπράττω τα δέοντα, εννοείται τη στιγμή που μου αξίζει ή τη στιγμή που δεν το περιμένω και δεν το επιθυμώ καθόλου.

Γιατί, όπως γνωρίζουν οι γυναίκες και οι αδελφές και δεν γνωρίζουν οι υπόλοιποι -που έχουν όμως να λένε, όταν τον τρως χωρίς να τον θες, δεν είναι ωραίο πράμα.

Η έκφραση αυτή και τα συνώνυμά της, απαντώνται συνήθως στον αόριστο: τον εισέπραξα, τον ρούφηξα, τον ήπια, τον έφαγα.

  1. Πολύ γαμιάς μας το παίζει, δεν έχει καταλάβει ακόμα πόσο αδελφή είναι... Ε, θά 'ρθει η μέρα που θα τον εισπράξει, θα καταλάβει τη γλύκα του και θα το γυρίσει.

  2. Μαλάκα, ο πατέρας μου τα έμαθε όλα, τον εισέπραξα για τα καλά!

Got a better definition? Add it!

Published

Ίσα-ίσα, απαλά και χωρίς να το παίρνει κανείς χαμπάρι.

Η γάτα είναι ελαφρύ και ευέλικτο ζώο που προσέχει πολύ (όσο γίνεται, βέβαια) πού και πώς βαδίζει, με αποτέλεσμα να μη γίνεται εύκολα αντιληπτή.

Αντίθετο: όσο πατάει ο ελέφαντας.

  1. Εσύ από μόνη σου δεν πρέπει να θέλεις να είσαι κομμάτι μιας σχέσης με κάποιον που σε αγαπά και σε εκτιμά όσο πατάει η γάτα.

  2. Η Ομοιοπαθητική επεμβαίνει στον οργανισμό «όσο πατάει η γάτα» Η θεραπευτική αγωγή δεν έχει «καμμία» βλαβερή συνέπεια Ή θεραπεύεσαι ή όχι, χωρίς παρενέργειες.

(αμφότερα από το νέτι)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνήθης αστειατόρικος τρόπος για να μεταφερθεί στα ελληνικά το Show Biz (< show business), αφού ένα πολύ μεγάλο μέρος της κοινωνίας του θεάματος (La società dello spetta-κωλο, που λέει κι ο Guy Debord) εστιάζεται στην σωστή βυζανάδειξη και στο πώς θα επιδειχθούν (show) με σωστό τρόπο οι βυζούμπες των συμμετεχουσών (και να φανούν, αλλά να μην το κάνουμε και τελειωμενάδικο). Ξέρετε τώρα, σε στυλ θα πηδηχτώ από το παράθυρο, να φανεί η ρώγα, αλλά και καλούα τυχαία.

Το παρόν εντάσσεται σε ευρύτερο σλανγκικό τρόπο αστεϊσμού επί των βύζων, πρβλ. γιουροβύζιον, γυροβύζιον, γυροβυζιόν, φο-βυζού, τελεβύζιον κ.ά.

  1. αυτές που είναι στην σόου βυζ (δείξε μας τον βύζο σου) γλυκαίνονται και όχι τα 6 κατοστάρικα δεν τους φτάνουν αλλά ούτε 2 χήνες το μήνα. (Εδώ).

  2. H γριά ντουντού της ελαφρολαϊκής ποπ έχει χάσει τον έλεγχο . Η σκούπα Hoover σε υπερλειτουργία ! Η κατάντια της ελληνικής σόου βυζ. Συμμετέχει η αντιαισθητική γριά λεσβία Πατρίτσια. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως ονοματοποιημένη ρηματική φράση χρησιμοποιείται συχνά ως επιθετικός προσδιορισμός ή κατηγορούμενο και αναφέρεται σε κάτι που είναι πάρα πολύ καλό, σούπερ ντούπερ, τιτανοτεράστιο, ναφάν γκατέ, ανυπέρβλητο, ανοξείδωτο και τα λοιπά συνώνυμα του μεγάλο.

Η σημασία είναι ότι πρόκειται για κάτι που μας υπερβαίνει και θα έπρεπε να μας προκαλεί το δέος. Στην ατυχή περίπτωση που δεν αισθανόμαστε αυτό το σοκ και πέος, γιατί έχουμε περιπέσει σε πώρωση συνειδήσεως, και έχουμε απωλέσει την σωστή ιεράρχηση των μεγεθώνε, έρχεται ο συνομιλητής μας να μας υπενθυμίσει ότι απέναντι σε ένα τέτοιο μέγεθος πρέπει να φερόμαστε σεμνά και ταπεινά συναισθανόμενοι την απόσταση που μας χωρίζει από αυτό μέσα στην ιεραρχία του υπαρκτού. Το κάτσε καλά εντέλει σημαίνει να κάτσουμε καλά στην θέση που μας αρμόζει μέσα σ' αυτή την συμπαντική ιεραρχία, παραδεχόμενοι ότι υπάρχουν πράγματα που μας υπερβαίνουν, έτσι ώστε να μην πέσουμε ακόμη χαμηλότερα αν αποτύχουμε να αναλογιστούμε την αξία του εν λόγω πράγματος. Ή πιο απλούστερα, μπορεί να σημαίνει παρότρυνση να κάτσουμε καλά στην θέση μας για να μην πέσουμε από την έκπληξη που θα μας προκαλέσει το καταπληκτικό αυτό πράγμα.

Συνηθέστερα χρησιμοποιείται στην σόου βυζ για κάτι που είναι enfant gaté, πολύ σικ, μουράτο, τρέντι, χαΐστικο, υψηλής κοινώνιας, κάνοντας τον Ζαμπούνη να χάσει την ζαμπουνιά του.

Σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες, ο πρώτος που χρησιμοποίησε την έκφραση ήταν ο αρχάγγελος Μιχαήλ, ο οποίος την ώρα που έπεφτε ο Εωσφόρος, φώναξε «στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετὰ φόβου», παρακινώντας τις λοιπές μοναρχικές δυνάμεις των αγγελικώνε ταγμάτωνε να κάτσουν καλά για να μην τους πάρει όλους ο διάολος και βρεθούνε στου διαόλου τη λελέ. Η έκφραση συμπεριελήφθη στην Λειτουργία στην ιερή στιγμή προ της πορδοπροσκυνήσεως.

Άλλος διάσημος που συνδέεται με την έκφραση είναι ο Γεράσιμος Αρσένης, που ως Υπουργός Παιδείας ήθελε να περάσει μια εκπαιδευτική μεταρρύθμιση επί ναϊντίλας, οπότε το μαθητικό κίνημα τον νουθετούσε με το ρυθμικό σύνθημα «κάτσε καλά, κάτσε καλά Γεράσιμε».

Υπάρχει και ως εκπομπή και ως σάιτ.

Είναι ευνόητο ότι η έκφραση κυκλοφορεί όχι μόνο ως ονοματοποιημένη ρηματική φράση για να χαρακτηρίσει αντικείμενο που είναι κάτσε καλά, δηλαδή προκαλούν δέος και αίσθημα μετριοφροσύνης ενώπιόν του, αλλά και ως απευθείας προτρεπτική / νουθετική προστακτική, λ.χ. σε γνωστό άσμα. Με την τελευταία χρήση αποτελεί κλασική έκφραση συντηρητισμού, είτε προς κάποιον που θέλει να επιφέρει έναν νεωτερισμό ανατρέποντας την ηθική τάξη, είτε προς κάποιον που απειλεί κεκτημένα κοινωνικών και ανθρωπιστικών αγώνων.

Και με τις δύο χρήσεις κυκλοφορεί και στις παραλλαγές:
- κατσεκαλάν (γαλλοπρεπές).
- κάτσε καλύτερα (συγκριτικός βαθμός) και στο μακρυνάρι κάτσε καλά για να μην πω κάτσε καλύτερα.
- κατσ' καλά ή πιο παχιά κάtsch' καλά.
- κάτσε καυλά (μπανεύκολο υπονοούμενο).
- κάτσε καλά Γεράσιμε (από το περιστατικό με τον Υπουργό Παιδείας).

  1. Πάντως τα ΑΑV-7 με έναν πύργο της Rafael είναι κάτσε καλά και είναι πολύ χρήσιμα στις αποβάσεις απέναντι σε φυλασόμενες- οχυρωμένες ακτές και σίγουρα δίνουν άλλη πνοή στους Έλληνες Πεζοναύτες. (Εδώ).

  2. Χρησιμοποιείται συχνά ο όρος αντισημιτισμός για οποιαδήποτε αντίδραση στον εβραϊκό εθνικισμό. Πρόσφατο παράδειγμα η έκθεση του παρατηρητηρίου για αντισημιτισμό στην Ελλάδα και στη Γερμανία, επειδή στη δεύτερη περίπτωση οι γερμανοί είπαν στον Σαρόν κάτσε καλά Γεράσιμε. (Δίβατον στη Βικούλα).

  3. Κάτσε καλύτερα με αυτό που θα ακούσεις...! Στη συναυλία του στο Ηράκλειο Κρήτης ο Σάκης Ρουβάς τραγούδησε το Satisfaction...και έβγαζε και το πουκάμισό του !!! ΈΛΕΟΣ ΠΙΑ !! ΤΙ ΑΛΛΟ ΘΑ ΔΟΥΜΕ ;;;; (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι νέα, χιουμοριστική έκφραση του «κάτσε κάτω ρε» - sit down. Παλαιότερα είχε την χρήση του ''ψυχολογικού πεσίματος''.

- Νταουνιάσου, κάτσε κάτω ρε μαν, τι παριστάνεις το άγαλμα..
- Ρε μαλθάκες, δε πα να μπιμπιθήτε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified