Η φωτοσοπιά, δηλαδή η επεξεργασία φωτογραφίας με photoshop, που λειτουργεί ως σουπιά, δηλαδή πονηρά, ύπουλα και «θολώνοντας τα νερά» και καλλιεργώντας ψεύδη.
Μεγάλη φωτοσουπιά η Πάμελα Άντερσον!
Η φωτοσοπιά, δηλαδή η επεξεργασία φωτογραφίας με photoshop, που λειτουργεί ως σουπιά, δηλαδή πονηρά, ύπουλα και «θολώνοντας τα νερά» και καλλιεργώντας ψεύδη.
Μεγάλη φωτοσουπιά η Πάμελα Άντερσον!
Got a better definition? Add it!
Aπό το γαλλικό bibelot.
Κυριολεκτικά: μικρό διακοσμητικό αντικείμενο που τοποθετείται πάνω σε διάφορα έπιπλα και εκτίθεται σε κοινή θέα. Οι παλιές νοικοκυρές είχαν πολλά μπιμπελό και καμάρωναν γι’ αυτά. Σήμερα οι γυναίκες τα αποφεύγουν όπως ο διάολος το λιβάνι, γιατί απαιτούν πολύ ξεσκόνισμα.
Μεταφορικά η λέξη χρησιμοποιείται για κοπέλες καλλίγραμμες με ομορφιά Αφροδίτης που κάθε γυναίκα ονειρεύεται. Και οι άντρες τις ονειρεύονται, γι’ αυτό, μόλις βρεθούν μπροστά τους, τις χαζεύουν όπως θα χάζευαν ένα σμιλευμένο μπιμπελό.
Όλη η παρέα γύρισε και κοίταξε την πανέμορφη αιθέρια ύπαρξη που πέρασε από μπροστά της. Όλοι έμειναν με το στόμα ανοιχτό σαν χάνοι. Ο Χάρης μόλις βρήκε την φωνή του φώναξε: «Τι μπιμπελό ήταν αυτό; Ας το έβλεπα ξανά και ας πέθαινα!».
Σύγκρινε με θεόμουνο.
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Σημαίνει αυτή με ωραίο πρόσωπο, ωραία μάτια, ωραία όψη, εκ του καλλί & όπη, πρβλ. όψις, όμμα. Σλανγκιστί, ετυμολογείται από το καλλί & οπή, δηλαδή τρύπα.
Βλ. και καλιόπη.
- Μας έφερε το Λίλιαν και την φίλη του την Καλλιόπη.
- Και πώς ήταν;
- Όνομα και πράγμα!
- Έ ρε θα γίνει της Πόπης!
Δες επίσης και τρύπα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Δεν έχει αποδειχτεί εγγενής σχέση μεταξύ εκσπερμάτισης και παχυσαρκίας, μάλλον το αντίθετο συμβαίνει ότι όποιος το κάνει «ρεύει» κατά το λαϊκώς λεγόμενο, οπότε η έκφραση λέγεται σλανγκική αδεία. Και βεβαίως η έμφαση τοποθετείται στο πρώτο μισό, στο πλεοναστικώς λεγόμενο «σε γαμώ και χύνω». Το δεύτερο μισό με αυτήν την επιτηδευμένα απροϋπόθετη διερώτηση έρχεται με τον σλανγκικό σουρεαλισμό του να επιτείνει την προσβολή της ύβρεως.
-Πάλι τους ρίξαμε τεσσάρα! Οέο!
-Τους γαμούμε και χύνουμε, λες να παχύνουμε;
Got a better definition? Add it!
Εκεί που τα πτυχία των αποφοιτριών, είτε από Πούτσεστερ, είτε από άλλα καλύτερα πανεπιστήμια γίνονται λαδόκολλες και δεν ανοίγουν πόρτες, εκεί που κάποιες έχουν διδακτορικό (κανονικό ή γιαλατζί) και σπάνε τα μούτρα τους γιατί η ανεργία χτυπάει κόκκινο, εκεί που το βιογραφικό σημείωμα είναι ανίσχυρο να πραγματώσει τα όνειρα και τα κούφια λόγια περί επαγγελματικής αποκατάστασης φαντάζουν ασήμαντα, ένα πλούσιο βυζογραφικό (γυναικείο στήθος) έρχεται πολλές φορές όχι άπλα να ανοίξει πόρτες, αλλά να ανοίξει το δρόμο και για πολλά άλλα πράγματα. Μαρούλι-Λοιπές υλικές απολαύσεις- Κοινωνική καταξίωση. Μ' άλλα λόγια: ένα βυζογραφικό που να μπορεί να φέρει το Σακέτο σε πακέτο!
Το βυζογραφικό σημείωμα δεν είναι απλές κόλλες χαρτιού όπως το βιογραφικό. Μιλάει από μόνο του.
Ένα πλούσιο βυζογραφικό συνδυαζόμενο με multimedia υποστήριξη (σώμα και πρόσωπο φοβερής αισθητικής αντίληψης, αρμονική κίνηση, τσαχπινογαργαλιάρα ματιά και φωνή) που φωνάζει από χιλιόμετρα: «Ανοίξαμε και σας περιμένουμε» μπορεί να ανατρέψει όλα τα προγνωστικά (π.χ. φτωχό βιογραφικό).
Ένα βυζογραφικό που προβάλλει μέσα από ένα βυζούβιο (ως φάκελο), αφήνοντας να διαφανεί εικόνα για high class βυζόμπαλα πλαισιωμένα από Κορμί, τύπισσας υψηλών φυσικών προδιαγραφών, που όχι απλά σέρνει καράβι αλλά και ναύαρχο και ναυαρχίδα και στόλο ακόμα, αποδεικνύεται πολλές φορές κατά πολύ ισχυρότερο από ένα πολύ καλό βιογραφικό.
Δυο συνιδιοκτήτες μιας εταιρείας συζητούν.
Α: Βλέπω πως για τη θέση της υπαλλήλου που ψάχναμε για το τμήμα δημοσίων σχέσεων πως προσέλαβες αυτή με το χειρότερο βιογραφικό. Για δημόσιες σχέσεις μιλάμε, όχι για δημόσιες χέσεις. Τι συμβαίνει; Έχει μπάρμπα στην Κορώνη; Και το άλλο πάλι που το βάζεις; Μα να της δώσεις ταβανοσκουπάτο μισθό;
B: Κοίτα, μπορεί να 'χει ftp βιογραφικό, αλλά αν δεις το πλουσιότατο βυζογραφικό της θα καταλάβεις γιατί την προσέλαβα. Τσάμπα μας έρχεται. Θα μας αναζωογονεί σεξουαλικώς, οπότε θα μας βοηθά να παίρνουμε σωστές αποφάσεις για τον οργανισμό.
Α: Μα δεν ξέρει τη δουλειά.
Β: Και τι έγινε; Όπου χρειάζεται θα έχει βοήθεια από άλλες, ενώ με τα φυσικά της προσόντα θα μας κλείσει τις... συνεργασίες.
Κορίτσια καταθέστε βυζογραφικό. Ο Ατάνας πληρώνει. Ο Ατάνας επιλέγει. Δες
Got a better definition? Add it!
Φράση παρμένη από διαφημίσεις νεοσύστατων εταιρειών ή νεοσύστατων υποκαταστημάτων τους. Αναφέροντας τη φράση αναφερόμαστε σε γυναίκες που είναι προκλητικά ντυμένες. Τα 'χουν πετάξει όλα έξω. (Δες φωτογραφίες)
Πώς λέμε φάτε μάτια ψάρια. Με αυτόν τον τρόπο οι τύπισσες μαγνητίζουν τα βλέμματα προσπαθώντας να διαφημίσουν τα προσόντα τους και να κλέψουν την παράσταση. Αυτοδιαφημίζονται μάλιστα.
Η καλύτερη βεβαίως προώθηση του «εμπορεύματος», απαιτεί κατάλληλη κίνηση, κατάλληλο βλέμμα και προκλητική φωνή (π.χ.: φωνή α λα Μάγκι Χαραλαμπίδου) που παραπέμπει σε βαθύ λαρύγγι.
Αν είναι καλλίγραμμη πάντως, η τύπισσα αξίζει το πράγμα. Παρελαύνει κι όλα τα βλέμματα στραμμένα πάνω της. (Ας θυμηθούμε τη Ρίκα Διαλυνά στο «Λαός και Κολωνάκι». Άλλες εποχές βέβαια τότε. Πιο σεμνοντυμένες οι εκφυλογκόμενες). Σταματάει η κυκλοφορία. Κυκλοφορεί κίνδυνος, όπως έλεγε η Τζίνα Σπηλιωτοπούλου κάποτε.
Αν όμως είναι μπάζο, κατεβάζει το επίπεδο αισθητικής. Μπορεί να ακούσει και γιουχαΐσματα, και να της πετάξουν και κέρματα κ.λπ.
Αυτές οι εκφυλογκόμενες, δεν είναι σίγουρο πως πάντα προσδοκούν Μπαίνυ βγαίνει χίλ σόου. Μπορεί να λειτουργούν ως ανάφτρες που φτιάχνονται από τον πανικό που δημιουργούν και να μη γυρεύουν τίποτα άλλο.
Προκαλούν τα βλέμματα, δημιουργούν πρόσθετη κατ' οίκον εργασία, φαντασιώσεις, χειρωνακτική εργασία, γυρεύουν να πάνε Καβάλα, ή επιδιώκουν να πετύχουν κάποιο στόχο, π.χ. να κατορθώσουν να γίνουν με τον προϊστάμενο τους το ζευγαράκι της Αγίας Παρασκευής.
Στην περίπτωση όμως που αυτές θέλουν να πάνε Καβάλα, δίνουν το πράσινο φως στον θεωρούμενο κάτοχο βουκεφάλα, ενώ τους άλλους τους κερνάνε handmade χυλόπιτα ή ό,τι άλλο αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο.
Αν βεβαίως επιλέγουν αδιάφορα ό,τι κάτσει τότε ή πέσαμε σε οτινανιστριες, ή σε κάποιες που χουν τρελαθεί στις νηστείες, ή σε περιπτώσεις που χρήζουν γιαλομιά, ή σε εταίρες που απλά γυρεύουν πελάτες.
Η φράση μπορεί να λεχθεί από κάποιους/ες που θεωρούν πως πιάνουν το υπονοούμενο κατά την κρίση τους, κάτι που σύμφωνα με τα παραπάνω, δεν είναι απαραίτητο να ισχύει, αφού υπάρχουν περιπτώσεις και περιπτώσεις.
Σημείωση:Φυσικά ο όρος θα μπορούσε να αναφερθεί από κάποιους/ες και στην περίπτωση ανδρών που είναι προκλητικά ντυμένοι. Οι προβληματισμοί εδώ αφορούν κάποιους ψωλοπερήφανους, ορισμένους Σάββες, κάποιους που επιδιώκουν κάποιο σκοπό, π.χ.: να πάνε με κάνα πουρό πού ‘χει αρκετό ψιλικό οξύ, κάποιον επαγγελματία ζιγκολό, κ.λπ.
Στην εταιρεία πρωί πρωί εμφανίζεται μια λικνιζόμενη ημίγυμνη ανάφτρα. Ρωτάει που είναι το γραφείο του διευθυντή προσωπικού γιατί την έχει προσκαλέσει, λέει… για συνέντευξη με σκοπό να προσληφθεί γραμματέας του προέδρου.
Δύο υπάλληλοι σχολιάζουν:
-Πω ρε μαλάκα, μη μου πεις πως μ' αυτή τη αμφίεση ήρθε για να ζητήσει δουλειά. Αυτό το ντύσιμο δε λέει :«Ήρθα για δουλειά»!
-Ακριβώς. «Ανοίξαμε και σας περιμένουμε», λέει.
Πρωί πρωί στη γειτονιά δυο γείτονες βλέπουν μια γειτόνισσά τους τη Μαιρούλα, να φτάνει σπίτι. Εμφανή τα σημάδια αϋπνίας πάνω της. Κι όσο για την περιβολή της....
-Τι γίνεται μ' αυτή ρε; Κάθε βράδυ τα ίδια και τα ίδια.Πάλι δεν έκλεισε μπούτι όλη νύχτα.
-Κοίτα όσο βλάκας κι αν είναι κάποιος δεν μπορεί, βλέποντας το ντύσιμο της να μην αντιληφθεί πως έχει σηκώσει πινακίδα που γράφει: «Ανοίξαμε και σας περιμένουμε».
Got a better definition? Add it!
Η αποθέωση της γυναικείας παρακμής.
Υπάρχουν λογιώ-λογιώ γριές. Οι «γραίες 30 ετών» (Ροΐδης), οι γριές, οι γριές, οι γιαγιές, οι γιαγιές,, οι θεούσες, οι θειόκες, οι μπαμπόγριες, οι τσατσόγριες, οι σκατόγριες, οι κακόγριες, οι κωλόγριες, οι ξεκωλόγριες.
Οι τελευταίες ενίοτε σχετίζονται και με το ξεκωλόσημο, όταν εμπίπτουν στην κατηγορία των γυναικών που, στο άνθος της ηλικίας τους, έκαναν τατού παντού και τώρα είναι γεροντοχίπισσες, δηλαδή λείψανα της εποχής των λουλουδιών, και φέρουν απάνω τους αυτά τα περασμένα μεγαλεία που διηγώντας τα να κλαις. Διατηρούν και όλο το παλαιορόκ στυλάκι, προς τιμήν τους ίσως, αλλά είναι πάνθλιψη να τις βλέπεις.
Ξεκωλόγρια είναι και η γριά τσατσά που φαίνεται από χίλια μίλια ότι κάποτε τον έπαιζε στα δάχτυλα μα τώρα της έχει μείνει η μνήμη της εμπειρίας, η πικρία απέναντι στη ζωή και η καρακιτσάτη εμφάνιση.
Ξεκωλόγριες λέμε και νεότερες γυναίκες, πενηντάρες περίπου, οι οποίες είναι πουρές με τα όλα τους, αλλά το παρακάνουν και γίνονται γελοίες, γουτσίζοντας συνέχεια, φορώντας πιπινίσια φουστάκια, ή, αντιθέτως, είναι λυσσάρες και καυλιάρες -ακόμα πιο θλιβερό όταν εμφανισιακά δεν τις παίρνει.
Τέλος, ξεκωλόγρια ορίζεται και η πιο δύστυχη μερίδα των γυναικών, γυναίκες τρελλές που περιφέρονται στους δρόμους σε άθλια κατάσταση πλην αλλ' όμως με προκλητική εμφάνιση, που παραμιλούν, που κατουράνε όρθιες, που είναι ψιλοάστεγες ή κοντεύουν, που αποτελούν τον περίγελω των άλλων (στην περίπτωση αυτή κολλάει καλύτερα το Ξελωλόγρια), και που ουδείς γνωρίζει πού και πώς καταλήγουν -σε κανα νεκροτομείο στα αζήτητα, για ιατρικά πειράματα ή μάθήματα ανατομίας, όπως πολλοί άστεγοι.
- Πω πω φίλε μου, τι έπαθα, με πήγε να γνωρίσω τη μάνα της και σκάει μύτη μια ξεκωλόγρια ... μού 'φυγε το κλανίδι!
- Καλή; καλή;
- Τι καλή ρε μαλάκα, τέρας, σταφιδιασμένη, καραβαμμένη, μες τη σιλικόνη, τα λεοπαρδαλέ, τα χρυσάφια και τα στολίδια, το νύχι να, αλκοόλα, πειραγμένη σου λέω, δεν ήξερα από πού να φύγω!
Σχετικά: γρέτζω, γριέντζω, τζατζόγρια, γρίντζελο, πιπινόγρια, Γρετζώρα.
Got a better definition? Add it!
Ο έχων γκλαμουριά.
Να πάμε σε κανένα γκλαμουράτο κλαμπάκι! Μην την βγάλουμε πάλι σε καμιά μπουζουκλερί.
Got a better definition? Add it!
Η τρισάθλια και βρωμερή γκόμενα. Ο υπέρτατος συνδυασμός μπάζουκαι μπίχλας ως μία μοναδική ανθρώπινη ύπαρξη που αδυνατείς να πιστέψεις ότι μπορεί να υπάρξει τέτοια, και συνήθως παρουσιάζεται σε εμάς μέσω της εκπομπής «How clean is your house;».
Στη πλειοψηφία των περιπτώσεων είναι πλήρως μη συνειδητοποιημένη για το πόσο βρώμικη και πόσο άσχημη είναι.
Επίσης μπορεί να είναι αργόσχολη, αλκοολική και οικονομικά εξαρτημένη από τους γονείς της στα 40 της.
στα γυρίσματα της εκπομπής
Ξανθιά γριά που καθαρίζει: -Πόσο καιρό έχεις να καθαρίσεις αυτή τη τουαλέτα;
Μπάχλα: -Ερρ... δε θυμάμαι... 4 χρόνια...;
ΞΓΠΚ: -Και τη χρησιμοποιείς ακόμα;
Μπάχλα: -Ε... ναι...
ΞΓΠΚ: -:facepalm:
και ο καμεραμαν σκέφτεται από μέσα του
«Άλλη μία μπάχλα που και το σπίτι να τις καθαρίσουμε, αν δε πάει και στην άλλη εκπομπή να την κάνουν όμορφη δε πρόκειται να δει άσπρη μέρα...».
Got a better definition? Add it!