Selected tags

Further tags

Η φλόμπα, το μπάζο, η ξεπλένω, γενικά μια σκέτη ομορφιά ένα πράμα, μια γυναίκα ουχί μόνον τέρας ασχήμιας, κοντή, χοντρή, αντισέξ, κακοντυμένη, βρωμερή, τρισάθλια και τα λοιπά, αλλά και ψιλο-μαλακοβιόλα ή και άκρως αντιπαθής.

Ηλικία: ό,τι.

Τι μου την έφερες τη στρέμπα ρε πούστη στο πάρτυ, δε φτάνει που είναι σα γαμώ τον Χριστό μου μέσα, μας ξενέρωσε και με τις μαλακίες που έλεγε όλη νύχτα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θεμελιώδεις όροι του λεξιλογίου των μπιλντεράδων, σφίχτηδων και λοιπών αθληταράδων.

Στεγνός είναι ο γραμμωμένος, ο γραμμένος, ο κομμένος, ο γράμματας, ο κομμάτιας, ο φέτας, ο άγριος, ο χάρτης. Υπερθετικός του στεγνού είναι το ερπετό.

Στέγνωμα είναι η όλη διαδικασία που οδηγεί στην πολυπόθητη γράμμωση.

Κάπως λιγότερο συχνά, απαντούν και τα συνώνυμα άλιπος και εξαθλίωση του λίπους, αντίστοιχα.

Το σωστό στέγνωμα αποτελεί ζόρικη και μανουριάρικη υπόθεση. Δεν είναι για όλους, απαιτεί αρχίδια, ψυχικό και σωματικό σθένος. Συνίσταται στην σταδιακή, ρεγουλαρισμένη απώλεια σωματικού λίπους με παράλληλη σκλήρυνση των μυών και σαφέστερη διαγραφή τους.

Χαρακτηριστικό του μυός είναι η συμπάγεια και η ενότητα, ενώ του λίπους η αμορφία και η ρευστότητα. Η υπεροχή του ξηρού (στεγνού) έναντι του υγρού στοιχείου, αποτελεί κοινό τόπο της δυιστικής φιλοσοφικής σκέψης, αρχής γενομένης με τους Πυθαγορείους και τα περίφημα αντιθετικά ζεύγη τους. Διαμέσου δε της μεσαιωνικής φιλοσοφίας, επιβιώνει στον κοινό νου ως τα σήμερα.

Με καμία Παναγία δεν πρέπει να συγχέουμε το στέγνωμα με το απλό αδυνάτισμα! Το στέγνωμα αποσκοπεί στην ανάδειξη των μυών, όχι στην απλή απώλεια βάρους. Το σώμα, με την αποβολή του περιττού λίπους, αποκτά έτσι βαθιά κοψίματα, τα οποία δια της φωτοσκιάσεως δημιουργούν ένα καλαίσθητο πλαστικό αποτέλεσμα.

Εξ ου και το στέγνωμα λέγεται και κόψιμο, το στεγνώνω λέγεται και κόβω, ο στεγνός είναι και κομμένος.

Με το σωστό στέγνωμα, το δέρμα καταλήγει να γίνει λεπτό και διάφανο σαν τσιγαρόχαρτο. Γι' αυτό και είθισται να λένε στους γραμμωμένους: «πω ρε φίλε, χαρτί έχεις γίνει!». Εν προκειμένω, το «χαρτί» δεν σημαίνει απλά το τζιτζί και το γαμιστερό, αλλά νοείται τρόπον τινά κυριολεκτικά. Επί του χάρτου τούτου αναδεικνύονται, «πετάγονται», τα περίφημα και ψαρωτικά φλεβίδια. Ένας στεγνός είναι κατά κανόνα και λίαν φλεβικός.

Εκτός όμως από κόπο και ιδρώτα, το σωστό στέγνωμα θέλει και τρόπο. Σωστή διατροφή, καλός ύπνος και βέβαια φαρμακευτική υποστήριξη. Μέχρι κι η γιαγιά μου ξέρει πλέον οτι χωρίς φαρμακάκι η γυμναστικούλα είναι από ένα σημείο και μετά ματαιοπονία. Αν σου πάει τρεις και πέντε να μπεις με τη μία στα χοντρά, παίρνε τουλάστιχον συμπληρωματάκια διατροφής (σκόνες). Αν και μ' αυτά ζορίζεσαι, καλύτερα αραίωνε με το άθλημα και ρίχτο στο πλέξιμο, πιο μεγάλη επιτυχία θα έχεις εκεί.

Ειδικά steroids για στέγνωμα θεωρούνται συνήθως το Winstrol και το Αnavar. Όσον αφορά τα μη στεροειδή, προτιμάται η διεγερτική Εφεδρίνη και το βρογχοδιασταλτικό Clenbuterol. Όλα αυτά δρουν κατά του λίπους με διάφορους έμμεσους τρόπους (ενεργοποίηση μεταβολισμού κλπ). Το απόλυτο λιπολυτικό / λιποδιαλυτικό είναι η πανάκριβη αυξητική ορμόνη, που χτυπά στεγνά στο ψαχνό, καταστρέφοντας αυτούσια λιποκύτταρα και όχι μειώνοντας απλά το μέγεθός τους.

  1. - Τι πρόγραμμα έχεις για φέτος;
    - Λέω τον Οχτώβρη να μπω μια δίμηνη θεραπειούλα με Deca και Dianabol για να τσιμπήσω 4-5 κιλάκια και να ογκωθώ λιγάκι. Και μετά τα Χριστούγεννα ξεκινάω φουλ στέγνωμα.

  2. - Τον Αλέκο έχω να τον δω τόσο στεγνό από τότε που κατέβηκε στο Mister Hellas του '99 κι είχε έρθει τρίτος στη μεσαία κατηγορία... - Δεν τα 'μαθες, ξανακατεβαίνει σε αγώνα ο γίγαντας το καλοκαίρι, κι ας έχει πατήσει τα 45. Ψυχάρα σου λέω...

  3. - Μαλάκα έχεις στεγνώσει απίστευτα τώρα τελευταία; Για πες μας τι τρώς να μαθαίνουμε...
    - Τίποτα ρε, λίγο Winstrol σε χάπι, 3-4 τεμάχια τη μέρα, τρίχες σε σχέση μ' άλλους.
    - Έλα ρε συ, μπράβο. Ελπίζω να μη λες αρκούδες βέβαια...

  4. - Ο καινούργιος γυμναστής έχει τα πιο στεγνά τρικέφαλα που έχω δει ποτέ μου! Νομίζεις πως βλέπεις ξουράφια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για γκέι φυλή που χαρακτηρίζεται από πληθωρική σωματική διάπλαση, πολλή τριχοφυΐα, μούσι και γκαρνταρόμπα που περιλαμβάνει απαραιτήτως πουκάμισο - τραπεζομάντηλο ξυλοκόπου.

Μπαμπαρκούδοι (daddy bears) αποκαλούνται οι μεγαλόσωμοι αρκούδοι οι οποίοι θέλγονται από αρκουδάκια (cubs). αρκούδους δηλαδή μικρότερης ηλικίας ή μεγέθους. Πουστρόλυκοι (gay wolves) δε αποκαλούνται οι πιο μυώδεις και εκδρομικοί αρκούδοι.

Η σεξουαλική ιαχή του αρκούδου προς άλλον αρκούδο είναι «woof!» ή «γκρρ!»

Η υποκουλτούρα των αρκούδων ξεκίνησε στο Σαν Φρανσίσκο (πού αλλού;) στις αρχές των '80s από γκέι που ένιωθαν άβολα με το πρότυπο της γυμνασμένης και τριχοφοβικής πλην ντυμένης στην τρίχα αδελφής-συλφίδας. Στην Ελλάδα, συνειδητοποιημένοι αρκούδοι έκαναν το ντεμπούτο τους στα τέλη των '90s.

Εκ του αγγλικού bear.

Ασίστ: The slangus formerly known as Hank.

- Στην Ελλάδα οι αρκούδοι μαζεύονταν ατύπως στο Alecos Island Bar. Το 1998 (πραγματοποιήθηκε η) πρώτη προσπάθεια συσπείρωσης των ελλήνων αρκούδων, οργανώνοντας το πρώτο πάρτυ, τυπώνοντας μπλουζάκια και περιμένοντας ελάχιστο κόσμο - αλλά μαζεύτηκαν 200 άτομα. Ακολούθησαν δύο συναντήσεις και πάρτυ, την πρώτη Παρασκευή κάθε μήνα. Από το 2001 έγιναν μερικά bear in the sun πάρτυ, σε ξενοδοχεία κλεισμένα όλα από αρκούδους. Τα πάρτι κράτησαν περίπου 2 χρόνια, ύστερα το bear κίνημα έγινε πιο ιντερνετικό. (από εδώ)

- Ο gay χώρος έχει πολλάκις κατηγορηθεί για δουλική υποταγή στα κελεύσματα της μόδας. Το αμερικανικό πρότυπο του ωραίου gay άνδρα (και σταδιακά και του str8) τον θέλει μυώδη, άτριχο πατόκορφα και, βρέξει - χιονίσει, με εφαρμοστό T-shirt. Υπάρχουν όμως άνδρες που ακολουθούν διαφορετικά πρότυπα: οι bears (αρκούδοι στα καθ'ημάς) είναι gay άνδρες που δεν κατασκηνώνουν σε γυμναστήρια, εχουν κοιλίτσα και γενικά εγκαταλείπουν το πρότυπο του Μπραντ Πιτ στο βασίλειο του σελιλόιντ.
(Time Out Athens, Μάρτιος 2005)

Ο γουτσισμός μεταξύ αρκούδων ειναι εκ των ων ουκ άνευ... (από Vrastaman, 30/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξευρωπαϊσμένος χαρακτηρισμός για γκόμενα πατσαβούρα.

-Χωρίς μεγάλα βυζιά η γκόμενα είναι πατσαβουρέισον.

Δες και -έισον, -έισιον.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο συνδυασμός χοντρού, χαζού και χέστη ψευτόμαγκα.

...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η Κυρία η οποία, παρά την προχωρημένη της ηλικία (40+) και την αισθητά χαμένη της νιότη και ομορφιά, δεν λέει να το καταλάβει και παριστάνει την πιτσιρίκα, το πιπίνι. Έχει, με λίγα λόγια, αυτογνωσία μηδέν.

Προέρχεται από το γέρος = ηλικιωμένος / η και το μπεμπέκα = μικρή κοπέλα, παραφθορά του μπέιμπυ.

- Ψιτ, κόψε μωρό διακριτικά στα αριστερά σου.
- Τι μωρό ρε μαλάκα; Θά 'θελε! Αυτή είναι γεροντομπεμπέκα. Πατημένα 45 και φοράει μίνι...

Η θεά Δεβόρα Χάρι έκανε καρριέρα με τους Blondie στα 35 της (φωτό).  (από allivegp, 03/08/09)Σήμερα είναι μια μπεμπέκα ετών 64 (από allivegp, 03/08/09)Γιατί το Βασικό Ένστικτο είναι η εμμηνόπαυση! (από Khan, 09/08/09)Γεροντομπεμπέκα με ντακ φέις. (από Khan, 11/12/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σαν νεκροφόρες είναι γνωστά τα οχήματα τύπου στέισον-βάγκον (αν είστε γερμανομαθής), στέισον-γουάγκον (αν είστε αγγλομαθής) ή στέισον-βάγγων (αν γνωρίζετε πολλούς Βαγγέληδες και όλοι είναι... στέισον). Ο λόγος θρυλείται πως είναι επειδή συνήθως αυτοί που επέλεγαν να αγοράσουν τον συγκεκριμένο τύπο αυτοκινήτου ήταν σκυθρωποί, αρρωστιάρικα λευκοί, νωθροί, με καμιά θέληση για ζωή. Αλλά επειδή η απόδειξη του παραπάνω ισχυρισμού είναι εξεφτελιστικά έως και βλακωδώς δύσκολη θα συμφωνήσω με αυτούς που ισχυρίζονται ότι το σχήμα είναι που μετράει.

Με τα πολλά μέτρα μήκους αυτών των αυτοκινήτων, που χωράνε άνετα έναν ξαπλωμένο άνθρωπο που κοιμάται και μένει και χώρος για δύο θεσούλες μπροστά, το ιδιόρρυθμο σχήμα τους και γενικά την ομοιότητά τους με τις «κανονικές» νεκροφόρες έχουν κερδίσει επάξια αυτόν τον χαρακτηρισμό. Το πολύ γέλιο έρχεται όταν αποκαλείται οδηγός τέτοιου οχήματος κοράκι και το ακόμη περισσότερο όταν ο οδηγός έχει τρομερές οδηγικές ικανότητες μόνο όταν οδηγεί ποδήλατο με βοηθητικές για να δει και να μάθει ο γιόκας/ανιψάκι του και κάθε φορά που βγαίνει στο δρόμο «ψάχνει για πελάτες».

- Τάκη να περάσω να σε πάρω να πάμε για κανά μπανάκι;
- Τι, με το δικό σου θα πάμε;
- Ναι ρε, γιατί;
- Ε τι γιατί ρε, κάθε φορά που μπαίνω στη νεκροφόρα σου με πάει αίμα! Κάνω περίεργους συνειρμούς!
- Βρε αδερφάκι μου δεν τρώγεσαι πια... Κάτσε εσύ πίσω να βάλω το Μαράκι μπροστά, δέσε ζώνες, δάγκωσε την ταυτότητά σου και πάμε.
- Νεκροφόρα, πίσω θέση, μαραθώνιος ταινιών «Βλέπω το Θάνατό Σου» χτες βράδυ. Για εξομολόγηση και μετάληψη θα με στείλεις παλιοκοράκι! Τέλος πάντων, αφού θα έχεις τη νεκροφόρα να πάρουμε και τη βάρκα. Σε ποια παραλία θα πάμε;
- Στη Βουλιαγμένη λέω.
- ...

Got a better definition? Add it!

Published

Ιησουϊτισμός για τον κυριλέ. Προφάνουσλυ, επειδή ο έτερος των φωτιστώνε των Σλάβωνε, εκτός από τον Κύριλλο, ήταν ο Μεθόδιος. Νταξ μπορεί να σημαίνει και τον μεθοδικά κυριλέ, αυτόν που είναι πολύ comme il faut μεθοδικός ή περίπου.

Η έκφραση δεν ανήκει στα ceci n'est pas tellement slangue, αλλά μάλλον στα ceci n'est pas du tout slangue. Πλην, καθώς μετά από την εισαγωγή της από τον Ιησού, χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει το νέο λουκ της εθνικής μας εφημερίδας Φραπέ Σλανγκόσιπ, έκτοτε προωθήθηκε από τους γνωστούς άγνωστους που προωθούν τον τιραμισουρεαλισμό και την λεξιπλαστική χειρουργική στο σάιτ.

Άλλωστε, για να παραφράσω τον συνονόματο του Ιησού, «όπου εισί δύο ή τρεις Σλάνγκοι συνηγμένοι εν τω ονόματι της σλανγκ, εκεί και η σλανγκ εν μέσω αυτών».

Αλλάξαμε εμφάνιση (ελπίζουμε το νέο μεθοδέ λουκ να σας αρέσει), αλλά παραμένουμε αποκαλυπτικοί και πλούσιοι σε τασιενέργεια.

(Από το editorial της Φραπέ νο3).

Το μεθοδέ λουκ ήταν πολύ της μοδός στον 9ο αιώνα. (από Khan, 23/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χαρακτηρισμός «αντρούλα» προσδίδεται στα Σφακιά της Κρήτης στους μεγαλόσωμους και ρωμαλέους άντρας, και συνδηλώνει παλικαροσύνη, λεβεδιά αλλά ενδεχομένως και μια κάποια βραδύτητα και βαρύτητα στη σκέψη και τη δράση - η οποία ακριβώς αντισταθμίζεται από το εκτόπισμα της δράσης, όταν αυτή τελικά λαμβάνει χώρα.

Είναι θηλυκού γένους, και αξίζει να αναφερθεί ότι πολλές φορές το μικρό όνομα «αντρούλων» θηλυκοποιείται και μένει έτσι ως παρατσούκλι: Γιάννης - Γιαννουλιά, Αντρέας - Αντρουλιά, Γιώργος - Γιωργουλιά κλπ

Γιατί γίνεται αυτό δεν ξέρω, δεν ξέρω αν είναι είδος «χαϊδευτικού μεγεθυντικού», που κρατάει από σχετικά απονήρευτες εποχές, στις οποίες η αλλαγή του γένους (ακόμα και) σε θηλυκό συνδήλωνε «όγκο» τρόπον τινά και όχι εκθήλυνση.

Σημειωτέον ότι το πράμα είναι πολύ μπερδεμένο: στην Κρήτη δεν υπήρχαν μεγεθυντικά σε -άρας, -άρα, αλλά σε -άρος με μετάθεση και του τόνου (π.χ. κώλαρος, ντομάταρος και όχι ντοματάρα) ενώ και η αρσενικοποίηση λέξεων με την κατάληξη «-ουλος» χρησιμοποιούνταν στο σχηματισμό ιδιότυπων μεγεθυντικών κατ' ευθείαν από υποκοριστικά σε -ούλι, όπως λ.χ. κάτσουλος = ο μεγάλος γάτος [κατσούλι=το γατάκι], σακούλι - σάκουλος κλπ.

Σκεφτείτε όμως: η σακούλα δεν είναι το μεγάλο σακούλι, το οποίο είναι ο μικρός σάκος; Τώρα, μπορώ να σκεφτώ άλλη μια λέξη που υπάρχει παρεμφερές μεγεθυντικό σε -ούλα, το μεγάλο πεζούλι (το μεγάλο μπεντένι) λέγεται πεζούλα, έτσι ίσως και το παιδί που κάποτε ήταν «αντρούλι» (το οποίο όμως δεν απαντά), δηλαδή, μεγαλόσωμο, παιδί ήδη άντρας, μεγαλώνοντας γίνεται «αντρούλα» (σημειωτέον επίσης ότι στην Κρήτη δε λεγόταν το «άντρακλας»).

- Και μπαίνομε στην αυλή μεσημέρι και θωρούμε το Βαρδή που δεν τον εγνωρίζαμε τότεσάς κι εκοιμούντανε κι εροχάλιζε, μα ίντα θαρρείς, πασπάλους [=κονιορτό] εσήκωνε...
- Τέθοια αντρούλα στο χωριό δεν υπάρχει δεύτερη... - Αυτός λέει ξυπνά, αρμέγει μιαν αίγα και πίνει το γάλα κι ύστερα λέει καλημέρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι λέγαμε στο σχολείο μου τους κοκκινοτρίχηδες, επειδή το χρώμα των μαλλιών τους παρέπεμπε στα κόκκινα φανάρια των μπουρδέλων (ο αγαπητός Κάνινγκ έχει ήδη πραγματευθεί εδώ τη χρήση του όρου προκειμένου για άψυχα).

Τα οποία μπουρδέλα, παρεμπίπταμπλυ, σπανίως πλέον φέρουν κόκκινη λάμπα άνωθεν της εξωτερικής θύρας, έναν γυμνό γλόμπο έχουν όλο κι όλο. Η ταύτιση κόκκινου χρώματος και οίκων ανοχής έχει περάσει στη σφαίρα της μυθολογίας του αγοραίου έρωτα, βλ. και την κλασική ταινία του Β. Γεωργιάδη.

Οι μπουρδελέδες λοιπόν, που δεν ήταν πάνω από 2-3 άτομα σ' ολόκληρο το σχολείο, έτρωγαν τρελό κράξιμο, ως μειονότητα, ως διαφορετικότητα. Και οι μειονότητες πάντα δαιμονοποιούνται, υφίστανται τη δικτατορία της πλειοψηφίας, την καταπίεση των «φυσιολογικών» και των «κανονικών». Τα παραδείγματα πάμπολλα ανά τους αιώνας: Οβραίοι, λωβιάρηδες, γκέουλες, αιρετικοί κλπ. Ο μετα(σο)δομιστής Michel Foucault έχει περιγράψει τους τρόπους με τους οποίους οι σχέσεις εξουσίας διεισδύουν στη σφαίρα της καθημερινής ζωής, εν προκειμένω στο μικρόκοσμο του σχολείου, παράγοντας περιθωριοποιήσεις και απομονώσεις. Ακόμη ο Zακ Δεριδάς, ο θεωρητικός της διαφωράς, εκδιπλώνει την δανεισμένη απ' τον Ρουσσώ έννοια του συμπληρώματος (supplement): αυτό που προστίθεται σε κάτι που υποτίθεται πως είναι ήδη πλήρες και τέλειο. Η Εύα στον Αδάμ, η μαλακία στο γαμήσι, οι κοκκινοτρίχηδες και λοιπά φρικιά σ' όλους εμάς τους «νορμάλ» (τρομάρα μας). Πιο απλά, με το να κράζουμε και να κανιβαλίζουμε τους αδύναμους, δομούμε τις ταυτότητές μας, ατομικές ή συλλογικές..

Για την ιστορία του πράγματος, να προσθέσω ότι λόγω της κοκκινίλας τους, θεωρούσαμε τα παιδιά αυτά γενικώς κουλά, εκθηλυσμένες φλωράντζες, ήτοι φλωρόπουστες. Είναι βέβαια αξιοσημείωτο, το πως ένα εξωτερικό χαρακτηριστικό που παλαιότερα σχετιζόταν με τη δύναμη και τη λεβεντιά (π.χ. Φρειδερίκος Βαρβαρόσσας, Πειρατής Κοκκινογένης), κατέληξε να έχει τόσο αρνητικές συνδηλώσεις.

Ό,τι πάνω-κάτω ίσχυε για τους μπουρδελέ, ίσχυε και για τη μακρά χορεία των κάθε λογής απόκληρων και παραγκωνισμένων του σχολείου, το οποίο btw - τί σύμπτωσις άραγες! - κι αυτό μπουρδέλο το λέγαμε: γυαλαμπούκες ή γυαλάκιες, τα σιδερένια χαμόγελα, οι σπασίκλες ή φύτουλες ή φυτούκλες ή χλωροφύλλη power, οι πολύ χοντροί, οι πολύ κοντοί, οι μπιμπικιάρηδες ή πίτσα faces κ.ο.κ

  1. - Ωχ μαλάκα, περνάει ο μπουρδελές, ετοιμάσου για τρικλοποδιά.
    - Α γαμήσου ρε, όλο εγώ βγάζω το φίδι απ' την τρύπα. Κάντου κι εσύ καμιά φορά κανά καψόνι.. Τι φοβάσαι στην τελική, μη σε κάνει ντα ο πουστράκιας;

  2. - Μαλάκα το 'μαθες πως ο μπουρδελές ο Βάϊος έβγαλε γκόμενα;
    - Άλατις κουστουμιά ο ανάπηρος! Φαντάζομαι κανά σαλάχι θα είναι, καμιά φώκια του κερατά. - Όχι ρε, μια Εύη απ' το Β3, ωραία καυλίτσα είναι...

Ο κοκκινοτρίχης Γερμανός ποδοσφαιριστής Mattias Sammer (από allivegp, 23/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified